Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ισλανδία

Ισλανδία

Ισλανδία

Το όνομα Ισλανδία ίσως φέρνει στο νου πάγο, χιόνι και ιγκλού. Αυτή η αίσθηση του κρύου ενισχύεται όταν κοιτάζουμε κάποιον χάρτη. Λίγοι άνθρωποι ζουν τόσο βόρεια. Όντως, οι βόρειες παρυφές αυτής της νησιωτικής χώρας αγγίζουν σχεδόν τον Αρκτικό Κύκλο!

Στην πραγματικότητα, όμως, η Ισλανδία δεν έχει τόσο κρύο όσο μπορεί να δηλώνει το όνομά της (που στην ισλανδική σημαίνει «χώρα των πάγων») καθώς και η τοποθεσία της. Ένα θερμό ωκεάνιο ρεύμα, το οποίο σχηματίζεται λίγο πιο βόρεια από τον ισημερινό, συμβάλλει ώστε το κλίμα να είναι πολύ ηπιότερο από όσο θα περίμενε κανείς. Δεν υπάρχουν ιγκλού. Η ισλανδική κοινωνία είναι πολύ σύγχρονη, και οι άνθρωποι μένουν σε καλοχτισμένα σπίτια, εξοπλισμένα με γεωθερμικό σύστημα θέρμανσης.

Η Ισλανδία είναι χώρα με ζωηρές αντιθέσεις. Το καταχείμωνο ο ήλιος ξεπροβάλλει αχνά στον ορίζοντα αλλά μόνο για λίγες ώρες κάθε μέρα. Παρότι οι μακριές, σκοτεινές νύχτες του χειμώνα ζωντανεύουν συχνά από τη θεαματική βόρεια αυγή, ή αλλιώς βόρειο σέλας, ο ήλιος μοιάζει απρόθυμος να παρατείνει την παρουσία του. Ωστόσο, αυτό αναπληρώνεται και με το παραπάνω το καλοκαίρι όταν επί αρκετούς μήνες το φως της ημέρας φέγγει συνεχώς. Στο βορειότερο άκρο της χώρας, ο ήλιος μένει στον ορίζοντα για αρκετές εβδομάδες. Εκεί μπορείτε να δείτε τον ήλιο του μεσονυκτίου.

Η Ισλανδία αποκαλείται η χώρα των πάγων και της φωτιάς, περιγραφή που είναι κατάλληλη. Οι παγετώνες καλύπτουν περίπου το ένα δέκατο της χώρας. Υπάρχει επίσης φωτιά—η Ισλανδία είναι περιοχή με έντονη ηφαιστειακή και γεωθερμική δραστηριότητα. Πολλά ηφαίστεια έχουν εκραγεί εκεί, και τους πρόσφατους αιώνες συμβαίνουν εκρήξεις κατά μέσο όρο κάθε πέντε ή έξι χρόνια. Επιπλέον, η Ισλανδία έχει πολλές θερμές πηγές.

Αυτή η αραιοκατοικημένη χώρα διαθέτει φυσική ομορφιά και αφθονία άγριας ζωής. Ο καθαρός αέρας, οι εντυπωσιακοί καταρράκτες, τα απόκρημνα βουνά και οι αχανείς ερημότοποι ελκύουν πολλούς επισκέπτες. Στις αρχές της άνοιξης, μεταναστευτικά πουλιά επιστρέφουν στις καλοκαιρινές τους κατοικίες σε παράκτιους βράχους και σε υγρότοπους. Μεταξύ αυτών των πουλιών είναι η αρκτική στέρνα, η οποία μεταναστεύει κάθε χρόνο στην Ανταρκτική, στην άλλη άκρη της γης. Στα βράχια και στις ακτές, υπάρχουν διάσπαρτες φρατέρκουλες, πουπουλόπαπιες και γλάροι. Πρόβατα βόσκουν στην ύπαιθρο και μικρά, εύρωστα ισλανδικά πόνι περιφέρονται στις ορεινές περιοχές. Στις αρχές του καλοκαιριού, οι σολομοί επιστρέφουν κατά χιλιάδες, κολυμπώντας και αναπηδώντας στους ποταμούς και στους καταρράκτες για να αποθέσουν τα αβγά τους.

Οι 290.570 κάτοικοι της Ισλανδίας είναι απόγονοι των Βίκινγκς, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν εκεί πριν από 1.100 και πλέον χρόνια. Αυτοί οι έποικοι ήρθαν κυρίως από τη Νορβηγία και μιλούσαν την παλαιά νορβηγική, από την οποία προέρχεται η ισλανδική. Η μεγάλη λογοτεχνική κληρονομιά μαζί με τη σχετική απομόνωση της χώρας έχουν συμβάλει στη διατήρηση της γλώσσας. Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι σήμερα μπορούν να διαβάζουν τους παλιούς θρύλους, οι οποίοι γράφτηκαν κατά κύριο λόγο το 13ο αιώνα. Οι Ισλανδοί είναι περήφανοι για τη γλώσσα τους, και αντιστέκονται σθεναρά στην εισβολή ξενικών λέξεων.

Οι περισσότεροι από τους πρώτους εποίκους ήταν «ειδωλολάτρες», και μόλις στα τέλη του δέκατου αιώνα έγιναν προσπάθειες για να μεταστραφούν οι Ισλανδοί στη «Χριστιανοσύνη». Λίγο πριν από το τέλος εκείνου του αιώνα, μερικοί επιφανείς Ισλανδοί ηγέτες μεταστράφηκαν και, το έτος 1000, το κοινοβούλιο της Ισλανδίας, το Άλθινγκ, ζήτησε από έναν εξέχοντα θρησκευτικό ηγέτη των ειδωλολατρών να κρίνει ανάμεσα στις δύο θρησκείες. Όλως παραδόξως, εκείνος αποφάσισε ότι μόνο μία πίστη έπρεπε να ασκείται, η «Χριστιανική». Από ό,τι φαίνεται, αυτό έγινε δεκτό χωρίς πολλές αντιρρήσεις. Ωστόσο, στις οδηγίες που έδωσε εκείνος επέτρεπε στους ανθρώπους να λατρεύουν ειδωλολατρικούς θεούς κρυφά και να συνεχίσουν να τηρούν ειδωλολατρικά έθιμα. Αν και η απόφαση συνιστούσε κυρίως πολιτική τακτοποίηση της υπόθεσης παρά θρησκευτική, ίσως συνέβαλε στην αδέσμευτη σκέψη και φιλελεύθερη στάση των Ισλανδών απέναντι στα θρησκευτικά ζητήματα.

Σήμερα, περίπου το 90 τοις εκατό του πληθυσμού ανήκει στην Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία, η οποία αποτελεί την επίσημη θρησκεία του κράτους. Μολονότι η Αγία Γραφή βρίσκεται σχεδόν σε κάθε σπίτι, λίγοι πιστεύουν ότι είναι ο Λόγος του Θεού.

Τα Καλά Νέα Φτάνουν στην Ισλανδία

Στη χαραυγή του 20ού αιώνα, πολλοί Ισλανδοί είχαν μεταναστεύσει στον Καναδά, εν μέρει για να ξεφύγουν από τις αντιξοότητες που προκαλούσαν οι ηφαιστειακές εκρήξεις και το δριμύ ψύχος. Εκεί κάποιοι άκουσαν για πρώτη φορά τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Ένας από αυτούς ήταν ο Γκέιοργκ Φιέλνιρ Λίνταλ. Λίγο καιρό αφότου αφιέρωσε τη ζωή του στον Ιεχωβά Θεό, έγινε σκαπανέας. Ο αδελφός Λίνταλ μιλούσε την ισλανδική, και έτσι το 1929, σε ηλικία 40 ετών, αποφάσισε να μετακομίσει στην Ισλανδία. Έφτασε στο Ρέικιαβικ την 1η Ιουνίου εκείνου του έτους και ήταν το πρώτο άτομο που κήρυξε τα καλά νέα στην Ισλανδία.

Ο αδελφός Λίνταλ περίμενε τρεις μήνες ωσότου φτάσει η πρώτη του αποστολή εντύπων, αλλά αμέσως μόλις έφτασε, αυτός άρχισε να δίνει μαρτυρία σε όλους τους ανθρώπους στη χώρα. Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του 1929, είχε διανείμει 800 αντίτυπα του βιβλίου Η Κιθάρα του Θεού στην ισλανδική. Εκείνον τον καιρό, έγραψε: «Από τότε που έφτασα εδώ, έχω καλύψει αρκετές πόλεις με συνολικό πληθυσμό 11.000 περίπου κατοίκους. Ο πληθυσμός όλης της Ισλανδίας ανέρχεται σε 100.000 περίπου ανθρώπους ή λίγο περισσότερους, και συνεπώς υπάρχουν σχεδόν 90.000 άνθρωποι ακόμη τους οποίους πρέπει να προσεγγίσω. Θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να καλύψει ένα άτομο ολόκληρο τον τομέα εδώ, επειδή τα ταξίδια είναι πολύ δύσκολα. Η Ισλανδία είναι ορεινή χώρα με ανώμαλη ακτογραμμή, ενώ δεν υπάρχουν σιδηρόδρομοι ούτε αναπτυγμένο οδικό δίκτυο, και έτσι τον περισσότερο καιρό ταξιδεύω με πλοιάρια».

Δεν υπάρχει κανένα ίχνος παραπόνου στις λίγες χειρόγραφες επιστολές οι οποίες βρίσκονται αρχειοθετημένες σε έναν παλιό χαρτονένιο φάκελο με την επιγραφή «Ισλανδία». Στην ίδια εκείνη επιστολή του 1929, ο Λίνταλ έγραψε: «Είναι μεγάλη μου χαρά να αναφέρω μια ενθαρρυντική εμπειρία που είχα πρόσφατα. Μου δόθηκε η ευκαιρία να ξαναπάω σε κάποιο μέρος όπου είχα κηρύξει παλιότερα. Συνάντησα αρκετούς ανθρώπους οι οποίοι είχαν αγοράσει βιβλία την πρώτη φορά που ήμουν εκεί. Κάποιος κύριος είπε: “Έχω διαβάσει την Κιθάρα δύο φορές και τώρα τη διαβάζω τρίτη φορά. Είναι καλό βιβλίο. Σε ευχαριστώ για την επίσκεψη”. Κάποιος άλλος ανέφερε: “Να λοιπόν που ξαναήρθες. Αυτό το βιβλίο είναι πολύ καλό. Γιατί δεν εκδίδετε όλα τα βιβλία του Δικαστή Ρόδερφορντ στην ισλανδική;” Του είπα ότι πολλά από αυτά θα μπορούσε να τα έχει στη δανική. Εκείνος είπε: “Στείλε μου οτιδήποτε έχεις, ναι, και τους τόμους του Πάστορα Ρώσσελ, για να έχω αρκετά έντυπα να διαβάσω αυτόν το χειμώνα”. Και άλλοι εξέφρασαν την εκτίμησή τους για τα βιβλία. Είμαι ευγνώμων στον Θεό που μου επιτρέπει να φέρνω το άγγελμα της αλήθειας σε όσους έχουν ευήκοο αφτί».

