Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Με τη Βοήθεια του Ιεχωβά, Επιζήσαμε υπό Ολοκληρωτικά Καθεστώτα

Με τη Βοήθεια του Ιεχωβά, Επιζήσαμε υπό Ολοκληρωτικά Καθεστώτα

Βιογραφία

Με τη Βοήθεια του Ιεχωβά, Επιζήσαμε υπό Ολοκληρωτικά Καθεστώτα

Αφήγηση από τον Χένρικ Ντόρνικ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ το 1926 από γονείς που ήταν αφοσιωμένοι Καθολικοί. Ζούσαν στη Ρούντα Σλόνσκα, μια πόλη με ορυχεία κοντά στο Κατοβίτσε, στη νότια Πολωνία. Εκείνοι δίδαξαν εμάς τα παιδιά—το μεγαλύτερο αδελφό μου, τον Μπέρναρντ, τις δύο μικρότερες αδελφές μου, τη Ρούζα και την Εντίτα, και εμένα—να προσευχόμαστε, να πηγαίνουμε στην εκκλησία και να τηρούμε το μυστήριο της εξομολόγησης.

Η Γραφική Αλήθεια Μπαίνει στο Σπίτι Μας

Μια μέρα τον Ιανουάριο του 1937, όταν ήμουν δέκα χρονών, ο πατέρας μου γύρισε σπίτι κατενθουσιασμένος. Κρατούσε ένα μεγάλο, χοντρό βιβλίο που είχε πάρει από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και είπε: «Παιδιά, κοιτάξτε τι έφερα—την Αγία Γραφή!» Ποτέ προηγουμένως δεν είχα δει Αγία Γραφή.

Η Καθολική Εκκλησία ασκούσε από παλιά ισχυρή επιρροή στους κατοίκους της Ρούντα Σλόνσκα και της γύρω περιοχής. Οι κληρικοί είχαν πολύ φιλικές σχέσεις με τους ιδιοκτήτες των ορυχείων και απαιτούσαν απόλυτη υπακοή από τους εργάτες και τις οικογένειές τους. Αν ένας εργάτης δεν παρακολουθούσε τη Θεία Λειτουργία ή αρνούνταν να πάει για εξομολόγηση, θεωρούνταν άπιστος και κινδύνευε να απολυθεί από το ορυχείο. Σύντομα βρέθηκε και ο πατέρας μου αντιμέτωπος με μια παρόμοια απειλή επειδή συναναστρεφόταν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ωστόσο, όταν ένας ιερέας επισκέφτηκε το σπίτι μας, ο πατέρας μου εξέθεσε μπροστά σε όλους τη θρησκευτική του υποκρισία. Ο ντροπιασμένος ιερέας δεν ήθελε άλλες φασαρίες, και έτσι ο πατέρας μου δεν απολύθηκε.

Αφότου παρακολούθησα εκείνη την αντιπαράθεση με τον ιερέα, ήμουν ακόμα πιο αποφασισμένος να εξοικειωθώ με την Αγία Γραφή. Σταδιακά αγάπησα τον Ιεχωβά και ανέπτυξα προσωπική σχέση μαζί του. Λίγους μήνες μετά τη συζήτηση του πατέρα μου με τον ιερέα, παρευρεθήκαμε στην Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού. Σε εκείνη την περίσταση, κάποιος σύστησε τον πατέρα μου σε μια ομάδα 30 ατόμων με τα λόγια: «Από εδώ ένας Ιωναδαβίτης». Σύντομα έμαθα ότι οι «Ιωναδαβίτες» ήταν Χριστιανοί που είχαν επίγεια ελπίδα και ότι ο αριθμός τους επρόκειτο να αυξηθεί. a2 Βασιλέων 10:15-17.

«Παιδί μου, Ξέρεις Τι Σημαίνει το Βάφτισμα;»

Όταν ο πατέρας μου δέχτηκε την αλήθεια, έπαψε να πίνει και έγινε καλός σύζυγος και πατέρας. Μολαταύτα, η μητέρα μου δεν συμμεριζόταν τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, και έλεγε ότι θα προτιμούσε να ζει ο πατέρας μου όπως πριν και να παρέμενε Καθολικός. Ωστόσο, όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, παρατήρησε ότι οι ίδιοι κληρικοί που προηγουμένως προσεύχονταν για τη νίκη της Πολωνίας επί των Γερμανών εισβολέων ανέπεμπαν τώρα ευχαριστήριες προσευχές για τις επιτυχίες του Χίτλερ! Αργότερα, το 1941, η μητέρα μου άρχισε να υπηρετεί τον Ιεχωβά μαζί με εμάς τους υπόλοιπους.

