Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Πόσο Βαθιά στην Ανατολή Μπορούσαν να Πάνε οι Ιεραπόστολοι;

Πόσο Βαθιά στην Ανατολή Μπορούσαν να Πάνε οι Ιεραπόστολοι;

Πόσο Βαθιά στην Ανατολή Μπορούσαν να Πάνε οι Ιεραπόστολοι;

ΛΙΓΟΤΕΡΟ από 30 χρόνια μετά το θάνατο του Ιησού, ο απόστολος Παύλος έγραψε ότι τα καλά νέα κηρύττονταν σε «όλη τη δημιουργία» κάτω από τον ουρανό. (Κολοσσαείς 1:23) Η δήλωσή του δεν πρέπει να εκληφθεί κυριολεκτικά, σαν να σήμαινε ότι κάθε άτομο που ζούσε τότε είχε ακούσει τα καλά νέα. Ωστόσο, το τι εννοούσε ο Παύλος είναι ξεκάθαρο: Οι Χριστιανοί ιεραπόστολοι κήρυτταν εκτεταμένα στον τότε γνωστό κόσμο.

Πόσο μακριά μπορεί να είχαν φτάσει; Οι Γραφές αναφέρουν ότι η εμπορική ναυτιλία έδωσε στον Παύλο τη δυνατότητα να διευρύνει τη δράση του στο κήρυγμα προς τα δυτικά μέχρι την Ιταλία. Αυτός ο απτόητος ιεραπόστολος ήθελε επίσης να κηρύξει στην Ισπανία.​—Πράξεις 27:1· 28:30, 31· Ρωμαίους 15:28.

Τι γινόταν, όμως, με την αντίθετη κατεύθυνση; Πόσο βαθιά στην Ανατολή πήγαν οι πρώτοι Χριστιανοί ευαγγελιστές; Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, εφόσον η Αγία Γραφή δεν το σχολιάζει αυτό. Ωστόσο, μπορεί να εκπλαγείτε μαθαίνοντας πόσο μακριά έφταναν οι εμπορικές οδοί μεταξύ της Μεσογείου και της Ανατολής τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. Αν μη τι άλλο, η ύπαρξη αυτών των οδών υποδηλώνει ότι υπήρχαν αρκετές δυνατότητες για να ταξιδέψει κάποιος προς τα ανατολικά.

Η Κληρονομιά που Άφησε ο Αλέξανδρος

Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου τον οδήγησαν προς τα ανατολικά, μέσα από τη Βαβυλωνία και την Περσία και μέχρι το Παντζάμπ, στη βόρεια Ινδία. Εκείνες οι εκστρατείες έδωσαν στους Έλληνες τη δυνατότητα να γνωρίσουν τις ακτές που εκτείνονταν από τις εκβολές του Ευφράτη, στον Περσικό Κόλπο, ως τις εκβολές του Ινδού.

Σύντομα, στον ελληνικό κόσμο εισέρρεαν μυρωδικά και θυμίαμα διαμέσου του Ινδικού Ωκεανού και της Ερυθράς Θάλασσας. Τον έλεγχο αυτού του εμπορίου είχαν αρχικά Ινδοί και Άραβες έμποροι. Αλλά όταν οι Πτολεμαίοι της Αιγύπτου ανακάλυψαν τα μυστικά των μουσώνων, μπήκαν και αυτοί στο εμπόριο του Ινδικού Ωκεανού.

Σε εκείνη τη θάλασσα, φυσούν σταθερά νοτιοδυτικοί άνεμοι από το Μάιο ως το Σεπτέμβριο, επιτρέποντας στα πλοία να ταξιδεύουν από το στόμιο της Ερυθράς Θάλασσας είτε κατά μήκος της νότιας ακτής της Αραβίας είτε κατευθείαν προς τη νότια Ινδία. Από το Νοέμβριο ως το Μάρτιο, οι άνεμοι στρέφονται προς την αντίθετη κατεύθυνση, διευκολύνοντας το ταξίδι της επιστροφής. Οι Άραβες και οι Ινδοί ναυτικοί αξιοποιούσαν τη γνώση τους για αυτούς τους ανέμους επί εκατοντάδες χρόνια, ταξιδεύοντας από την Ινδία προς την Ερυθρά Θάλασσα και αντιστρόφως με φορτία από κασσία, κανέλα, νάρδο και πιπέρι.