Αποτελούσε τεράστιο έργο το να μπορέσει ένα άτομο να πλησιάσει όλους τους ανθρώπους σε αυτό το νησί, το οποίο είναι μεγαλύτερο από τη μισή Αγγλία. Η Ισλανδία έχει έκταση 300 περίπου χιλιόμετρα από το βορρά προς το νότο και σχεδόν 500 χιλιόμετρα από την ανατολή προς τη δύση. Το μήκος της ακτογραμμής, η οποία περιλαμβάνει φιόρδ και κολπίσκους, είναι σχεδόν 6.400 χιλιόμετρα. Ωστόσο, μέσα σε δέκα χρόνια ο αδελφός Λίνταλ κάλυψε ολόκληρο το νησί, κηρύττοντας τα καλά νέα και διανέμοντας έντυπα. Ταξίδευε κατά μήκος της ακτής με πλοιάρια, και όταν επισκεπτόταν τα αγροκτήματα στην ενδοχώρα, χρησιμοποιούσε δύο πόνι, το ένα για να μεταφέρει τον ίδιο και το άλλο για να μεταφέρει τα έντυπα και τα πράγματά του. Σύμφωνα με τους αδελφούς που είχαν το προνόμιο να συνεργαστούν μαζί του μερικά χρόνια προτού φύγει από την Ισλανδία, ο αδελφός Λίνταλ ήταν ένας αφοσιωμένος και σοβαρά σκεπτόμενος αδελφός, ντροπαλός και συγκρατημένος, καθώς και λιγομίλητος. Ήταν άντρας με επιβλητικό ανάστημα—ψηλός—παραήταν μεγαλόσωμος για τα μικρά ισλανδικά πόνι που χρησιμοποιούσε στα ταξίδια του. Μερικές φορές όταν έμενε χωρίς πόνι, ήταν αρκετά δυνατός ώστε να μεταφέρει μόνος του τα βιβλία του και τα πράγματά του.

Όταν άρχισε την αποστολή του στην Ισλανδία το 1929, ο αδελφός Λίνταλ δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο δύσκολη θα ήταν αυτή και πόσο πολλή υπομονή και εγκαρτέρηση θα απαιτούνταν για να «σπάσει τον πάγο». Επί 18 χρόνια σχεδόν, ο αδελφός Λίνταλ ήταν ο μόνος Μάρτυρας στην Ισλανδία. Παρά το σκληρό έργο του, δεν είδε κανέναν να τάσσεται υπέρ της Βασιλείας. Το 1936 έγραψε: «Όσον καιρό βρίσκομαι εδώ, έχω δώσει στους ανθρώπους 26.000 με 27.000 βιβλία. Πολλοί τα έχουν διαβάσει. Μερικοί φαίνεται ότι τάσσονται εναντίον της αλήθειας, αλλά η πλειονότητα παραμένει εντελώς αδιάφορη».

Ορισμένοι, όμως, εκτιμούσαν το άγγελμα που τους μετέφερε. Παραδείγματος χάρη, κάποιος ηλικιωμένος κύριος δέχτηκε ένα αντίτυπο του βιβλίου Η Κιθάρα του Θεού. Όταν ο αδελφός Λίνταλ ξαναπήγε αρκετούς μήνες αργότερα, συνάντησε την κόρη του ηλικιωμένου κυρίου, η οποία του είπε ότι το βιβλίο άρεσε στον πατέρα της και ότι το είχε μελετήσει ολόκληρο προτού πεθάνει. Μάλιστα, σε αρμονία με κάποιο ειδωλολατρικό έθιμο, είχε ζητήσει να του βάλουν το βιβλίο στο φέρετρό του όταν θα πέθαινε, κάτι που έγινε.

Η μακρά, μοναχική παραμονή του αδελφού Λίνταλ στην Ισλανδία τερματίστηκε στις 25 Μαρτίου 1947, όταν έφτασαν απόφοιτοι της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς. Ο ίδιος συνέχισε την υπηρεσία του εκεί μέχρις ότου επέστρεψε στον Καναδά το 1953. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, ο Πολ Χάινε Πίδερσεν, ο οποίος υπηρετούσε τότε ως ειδικός σκαπανέας στην Ισλανδία, αποφάσισε να ταξιδέψει στο Γουίνιπεγκ του Καναδά για να συναντήσει τον αδελφό Λίνταλ και να πάρει από πρώτο χέρι μερικές πληροφορίες σχετικά με το έργο του στην Ισλανδία επειδή, στο μεταξύ, οι ιεραπόστολοι που είχαν συνεργαστεί με τον αδελφό Λίνταλ στην Ισλανδία είχαν φύγει από τη χώρα. Ενώ έκανε διακοπές στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο αδελφός Πίδερσεν ταξίδεψε με λεωφορείο στο Γουίνιπεγκ. Όταν έφτασε, έμαθε ότι ο αδελφός Λίνταλ είχε τελειώσει την επίγεια πορεία του εκείνο το πρωί. Είχε υπηρετήσει τον Ιεχωβά πιστά έως το θάνατό του.

Περισσότεροι Εργάτες για το Θερισμό

Το 1947 άρχισε μια νέα εποχή για το κήρυγμα των καλών νέων με την άφιξη των πρώτων δύο ιεραποστόλων της Γαλαάδ, οι οποίοι προέρχονταν από τη Δανία. Ο ένας από αυτούς ήταν ο Λίο Λάρσεν. Δύο ακόμη ιεραπόστολοι έφτασαν το Δεκέμβριο του 1948: ο Ίνγκβαντ Γιένσεν από τη Δανία και ο Όλιβερ Μακ Ντόναλντ από την Αγγλία. Αυτοί οι νέοι εργάτες του θερισμού συνέχισαν το έργο του αδελφού Λίνταλ και διένειμαν πολλά έντυπα. Το χειμώνα εργάζονταν εντός και πέριξ του Ρέικιαβικ, και στη διάρκεια του σύντομου καλοκαιριού, έστρεφαν την προσοχή τους στην κάλυψη αγροτικών τομέων κατά μήκος της ακτής. Ο Ίνγκβαντ Γιένσεν θυμάται ιδιαίτερα μια εκστρατεία κηρύγματος. Ο ίδιος έγραψε: «Στη διάρκεια του πρώτου μου καλοκαιριού στην Ισλανδία, συνόδευσα έναν άλλον ιεραπόστολο σε κάποιο ταξίδι προς τις αγροτικές περιοχές. Συνήθως πηγαίναμε με λεωφορείο ή με πλοιάριο στην επιλεγμένη περιοχή, έχοντας μαζί μας ποδήλατα, σκηνές, υπνόσακους, έντυπα και τρόφιμα. Έτσι λοιπόν, κάποιο βράδυ πλεύσαμε για την πόλη Στικγισχόλμουρ στη δυτική ακτή όπου και φτάσαμε το απόγευμα της επόμενης μέρας. Σχεδιάζαμε να επισκεφτούμε όλα τα σπίτια της πόλης και κατόπιν να πάμε με ποδήλατο στην πόλη Μπόργκαρνες, σχεδόν 100 χιλιόμετρα μακριά. Από εκεί υπήρχαν καθημερινά φεριμπότ για το Ρέικιαβικ. Το ταξίδι άρχισε καλά. Ήταν μέσα Ιουνίου και επικρατούσε ηλιοφάνεια. Την πρώτη νύχτα, ξαπλώσαμε στους υπνόσακούς μας αφού είχαμε καλύψει μέρος της πόλης. Τη νύχτα, όμως, δεν μπορούσαμε να ζεσταθούμε μέσα στους σάκους, και το επόμενο πρωί διαπιστώσαμε το λόγο: Στη διάρκεια της νύχτας είχε χιονίσει και το ύψος του χιονιού έφτασε τα δέκα εκατοστά! Ήταν αδύνατον να συντομεύσουμε το ταξίδι, εφόσον δεν υπήρχαν πλοιάρια επί μία εβδομάδα. Έτσι λοιπόν, δεν είχαμε παρά να προσκολληθούμε στο πρόγραμμά μας, να καλύψουμε την πόλη και να πάμε με ποδήλατο μέσω ενός ορεινού δρόμου στην επόμενη πόλη, καλύπτοντας τα αγροκτήματα που θα συναντούσαμε καθ’ οδόν».

Έφτασαν στο Μπόργκαρνες τέσσερις μέρες αργότερα, ποδηλατώντας μέσα σε χιονόνερο, βροχή και ριπές ανέμου ταχύτητας μέχρι και 110 χιλιομέτρων την ώρα. Ωστόσο, αυτή η κακοκαιρία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την εξαιρετική φιλοξενία των αγροτών που συναντούσαν κατά μήκος της διαδρομής και οι οποίοι πάντοτε τους προσκαλούσαν για καφέ ή για να φάνε κάτι. Ο αδελφός Γιένσεν θυμάται ότι έτρωγαν οχτώ με δέκα φορές την ημέρα! Ο ίδιος είπε: «Αισθανόμουν ότι οι άνθρωποι θα προσβάλλονταν αν δεν δεχόμασταν την καλοσυνάτη προσφορά τους, και αυτό μας παρείχε την ευκαιρία να τους δίνουμε πλήρη μαρτυρία σχετικά με την εγκαθιδρυμένη Βασιλεία του Ιεχωβά».

Στη διάρκεια των πρώτων τριών χρόνων ιεραποστολικής δραστηριότητας στην Ισλανδία, οι αδελφοί έδωσαν 16.000 και πλέον έντυπα. Οι επανεπισκέψεις και οι μελέτες, όμως, δεν αυξάνονταν ανάλογα—οι άνθρωποι δέχονταν έντυπα πρόθυμα αλλά δεν ανταποκρίνονταν στο άγγελμα. Παραδείγματος χάρη, ο αδελφός Λάρσεν και η σύζυγός του, η Μίσι—η οποία είχε έρθει από τη Δανία το 1950 για να παντρευτεί τον Λίο—πήγαν στην ανατολική ακτή, όπου κάλυψαν τις πόλεις Χεπν, Εσκιφγέρδουρ, Νεσκαουπστάδουρ και Σεϊδισφγέρδουρ. Στη διάρκεια αυτού του δύσκολου ταξιδιού, έδωσαν 300 βιβλία και περίπου άλλα τόσα βιβλιάρια. Είχαν τυπώσει σελιδοδείκτες που περιείχαν κάποιο σύντομο Γραφικό άγγελμα καθώς και τη διεύθυνση των ιεραποστόλων στο Ρέικιαβικ, και τους είχαν βάλει μέσα σε όλα τα βιβλία. Όλοι όσοι έπαιρναν έντυπα προσκαλούνταν να γράψουν για να λάβουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την αλήθεια—ωστόσο, κανένας δεν το έκανε αυτό.

Το 1952 αποφασίστηκε ότι ο τομέας στη βόρεια ακτή άξιζε περισσότερη προσοχή. Έτσι λοιπόν, τον Ιούνιο εκείνου του έτους, ο Όλιβερ Μακ Ντόναλντ και η σύζυγός του η Σάλι, η οποία είχε έρθει από την Αγγλία το 1949 για να τον παντρευτεί, διορίστηκαν στο Άκουρέιρι ειδικοί σκαπανείς. Εκεί αντιμετώπισαν άγρια εναντίωση από μια ομάδα των Αδελφών του Πλίμουθ της οποίας ηγούνταν ο Βρετανός πρόξενος σε εκείνη την πόλη. Αυτός είχε πολλούς υποστηρικτές, ενώ επηρεάστηκαν και άλλοι από τις ομιλίες και τα άρθρα του με τα οποία επιτέθηκε στους Μάρτυρες. Παρότι οι σκαπανείς δεν ήταν συνηθισμένοι σε τέτοια εναντίωση στο Ρέικιαβικ, αντιμετώπισαν την επίθεση άφοβα, συνεχίζοντας το έργο τους όπως συνήθως και χρησιμοποιώντας κάθε ευκαιρία για να απαντούν στις ψεύτικες κατηγορίες. Μερικές εφημερίδες δημοσίευσαν τις απαντήσεις τους.

Εκτός από το έργο κηρύγματος που έκαναν στην πόλη, οι σκαπανείς ταξίδευαν επίσης σε απομακρυσμένες περιοχές, δίνοντας έντυπα και λαβαίνοντας τη συνήθη φιλοξενία αλλά χωρίς να βρίσκουν πολύ γνήσιο ενδιαφέρον για το άγγελμα της Βασιλείας. Ο αδελφός και η αδελφή Μακ Ντόναλντ επέστρεψαν στο Ρέικιαβικ τον Ιούλιο του 1953 αλλά, προτού φύγουν από το Άκουρέιρι, φύτεψαν σπόρους της αλήθειας, οι οποίοι επρόκειτο να αναπτυχθούν αργότερα.

