Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Το Θεϊκό Όνομα και ο Αγώνας του Αλφόνσο δε Θαμόρα για Ακριβές Κείμενο

Το Θεϊκό Όνομα και ο Αγώνας του Αλφόνσο δε Θαμόρα για Ακριβές Κείμενο

Το Θεϊκό Όνομα και ο Αγώνας του Αλφόνσο δε Θαμόρα για Ακριβές Κείμενο

ΤΟ 1492, ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα, το βασιλικό ζεύγος της Ισπανίας, εξέδωσαν το ακόλουθο διάταγμα: «Προστάζουμε όλους τους Εβραίους και τις Εβραίες . . . να εγκαταλείψουν μέχρι το τέλος Ιουλίου του τρέχοντος έτους όλα τα αναφερόμενα βασίλεια και εδάφη μας με τους γιους και τις κόρες τους, τους υπηρέτες και τις υπηρέτριές τους, καθώς και όλους τους Εβραίους του σπιτικού τους, μεγάλους και μικρούς, ανεξαρτήτως ηλικίας, και να μην τολμήσουν να επιστρέψουν».

Με αυτό το διάταγμα απέλασης, κάθε εβραϊκή οικογένεια στην Ισπανία αναγκάστηκε να επιλέξει ανάμεσα στην εξορία και στην αρνησιθρησκία. Κάποιος ραβίνος ονόματι Χουάν δε Θαμόρα ίσως θεώρησε ότι ήταν καλύτερο να μεταστραφεί στον Καθολικισμό και να παραμείνει στην Ισπανία, όπου είχαν ζήσει πολλές γενιές προγόνων του. Πιθανόν λόγω της εβραϊκής του καταγωγής, ο Χουάν έστειλε το γιο του, τον Αλφόνσο, στην περίφημη σχολή εβραϊκών σπουδών της Θαμόρα. Αργότερα, ο Αλφόνσο μελέτησε σε βάθος τη λατινική, την ελληνική και την αραμαϊκή. Αφού αποφοίτησε, άρχισε να διδάσκει την εβραϊκή στο Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα. Σε λίγο, η γλωσσομάθειά του επρόκειτο να αξιοποιηθεί προς όφελος Βιβλικών λογίων σε όλη την Ευρώπη.

Το 1512 το νεοσύστατο Πανεπιστήμιο της Αλκαλά δε Ενάρες διόρισε τον Αλφόνσο δε Θαμόρα στην έδρα εβραϊκών σπουδών. Εφόσον ο Θαμόρα ήταν από τους κορυφαίους λογίους της εποχής του, ο Καρδινάλιος Χιμένεθ δε Θισνέρος, ιδρυτής του πανεπιστημίου, ζήτησε τη συνδρομή του όταν προετοιμαζόταν η μνημειώδης Κομπλούτιος Πολύγλωττος. Αυτή η εξάτομη Αγία Γραφή περιέχει το ιερό κείμενο στην εβραϊκή, στην ελληνική και στη λατινική, καθώς και μέρη του στην αραμαϊκή. a

Ο Βιβλικός λόγιος Μαριάνο Ρεβίγια Ρίκο αναφέρει για αυτό το έργο: «Από τους τρεις εκχριστιανισμένους Εβραίους που συμμετείχαν στο πόνημα του Καρδινάλιου [Θισνέρος], ο πιο επιφανής είναι ο Αλφόνσο δε Θαμόρα, ειδήμων στη γραμματική, φιλόσοφος και ταλμουδιστής, καθώς επίσης λόγιος της λατινικής, της ελληνικής, της εβραϊκής και της αραμαϊκής». Χάρη στις σπουδές του, ο Θαμόρα συμπέρανε ότι η ακριβής μετάφραση της Γραφής απαιτούσε εμπεριστατωμένη γνώση των πρωτότυπων αρχαίων γλωσσών. Μάλιστα, υπήρξε από τους μεγαλύτερους θιασώτες της λόγιας μελέτης των Γραφών, η αναγέννηση της οποίας άρχισε να συντελείται στην αυγή του 16ου αιώνα.

Παρ’ όλα αυτά, ο χρόνος και ο τόπος στον οποίο ζούσε ο Θαμόρα δεν ευνοούσαν τη λόγια μελέτη των Γραφών. Η ισπανική Ιερά Εξέταση μεσουρανούσε, η δε Καθολική Εκκλησία τιμούσε ευλαβικά τη λατινική Βουλγάτα ως τη μόνη «εξουσιοδοτημένη» μετάφραση της Γραφής. Ωστόσο, ήδη από το Μεσαίωνα, Καθολικοί λόγιοι είχαν επισημάνει ότι το λατινικό κείμενο της Βουλγάτας απέχει πολύ από την τελειότητα. Στις αρχές του 16ου αιώνα, ο Αλφόνσο δε Θαμόρα και άλλοι ανέλαβαν να διορθώσουν την κατάσταση.