Θαλάσσιες Οδοί προς την Αλεξάνδρεια και τη Ρώμη

Όταν οι Ρωμαίοι κατέκτησαν τις χώρες τις οποίες κυβερνούσαν οι διάδοχοι του Αλεξάνδρου, η Ρώμη έγινε η κύρια αγορά πολύτιμων αγαθών από την Ανατολή​—ελεφαντόδοντο από την Αφρική, θυμίαμα και μύρο από την Αραβία, μυρωδικά και πολύτιμες πέτρες από την Ινδία, ακόμη δε και μετάξι από την Κίνα. Τα πλοία που μετέφεραν τέτοια εμπορεύματα κατέληγαν σε δύο βασικά λιμάνια στην αιγυπτιακή ακτή της Ερυθράς Θάλασσας​—τη Βερενίκη και τον Μυός Όρμο. Και τα δύο λιμάνια εξυπηρετούνταν από χερσαίες οδούς καραβανιών που έφταναν ως την Κοπτό, στην περιοχή του Νείλου.

Από την Κοπτό, τα αγαθά μεταφέρονταν διαμέσου του Νείλου, της κύριας αρτηρίας της Αιγύπτου, στην Αλεξάνδρεια, όπου φορτώνονταν σε πλοία με προορισμό την Ιταλία και αλλού. Μια εναλλακτική διαδρομή για την Αλεξάνδρεια ήταν μέσω ενός καναλιού που ένωνε το βόρειο μυχό της Ερυθράς Θάλασσας​—κοντά στο σημερινό Σουέζ—​με τον Νείλο. Φυσικά, η Αίγυπτος και τα λιμάνια της βρίσκονταν σχετικά κοντά στις περιοχές όπου κήρυξε ο Ιησούς, από τις οποίες η πρόσβαση σε αυτά ήταν εύκολη.

Σύμφωνα με τον Στράβωνα, Έλληνα γεωγράφο του πρώτου αιώνα, στην εποχή του απέπλεαν 120 αλεξανδρινά πλοία από τον Μυός Όρμο κάθε χρόνο για να κάνουν εμπόριο με την Ινδία. Ένα εγχειρίδιο του πρώτου αιώνα σχετικά με τη ναυσιπλοΐα σε αυτή την περιοχή σώζεται μέχρι σήμερα. Γράφτηκε πιθανότατα από έναν ελληνόφωνο Αιγύπτιο έμπορο προς όφελος άλλων εμπόρων. Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτό το αρχαίο βιβλίο;

Το συγκεκριμένο οδοιπορικό, το οποίο τιτλοφορείται Περίπλους της Ερυθράς Θαλάσσης, περιγράφει θαλάσσιες οδούς που εκτείνονταν χιλιάδες χιλιόμετρα νότια της Αιγύπτου, μέχρι τη Ζανζιβάρη. Στρέφοντας την περιγραφή του προς ανατολάς, ο συγγραφέας κάνει λόγο για αποστάσεις, αγκυροβόλια, κέντρα εμπορίου, εμπορεύσιμα αγαθά, καθώς και για τη νοοτροπία των ντόπιων λαών κατά μήκος της νότιας ακτής της Αραβίας, από εκεί νοτιότερα στη δυτική ακτή της Ινδίας και στη Σρι Λάνκα και κατόπιν ξανά προς τα πάνω στην ανατολική ακτή της Ινδίας μέχρι και το Γάγγη. Οι ακριβείς και ζωντανές περιγραφές του βιβλίου οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο συγγραφέας είχε επισκεφτεί τα μέρη που περιγράφει.