Τίθεται το Θεμέλιο

Ύστερα από 27 χρόνια φυτέματος και ποτίσματος, οι αδελφοί στην Ισλανδία άρχισαν τελικά να βλέπουν τους καρπούς των κόπων τους. Στις αρχές του 1956, εφτά καινούρια άτομα πήραν τη θέση τους υπέρ της Βασιλείας και αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Ιεχωβά. Μέχρι τότε, οι περισσότεροι από όσους είχαν δείξει ενδιαφέρον για την αλήθεια δεν έμειναν σταθεροί σε αυτήν. Εξαίρεση ήταν η Άιρις Όμπεργκ, μια Αγγλίδα αδελφή η οποία έφυγε τελικά από τη χώρα. Τώρα βαφτίστηκαν εφτά καινούρια άτομα, και τέθηκε ένα σταθερό θεμέλιο. Μέχρι το 1957, όμως, οι ιεραπόστολοι και οι σκαπανείς, οι οποίοι είχαν εργαστεί πολύ σκληρά για να δουν την αλήθεια να εδραιώνεται, είχαν φύγει από την Ισλανδία, κυρίως για λόγους υγείας.

Ως εκ τούτου το 1957, μια ειδική σκαπάνισσα—η Έντιντ Μαρξ, η οποία είχε φτάσει από τη Δανία τον προηγούμενο χρόνο—έμεινε να φροντίζει για τη μικρή εκκλησία. Χρειάζονταν εργάτες στο θερισμό για να βοηθήσουν τα μέλη του ομίλου, τα οποία βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς εκείνους που είχαν βοηθήσει τα νέα άτομα να μάθουν την αλήθεια και να ισχυροποιηθούν σε αυτήν. Σύντομα, όμως, θα έφταναν ειδικοί σκαπανείς από τη Δανία, τη Σουηδία και τη Γερμανία. Επιπλέον, πολλοί ευαγγελιζόμενοι και σκαπανείς μετακόμισαν στην Ισλανδία για να συμμετάσχουν στο κήρυγμα της Βασιλείας. Από τότε και έπειτα, η αύξηση συνεχίστηκε αργά αλλά σταθερά.

Η αύξηση συνοδεύτηκε από συναρπαστικές εξελίξεις, όπως ήταν οι τακτικές επισκέψεις επισκόπων περιοχής και οι ετήσιες συνελεύσεις περιφερείας. Περισσότερα έντυπα χρειάζονταν στην ισλανδική γλώσσα. Το πρώτο περιοδικό Σκοπιά στην ισλανδική ήταν το τεύχος 1 Ιανουαρίου 1960. Αυτό έδωσε μεγάλη ώθηση στο έργο. Πόσο χάρηκαν οι αδελφοί που μπορούσαν να προσφέρουν αυτό το έντυπο στη μητρική γλώσσα των Ισλανδών! Και πόσο ενισχυτικό ήταν για την πίστη των ίδιων των αδελφών το γεγονός ότι επωφελούνταν από τη θαυμάσια πνευματική τροφή κάθε μήνα! Όταν σε κάποια συνέλευση περιοχής στο Ρέικιαβικ ανακοινώθηκε ότι η Σκοπιά θα εκδιδόταν στην ισλανδική, παρουσιάστηκε ένα μεγάλο αντίγραφο του περιοδικού πίσω από τον ομιλητή. Με τι επευφημίες δέχτηκαν οι αδελφοί αυτό το νέο δώρο από τον Ιεχωβά!

Ο αδελφός Πίδερσεν θυμάται πως, όταν έφτασε στην Ισλανδία τον Οκτώβριο του 1959, το βιβλιάριο «Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας» ήταν τότε το μόνο ισλανδικό έντυπο που διέθεταν για τον αγρό, και πολλοί οικοδεσπότες είχαν ήδη ένα αντίτυπο. Οι ευαγγελιζόμενοι πρόσφεραν τη Σκοπιά και το Ξύπνα! στην αγγλική, στη γερμανική, στη δανική ή στη σουηδική σε όσους μπορούσαν να διαβάζουν σε κάποια από εκείνες τις γλώσσες. Παρότι πολλοί καταλάβαιναν κάποια από αυτές, είχε πολύ περισσότερο νόημα για αυτούς να διαβάζουν τη Σκοπιά στη μητρική τους γλώσσα. Εκείνο το έντυπο στην ισλανδική γλώσσα επέδρασε σημαντικά στο έργο κηρύγματος. Οι 41 ευαγγελιζόμενοι και σκαπανείς έκαναν 809 συνδρομές και έδωσαν 26.479 περιοδικά στη διάρκεια εκείνου του υπηρεσιακού έτους. Οι αδελφοί είδαν επίσης να αυξάνεται ο αριθμός των Γραφικών μελετών.

Άλλο ένα ορόσημο αποτέλεσε η ίδρυση γραφείου τμήματος την 1η Ιανουαρίου 1962. Η Ισλανδία βρισκόταν υπό την επίβλεψη του γραφείου τμήματος των Ηνωμένων Πολιτειών και, ακόμη πιο πριν, υπό την επίβλεψη του γραφείου τμήματος της Δανίας. Κατόπιν, το 1969, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά απέκτησαν νομική αναγνώριση και καταχωρίστηκαν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Εκκλησιαστικών Υποθέσεων. Τώρα οι Μάρτυρες στην Ισλανδία είχαν τα ίδια δικαιώματα με όλα τα άλλα θρησκεύματα και ήταν εξουσιοδοτημένοι να τελούν γάμους και κηδείες.

Εναντίωση από τον Κλήρο

Το μήνα κατά τον οποίο ιδρύθηκε το γραφείο τμήματος, οι αδελφοί αντιμετώπισαν εναντίωση από τον κλήρο. Κάποιο πρωινό, ο τίτλος μιας μεγάλης εφημερίδας ανέφερε ότι ο επίσκοπος της επίσημης θρησκείας του κράτους είχε εκδώσει ένα βιβλιάριο με προειδοποιήσεις εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά, συμβουλεύοντας τους ανθρώπους να μην τους ακούν. Ο τίτλος του βιβλιαρίου ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά—Μια Προειδοποίηση (Vottar Jehóva—advörun). Κάποιες άλλες εφημερίδες έδωσαν συνέχεια στην υπόθεση. Η Βίσιρ (Visir), η κύρια απογευματινή εφημερίδα, δημοσίευσε μια συνέντευξη κάποιου αδελφού που υπηρετούσε στο γραφείο τμήματος. Το άρθρο εξηγούσε τις απόψεις μας, ενώ σύντομα ασχολήθηκαν και άλλες εφημερίδες με το θέμα. Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε τεράστια μαρτυρία και πολλοί άνθρωποι έμαθαν για το έργο μας. Μερικοί αναγνώστες έγραψαν επιστολές για να υποστηρίξουν τους Μάρτυρες και αυτές δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες. Ο επίσκοπος αντεπιτέθηκε, δημοσιεύοντας μια «απάντηση» προς εμάς. Ωστόσο, σε ένα ολοσέλιδο άρθρο στη μεγαλύτερη εφημερίδα, τη Μοργκανμπλάδιδ (Morgunbladid), οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εξήγησαν διεξοδικά το έργο τους και τις πεποιθήσεις τους.

Το βιβλιάριο με τις προειδοποιήσεις διανεμήθηκε σε όλη τη χώρα. Ως αποτέλεσμα δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και η επίδραση που είχε αυτό στο έργο μας ήταν αισθητή για πολλά χρόνια στον τομέα. Λόγω όλης αυτής της δημοσιότητας, μια εφημερίδα ανέφερε: «Ο επίσκοπος έχει γίνει ο καλύτερος διαφημιστής των Μαρτύρων του Ιεχωβά». Ο λαός του Ιεχωβά έγινε πασίγνωστος ακόμη και σε απομονωμένες περιοχές της χώρας όπου δεν κήρυτταν ακόμη οι Μάρτυρες. Αν και μερικοί άνθρωποι ακολούθησαν τη συμβουλή του επισκόπου, η συνήθης αντίδραση των περισσοτέρων ήταν η περιέργεια. Ωστόσο, στα βόρεια, στο Άκουρέιρι, υπήρχε εχθρότητα. Μερικές φορές, νεαροί πετούσαν πέτρες στον Χάινριχ και στην Καταρίνε Κάρχε, οι οποίοι υπηρετούσαν εκεί ως σκαπανείς. Χρόνια αργότερα, κάποιοι άλλοι θρησκευτικοί εναντιούμενοι στο Άκουρέιρι ανατύπωσαν οι ίδιοι και αναδιένειμαν το βιβλιάριο του επισκόπου. Οι Πεντηκοστιανοί έκαναν το ίδιο στο Ρέικιαβικ, σκεπτόμενοι ότι θα μπορούσαν να σταματήσουν ή να παρεμποδίσουν το κήρυγμά μας.

Οι Δυσκολίες της Διοργάνωσης Συνελεύσεων

Οι συνελεύσεις αποτελούσαν ανέκαθεν χαρωπές περιστάσεις για το λαό του Θεού στην Ισλανδία. Ακόμη και όταν οι ευαγγελιζόμενοι ήταν λίγοι, οι αδελφοί δεν δίσταζαν να οργανώνουν συνελεύσεις. Η πρώτη συνέλευση διεξάχθηκε τον Ιούλιο του 1951, όταν δύο αδελφοί—ο Πέρσι Τσάπμαν από τον Καναδά και ο Κλάους Γιένσεν από το Μπρούκλιν—επισκέφτηκαν την Ισλανδία στα πλαίσια μιας σειράς συνελεύσεων που έγιναν στην Ευρώπη εκείνο το καλοκαίρι. Παρότι υπήρχαν μόνο λίγοι ευαγγελιζόμενοι στην Ισλανδία τότε, ο ανώτατος αριθμός παρόντων στη συνέλευση ήταν 55 άτομα. Η επόμενη συνέλευση διεξάχθηκε εφτά χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1958, στη διάρκεια της επίσκεψης του επισκόπου ζώνης, του Φίλιπ Χόφμαν, και 38 άτομα άκουσαν τη δημόσια ομιλία. Από τότε και έπειτα, διεξάγονται συνελεύσεις κάθε χρόνο.

Ο Φρίδρικ Γκισλάσον ήταν από τους λίγους αδελφούς που λάβαιναν μέρος στα προγράμματα των συνελεύσεων στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Ο ίδιος αναφέρει: «Θυμάμαι ότι στις πρώτες συνελεύσεις ήμουν υπεύθυνος στην Υπηρεσία Τροφίμων. Εκτός του ότι έκανα την περισσότερη δουλειά μόνος μου, δεν ήταν ασυνήθιστο να έχω τρία ή τέσσερα μέρη στο πρόγραμμα κάθε μέρας. Όσο εργαζόμουν στην κουζίνα, φορούσα ποδιά. Καθώς πήγαινα τρέχοντας προς την αίθουσα για να εκφωνήσω κάποια ομιλία, φορούσα το σακάκι μου, αν και μερικές φορές οι αδελφοί χρειαζόταν να μου θυμίζουν ότι δεν είχα βγάλει την ποδιά. Τώρα παρακολουθούν τις συνελεύσεις 400 με 500 άτομα, και πολλοί θαυμάσιοι πρεσβύτεροι έχουν τα προσόντα για να παρουσιάζουν μέρη στο πρόγραμμα».