“Η Μετάφραση Αναγκαία για τη Σωτηρία”

Η πιο σημαντική εργασία του Θαμόρα ήταν αναμφίβολα η επιμέλεια της κοινώς λεγόμενης Παλαιάς Διαθήκης στην εβραϊκή, μαζί με τη μετάφρασή της στη λατινική. Πιθανότατα ήθελε να χρησιμοποιηθεί εκτενώς αυτή η ύλη στην Κομπλούτιο Πολύγλωττο, που βρισκόταν τότε στα σκαριά. Ένα χειρόγραφό του φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη Ελ Εσκοριάλ, κοντά στη Μαδρίτη. Έχει αριθμό καταλόγου G-I-4 και περιέχει ολόκληρο το βιβλίο της Γένεσης στην εβραϊκή, καθώς και μια διάστιχη, δηλαδή κατά λέξη, μετάφραση στη λατινική.

Στον πρόλογο αναφέρονται τα εξής: «Η μετάφραση της Αγίας Γραφής σε άλλες γλώσσες ήταν αναγκαία για τη σωτηρία των εθνών. . . . Θεωρούμε . . . απολύτως απαραίτητο να έχουν οι πιστοί μια κατά λέξη μετάφραση της Γραφής, έτσι ώστε για κάθε εβραϊκή λέξη να υπάρχει μια αντίστοιχη στη λατινική». Ο Αλφόνσο δε Θαμόρα είχε τα προσόντα να φέρει σε πέρας μια τέτοια νέα μετάφραση στη λατινική επειδή ήταν έγκριτος λόγιος της εβραϊκής.

“Το Πνεύμα μου Δεν Βρίσκει Ανάπαυση”

Από μια άποψη, η Ισπανία του 16ου αιώνα ήταν ο ιδανικός τόπος για λογίους όπως ο Θαμόρα. Το Μεσαίωνα, η Ισπανία είχε γίνει κέντρο του Ιουδαϊκού πολιτισμού. Η εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα εξηγεί: «Η μεσαιωνική Ισπανία, με τον πολυάριθμο αραβικό και εβραϊκό πληθυσμό της, ήταν το μόνο πολυεθνικό και με ποικίλες θρησκείες κράτος της δυτικής Ευρώπης. Η ανάπτυξη του ισπανικού πολιτισμού στη θρησκεία, στη λογοτεχνία, στην τέχνη και στην αρχιτεκτονική κατά τον ύστερο μεσαίωνα πήγασε σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός αυτό».

Εφόσον υπήρχε μεγάλος εβραϊκός πληθυσμός στην Ισπανία, αφθονούσαν τα Βιβλικά χειρόγραφα στην εβραϊκή. Οι Εβραίοι γραφείς σε πολλά μέρη της χώρας είχαν μοχθήσει αντιγράφοντάς τα ώστε να χρησιμοποιούνται για τη δημόσια ανάγνωση της Γραφής στις συναγωγές. Ο Λ. Γκόλντσμιτ, στο βιβλίο του Οι Αρχικές Εκδόσεις των Εβραϊκών Γραφών (The Earliest Editions of the Hebrew Bible), επισημαίνει ότι «μεταξύ των Ιουδαίων λογίων έχαιραν μέγιστης εκτίμησης για την ακρίβειά τους, όχι μόνο οι εκδόσεις της Πεντατεύχου στην ισπανική και στην πορτογαλική, αλλά και τα χειρόγραφα στα οποία βασίζονταν αυτές, καθώς και οι λόγιες πολύγλωττες εκδόσεις».

Παρά τα πλεονεκτήματα που πρόσφερε η Ισπανία, τα μαύρα σύννεφα της εναντίωσης κρέμονταν απειλητικά πάνω από τα κεφάλια όσων ήθελαν να μεταφράσουν τη Γραφή. Το 1492, τα Καθολικά στρατεύματα του Βασιλιά Φερδινάνδου και της Βασίλισσας Ισαβέλλας κατέλαβαν τον τελευταίο θύλακα των Μαυριτανών στην Ισπανία. Όπως προαναφέρθηκε, εκείνοι οι μονάρχες διέταξαν το ίδιο έτος την απέλαση όλων όσων παρέμεναν προσκολλημένοι στην Ιουδαϊκή θρησκεία. Ύστερα από δέκα χρόνια εξορίστηκαν με παρόμοιο διάταγμα και οι Μουσουλμάνοι. Έκτοτε, ο Καθολικισμός έγινε κρατική θρησκεία της Ισπανίας, και δεν υπήρχε πλέον ανεξιθρησκεία.