Άνθρωποι της Δύσης στην Ινδία

Στην Ινδία οι έμποροι από τη Δύση ήταν γνωστοί ως Γιαβάνας. Σύμφωνα με τον Περίπλου, ένας από τους τακτικούς τους προορισμούς τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. ήταν η Μουζιρίς, κοντά στο νότιο άκρο της Ινδίας. * Διάφορα ποιήματα στην τάμιλ, τα οποία ανάγονται στους πρώτους αιώνες Κ.Χ., αναφέρονται συνεχώς σε αυτούς τους εμπόρους. «Τα περίτεχνα πλοία των Γιαβάνας έρχονταν με χρυσό και επέστρεφαν με πιπέρι, ενώ η Μουζιρίς αντιλαλούσε από το θόρυβο», λέει ένα ποίημα. Σε κάποιο άλλο ποίημα, ένας πρίγκιπας της νότιας Ινδίας παροτρύνεται να πιει αρωματικό κρασί που έφεραν οι Γιαβάνας. Ανάμεσα στα άλλα αγαθά δυτικής προέλευσης τα οποία έβρισκαν πρόθυμους αγοραστές στην Ινδία ήταν και διάφορα γυάλινα αντικείμενα, μέταλλα, κοράλλια και υφάσματα.

Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει πολλές αποδείξεις για εισαγόμενα δυτικά προϊόντα στην Ινδία. Παραδείγματος χάρη, στο Αρικαμεντού, στη νοτιοανατολική ακτή της Ινδίας, έχουν βρεθεί θραύσματα από ρωμαϊκές στάμνες κρασιού και πιάτα που φέρουν τη σφραγίδα αγγειοπλαστών οι οποίοι κατασκεύαζαν αυτά τα αντικείμενα στο Αρέτσο της κεντρικής Ιταλίας. «Η φαντασία των σύγχρονων ερευνητών εξάπτεται καθώς ανασύρουν από τις προσχώσεις του Κόλπου της Βεγγάλης θραύσματα που φέρουν τα ονόματα τεχνιτών των οποίων τα καμίνια βρίσκονταν στα περίχωρα του Αρέτσο», λέει ένας συγγραφέας. Οι εμπορικές δοσοληψίες μεταξύ Μεσογείου και Ινδίας επιβεβαιώνονται περαιτέρω από τα πολυάριθμα ρωμαϊκά νομίσματα, χρυσά και ασημένια, που έχουν βρεθεί στη νότια Ινδία. Τα περισσότερα από αυτά τα νομίσματα χρονολογούνται από τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. και φέρουν τις εικόνες των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων Αυγούστου, Τιβέριου και Νέρωνα.

Η πιθανότητα να ίδρυσαν κάποιοι Ρωμαίοι πολίτες μόνιμες εμπορικές αποικίες στη νότια Ινδία ενισχύεται από έναν αρχαίο χάρτη, του οποίου εξακολουθεί να υπάρχει ένα μεσαιωνικό αντίγραφο. Αυτός ο χάρτης, γνωστός ως Πίνακας Πόιτινγκερ​—ο οποίος λέγεται ότι απεικονίζει το ρωμαϊκό κόσμο όπως ήταν τον πρώτο αιώνα Κ.Χ.—​δείχνει έναν ναό του Αυγούστου στη Μουζιρίδα. «Ένα τέτοιο οικοδόμημα», λέει το βιβλίο Το Εμπόριο της Ρώμης στην Ανατολή: Διεθνείς Εμπορικές Συναλλαγές και Αυτοκρατορική Πολιτική, 31 π.Χ.​305 μ.Χ. (Rome’s Eastern Trade: International Commerce and Imperial Policy, 31 BC–AD 305), «θα μπορούσε να χτιστεί μόνο από υπηκόους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πιθανώς δε από κάποιους που ζούσαν στη Μουζιρίδα ή περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους εκεί».