Τα Βιβλικά δράματα αποτελούν ένα συγκινητικό και διδακτικό αποκορύφωμα των συνελεύσεων περιφερείας. Επειδή, όμως, υπήρχαν πολύ λίγοι ευαγγελιζόμενοι στην Ισλανδία, τα δράματα παρουσιάζονταν μόνο με ήχο. Το γραφείο τμήματος της Δανίας συνέβαλε ώστε να γίνονται τα δράματα πιο ζωντανά παρέχοντας έγχρωμες διαφάνειες που μπορούσαν να συγχρονιστούν με τη μουσική επένδυση. Εντούτοις, τα δράματα απαιτούσαν αρκετή προετοιμασία. Πρώτον, χρειαζόταν να μεταφράζονται στην ισλανδική. Κατόπιν έπρεπε να ηχογραφούνται με τις φωνές αδελφών οι οποίοι μιλούσαν την τοπική γλώσσα. Επιπλέον, η μουσική και τα ηχητικά εφέ εισάγονταν από τις αγγλικές κασέτες. Μερικοί χρειαζόταν να υποδύονται διάφορους ρόλους, αλλάζοντας τη φωνή τους σύμφωνα με το χαρακτήρα που παρίσταναν. Με τον καιρό, μερικά δράματα άρχισαν να παρουσιάζονται επί σκηνής με αρχαίες στολές.

Το πρώτο από αυτά, ένα δράμα σχετικά με τη Βασίλισσα Εσθήρ, παρουσιάστηκε στη συνέλευση περιφερείας του 1970. Οι αδελφοί εργάστηκαν με ενθουσιασμό σε αυτό το δράμα και έκαναν πρόβες με πολύ ζήλο. Ήταν πρωτόγνωρη εμπειρία το να ντύνονται με ρούχα όμοια με αυτά που χρησιμοποιούνταν στους Βιβλικούς χρόνους, καθώς και το να κολλούν οι αδελφοί γενειάδες στο πρόσωπό τους. Το ότι επρόκειτο να παρουσιαστεί επί σκηνής ένα δράμα στη συνέλευση παρέμεινε εμπιστευτικό. Αυτό αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη. Στις μικρές συνελεύσεις, όπου σχεδόν όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους και όλοι κάθονται κοντά στην εξέδρα, μερικοί προσπαθούν να ανακαλύψουν ποιος παίζει τον κάθε ρόλο. Όταν είδε κάποιο δράμα, μια αδελφή είπε: «Για φαντάσου, αναγνώρισα μόνο έναν αδελφό στο δράμα, αυτόν που έπαιζε το ρόλο του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα!» Κατόπιν ανέφερε το όνομα του αδελφού και έμεινε έκπληκτη μαθαίνοντας ότι έκανε λάθος. Οι αδελφοί εκτιμούν πραγματικά το σκληρό έργο που επιτελούν τόσο πολλά άτομα προκειμένου να παρουσιάσουν το πρόγραμμα στις μικρές συνελεύσεις. Όλοι ωφελούνται από τα εξαιρετικά διδάγματα των δραμάτων που παρουσιάζονται στη δική τους γλώσσα.

Οι Διεθνείς Συνελεύσεις Φέρνουν Χαρά

Στο διάβα των ετών, οι αδελφοί στην Ισλανδία παρακολούθησαν με χαρά συνελεύσεις και σε άλλες χώρες. Πέντε εκπρόσωποι από την Ισλανδία είχαν το προνόμιο να παρακολουθήσουν τη Διεθνή Συνέλευση Θείον Θέλημα στη Νέα Υόρκη το 1958. Πολλοί παρακολούθησαν τις Συνελεύσεις Ενωμένοι Λάτρεις στην Ευρώπη το 1961 και «Αιώνιον Ευαγγέλιον» το 1963. Άλλοι απόλαυσαν τη συναναστροφή με αδελφούς από πολλές χώρες στις Διεθνείς Συνελεύσεις «Θεία Νίκη» το 1973. Εκατό και πλέον ευαγγελιζόμενοι από την Ισλανδία παρακολούθησαν τη Διεθνή Συνέλευση «Επί Γης Ειρήνη» στην Κοπεγχάγη της Δανίας, στις 5-10 Αυγούστου 1969. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ομάδα αδελφών από την Ισλανδία που παρακολούθησαν διεθνή συνέλευση σε κάποια ξένη χώρα. Εκείνο το καλοκαίρι, το 80 τοις εκατό των ευαγγελιζομένων στην Ισλανδία πήγαν στο εξωτερικό για να παρακολουθήσουν κάποια συνέλευση.

Εφόσον τόσο πολλά άτομα από την Ισλανδία σχεδίαζαν να παρακολουθήσουν τη συνέλευση το 1969, το γραφείο τμήματος της Δανίας διευθέτησε ώστε οι Ισλανδοί αδελφοί να κάθονται μαζί. Τα πρωινά, πριν από την έναρξη του προγράμματος, οι αδελφοί από την Ισλανδία συγκεντρώνονταν στο δικό τους τμήμα όπου απολάμβαναν περιλήψεις του προγράμματος στη δική τους γλώσσα.

Μεταξύ εκείνων που παρακολούθησαν αυτή τη συνέλευση βρισκόταν ένας νεαρός ονόματι Μπγιάντνι Γιόνσον. Αυτός ήταν γιος ενός δικηγόρου στον οποίο ανήκε το κτίριο που νοίκιαζαν οι αδελφοί στο Ρέικιαβικ για να το χρησιμοποιούν ως ιεραποστολικό οίκο και γραφείο τμήματος. Ο Μπγιάντνι δεν γνώριζε πολλά σχετικά με την αλήθεια, και ο σκοπός για τον οποίο ταξίδεψε με τους αδελφούς στην Κοπεγχάγη δεν ήταν να παρακολουθήσει τη συνέλευση. Τι συνέβη, όμως, και την παρακολούθησε;

Ο Τσελ Γκίλναρντ, ο οποίος ήταν τότε υπηρέτης τμήματος, είχε μερικά ζητήματα να συζητήσει με τον πατέρα του Μπγιάντνι. Ο Τσελ τού μίλησε σχετικά με τη διεθνή συνέλευση στην Κοπεγχάγη και την ομάδα των αδελφών που σχεδίαζαν να παρευρεθούν. Όταν ο δικηγόρος το άκουσε αυτό, ρώτησε αν θα ήταν δυνατόν να συνοδεύσει την ομάδα ο μεγαλύτερος γιος του. Είπε στον αδελφό Γκίλναρντ ότι ο γιος του είχε μόλις τελειώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ότι ήθελε να του προσφέρει ένα ταξίδι στο εξωτερικό, οπότε ένα ταξίδι στην Κοπεγχάγη θα ήταν ό,τι έπρεπε. Ο Τσελ σκέφτηκε ότι αυτό ήταν καλή ιδέα και είπε στο δικηγόρο πως, αν ήθελε ο Μπγιάντνι να παρευρεθεί στη συνέλευση για να δει τι συνέβαινε εκεί, θα μπορούσαν να γίνουν διευθετήσεις ώστε να βρεθεί κατάλυμα για εκείνον στην Κοπεγχάγη. Ο δικηγόρος, ο οποίος χάρηκε όταν το άκουσε αυτό, ρώτησε το γιο του αν ήθελε να συνοδεύσει την ομάδα των Μαρτύρων του Ιεχωβά που θα πήγαινε στη συνέλευση. Ο γιος συμφώνησε πρόθυμα.

Οι αδελφοί επικοινώνησαν με το Τμήμα Καταλυμάτων προκειμένου να βρεθεί κατάλυμα για τον Μπγιάντνι στην Κοπεγχάγη. Του βρήκαν μέρος για να μείνει σε μια οικογένεια Μαρτύρων. Κάποιος Αμερικανός εκπρόσωπος ο οποίος επρόκειτο να μείνει στο ίδιο δωμάτιο με έναν Ισλανδό αδελφό ονόματι Γιάκομπ είχε ακυρώσει την κράτησή του, και έτσι ο Μπγιάντνι πήρε τη θέση του. Ωστόσο, για κάποιον λόγο, ο Γιάκομπ δεν ήρθε. Ο μόνος που πήγε στο κατάλυμα ήταν ο Μπγιάντνι. Εφόσον το Τμήμα Καταλυμάτων δεν είχε πει στη φιλοξενούσα οικογένεια ότι ο Μπγιάντνι ερχόταν στη θέση του Αμερικανού αδελφού, εκείνοι υπέθεσαν ότι ο φιλοξενούμενός τους ήταν ο Γιάκομπ.

Όπως συμβαίνει πάντα όταν συναντιούνται αδελφοί από διαφορετικά μέρη, άρχισαν να λένε εμπειρίες. Οι Δανοί αδελφοί ξαφνιάστηκαν όταν διαπίστωσαν ότι ο «Γιάκομπ» δεν είχε να πει και πολλά πράγματα. Από την άλλη πλευρά, ο Μπγιάντνι παραξενεύτηκε λίγο όταν οι οικοδεσπότες του τον φώναζαν διαρκώς Γιάκομπ. Νόμιζε ότι εφόσον το Γιάκομπ ήταν Γραφικό όνομα, ίσως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά συνήθιζαν να χρησιμοποιούν Γραφικά ονόματα στις μεταξύ τους συζητήσεις. Η παρεξήγηση ξεκαθαρίστηκε όταν κάποιος από τους αδελφούς του σπιτιού όπου έμενε ο Μπγιάντνι συνάντησε έναν Δανό αδελφό ο οποίος έκανε σκαπανικό στην Ισλανδία. Ρώτησε τον αδελφό αν ο «Γιάκομπ» ήταν καινούριος στην αλήθεια, επειδή δεν είχε να πει και πολλά για το έργο στην Ισλανδία. Ο Δανός αδελφός εξήγησε ότι ο «Γιάκομπ» στην πραγματικότητα ήταν ο Μπγιάντνι, ένας μαθητής από την Ισλανδία ο οποίος ταξίδεψε μαζί με τους αδελφούς στην Κοπεγχάγη. Οι οικοδεσπότες του Μπγιάντνι τού παρείχαν θερμή φιλοξενία και του πρότειναν να μείνει άλλη μια εβδομάδα για να δει κάποια αξιοθέατα στη Δανία. Αυτή η καλοσύνη άγγιξε την καρδιά του Μπγιάντνι.

Τελικά, ο Μπγιάντνι παρευρέθηκε στη συνέλευση. Και παρότι δεν γνώριζε πολλά για την αλήθεια ώστε να μπορέσει να απολαύσει πλήρως το πρόγραμμα, τα όσα είδε και άκουσε τον εντυπωσίασαν βαθιά. Αμέσως μόλις επέστρεψε στην Ισλανδία, αυτός και η οικογένειά του άρχισαν να μελετούν τη Γραφή. Ο Μπγιάντνι σημείωσε καλή πρόοδο στην αλήθεια και βαφτίστηκε το 1971. Από το 1979, υπηρετεί ως μέλος της Επιτροπής του Τμήματος της Ισλανδίας.

Ο Σβάνμπεργκ Γιάκομπσον έχει υπηρετήσει ως μεταφραστής στο γραφείο τμήματος της Ισλανδίας πολλά χρόνια και τώρα είναι ο επίσκοπος του Μεταφραστικού Τμήματος. Ως νεαρός ευαγγελιζόμενος, παρευρέθηκε στη Διεθνή Συνέλευση «Θεία Νίκη» στο Λονδίνο το 1973. Ο ίδιος αναφέρει: «Θυμάμαι πόση συγκίνηση ένιωθα καθώς παρακολουθούσα τους αδελφούς και τις αδελφές να εισρέουν κατά χιλιάδες στο στάδιο της συνέλευσης. Με συνάρπαζε το να βλέπω τους πολλούς αδελφούς και αδελφές από την Αφρική, όλους τους με τις χρωματιστές παραδοσιακές ενδυμασίες τους. Ήταν αξέχαστη εμπειρία να είμαι μαζί με δεκάδες χιλιάδες αδελφούς, να ακούω το πρόγραμμα μαζί τους, να ψέλνω μαζί τους, να προσεύχομαι μαζί τους, να τρώω μαζί τους και απλώς να βρίσκομαι ανάμεσά τους».