Πριν από αυτό, είχα εκφράσει την επιθυμία μου να συμβολίσω την αφιέρωσή μου στον Θεό με το βάφτισμα, αλλά οι πρεσβύτεροι πίστευαν ότι ήμουν πολύ μικρός. Μου είπαν να περιμένω. Τελικά, όμως, στις 10 Δεκεμβρίου 1940, ο Κόνραντ Γκραμπόβι (ένας αδελφός ο οποίος αργότερα πέθανε πιστός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης) συζήτησε διακριτικά μαζί μου σε ένα μικρό διαμέρισμα. Μου έκανε πέντε ερωτήσεις και κατόπιν, αφού έμεινε ικανοποιημένος με τις απαντήσεις μου, με βάφτισε. Μία από τις ερωτήσεις του ήταν: «Παιδί μου, ξέρεις τι σημαίνει το βάφτισμα;» Μια άλλη ήταν: «Ξέρεις ότι τώρα που γίνεται πόλεμος θα χρειαστεί σύντομα να αποφασίσεις αν θα είσαι πιστός στον Χίτλερ ή στον Ιεχωβά, και ότι η απόφασή σου μπορεί να σου στοιχίσει τη ζωή;» Χωρίς δισταγμό, απάντησα: «Το ξέρω».

Αρχίζει ο Διωγμός

Γιατί μου έκανε ο Κόνραντ Γκραμπόβι τόσο συγκεκριμένες ερωτήσεις; Ο γερμανικός στρατός είχε εισβάλει στην Πολωνία το 1939, και έπειτα από αυτό η πίστη και η ακεραιότητά μας δοκιμάστηκαν σκληρά. Κάθε μέρα η κατάσταση γινόταν ολοένα και πιο τεταμένη καθώς ακούγαμε ότι Χριστιανοί αδελφοί και αδελφές μας συλλαμβάνονταν, εκτοπίζονταν και στέλνονταν σε φυλακές ή στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σε λίγο θα ερχόταν η σειρά μας να αντιμετωπίσουμε παρόμοιες δοκιμασίες.

Οι Ναζί ήθελαν να κάνουν τη νεότερη γενιά—μεταξύ αυτών και εμάς τα τέσσερα παιδιά—ζηλωτές υποστηρικτές του Τρίτου Ράιχ. Επειδή ο πατέρας μας και η μητέρα μας είχαν αρνηθεί επανειλημμένα να υπογράψουν το Φόλκσλιστ (Volkslist) (έναν κατάλογο των ατόμων που είχαν γερμανική υπηκοότητα ή επιθυμούσαν να την αποκτήσουν), τους αφαίρεσαν την επιμέλειά μας. Ο πατέρας μου στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς. Το Φεβρουάριο του 1944 έβαλαν τον αδελφό μου και εμένα σε ένα αναμορφωτήριο στο Γκρόντκουφ (Γκρότκαου), κοντά στη Νύσα, και τις αδελφές μας τις έστειλαν σε ένα Καθολικό μοναστήρι στο Τσαρνοβόνσι (Κλόστερμπρικ), κοντά στο Οπόλε. Στόχος ήταν να μας κάνουν να απαρνηθούμε «τις ψευδείς πεποιθήσεις των γονέων μας» όπως τις αποκαλούσαν οι αρχές. Η μητέρα μας έμεινε μόνη στο σπίτι.

Κάθε πρωί στην αυλή του αναμορφωτηρίου γινόταν έπαρση της σημαίας με τη σβάστικα και μας διέταζαν να υψώνουμε το δεξί μας χέρι και να τη χαιρετάμε λέγοντας «Χάιλ Χίτλερ». Ήταν μια σκληρή δοκιμασία της πίστης μας, αλλά ο Μπέρναρντ και εγώ αρνούμασταν σταθερά να συμβιβαστούμε. Ως αποτέλεσμα, μας έδειραν άσχημα για την «ασεβή» μας συμπεριφορά. Οι μετέπειτα απόπειρες να σπάσουν το ηθικό μας επίσης απέτυχαν, γι’ αυτό οι φρουροί των Ες-Ες μάς έδωσαν τελεσίγραφο: «Ή υπογράφετε τη δήλωση αφοσίωσης στο Γερμανικό Κράτος και κατατάσσεστε στη Βέρμαχτ [στο γερμανικό στρατό] ή θα οδηγηθείτε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης».