Πώς θα επηρέαζε αυτό το νέο θρησκευτικό κλίμα τη μετάφραση της Γραφής; Η περίπτωση του Αλφόνσο δε Θαμόρα είναι ενδεικτική. Μολονότι αυτός ο λόγιος Εβραίος είχε μεταστραφεί στον Καθολικισμό, ο ισπανικός κλήρος αρνούνταν να ξεχάσει την καταγωγή του. Κάποιοι ενάντιοι επέκριναν τον Καρδινάλιο Θισνέρος επειδή είχε χρησιμοποιήσει τις γνώσεις εκχριστιανισμένων Εβραίων κατά την προετοιμασία της Πολυγλώττου Βίβλου του. Αυτές οι επιθέσεις στενοχωρούσαν πολύ τον Θαμόρα. Σε ένα χειρόγραφο που βρίσκεται στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, αναφέρει με θλίψη: «Εγώ, . . . εγκαταλειμμένος και μισητός από όλους τους φίλους μου​—και τωρινούς εχθρούς μου—​δεν βρίσκω ανάπαυση ούτε για το πνεύμα μου ούτε για τα πέλματα των ποδιών μου».

Από τους πιο θανάσιμους εχθρούς του ήταν ο Χουάν Ταβέρα, αρχιεπίσκοπος του Τολέδο, ο οποίος κατείχε αργότερα το αξίωμα του μεγάλου ιεροεξεταστή. Ο Θαμόρα αποκαρδιώθηκε τόσο πολύ από τις επιθέσεις του Ταβέρα ώστε προσέφυγε στον πάπα. Η επιστολή του έλεγε εν μέρει: «Ζητούμε από την Αγιότητά Σας και την παρακαλούμε να μας βοηθήσει . . . και να μας προστατέψει από τον εχθρό μας, τον επίσκοπο του Τολέδο, Δον Χουάν Ταβέρα. Καθημερινά, χωρίς σταματημό, μας προκαλεί πολλά και τρομερά δεινά. . . . Νιώθουμε σίγουρα μεγάλη οδύνη, επειδή μας βλέπει σαν ζώα έτοιμα για το σφαγείο. . . . Αν η Αγιότητά Σας δώσει προσοχή στο αίτημα που σας απευθύνουμε, “ο Γιαχβέ θα είναι η ασφάλειά σου και δεν θα αφήσει να παγιδευτεί το πόδι σου” (Παρ. 3:23)». b

Η Παρακαταθήκη του Αλφόνσο δε Θαμόρα

Παρ’ όλες τις επιθέσεις, το έργο του Θαμόρα συνεχίστηκε και ευδοκίμησε προς όφελος πολλών μελετητών της Γραφής. Μολονότι δεν μετέφρασε τη Γραφή στις γλώσσες της εποχής του, πρόσφερε ανεκτίμητη υπηρεσία σε άλλους μεταφραστές. Θα αντιληφθούμε τη συμβολή του, αν θυμόμαστε ότι για τη μετάφραση της Γραφής απαιτούνται πάντοτε δύο είδη λογίων. Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπάρχουν λόγιοι που μελετούν αντίγραφα του ιερού κειμένου στις πρωτότυπες γλώσσες​—την εβραϊκή, την αραμαϊκή και την ελληνική—​ώστε να εκπονήσουν σε αυτές ένα επεξεργασμένο και ακριβές κείμενο. Μετά, κάποιος μεταφραστής μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την εργασία ως βάση για τη μετάφρασή του στην καθομιλουμένη.

Ο Αλφόνσο δε Θαμόρα ήταν ο σημαντικότερος λόγιος που ετοίμασε και επεξεργάστηκε το εβραϊκό κείμενο το οποίο δημοσιεύτηκε τελικά στην Κομπλούτιο Πολύγλωττο το 1522. (Συνέταξε εβραιολατινικό γλωσσάριο και γραμματική της εβραϊκής, τα οποία περιλήφθηκαν στο ίδιο έργο και επίσης διευκόλυναν τους μεταφραστές.) Ο Έρασμος, σύγχρονος του Θαμόρα, έκανε κάτι ανάλογο για τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, την κοινώς αποκαλούμενη Καινή Διαθήκη. Αφού αυτά τα επεξεργασμένα κείμενα στην εβραϊκή και στην ελληνική έγιναν διαθέσιμα, κάποιοι άλλοι μεταφραστές μπόρεσαν να αναλάβουν ένα ζωτικό έργο, δηλαδή να αποδώσουν τη Γραφή στη γλώσσα του λαού. Όταν ο Γουίλιαμ Τίντεϊλ μετέφρασε τη Γραφή στην αγγλική, ήταν από τους πρώτους μεταφραστές που αξιοποίησαν το εβραϊκό κείμενο της Κομπλουτίου Πολυγλώττου.