Η Σόλμποργκ Σβεϊνσντότιρ, η οποία βαφτίστηκε το 1958, έκανε με πλοίο το εξαήμερο ταξίδι προς τη Δανία μαζί με τέσσερα από τα παιδιά της για να παρευρεθεί στη συνέλευση της Κοπεγχάγης το 1961. Η Σόλμποργκ ανήκε σε έναν μικρό απομονωμένο όμιλο στο Κγιέπλαβικ. Πώς την επηρέασε η παρακολούθηση μιας μεγάλης διεθνούς συνέλευσης; Η ίδια λέει: «Ήταν συγκινητικό να ακούω 30.000 και πλέον αδελφούς να ψέλνουν ενωμένα τους ύμνους της Βασιλείας σε πέντε γλώσσες—αυτό με άγγιξε. Όλα ήταν τόσο καλά οργανωμένα».

Τα ταξίδια για την παρακολούθηση διεθνών συνελεύσεων ήταν δαπανηρά, αλλά οι αδελφοί πίστευαν ότι άξιζαν και με το παραπάνω. Το να είναι παρόντες σε τέτοια υπέροχα πνευματικά συμπόσια ετοιμασμένα από τον Ιεχωβά καθώς και το να βρίσκονται ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους ομοπίστους ήταν ευλογία.

Η Επίσκεψη ενός Πνευματικού «Σερβιτόρου»

Πολλοί έχουν μετακομίσει στην Ισλανδία για να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη είναι μεγαλύτερη. Για όλους αυτούς, η μετακόμιση σήμαινε ότι θα έκαναν έναν μακρύ και δύσκολο αγώνα προκειμένου να μάθουν την περίπλοκη ισλανδική γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά, μερικές φορές κάποια παρανόηση στη γλώσσα μπορεί να μετατραπεί σε ευλογία. Παραδείγματος χάρη, μια μέρα ο Χάινριχ Κάρχε κήρυττε από σπίτι σε σπίτι, συστηνόμενος ως διάκονος ή υπηρέτης. Σε κάποιο σπίτι, μια κοπέλα ήρθε στην πόρτα και, αμέσως μόλις της συστήθηκε, τον προσκάλεσε μέσα. Δεν είχε καταλάβει ποιος ήταν επειδή στην ισλανδική η ίδια λέξη σημαίνει «υπηρέτης» αλλά και «σερβιτόρος». Νόμιζε ότι ήταν συνάδελφος του συζύγου της ο οποίος εργαζόταν ως σερβιτόρος στο τοπικό ξενοδοχείο. Ήξερε ότι ο σύζυγός της θα ερχόταν σύντομα στο σπίτι, γι’ αυτό και σκέφτηκε πως θα μπορούσε να προσκαλέσει μέσα τον υποτιθέμενο συνάδελφό του. Φυσικά, έβαλαν τα γέλια όταν ξεκαθαρίστηκε η παρανόηση.

Ο σύζυγος έφτασε και ο πνευματικός μας «σερβιτόρος» πρόσφερε στο νεαρό ζευγάρι ένα θαυμάσιο πνευματικό γεύμα, το οποίο τους άρεσε πάρα πολύ. Μάλιστα ζήτησαν από τον Χάινριχ να ξαναπάει και να φέρει μαζί του τη σύζυγό του. Σύντομα ξεκίνησε μια τακτική Γραφική μελέτη και το ζευγάρι των ενδιαφερομένων άρχισε να δίνει μαρτυρία σε άλλους. Ακόμη και όταν εργαζόταν στο τοπικό ξενοδοχείο, ο νεαρός σερβιτόρος μιλούσε σε όλους όσους άκουγαν. Με τον καιρό, το ζευγάρι βαφτίστηκε. Ήταν χαρούμενοι που τους είχε επισκεφτεί εκείνος ο πνευματικός «σερβιτόρος» και δεν είχε διστάσει να τους δώσει μαρτυρία σε μια γλώσσα διαφορετική από τη δική του.

Στο διάβα των ετών, υπήρξαν πολλά αστεία περιστατικά εξαιτίας παρανοήσεων που συνέβαιναν καθώς ξένοι αδελφοί μάθαιναν τη γλώσσα. Παραδείγματος χάρη, λίγο μετά την άφιξή της στην Ισλανδία, η Σάλι Μακ Ντόναλντ προετοίμασε τον εξής πρόλογο: «Επισκέπτομαι τους ανθρώπους σε αυτή τη γειτονιά για να τους μεταδώσω μερικές ενδιαφέρουσες πληροφορίες από την Αγία Γραφή». Αλλά μπέρδευε τη λέξη που σημαίνει επισκέπτομαι (χέιμσκγια) με τη λέξη που σημαίνει διώκω (όφσκγια) και έλεγε χαμογελώντας: «Διώκω τους ανθρώπους σε αυτή τη γειτονιά».

Από Σπίτι σε Σπίτι Μαζί με έναν Λουθηρανό Ιερέα

Επί πολλά χρόνια, ο Χόλγκορ και η Τόβε Φρεδερίκσεν από τη Δανία υπηρετούσαν πιστά ως ειδικοί σκαπανείς στην Ισλανδία και, για λίγο καιρό, υπηρέτησαν στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου. Μολονότι δεν ήταν εύκολο για την Τόβε να μάθει και να μιλάει με ευχέρεια την ισλανδική γλώσσα, βοήθησε πολλούς να γνωρίσουν την αλήθεια λόγω του ζήλου της και του ενθουσιασμού της.

Σε μια περίπτωση ενόσω υπηρετούσε στο έργο περιοχής, ο Χόλγκορ κήρυττε μαζί με έναν νεαρό ευαγγελιζόμενο από σπίτι σε σπίτι σε κάποιο μικρό χωριό. Προς έκπληξή τους, τους συνόδευσε ο τοπικός Λουθηρανός ιερέας. Πώς συνέβη αυτό;

Λίγο νωρίτερα, είχαν επισκεφτεί τον ιερέα στο σπίτι του. Εκ πρώτης όψεως φαινόταν φιλικός και τους προσκάλεσε στο γραφείο του. Αφού έριξε μια ματιά στα βιβλία που πρόσφεραν, είπε: «Αυτά τα βιβλία περιέχουν ψευδείς διδασκαλίες!» Έπειτα σηκώθηκε ξαφνικά όρθιος, ύψωσε και τα δυο του χέρια και τους αποκάλεσε θεοκατάρατους. «Σας απαγορεύω να κηρύττετε εδώ στην ενορία μου!» φώναξε. Ο Χόλγκορ είπε στον ιερέα ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα να τους εμποδίσει να κηρύττουν και ότι αυτοί θα συνέχιζαν το έργο κηρύγματος που έκαναν. Τότε ο ιερέας δήλωσε: «Αν συνεχίσετε να κηρύττετε στους ανθρώπους εδώ στην ενορία μου, θα έρθω και εγώ μαζί σας». Ο Χόλγκορ τού είπε ότι ήταν ευπρόσδεκτος να το κάνει αυτό.

Αφού ο ιερέας τούς ακολούθησε σε δύο επισκέψεις στα σπίτια που ήταν πλησιέστερα στο δικό του, συνάντησαν την Τόβε και μια άλλη αδελφή, οι οποίες ξαφνιάστηκαν βλέποντας ποιος τους συνόδευε στο έργο από σπίτι σε σπίτι. Στη συνέχεια ο ιερέας τούς προσκάλεσε όλους στο σπίτι του για καφέ. Είχαν μια φιλική συζήτηση. Ο Χόλγκορ διαισθανόταν ότι η ξαφνική και απροσδόκητη φιλοξενία του ιερέα είχε ως απώτερο σκοπό να τους εμποδίσει να κηρύξουν σε όλους τους ανθρώπους του τομέα. Γι’ αυτό, την επομένη, επέστρεψαν και κήρυξαν σε ολόκληρο το χωριό, δίνοντας μεγάλο αριθμό εντύπων και συναντώντας πολλούς ανθρώπους με ευήκοο αφτί.

Τους Σταμάτησε μια Χιονοστιβάδα

Το κήρυγμα στους ανθρώπους της επαρχίας περιλαμβάνει συνήθως οδήγηση μέσα από ορεινά περάσματα όπου, στη διάρκεια των σκοτεινών μηνών του χειμώνα, οι δρόμοι είναι παγωμένοι και καλυμμένοι με χιόνι. Το Δεκέμβριο του 1974, ενώ ενασχολούνταν με το έργο περιοδεύοντα επισκόπου, ο Τσελ και η Ίρας Γκίλναρντ επισκέφτηκαν το Άκουρέιρι, στη βόρεια ακτή. Στη διάρκεια της εβδομάδας που επισκέπτονταν την εκκλησία εκεί, έκαναν ένα ταξίδι 80 και πλέον χιλιομέτρων προς την πόλη Χούσαβικ. Πήραν μαζί τους τον Χόλγκορ και την Τόβε Φρεδερίκσεν. Για μερικές μέρες, οι τέσσερίς τους καλλιεργούσαν τον τομέα εντός και πέριξ του Χούσαβικ και ολοκλήρωσαν την επίσκεψη με μια δημόσια ομιλία που συνοδευόταν από διαφάνειες και η οποία εκφωνήθηκε σε ένα σχολείο. Καθώς άρχιζε η συνάθροιση, μια θύελλα έπληξε την περιοχή, προκαλώντας πολύ ψυχρούς ανέμους, χιόνι και χαλάζι. Μετά τη συνάθροιση και ενόσω οι παρόντες μάζευαν τα πράγματά τους για να επιστρέψουν στα σπίτια τους, ολόκληρη η πόλη βυθίστηκε στο σκοτάδι εξαιτίας μιας διακοπής ρεύματος που προκλήθηκε από τη χιονοθύελλα. Οι αδελφοί έφυγαν από το σχολείο μέσα στο σκοτάδι, αλλά όλοι ήταν χαρούμενοι επειδή είχε καταστεί δυνατό να παρουσιαστούν οι διαφάνειες πριν από τη συσκότιση.

Τα ζεύγη Γκίλναρντ και Φρεδερίκσεν έπρεπε να επιστρέψουν στο Άκουρέιρι. Ρώτησαν την τοπική αστυνομία και μερικούς οδηγούς λεωφορείων και φορτηγών σχετικά με τις συνθήκες του δρόμου και βεβαιώθηκαν ότι νωρίτερα δεν υπήρχε μεγάλο πρόβλημα. Γι’ αυτό, αποφάσισαν να φύγουν το γρηγορότερο δυνατό, αλλά τους πήρε ώρα να ετοιμάσουν τις αποσκευές τους υπό το φως των κεριών. Επιπλέον, όταν πήγαν να αγοράσουν βενζίνη για το αυτοκίνητο, ο υπάλληλος έπρεπε να αντλήσει τη βενζίνη με το χέρι. Τελικά, ήταν έτοιμοι να φύγουν περίπου στις εννιά το βράδυ.

Περιγράφοντας το ταξίδι, ο Τσελ είπε: «Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά, αλλά η χιονόπτωση δυνάμωνε ολοένα και περισσότερο. Κάποιες στιγμές ήταν τόσο δύσκολο να διακρίνουμε πού βρισκόταν ο δρόμος ώστε ο Χόλγκορ χρειαζόταν να βγαίνει από το αυτοκίνητο για να μας καθοδηγεί με έναν φακό. Κατόπιν εγκλωβιστήκαμε στα χιόνια. Μερικές φορές καταφέρναμε να βγούμε από τα χιόνια σπρώχνοντας και φτυαρίζοντας αλλά τελικά μας σταμάτησε ένα μεγάλο τείχος χιονιού. Αργότερα διαπιστώσαμε ότι επρόκειτο για τμήμα μιας χιονοστιβάδας η οποία είχε πέσει από το βουνό. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, χρειάζονται δύο ώρες για να πάει κανείς οδικώς από το Χούσαβικ στο Άκουρέιρι, αλλά μέχρι τότε βρισκόμασταν στο δρόμο ήδη επί έξι ώρες και είχαμε διανύσει μόνο τη μισή απόσταση.

