Εσθήρ 4:1-17
4 Όταν ο Μαροδοχαίος+ έμαθε όλα όσα είχαν γίνει,+ έσκισε τα ρούχα του και έβαλε πάνω του σάκο και στάχτη. Έπειτα πήγε στο μέσο της πόλης, κραυγάζοντας δυνατά με φωνή γεμάτη πίκρα.
2 Έφτασε μόνο μέχρι τη βασιλική πύλη, γιατί κανείς δεν μπορούσε να μπει σε αυτήν φορώντας σάκο.
3 Και σε κάθε επαρχία*+ στην οποία έφτανε ο λόγος και το διάταγμα του βασιλιά, γινόταν μεγάλο πένθος ανάμεσα στους Ιουδαίους, μαζί με νηστεία+ και κλάμα και γοερό θρήνο. Πολλοί ξάπλωναν με σάκο και στάχτη.+
4 Όταν οι υπηρέτριες της Εσθήρ και οι ευνούχοι της πήγαν και της το είπαν, η βασίλισσα ταράχτηκε πάρα πολύ. Κατόπιν έστειλε ρούχα στον Μαροδοχαίο για να βγάλει τον σάκο από πάνω του, αλλά εκείνος δεν τα δέχτηκε.
5 Τότε η Εσθήρ κάλεσε τον Αθάχ, έναν από τους ευνούχους του βασιλιά που τον είχε διορίσει ο βασιλιάς να την υπηρετεί, και του έδωσε εντολή να μάθει από τον Μαροδοχαίο τι σήμαιναν όλα αυτά και τι συνέβαινε.
6 Ο Αθάχ λοιπόν πήγε στον Μαροδοχαίο, στην πλατεία της πόλης μπροστά από τη βασιλική πύλη.
7 Ο Μαροδοχαίος τού είπε όλα όσα του είχαν συμβεί και το ακριβές ποσό των χρημάτων+ που είχε υποσχεθεί να καταβάλει ο Αμάν στο θησαυροφυλάκιο του βασιλιά για να εξολοθρευτούν οι Ιουδαίοι.+
8 Του έδωσε επίσης ένα αντίγραφο του διατάγματος που είχε δημοσιευτεί στα Σούσα+ για την εξόντωσή τους. Του είπε να το δείξει στην Εσθήρ, να της το εξηγήσει και να τη συμβουλέψει+ να πάει στον βασιλιά για να εκλιπαρήσει την εύνοιά του και να τον παρακαλέσει προσωπικά να ενεργήσει υπέρ του λαού της.
9 Ο Αθάχ γύρισε στην Εσθήρ και της είπε τα λόγια του Μαροδοχαίου.
10 Και εκείνη του παρήγγειλε να πει στον Μαροδοχαίο:+
11 «Όλοι οι υπηρέτες του βασιλιά και ο λαός στις επαρχίες* του βασιλιά ξέρουν ότι, για όποιον άντρα ή γυναίκα μπει στην εσωτερική αυλή του βασιλιά+ απρόσκλητος, υπάρχει ένας και μόνο νόμος: Πρέπει να θανατωθεί· μόνο αν ο βασιλιάς απλώσει προς αυτόν το χρυσό σκήπτρο θα μείνει ζωντανός.+ Και εγώ δεν έχω προσκληθεί να πάω στον βασιλιά εδώ και 30 ημέρες».
12 Όταν ειπώθηκαν στον Μαροδοχαίο τα λόγια της Εσθήρ,
13 εκείνος της απάντησε: «Μη φαντάζεσαι ότι, επειδή βρίσκεσαι στο σπιτικό του βασιλιά, έχεις περισσότερες πιθανότητες να γλιτώσεις από όσες έχουν όλοι οι άλλοι Ιουδαίοι.
14 Διότι αν μείνεις τώρα σιωπηλή, θα έρθει από αλλού ανακούφιση και απελευθέρωση για τους Ιουδαίους,+ αλλά εσύ και ο οίκος του πατέρα σου θα αφανιστείτε. Και ποιος ξέρει αν δεν έγινες βασίλισσα+ για μια ώρα σαν και αυτήν;»
15 Τότε η Εσθήρ απάντησε στον Μαροδοχαίο:
16 «Πήγαινε, μάζεψε όλους τους Ιουδαίους που βρίσκονται στα Σούσα και νηστέψτε+ για χάρη μου. Μη φάτε ούτε να πιείτε επί τρεις ημέρες,+ νύχτα και ημέρα. Θα νηστέψω και εγώ, μαζί με τις υπηρέτριές μου. Θα πάω στον βασιλιά, πράγμα που είναι αντίθετο με τον νόμο, και αν είναι να αφανιστώ, ας αφανιστώ».
17 Έτσι λοιπόν, ο Μαροδοχαίος έφυγε και έκανε όλα όσα του παρήγγειλε η Εσθήρ.