Τον Αύγουστο του 1944, όταν οι αρχές πρότειναν επισήμως να οδηγηθούμε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, δήλωσαν: «Είναι αδύνατον να τους πείσουμε να κάνουν οτιδήποτε. Τα μαρτύριά τους τούς φέρνουν χαρά. Η απείθειά τους αποτελεί απειλή για ολόκληρο το αναμορφωτήριο». Παρότι δεν είχα καμιά επιθυμία να υφίσταμαι μαρτύρια, το γεγονός ότι υπέφερα με θάρρος και αξιοπρέπεια για την οσιότητά μου στον Ιεχωβά όντως μου έφερνε χαρά. (Πράξεις 5:41) Δεν υπήρχε περίπτωση να αντέξω με τη δική μου δύναμη τα παθήματα που με περίμεναν. Από την άλλη μεριά, οι ένθερμες προσευχές με έφερναν πιο κοντά στον Ιεχωβά, και εκείνος αποδείχτηκε αξιόπιστος Βοηθός.—Εβραίους 13:6.

Στο Στρατόπεδο Συγκέντρωσης

Σύντομα οδηγήθηκα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Γκρος-Ρόζεν στη Σιλεσία. Μου έδωσαν αριθμό κρατουμένου καθώς και ένα μοβ τρίγωνο, το οποίο με προσδιόριζε ως Μάρτυρα του Ιεχωβά. Οι φρουροί των Ες-Ες μού έκαναν μια πρόταση. Θα μπορούσα να αποφυλακιστώ από το στρατόπεδο και μάλιστα να γίνω αξιωματικός στο ναζιστικό στρατό υπό έναν όρο. «Πρέπει να αποκηρύξεις τις ιδέες των Σπουδαστών της Γραφής, οι οποίες αντιτίθενται στο Τρίτο Ράιχ». Σε καμιά άλλη ομάδα κρατουμένων δεν έγινε παρόμοια πρόταση. Μόνο στους Μάρτυρες του Ιεχωβά δινόταν η ευκαιρία να γλιτώσουν από τα στρατόπεδα. Μολαταύτα, εγώ—όπως και χιλιάδες άλλοι—αρνήθηκα κατηγορηματικά αυτό το «προνόμιο». Η απάντηση των φρουρών ήταν: «Για κοίτα προσεκτικά εκείνη την καπνοδόχο του κρεματορίου. Σκέψου το πολύ καλά, γιατί αλλιώς θα ξαναβρείς την ελευθερία σου μόνο μέσα από εκείνη την καπνοδόχο». Πάλι αρνήθηκα κατηγορηματικά και, εκείνη τη στιγμή, γέμισα με την «ειρήνη του Θεού η οποία υπερέχει από κάθε σκέψη».—Φιλιππησίους 4:6, 7.

Προσευχόμουν να μπορέσω να έρθω σε επαφή με ομοπίστους μου στο στρατόπεδο, και ο Ιεχωβά το κατέστησε αυτό δυνατόν. Ανάμεσα σε εκείνους τους συγχριστιανούς μου ήταν ένας πιστός αδελφός ονόματι Γκούσταφ Μπάουμερτ, ο οποίος με φρόντιζε με τρυφερότητα και αγάπη. Χωρίς αμφιβολία, ο Ιεχωβά αποδείχτηκε «ο Πατέρας του τρυφερού ελέους και ο Θεός κάθε παρηγοριάς» για εμένα.—2 Κορινθίους 1:3.

Λίγους μήνες αργότερα, τα ρωσικά στρατεύματα πλησίαζαν και έτσι οι Ναζί αναγκάστηκαν να εκκενώσουν γρήγορα το στρατόπεδο. Καθώς ετοιμαζόμασταν για την αναχώρηση, εμείς οι αδελφοί—διακινδυνεύοντας τη ζωή μας—αποφασίσαμε να πάμε στα παραπήγματα των γυναικών για να δούμε σε τι κατάσταση βρίσκονταν οι περίπου 20 πνευματικές αδελφές μας—μεταξύ αυτών η Έλζα Αμπτ και η Γκέρτρουτ Οτ. b Όταν μας είδαν, έτρεξαν γρήγορα κοντά μας και έπειτα από μια σύντομη ανταλλαγή ενθάρρυνσης έψαλαν μαζί τον ύμνο της Βασιλείας με τα λόγια: «Πας όστις είναι πιστός δεν έχει φόβον ποτέ εν τη ψυχή». c Δεν υπήρχε κανείς ανάμεσά μας που να μη δακρύσει!