»Ήταν τρεις το πρωί—ήμασταν μουσκεμένοι, κουρασμένοι και παγωμένοι. Φανταστείτε τη χαρά μας όταν προσέξαμε ότι υπήρχε φως σε ένα κοντινό αγρόκτημα. Έτσι λοιπόν, πήραμε θάρρος και πήγαμε να χτυπήσουμε την πόρτα. Ο Χόλγκορ, ένα ευγενικό και στοχαστικό άτομο, χτύπησε την μπροστινή πόρτα. Αφού δεν απάντησε κανένας, την άνοιξε, ανέβηκε πάνω και χτύπησε απαλά την πόρτα του υπνοδωματίου. Παρότι ξαφνιάστηκαν, ο αγρότης και η σύζυγός του αντέδρασαν ψύχραιμα στην ξαφνική εισβολή. Μας εξήγησαν ότι είχαν πέσει για ύπνο όταν συνέβη η ολική συσκότιση και ότι είχαν ξεχάσει να κλείσουν τους διακόπτες!

»Στη συνέχεια ζήσαμε μια συγκινητική εκδήλωση ισλανδικής φιλοξενίας. Ο αγρότης και η σύζυγός του μετέφεραν τα κοιμισμένα παιδιά τους σε κάποιο άλλο δωμάτιο και έτσι εμείς οι τέσσερις είχαμε στη διάθεσή μας δύο υπνοδωμάτια, ενώ λίγο αργότερα υπήρχε ζεστός καφές και νόστιμο ψωμί στο τραπέζι της κουζίνας. Την επόμενη μέρα, μετά το πρωινό γεύμα, ο αγρότης επέμενε να μείνουμε για μεσημεριανό. Αφού φάγαμε το μεσημεριανό με την οικογένεια, συνεχίσαμε το ταξίδι μας προς το Άκουρέιρι, εφόσον στο μεταξύ δύο μεγάλα εκχιονιστικά μηχανήματα είχαν καθαρίσει το δρόμο. Η φιλοξενία του αγρότη και της συζύγου του μας έδωσε την ευκαιρία να τους μιλήσουμε για τη Γραφική αλήθεια».

Κήρυγμα σε Μηχανότρατα

Μερικά χρόνια νωρίτερα, ο Τσελ Γκίλναρντ συνάντησε έναν νεαρό στη διακονία αγρού. Το όνομά του ήταν Φρίδρικ. Επρόκειτο για το μεγαλύτερο γιο της οικογένειας και ήταν άτομο που είχε πνευματικό φρόνημα και απολάμβανε τις συζητήσεις γύρω από την Αγία Γραφή. Είχε πολλές ερωτήσεις και έδειχνε βαθύ ενδιαφέρον για την απόκτηση Γραφικής γνώσης. Ωστόσο, δεν ήταν εύκολο να τον ξαναβρεί κάποιος, εφόσον εργαζόταν ως μηχανικός σε μηχανότρατα. Τον περισσότερο καιρό βρισκόταν στη θάλασσα, ενώ στο σπίτι έμενε μόνο λίγες μέρες μεταξύ των ταξιδιών. Εντούτοις, παρακολουθώντας το πρόγραμμα δρομολογίων της μηχανότρατας και ρωτώντας τη μητέρα του Φρίδρικ πότε τον περίμενε να γυρίσει σπίτι, ο Τσελ μπορούσε να τον συναντάει, μερικές φορές στο λιμάνι και άλλες στο σπίτι. Με αυτόν τον τρόπο, οι αδελφοί τον βοήθησαν να προοδεύσει πνευματικά.

Προς το τέλος του 1982, ο Φρίδρικ προσκλήθηκε σε μια συνέλευση στο Ρέικιαβικ. Τότε η πίστη του στον Ιεχωβά είχε ήδη αρχίσει να μεγαλώνει και εκείνος προσευχήθηκε ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να παρευρεθεί στη συνέλευση. Τον ίδιο καιρό, κάποιος άντρας του πληρώματός του ο οποίος είχε πάρει άδεια από το ταξίδι που θα έκαναν για ψάρεμα αποφάσισε ξαφνικά να την ανακαλέσει. Αυτό έδωσε στον Φρίδρικ την ευκαιρία να απουσιάσει από την εργασία του και να παρευρεθεί στη συνέλευση. Το πρόγραμμα εντυπωσίασε βαθιά τον Φρίδρικ, ο οποίος ήταν τώρα πεπεισμένος ότι ήθελε να υπηρετεί τον Ιεχωβά.

Όταν ο Φρίδρικ επέστρεψε στην πατρίδα του, μίλησε στην αρραβωνιαστικιά του σχετικά με την απόφασή του και την επίδραση που θα είχε αυτή η απόφαση στη ζωή του. Της είπε ότι την ήθελε ως σύζυγό του αλλά, αν εκείνη δεν επιθυμούσε να παντρευτεί έναν Μάρτυρα του Ιεχωβά, έπρεπε να διακόψει τη σχέση τους. Το επόμενο πρωί, χτύπησε η πόρτα του ιεραποστολικού οίκου. Έξω στεκόταν ο Φρίδρικ και η αρραβωνιαστικιά του. Τα λόγια του Φρίδρικ ήταν σύντομα αλλά σταθερά: «Η Χέλγκα θέλει να κάνει Γραφική μελέτη!» Έτσι λοιπόν, οι ιεραπόστολοι διευθέτησαν να κάνουν μελέτη με τη Χέλγκα. Αργότερα την ίδια μέρα, ένας από τους νεότερους αδελφούς του Φρίδρικ ζήτησε επίσης Γραφική μελέτη. Την ίδια εβδομάδα, ο Φρίδρικ έφερε τη νεότερη αδελφή του στη συνάθροιση και είπε: «Η Ένερ θέλει να κάνει Γραφική μελέτη!»

Ο Φρίδρικ ήθελε να συμβολίσει την αφιέρωσή του στον Ιεχωβά με το βάφτισμα. Πρώτα, όμως, χρειαζόταν να αυξήσει τη γνώση του και κατόπιν να εξετάσει τις ερωτήσεις για βάφτισμα. Το πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να δαπανάει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του στη θάλασσα. Αν ο Τσελ δεν μπορούσε να επισκεφτεί τον Φρίδρικ στο σπίτι του, αυτό ίσως να ήταν εφικτό στο χώρο της εργασίας του. Ποια λύση βρέθηκε; Ο Φρίδρικ προσέλαβε τον Τσελ να εργαστεί μαζί του στο μηχανοστάσιο της μηχανότρατας. Στις αρχές του 1983, εξοπλισμένος με μια Αγία Γραφή και με ύλη μελέτης, ο Τσελ επιβιβάστηκε στη μηχανότρατα Σβάλμπακερ.

«Η εργασία και η υπηρεσία στο Σβάλμπακερ ήταν αλησμόνητη εμπειρία», αναφέρει ο Τσελ. «Η εργάσιμη μέρα άρχιζε στις 6:30 π.μ. και τελείωνε στις 6:30 μ.μ. Το μεσημέρι τρώγαμε το φαγητό μας και υπήρχε διάλειμμα για καφέ τόσο το πρωί όσο και το απόγευμα. Τις μη εργάσιμες ώρες μελετούσα με τον Φρίδρικ και είχα πολλές ευκαιρίες για να δίνω μαρτυρία στα άλλα μέλη του πληρώματος. Συνήθως τα απογεύματα μελετούσαμε και συζητούσαμε πνευματικά θέματα. Μερικές φορές πηγαίναμε για ύπνο περασμένα μεσάνυχτα. Στη διάρκεια του μεσημεριανού, προσπαθούσαμε να μην καθόμαστε πολλή ώρα στην τραπεζαρία ώστε να μπορούμε να συζητάμε το εδάφιο της ημέρας στην καμπίνα του Φρίδρικ».

Φυσικά, το γεγονός ότι ένας ιεραπόστολος ήταν τώρα μέλος του πληρώματος τράβηξε την προσοχή των αντρών που βρίσκονταν στη μηχανότρατα. Τις πρώτες λίγες μέρες, οι άντρες ήταν επιφυλακτικοί με τον Τσελ, εφόσον δεν ήξεραν τι να περιμένουν από αυτόν. Ωστόσο, μερικοί από το πλήρωμα άκουγαν πρόθυμα όσα έλεγε. Ένας από αυτούς έδειξε αξιοσημείωτο ενδιαφέρον και, όταν έμαθε ότι την ώρα του μεσημεριανού φαγητού εξεταζόταν το εδάφιο της ημέρας, θέλησε να παρευρίσκεται και εκείνος. Κάποια μέρα και ενώ παρατείνονταν οι συνομιλίες στην τραπεζαρία, έχασε την υπομονή του και είπε στον Τσελ και στον Φρίδρικ μπροστά σε όλους: «Δεν πάμε τώρα επάνω να διαβάσουμε το εδάφιο της ημέρας;»

Κάποιο βράδυ, ο Τσελ και ο Φρίδρικ προσκάλεσαν το πλήρωμα στην καμπίνα του Φρίδρικ για να εξετάσουν ύλη από κάποιο περιοδικό Ξύπνα! σχετικά με τον αλκοολισμό. Εφτά μέλη του πληρώματος ήρθαν σε εκείνη την αξέχαστη συνάθροιση, και τα νέα σχετικά με αυτήν διαδόθηκαν ανάμεσα στα πληρώματα στις άλλες μηχανότρατες.

«Αφού δαπάνησα σχεδόν δύο εβδομάδες υπηρεσίας και εργασίας στο Σβάλμπακερ επιστρέψαμε στο λιμάνι», λέει ο Τσελ. «Μέχρι τότε είχα ολοκληρώσει τις ερωτήσεις για βάφτισμα με τον Φρίδρικ, ενώ συγχρόνως εξέτασα πολλά άλλα Γραφικά θέματα μαζί του, έδωσα μαρτυρία σε άλλα μέλη του πληρώματος και τους άφησα περιοδικά και έντυπα». Ο Φρίδρικ βαφτίστηκε την άνοιξη του 1983. Η Χέλγκα, η οποία ήταν αρραβωνιαστικιά του Φρίδρικ, η μητέρα του και η αδελφή του πήραν και οι τρεις τη θέση τους υπέρ της αλήθειας.

Μελέτες Μέσω Τηλεφώνου

Το κήρυγμα των καλών νέων σε ανθρώπους που ζουν σε απομονωμένες περιοχές αυτού του μεγάλου νησιού αποτελούσε ανέκαθεν πρόκληση. Το τηλέφωνο έχει αποδειχτεί αποτελεσματικό εργαλείο για να πλησιάσει κάποιος ενδιαφερόμενα άτομα και να διατηρήσει την επαφή μαζί τους.