Τα ρωμαϊκά αρχεία αναφέρουν ότι, τουλάχιστον τρεις φορές, Ινδοί πρεσβευτές επισκέφτηκαν τη Ρώμη κατά τη διακυβέρνηση του Αυγούστου, από το 27 Π.Κ.Χ. ως το 14 Κ.Χ. «Αυτοί οι πρεσβευτές είχαν σοβαρό διπλωματικό σκοπό», λέει μια μελέτη γύρω από το εν λόγω θέμα​—να συμφωνήσουν ως προς το πού θα γίνονταν οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ ανθρώπων από διαφορετικές χώρες, πού θα επιβάλλονταν φόροι, πού θα διέμεναν οι ξένοι και ούτω καθεξής.

Έτσι λοιπόν, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., τα ταξίδια ανάμεσα στη λεκάνη της Μεσογείου και στην Ινδία δεν ήταν ούτε σπάνια ούτε ασυνήθιστα. Θα ήταν κάτι απλό για έναν Χριστιανό ιεραπόστολο βόρεια της Ερυθράς Θάλασσας να επιβιβαστεί σε κάποιο πλοίο με προορισμό την Ινδία.

Πέρα από την Ινδία;

Είναι δύσκολο να καθοριστεί πόσο βαθιά στην Ανατολή​—και πόσο παλιά—​επιχείρησαν να φτάσουν έμποροι και άλλοι ταξιδιώτες της Μεσογείου. Εντούτοις, πιστεύεται ότι τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. μερικοί άνθρωποι από τη Δύση είχαν ήδη ταξιδέψει μέχρι την Ταϋλάνδη, την Καμπότζη, τη Σουμάτρα και την Ιάβα.

Το Χου Χαν-Σου (Χρονικό της Ύστερης Δυναστείας των Χαν), το οποίο καλύπτει την περίοδο από το 23 Κ.Χ. ως το 220 Κ.Χ., προσδιορίζει τη χρονολογία ενός τέτοιου ταξιδιού. Το 166 Κ.Χ., κάποιοι πρεσβευτές από το βασιλιά του Ντα-τσιν, ο οποίος λεγόταν Αν-τουν, έφτασαν στην κινεζική αυλή κομίζοντας τιμητικές προσφορές στον Αυτοκράτορα Χουάν-τι. «Ντα-τσιν» ήταν η κινεζική ονομασία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ από ό,τι φαίνεται «Αν-τουν» είναι η κινεζική απόδοση του ονόματος «Αντωνίνος», οικογενειακού ονόματος του Μάρκου Αυρήλιου, του Ρωμαίου αυτοκράτορα εκείνης της εποχής. Οι ιστορικοί υποθέτουν ότι δεν επρόκειτο για επίσημη αποστολή πρεσβευτών, αλλά απλώς για μια προσπάθεια κάποιων εμπόρων της Δύσης με επιχειρηματικό δαιμόνιο να αποκτήσουν μετάξι απευθείας από την Κίνα παρακάμπτοντας τους μεσάζοντες.

Ας επανέλθουμε στην αρχική μας ερώτηση: Πόσο βαθιά στην Ανατολή μπορούσαν τα αρχαία πλοία να μεταφέρουν τους Χριστιανούς ιεραποστόλους του πρώτου αιώνα; Στην Ινδία και πιο πέρα; Ίσως. Ασφαλώς, το Χριστιανικό άγγελμα εξαπλώθηκε αρκετά μακριά ώστε να μπορεί να πει ο απόστολος Παύλος ότι “καρποφορούσε και αύξανε σε όλο τον κόσμο”​—δηλαδή στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου.​—Κολοσσαείς 1:6.

[Υποσημείωση]

^ παρ. 15 Αν και η ακριβής θέση της Μουζιρίδος δεν είναι γνωστή, οι λόγιοι την τοποθετούν κοντά στις εκβολές του ποταμού Περιγιάρ, στην πολιτεία Κέραλα.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 22]