Προς το Επόμενο Στρατόπεδο

Οι Ναζί στοίβαξαν 100 έως 150 από εμάς τους κρατουμένους σε άδεια βαγόνια για κάρβουνο χωρίς φαγητό ούτε νερό, και ταξιδέψαμε μέσα στον παγετό και στην παγωμένη βροχή. Μας βασάνιζε η δίψα και ο πυρετός. Καθώς οι άρρωστοι και εξαντλημένοι κρατούμενοι έπεφταν στο δάπεδο και πέθαιναν, υπήρχε περισσότερος χώρος στα βαγόνια. Τα πόδια μου και οι αρθρώσεις μου πρήστηκαν τόσο πολύ ώστε δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος. Έπειτα από ταξίδι δέκα ημερών, οι ελάχιστοι κρατούμενοι που επιζήσαμε φτάσαμε στο σωφρονιστικό στρατόπεδο Μίτελμπαου-Ντόρα στο Νόρντχαουζεν, το οποίο βρίσκεται κοντά στη Βαϊμάρη της Θουριγγίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι κανένας αδελφός δεν πέθανε στη διάρκεια εκείνου του εφιαλτικού ταξιδιού.

Πάνω που είχα αρχίσει να συνέρχομαι από το ταξίδι ξέσπασε επιδημία δυσεντερίας στο στρατόπεδο και αρρώστησαν μερικοί αδελφοί, μεταξύ των οποίων και εγώ. Μας ειπώθηκε να μη δεχόμαστε για λίγο διάστημα τις σούπες που μας έδιναν στο στρατόπεδο και να τρώμε μόνο καψαλιστό ψωμί. Το έκανα αυτό και σύντομα ανέρρωσα. Το Μάρτιο του 1945 ακούσαμε ότι το Γραφικό εδάφιο για εκείνο το έτος ήταν το Ματθαίος 28:19: «Πηγαίνετε, λοιπόν, και κάντε μαθητές από όλα τα έθνη». Ήταν προφανές ότι σύντομα θα άνοιγαν οι πύλες των στρατοπέδων και ότι τα καλά νέα θα εξακολουθούσαν να κηρύττονται! Αυτό μας γέμισε χαρά και ελπίδα, επειδή προηγουμένως νομίζαμε ότι ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα κορυφωνόταν με τον Αρμαγεδδώνα. Με πόσο θαυμαστό τρόπο μάς ενίσχυσε ο Ιεχωβά εκείνους τους δύσκολους καιρούς!

Απελευθέρωση από τα Στρατόπεδα

Την 1η Απριλίου 1945, οι Συμμαχικές δυνάμεις βομβάρδισαν τους στρατώνες των Ες-Ες καθώς και το στρατόπεδό μας που βρισκόταν εκεί κοντά. Πολλοί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν. Την επόμενη μέρα δεχτήκαμε έναν σφοδρό βομβαρδισμό και, στη διάρκεια εκείνης της επίθεσης, μια ισχυρή έκρηξη με πέταξε στον αέρα.

Ένας από τους αδελφούς, ο Φριτς Ούλριχ, ήρθε να με βοηθήσει. Άρχισε να σκάβει μέσα στα χαλάσματα ελπίζοντας ότι ήμουν ακόμα ζωντανός. Τελικά με βρήκε και με έσυρε έξω από τα συντρίμμια. Όταν ανέκτησα τις αισθήσεις μου, συνειδητοποίησα ότι είχα σοβαρά τραύματα στο πρόσωπο και στο σώμα και ότι δεν άκουγα τίποτα. Ο θόρυβος των εκρήξεων είχε προξενήσει βλάβη στα τύμπανα των αφτιών μου. Είχα σοβαρά προβλήματα με τα αφτιά μου επί πολλά χρόνια μέχρι που τελικά γιατρεύτηκαν.