Πολλοί έχουν ωφεληθεί από αυτόν τον τρόπο μετάδοσης των καλών νέων. Πριν από μερικά χρόνια, μια γυναίκα ονόματι Όντνι Χελγκαντότιρ επισκέφτηκε το γιο της και τη νύφη της, οι οποίοι έκαναν μελέτη με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όταν της ανέφεραν όσα μάθαιναν, θέλησε και αυτή να μελετήσει την Αγία Γραφή. Ωστόσο, η Όντνι ζούσε σε κάποια απομονωμένη περιοχή στις βορειοδυτικές ακτές της Ισλανδίας, 300 και πλέον χιλιόμετρα μακριά από την πλησιέστερη εκκλησία. Όταν μια αδελφή, η Γκβέδρουν Ολαφσντότιρ, προσφέρθηκε να μελετήσει μαζί της μέσω τηλεφώνου, εκείνη δέχτηκε με χαρά. Ύστερα από μια εναρκτήρια προσευχή, η Όντνι απαντούσε με ευκολία στις ερωτήσεις μελέτης που υπήρχαν στο βιβλίο. Στη διεξοδική της προετοιμασία για τη μελέτη, η Όντνι έγραφε τα εδάφια που αναφέρονταν ώστε να μπορεί να τα διαβάζει αμέσως μόλις ανέτρεχαν σε αυτά. Ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν χρόνο για να ψάχνει τα εδάφια ενόσω γινόταν η μελέτη. Σε μια περίπτωση, έκαναν τη μελέτη στο σπίτι της Γκβέδρουν όταν η Όντνι επισκέφτηκε εκείνη την περιοχή. Και οι δυο τους αισθάνονταν λίγο άβολα, εφόσον αυτή ήταν η πρώτη φορά που μελετούσαν πρόσωπο με πρόσωπο, γι’ αυτό και η Γκβέδρουν πρότεινε αστειευόμενη να πάει η ίδια στο διπλανό δωμάτιο όπου υπήρχε άλλο ένα τηλέφωνο!

Αφότου η Όντνι άρχισε να κατανοεί την αλήθεια, άρχισε και να δίνει μαρτυρία στο σύζυγό της, τον Γιον. Όταν αυτός έδειξε ενδιαφέρον, δεν ήταν βέβαιη αν ήταν κατάλληλο να διεξάγει εκείνη τη μελέτη μαζί του. Έμαθε ότι θα μπορούσε να διεξάγει τη μελέτη αλλά θα άρμοζε να φοράει κάλυμμα στο κεφάλι της ενόσω θα τη διεξήγε. Εκτός του ότι μελετούσε με το σύζυγό της, έδινε επίσης μαρτυρία στους γείτονες. Κατόπιν, εξέφρασε την επιθυμία να βαφτιστεί. Η Γκβέδρουν διευθέτησε ώστε η Όντνι να εξετάσει μέσω τηλεφώνου μαζί με κάποιον πρεσβύτερο τις ερωτήσεις από το βιβλίο Οργανωμένοι για να Επιτελέσουμε τη Διακονία Μας, προκειμένου να γίνει φανερό αν είχε τα προσόντα. Ήταν ολοφάνερο ότι τα είχε, εκτός από ένα: Δεν είχε ακόμη παραιτηθεί επισήμως από την εκκλησία της.

Σχεδόν μία εβδομάδα αργότερα, η Όντνι τηλεφώνησε στην Γκβέδρουν για να της πει ότι είχε παραιτηθεί πια από την εκκλησία. Ο σύζυγός της είχε κάνει το ίδιο. Αυτό αποτελούσε μεγάλη απόφαση για εκείνον, εφόσον ήταν πρόεδρος του τοπικού ενοριακού συμβουλίου. Αργότερα, η Όντνι βαφτίστηκε σε κάποια συνέλευση περιοχής. Η συνέλευση ήταν απολαυστική εμπειρία για εκείνη δεδομένου ότι μέχρι τότε είχε παρευρεθεί μόνο σε μία συνάθροιση ενός μικρού ομίλου Μαρτύρων. Σε συνέντευξη που έδωσε στο πρόγραμμα της συνέλευσης, ρωτήθηκε αν της ήταν δύσκολο που ζούσε τόσο απομονωμένα. Η ίδια απάντησε ότι ποτέ δεν αισθάνθηκε μόνη διότι γνώριζε πως ο Ιεχωβά είναι παρών και στη βορειοδυτική ακτή της Ισλανδίας. Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι λυπόταν που ο σύζυγός της δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στη συνέλευση αλλά ο ίδιος την είχε διαβεβαιώσει ότι θα ερχόταν όταν θα ήταν έτοιμος να βαφτιστεί. Και κράτησε την υπόσχεσή του! Σύντομα μετακόμισαν σε μια πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή ώστε να μπορούν να παρακολουθούν τις συναθροίσεις τακτικά.

Ανάγκη για Ιεραποστολικούς Οίκους και Αίθουσες Βασιλείας

Όταν ο Νάθαν Ο. Νορ από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά επισκέφτηκε την Ισλανδία το 1968, ήθελε να βρει ένα πιο κατάλληλο κτίριο για γραφείο τμήματος και για κατάλυμα των ιεραποστόλων. Μέχρι τότε οι αδελφοί νοίκιαζαν διάφορα σπίτια. Τώρα άρχισαν να ψάχνουν για οικόπεδο όπου θα μπορούσαν να ανεγείρουν κάποιο κτίριο το οποίο θα στέγαζε Αίθουσα Βασιλείας, ιεραποστολικό οίκο και γραφείο τμήματος. Στο μεταξύ, νοικιάστηκε ένα κατάλληλο σπίτι στην οδό Χρεμπνεγκάτα 5 στο Ρέικιαβικ, και την 1η Οκτωβρίου 1968 οι έξι ιεραπόστολοι μετακόμισαν εκεί. Αυτό το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο για το έργο στην Ισλανδία κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε χρόνων. Αργότερα, οι αδελφοί απέκτησαν ένα οικόπεδο σε καλή τοποθεσία, στην οδό Σογκαβέγκερ 71, στο Ρέικιαβικ. Την άνοιξη του 1972, ξεκίνησε η οικοδόμηση του νέου κτιρίου του γραφείου τμήματος. Αυτό αποδείχτηκε μεγάλη πρόκληση για τους λίγους αδελφούς εκεί, οι οποίοι είχαν μικρή γνώση σε θέματα σχεδιασμού και οικοδόμησης. Δεν υπήρχαν εργολάβοι ούτε χτίστες ανάμεσά τους, γι’ αυτό και ήταν αναγκαίο να προσλάβουν εργολάβους οι οποίοι δεν ήταν Μάρτυρες. Εκείνοι οι εργολάβοι έδειξαν μεγάλη προθυμία να συνεργαστούν με τους αδελφούς και τους άφηναν να εργάζονται μαζί τους στο πρόγραμμα οικοδόμησης. Οι αδελφοί νοίκιασαν μέρος ενός παλιού σπιτιού δίπλα στο χώρο οικοδόμησης για να το χρησιμοποιήσουν ως τραπεζαρία. Οι αδελφές μαγείρευαν εκ περιτροπής στα σπίτια τους και μετέφεραν το φαγητό στο χώρο οικοδόμησης για να τρώνε οι εργάτες.

Το έργο οικοδόμησης συνέβαλε στο να δοθεί θαυμάσια μαρτυρία στην περιοχή. Οι εργολάβοι και οι αρχές της πόλης είχαν μια καλή ευκαιρία να γνωρίσουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Άλλοι σταματούσαν στο χώρο για να δουν την πρόοδο του έργου. Όταν έφτασε ο καιρός για να γίνει το εσωτερικό σοβάτισμα, ήρθε να βοηθήσει ένας αδελφός από τη Δανία, ο οποίος ήταν επαγγελματίας χτίστης. Επίσης, οι αδελφές έκαναν μεγάλο μέρος του έργου. Όταν ορισμένοι από τους ιθύνοντες της πόλης ήρθαν να επισκεφτούν το χώρο οικοδόμησης, παρατήρησαν τις αδελφές που χειρίζονταν την μπετονιέρα. Ένας από αυτούς είπε: «Νομίζω ότι οι γυναίκες στην εκκλησία μας θα μπορούσαν να μάθουν κάτι από αυτό. Ασφαλώς θα συνέβαλλαν πιο αποτελεσματικά στην οικοδόμηση των ναών με την εργασία τους παρά με το να περιφέρονται με έναν δίσκο, ζητώντας χρήματα». Η αφιέρωση του κτιρίου έγινε το Μάιο του 1975, όταν ο Μίλτον Τζ. Χένσελ επισκέφτηκε την Ισλανδία και εκφώνησε την ομιλία αφιέρωσης. Το κτίριο χρησιμοποιήθηκε για πολλά χρόνια ως ο κύριος ιεραποστολικός οίκος της χώρας καθώς και ως Αίθουσα Βασιλείας για τις εκκλησίες του Ρέικιαβικ. Τώρα χρησιμοποιείται ως γραφείο τμήματος.

Το 1987 χτίστηκε μια καινούρια Αίθουσα Βασιλείας και ένας νέος ιεραποστολικός οίκος στην πόλη Άκουρέιρι. Η ενότητα και η διεθνής αδελφότητα που υπάρχουν μεταξύ του λαού του Ιεχωβά αποδείχτηκαν περίτρανα όταν 60 και πλέον αδελφοί και αδελφές από τη Φινλανδία και τη Σουηδία ήρθαν για να βοηθήσουν τους αδελφούς στην Ισλανδία σε αυτό το πρόγραμμα οικοδόμησης.

«Το Καλύτερο Είδος Ξύλου»

Στο διάβα των ετών, έχουν επισκεφτεί την Ισλανδία εκπρόσωποι του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και αυτές οι επισκέψεις αποτελούσαν πάντοτε μεγάλη πηγή ενθάρρυνσης για τους αδελφούς. Το σημαντικότερο γεγονός του 1968 ήταν η επίσκεψη του αδελφού Νορ, η οποία αναφέρθηκε νωρίτερα. Αυτός εκφώνησε μια υποκινητική ομιλία στους αδελφούς, αφηγήθηκε εμπειρίες και εξέτασε την πρόοδο του έργου κηρύγματος της Βασιλείας στην Ισλανδία.

Η πρώτη επίσκεψη του αδελφού Χένσελ στην Ισλανδία έγινε το Μάιο του 1970. Τον καλωσόρισαν μερικοί νυσταγμένοι ιεραπόστολοι. Αυτό συνέβη όχι μόνο επειδή ο αδελφός Χένσελ έφτασε πολύ νωρίς το πρωί αλλά και επειδή το Χέκλα, ένα φημισμένο ηφαίστειο, είχε αρχίσει να εκρήγνυται την προηγούμενη μέρα και οι ιεραπόστολοι είχαν περάσει όλη τη νύχτα παρατηρώντας το!

Ο αδελφός Χένσελ έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στους ιεραποστόλους και στους ειδικούς σκαπανείς. Τους προσκάλεσε όλους σε μια ειδική συνάθροιση και τους ανέφερε εμπειρίες από τον καιρό που έκανε ο ίδιος σκαπανικό στη διάρκεια της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης. Τους είπε πώς οι σκαπανείς είχαν ανταλλάξει έντυπα με κοτόπουλα, αβγά, βούτυρο, λαχανικά, ένα ζευγάρι γυαλιά, ακόμη δε και με ένα κουταβάκι! Με αυτόν τον τρόπο, το έργο συνεχίστηκε σε δύσκολους καιρούς και οι σκαπανείς δεν στερήθηκαν τα αναγκαία της ζωής.

Οι επισκέπτες στην Ισλανδία θα παρατηρήσουν γρήγορα ότι το φαγητό δεν είναι και τόσο συνηθισμένο. Στις σπεσιαλιτέ της Ισλανδίας συγκαταλέγεται το σβιδ—βραστό κεφαλάκι προβάτου κομμένο στη μέση. Φανταστείτε να κοιτάξετε στο πιάτο σας και να δείτε μισό κεφάλι προβάτου με δόντια και ένα μάτι! Πολλοί ξένοι δυσκολεύονται να κοιτάξουν «στα μάτια» το σβιδ. Φυσικά, είναι πάντοτε διαθέσιμο το φρέσκο ψάρι. Μια ισλανδική σπεσιαλιτέ είναι το χάρδφισκερ: φιλέτο αποξηραμένου ψαριού. Τρώγεται αμαγείρευτο, κατά προτίμηση με λίγο βούτυρο. Συνήθως αυτό το ψάρι είναι σκληρό και πρέπει να χτυπηθεί για να μαλακώσει. Γι’ αυτό, οι ιεραπόστολοι περίμεναν γεμάτοι περιέργεια την αντίδραση του αδελφού Χένσελ όταν του σερβίρισαν αυτό το ψάρι. Αφού το δοκίμασε, τον ρώτησαν αν του άρεσε. Εκείνος σκέφτηκε λίγο και κατόπιν έδωσε μια διπλωματική απάντηση: «Νομίζω ότι είναι το καλύτερο είδος ξύλου που έχω δοκιμάσει ποτέ».