Η ευρεία κυκλοφορία της Αγίας Γραφής σήμερα αποτελεί κατάλληλο φόρο τιμής σε ανθρώπους όπως ο Θαμόρα, οι οποίοι αφιέρωσαν τη ζωή τους στη βελτίωση της γνώσης μας γύρω από τις Γραφές. Όπως είχε συνειδητοποιήσει ο Θαμόρα, η σωτηρία εξαρτάται από την κατανόηση και την εφαρμογή του Λόγου του Θεού. (Ιωάννης 17:3) Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η μετάφραση της Γραφής σε κατανοητές γλώσσες, γιατί μόνο τότε μπορεί το άγγελμά της να αγγίξει την καρδιά και τη διάνοια εκατομμυρίων ανθρώπων.

[Υποσημειώσεις]

a Για μια εξέταση του σημαντικού ρόλου που έπαιξε η Κομπλούτιος Πολύγλωττος, βλέπε Σκοπιά 15 Απριλίου 2004, σελίδες 28-31.

b Είναι ενδιαφέρον ότι, στην προσφυγή του προς τον πάπα της Ρώμης, ο Θαμόρα χρησιμοποίησε το θεϊκό όνομα, όχι κάποιον τίτλο. Σε μια ισπανική μετάφραση του αιτήματός του, το όνομα εμφανίζεται ως «Γιαχβέ». Δεν είμαστε βέβαιοι με ποια μορφή εμφανιζόταν στο πρωτότυπο λατινικό κείμενο. Σχετικά με το πώς μετέφρασε και χρησιμοποίησε ο Θαμόρα το θεϊκό όνομα, βλέπε το πλαίσιο «Μετάφραση του Θεϊκού Ονόματος», στη σελίδα 19.

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 19]

Μετάφραση του Θεϊκού Ονόματος

Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το πώς μετέγραψε το θεϊκό όνομα ο Αλφόνσο δε Θαμόρα, πολυμαθής άνθρωπος εβραϊκής καταγωγής. Όπως δείχνει η συνοδευτική φωτογραφία, σε μια περιθωριακή σημείωση στη δική του εβραιολατινική διάστιχη μετάφραση της Γένεσης, το όνομα του Θεού εμφανίζεται γραμμένο ως «jehovah».

Προφανώς, ο Θαμόρα δεχόταν αυτή τη μετάφραση του θεϊκού ονόματος στη λατινική. Το 16ο αιώνα, όταν η Αγία Γραφή μεταφράστηκε σε βασικές ευρωπαϊκές γλώσσες, αυτός ο τρόπος γραφής ή κάποιος πολύ παρόμοιος υιοθετήθηκε από πολλούς μεταφραστές της, όπως ο Γουίλιαμ Τίντεϊλ (αγγλική, 1530), ο Σεμπάστιαν Μίνστερ (λατινική, 1534), ο Πιερ-Ρομπέρ Ολιβετάν (γαλλική, 1535) και ο Κασιοδόρο δε Ρέινα (ισπανική, 1569).

Ο Θαμόρα, λοιπόν, υπήρξε από τους πρώτους μιας πλειάδας Βιβλικών λογίων του 16ου αιώνα που έριξαν φως στο θεϊκό όνομα. Η άγνοια γύρω από το όνομα του Θεού προέκυψε κατ’ αρχάς από μια Ιουδαϊκή δεισιδαιμονία, βάσει της οποίας απαγορευόταν η προφορά του ονόματος. Επηρεασμένοι από αυτή την Ιουδαϊκή παράδοση, οι Βιβλικοί μεταφραστές του Χριστιανικού κόσμου​—όπως για παράδειγμα ο Ιερώνυμος, ο μεταφραστής της λατινικής Βουλγάτας—​αντικατέστησαν το θεϊκό όνομα με όρους όπως «Κύριος» ή «Θεός».

[Εικόνα]

Ο Θαμόρα μετέφρασε το εβραϊκό τετραγράμματο ως «jehovah» (μεγέθυνση)

[Εικόνα στη σελίδα 18]

Διάταγμα του βασιλιά και της βασίλισσας της Ισπανίας, 1492

[Ευχαριστίες]

Decree: Courtesy of the Archivo Histórico Provincial, Ávila, Spain

[Εικόνα στη σελίδα 18]

Το πανεπιστήμιο της Αλκάλα δε Ενάρες

[Εικόνα στη σελίδα 21]

Προμετωπίδα της διάστιχης μετάφρασης του Θαμόρα