Ανάμεσα στους χιλιάδες κρατουμένους, ελάχιστοι επέζησαν από εκείνον το βομβαρδισμό. Μερικοί αδελφοί μας πέθαναν, μεταξύ αυτών και ο αγαπητός μου Γκούσταφ Μπάουμερτ. Τα τραύματά μου μού προξένησαν μόλυνση η οποία συνοδευόταν από υψηλό πυρετό. Λίγο αργότερα, όμως, μας βρήκαν τα Συμμαχικά στρατεύματα και μας απελευθέρωσαν. Εν τω μεταξύ, τα αποσυντιθέμενα πτώματα των κρατουμένων που είχαν πεθάνει ή δολοφονηθεί προξένησαν επιδημία τύφου, τον οποίο κόλλησα και εγώ. Με πήγαν μαζί με τους υπόλοιπους ασθενείς σε ένα νοσοκομείο. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των γιατρών, μόνο τρία άτομα επιζήσαμε. Πόσο ευγνώμων ήμουν για το ότι ο Ιεχωβά με ενίσχυσε ώστε να παραμείνω πιστός εκείνους τους δύσκολους καιρούς! Ήμουν επίσης ευγνώμων για το ότι, στην περίπτωσή μου, ο Ιεχωβά θεώρησε κατάλληλο να με σώσει από τη “βαθιά σκιά” του θανάτου.—Ψαλμός 23:4.

Επιτέλους στο Σπίτι!

Μετά την παράδοση της Γερμανίας, έλπιζα να γυρίσω σπίτι το συντομότερο, αλλά αυτό υπήρξε δυσκολότερο από όσο περίμενα. Με εντόπισαν μερικοί πρώην κρατούμενοι οι οποίοι ήταν μέλη της Καθολικής Δράσης. Αυτοί άρχισαν να φωνάζουν: «Σκοτώστε τον!» και με έριξαν στο έδαφος ποδοπατώντας με. Ένας άνθρωπος ήρθε και με έσωσε από τη βαναυσότητά τους, αλλά έκανα πολύ καιρό να αναρρώσω, επειδή ήμουν τραυματισμένος και ένιωθα αδύναμος λόγω του τύφου. Τελικά, όμως, κατάφερα να πάω στο σπίτι μου. Πόσο χάρηκα που ξανάσμιξα με την οικογένειά μου! Όλοι ενθουσιάστηκαν που με είδαν, επειδή με νόμιζαν νεκρό.

Σύντομα ξαναρχίσαμε το έργο κηρύγματος, και πολλοί ειλικρινείς εκζητητές της αλήθειας ανταποκρίθηκαν θετικά. Μου ανατέθηκε ο διορισμός να προμηθεύω Γραφικά έντυπα στις εκκλησίες. Μαζί με άλλους αδελφούς, είχα το προνόμιο να συναντήσω στη Βαϊμάρη εκπροσώπους από το γραφείο τμήματος της Γερμανίας, και από εκεί φέραμε στην Πολωνία τα πρώτα μεταπολεμικά τεύχη της Σκοπιάς. Αυτά μεταφράστηκαν αμέσως, ετοιμάστηκαν μεμβράνες πολυγράφου και τυπώθηκαν αντίτυπα. Όταν το γραφείο μας στη Λουτζ ανέλαβε πλήρως την επίβλεψη του έργου στην Πολωνία, τα Γραφικά έντυπα άρχισαν να φτάνουν τακτικά στις εκκλησίες. Εγώ ξεκίνησα να υπηρετώ ως ειδικός σκαπανέας, δηλαδή ολοχρόνιος ευαγγελιστής, καλύπτοντας τον εκτεταμένο τομέα της Σιλεσίας, μεγάλο μέρος της οποίας αποτελούσε πλέον τμήμα της Πολωνίας.

Σύντομα, όμως, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά άρχισαν και πάλι να διώκονται, αυτή τη φορά από το πρόσφατα εγκαθιδρυμένο κομμουνιστικό καθεστώς της Πολωνίας. Λόγω της Χριστιανικής μου ουδετερότητας, το 1948 καταδικάστηκα σε φυλάκιση δύο ετών. Ενόσω βρισκόμουν στη φυλακή, μπόρεσα να βοηθήσω αρκετούς κρατουμένους να πλησιάσουν τον Θεό. Ένας από αυτούς πήρε θέση υπέρ της αλήθειας και αργότερα αφιερώθηκε στον Ιεχωβά και βαφτίστηκε.