Το Παράπονο ενός Αυτοκράτορα

Το 22 Κ.Χ., ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Τιβέριος εξέφρασε τη λύπη του για τις απεριόριστες καταχρήσεις των συμπατριωτών του. Η απερίσκεπτη επιθυμία τους για πολυτέλειες και η υπέρμετρη λαχτάρα των κυριών της Ρώμης για κοσμήματα οδήγησαν σε διασπάθιση του πλούτου της αυτοκρατορίας του και διοχέτευσή του σε «ξένα ή εχθρικά έθνη». Ο Ρωμαίος ιστορικός Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (23-79 Κ.Χ.) παραπονέθηκε και αυτός για παρόμοιες δαπάνες. «Σύμφωνα με τον πιο συντηρητικό υπολογισμό», έγραψε ο ίδιος, «η Ινδία, οι Σήρες και η αραβική χερσόνησος αποσπούν από την αυτοκρατορία μας εκατό εκατομμύρια σηστέρτιους κάθε χρόνο​—τόσο ακριβά πληρώνουμε την πολυτέλεια και τις γυναίκες μας». *

[Υποσημείωση]

^ παρ. 28 Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι 100 εκατομμύρια σηστέρτιοι αντιστοιχούσαν περίπου με το 2 τοις εκατό των συνολικών εσόδων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

[Ευχαριστίες]

Museo della Civiltà Romana, Roma; Todd Bolen/Bible Places.com

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 23]

Πού Αναζητούσαν οι Έμποροι τα Αγαθά Τους

Ο Ιησούς μίλησε για έναν «περιοδεύοντα έμπορο που έψαχνε για καλά μαργαριτάρια». (Ματθαίος 13:45) Το βιβλίο της Αποκάλυψης επίσης αναφέρεται στους “περιοδεύοντες εμπόρους” των οποίων το απόθεμα περιλάμβανε πολύτιμες πέτρες, μετάξι, αρωματικό ξύλο, ελεφαντόδοντο, κανέλα, θυμίαμα και ινδικό μυρωδικό. (Αποκάλυψη 18:11-13) Οι πηγές αυτών των αγαθών βρίσκονταν στις εμπορικές οδούς ανατολικά της Παλαιστίνης. Αρωματικά ξύλα, όπως το σανταλόξυλο, προέρχονταν από την Ινδία. Μαργαριτάρια κατάλληλα για κοσμήματα μπορούσαν να βρεθούν στον Περσικό Κόλπο, στην Ερυθρά Θάλασσα και, σύμφωνα με το συγγραφέα του Περίπλου της Ερυθράς Θαλάσσης, στην περιοχή της Μουζιρίδος και στη Σρι Λάνκα. Τα εκλεκτότερα και ακριβότερα μαργαριτάρια ήταν πιθανώς αυτά του Ινδικού Ωκεανού.

[Χάρτης στη σελίδα 20, 21]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Μερικές από τις εμπορικές οδούς που υπήρχαν μεταξύ Ρώμης και Ασίας τον πρώτο αιώνα

Αρέτσο

Ρώμη

ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΑΦΡΙΚΗ

Αλεξάνδρεια

ΑΙΓΥΠΤΟΣ

Κοπτός

Ποταμός Νείλος

Μυός Όρμος

Βερενίκη

Ζανζιβάρη

Ερυθρά Θάλασσα

Ιερουσαλήμ

ΑΡΑΒΙΑ

Ποταμός Ευφράτης

ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ

Περσικός Κόλπος

ΠΕΡΣΙΑ

Βορειοανατολικοί μουσώνες

Νοτιοδυτικοί μουσώνες

Ποταμός Ινδός

ΠΑΝΤΖΑΜΠ

Ποταμός Γάγγης

Κόλπος της Βεγγάλης

ΙΝΔΙΑ

Αρικαμεντού

Μουζιρίς

ΣΡΙ ΛΑΝΚΑ

ΙΝΔΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ (ΕΡΥΘΡΑ ΘΑΛΑΣΣΑ)

ΚΙΝΑ

ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΧΑΝ

ΤΑΫΛΑΝΔΗ

ΚΑΜΠΟΤΖΗ

ΒΙΕΤΝΑΜ

Σουμάτρα

Ιάβα

[Εικόνα στη σελίδα 21]

Μοντέλο ρωμαϊκού φορτηγού πλοίου

[Ευχαριστίες]

Ship: Pictorial Archive (Near Eastern History) Est.