Το 1952 φυλακίστηκα και πάλι, αυτή τη φορά για υποτιθέμενη κατασκοπεία υπέρ των Ηνωμένων Πολιτειών! Ενόσω περίμενα να δικαστώ, βρισκόμουν στην απομόνωση και με ανέκριναν μέρα νύχτα. Ωστόσο, ο Ιεχωβά με ελευθέρωσε και πάλι από τα χέρια των διωκτών μου και, στα χρόνια που ακολούθησαν, δεν υπέφερα ξανά τέτοια κακομεταχείριση.

Τι με Βοήθησε να Υπομείνω

Καθώς αναλογίζομαι όλα αυτά τα χρόνια που ήταν γεμάτα δοκιμασίες και κακουχίες, μπορώ να προσδιορίσω μερικές κύριες πηγές ενθάρρυνσης. Πρώτα από όλα, η δύναμη για να υπομένω ερχόταν από τον Ιεχωβά και από το Λόγο του, την Αγία Γραφή. Οι συνεχείς ένθερμες δεήσεις στον “Θεό κάθε παρηγοριάς” και η καθημερινή μελέτη του Λόγου του βοήθησαν εμένα και άλλους να παραμείνουμε πνευματικά ζωντανοί. Επίσης, τα αντίγραφα της Σκοπιάς που γίνονταν με το χέρι μού παρείχαν πνευματική τροφή την οποία χρειαζόμουν πάρα πολύ. Μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, με ενίσχυαν πολύ οι στοργικοί ομόπιστοί μου που ήταν έτοιμοι και πρόθυμοι να βοηθήσουν.

Άλλη μια ευλογία από τον Ιεχωβά ήταν η σύζυγός μου, η Μάρια. Παντρευτήκαμε τον Οκτώβριο του 1950 και αργότερα αποκτήσαμε μια κόρη, τη Χαλίνα, η οποία μεγαλώνοντας έμαθε να αγαπάει τον Ιεχωβά και να τον υπηρετεί. Η Μάρια και εγώ ήμασταν παντρεμένοι 35 χρόνια όταν εκείνη πέθανε έπειτα από παρατεταμένη μάχη με την αρρώστια. Ο θάνατός της με γέμισε θλίψη και πόνο. Αν και για κάποιο διάστημα ένιωθα ότι “ρίχτηκα κάτω”, “δεν καταστράφηκα”. (2 Κορινθίους 4:9) Σε εκείνη τη δύσκολη εποχή, βρήκα υποστήριξη στη συντροφιά της αγαπημένης μου κόρης, του συζύγου της και των παιδιών της—των εγγονιών μου—που όλοι τους υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά.

Από το 1990, υπηρετώ στο γραφείο τμήματος της Πολωνίας. Η καθημερινή συναναστροφή με μια υπέροχη οικογένεια Μπέθελ αποτελεί μεγάλη ευλογία. Μερικές φορές η επιδεινούμενη υγεία μου με κάνει να νιώθω σαν αδύναμος αετός που μπορεί μόνο να αιωρείται χωρίς να χτυπάει τις φτερούγες του. Μολαταύτα, αποβλέπω στο μέλλον με πεποίθηση και «ψάλλω στον Ιεχωβά γιατί μου φέρθηκε ανταμειφτικά» μέχρι σήμερα. (Ψαλμός 13:6) Προσμένω τον καιρό κατά τον οποίο ο Ιεχωβά, ο Βοηθός μου, θα επανορθώσει όλη τη βλάβη που έχει προξενήσει η καταπιεστική διακυβέρνηση του Σατανά.

[Υποσημειώσεις]

a Βλέπε Σκοπιά 1 Ιανουαρίου 1998, σελίδα 13, παράγραφος 6.

b Βλέπε τη βιογραφία της Έλζας Αμπτ στη Σκοπιά 15 Ιουλίου 1980, σελίδες 12-15.

c Ύμνος αριθμός 101 (172 στην ελληνική) στο υμνολόγιο του 1928 με τίτλο Ύμνοι προς Αίνον του Ιεχωβά, που είναι έκδοση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Στο σημερινό υμνολόγιο, έχει τον αριθμό 56.

[Εικόνα στη σελίδα 10]

Μου δόθηκε αυτός ο αριθμός και ένα μοβ τρίγωνο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης

[Εικόνα στη σελίδα 12]

Με τη σύζυγό μου, τη Μάρια, το 1980