Έχουν γίνει πολλές ακόμη αξιομνημόνευτες και ενθαρρυντικές επισκέψεις από εκπροσώπους του Κυβερνώντος Σώματος. Αυτές οι επισκέψεις έχουν εντυπώσει στους Ισλανδούς αδελφούς ότι, παρά το μικρό αριθμό τους και τον απομονωμένο τόπο τους, αποτελούν μέρος της διεθνούς αδελφότητας, η οποία είναι ενωμένη με δεσμούς Χριστιανικής αγάπης.

Συνεργασία με Γιατρούς και με τα Μέσα Ενημέρωσης

Το 1992 άρχισε να λειτουργεί στην Ισλανδία μια Επιτροπή Προσέγγισης Νοσοκομείων αποτελούμενη από τέσσερις αδελφούς. Προκειμένου να εκπαιδευτούν, οι δύο από τους αδελφούς παρακολούθησαν ένα σεμινάριο για αυτές τις επιτροπές στην Αγγλία, και οι άλλοι δύο ένα σεμινάριο στη Δανία. Όταν η νεοσύστατη Επιτροπή Προσέγγισης Νοσοκομείων είχε οργανωθεί, έγινε μια συνάντηση με το ιατρικό προσωπικό ενός μεγάλου πανεπιστημιακού νοσοκομείου. Εκατόν τριάντα άτομα παρευρέθηκαν σε αυτή τη συνάντηση, περιλαμβανομένων και γιατρών, νοσηλευτών, δικηγόρων και μελών της διοίκησης του νοσοκομείου. Εφόσον αυτή ήταν η πρώτη συνάντηση που είχε η Επιτροπή Προσέγγισης Νοσοκομείων με επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου, οι αδελφοί εύλογα ένιωθαν κάπως αμήχανα. Ωστόσο, η συνάντηση είχε επιτυχία και κατόπιν οι αδελφοί διευθέτησαν να συναντηθούν με μικρότερες ομάδες γιατρών καθώς και με άλλους επαγγελματίες από διάφορα νοσοκομεία. Οι αδελφοί δημιούργησαν επίσης καλές σχέσεις με μερικούς κορυφαίους χειρουργούς και αναισθησιολόγους. Αυτές οι επαφές συνέβαλαν στην αποφυγή και στην επίλυση προβλημάτων αναφορικά με την αναίμακτη θεραπεία.

Το 1997 ψηφίστηκε ένας νέος νόμος σχετικά με τα δικαιώματα των ασθενών. Ο νόμος ορίζει ότι δεν μπορεί να παρέχεται καμιά θεραπεία σε ασθενή χωρίς τη συγκατάθεσή του και ότι αν η επιθυμία κάποιου ασθενή που δεν έχει τις αισθήσεις του είναι γνωστή πρέπει να γίνεται σεβαστή. Ο νόμος δηλώνει επίσης ότι πρέπει να λαβαίνεται πάντοτε υπόψη η άποψη παιδιών ηλικίας 12 ετών και άνω όταν πρόκειται για θέματα που σχετίζονται με την περίθαλψή τους. Ο Γκβέδμεντερ Χ. Γκβέδμεντσον, εισηγητής της Επιτροπής Προσέγγισης Νοσοκομείων, αναφέρει: «Γενικά, οι γιατροί είναι πολύ συνεργατικοί και τα προβλήματα σπανίζουν. Ακόμη και σοβαρές εγχειρήσεις γίνονται χωρίς αίμα».

Όταν κυκλοφόρησε το Ξύπνα! 8 Ιανουαρίου 2000 σχετικά με την αναίμακτη ιατρική και χειρουργική, το γραφείο τμήματος παρότρυνε τους αδελφούς να καταβάλουν ειδική προσπάθεια για να διανείμουν αυτό το τεύχος του περιοδικού σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Το γραφείο τμήματος έκανε εισηγήσεις για την προσφορά του περιοδικού καθώς και για απαντήσεις σε ερωτήματα γύρω από το ζήτημα του αίματος. Στην αρχή μερικοί δίσταζαν να παρουσιάσουν το περιοδικό, αλλά σύντομα διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι ήθελαν να ενημερωθούν για το θέμα. Πάνω από 12.000 αντίτυπα διανεμήθηκαν στο κοινό. Αυτό σημαίνει ότι δόθηκε 1 περιοδικό σε κάθε 22 κατοίκους της χώρας. Κάποιος αδελφός είπε: «Το πρόβλημά μου ήταν η κάλυψη του τομέα επειδή είχα πάρα πολλές καλές συζητήσεις». Μια αδελφή είπε: «Μόνο δύο άτομα αρνήθηκαν να δεχτούν τα περιοδικά που τους πρόσφερα!»

Μια κυρία η οποία παρουσίαζε ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα σε κάποιον ραδιοφωνικό σταθμό με πανεθνική εμβέλεια έλαβε αυτό το περιοδικό σχετικά με την αναίμακτη ιατρική. Στο πρόγραμμά της, ανέφερε πώς πήρε το περιοδικό και κατόπιν ανασκόπησε την ιστορία των μεταγγίσεων αίματος όπως εξηγούνταν στο Ξύπνα! Ολοκλήρωσε την παρουσίασή της λέγοντας ότι οποιοσδήποτε θα ήθελε να πάρει περισσότερες πληροφορίες για την αναίμακτη ιατρική θα μπορούσε να ζητήσει από τους Μάρτυρες ένα έντυπο πάνω σε αυτό το θέμα.

Η ειδική εκστρατεία με αυτό το τεύχος του Ξύπνα! βοήθησε πολλούς να διακρίνουν τη λογικότητα της στάσης μας στο ζήτημα του αίματος. Επιπλέον, έμαθαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν θέλουν να πεθάνουν. Απεναντίας, επιζητούν την καλύτερη δυνατή ιατρική θεραπεία. Ως αποτέλεσμα, κάποιοι που στο παρελθόν είχαν παραπληροφορηθεί σχετικά με τη στάση μας στο ζήτημα του αίματος έγιναν δεκτικοί στο άγγελμα της Βασιλείας.

Δύο Αίθουσες σε Τέσσερις Μέρες

Για τους αδελφούς στην Ισλανδία, ένα αξιοσημείωτο γεγονός του υπηρεσιακού έτους 1995 ήταν η οικοδόμηση δύο Αιθουσών Βασιλείας κατά τη διάρκεια του Ιουνίου, η μία στο Κγιέπλαβικ και η άλλη στο Σέλφος. Αυτές ήταν οι πρώτες Αίθουσες Βασιλείας που χτίστηκαν στην Ισλανδία με τη μέθοδο της ταχείας ανέγερσης. Χρειάστηκαν μόνο τέσσερις μέρες για να χτιστούν και οι δύο. Η στοργική βοήθεια αδελφών από τη Νορβηγία κατέστησε δυνατή την πραγματοποίηση αυτού του έργου. Το γραφείο τμήματος της Νορβηγίας έστειλε τα περισσότερα οικοδομικά υλικά, και πάνω από 120 αδελφοί και αδελφές από τη Νορβηγία ήρθαν για να βοηθήσουν σε αυτό το πρόγραμμα οικοδόμησης. Το σχόλιο που ακουγόταν πιο συχνά στο χώρο οικοδόμησης ήταν: «Είναι πραγματικά εκπληκτικό». Οι αδελφοί στην Ισλανδία είχαν διαβάσει και είχαν ακούσει για την ταχεία ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας αλλά τώρα το έβλεπαν αυτό με τα ίδια τους τα μάτια. Ασφαλώς, ήταν εκπληκτικό, δεδομένου ότι ο αριθμός των Αιθουσών Βασιλείας στην Ισλανδία διπλασιάστηκε μέσα σε λίγες μόλις μέρες!

Εκτός από την απόκτηση δύο καινούριων Αιθουσών Βασιλείας, οι αδελφοί στην Ισλανδία ενθαρρύνθηκαν από τη θαυμάσια συναναστροφή με τους αδελφούς και τις αδελφές που ήρθαν από τη Νορβηγία με δικά τους έξοδα για να περάσουν το χρόνο των διακοπών τους εργαζόμενοι στις αίθουσες. Τι περίτρανη απόδειξη της διεθνούς μας αδελφότητας! Οι αδελφοί στην Ισλανδία συνέβαλαν και εκείνοι σε αυτά τα προγράμματα οικοδόμησης. Πάνω από 150 ντόπιοι ευαγγελιζόμενοι συμμετείχαν στο έργο, σχεδόν οι μισοί από τους ευαγγελιζομένους όλης της χώρας.

Αυτά τα προγράμματα οικοδόμησης Αιθουσών Βασιλείας αποτέλεσαν καλή μαρτυρία προς το κοινό. Δύο τηλεοπτικοί σταθμοί με πανεθνική εμβέλεια κάλυψαν το γεγονός στις ειδήσεις τους και έδειξαν εικόνες και από τα δύο εργοτάξια. Στο πρόγραμμα οικοδόμησης αναφέρθηκαν επίσης αρκετοί ραδιοφωνικοί σταθμοί και εφημερίδες. Κάποιος ιερέας της τοπικής εκκλησίας στο Σέλφος δυσαρεστήθηκε με την προσοχή που δόθηκε στους Μάρτυρες. Δημοσίευσε ένα άρθρο στην τοπική εφημερίδα προειδοποιώντας για τις επικίνδυνες και ψεύτικες, όπως πίστευε, διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ανέφερε ότι οι αδύναμοι και ευαίσθητοι άνθρωποι έπρεπε να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί. Σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη, επανέλαβε τις ίδιες προειδοποιήσεις. Εντούτοις, τα λόγια του ιερέα δεν είχαν το αποτέλεσμα στο οποίο απέβλεπε εκείνος. Αντίθετα, οι περισσότεροι άνθρωποι έμειναν έκπληκτοι με τα προγράμματα οικοδόμησης Αιθουσών Βασιλείας, και πολλοί από εκείνους που συναντούσαν οι αδελφοί στο έργο κηρύγματος έλεγαν ότι είχαν ξαφνιαστεί με την αντίδραση του ιερέα.

Περίπου μία εβδομάδα μετά τη δημοσίευση της προειδοποίησης του ιερέα, η εφημερίδα τύπωσε ένα σκίτσο. Σε πρώτο πλάνο βλέπει κανείς το ναό και στο φόντο την Αίθουσα Βασιλείας. Ένα ποτάμι κυλάει ανάμεσα στα δύο κτίρια και μερικοί χαμογελαστοί, καλοντυμένοι αδελφοί περπατούν στη γέφυρα από την Αίθουσα Βασιλείας προς το ναό κρατώντας χαρτοφύλακες. Έξω από το ναό, μια γυναίκα πηδάει πανικόβλητη από το αναπηρικό της καροτσάκι. Ένας άντρας με το πόδι του στο γύψο και κάποιος άλλος, προφανώς τυφλός, τρέχουν φωνάζοντας: «Φύγετε, φύγετε, έρχονται οι Μάρτυρες!» Στα σκαλοπάτια του ναού στέκεται ο ιερέας, κοιτάζοντας ξαφνιασμένος. Αυτό το σκίτσο άρεσε σε πολλούς. Τα μέλη του εκδοτικού προσωπικού της εφημερίδας το επέλεξαν ως το καλύτερο της χρονιάς, το μεγέθυναν και το κρέμασαν στον τοίχο του γραφείου τους. Παρέμεινε εκεί για αρκετά χρόνια.

Μια Έκθεση Δίνει Καλή Μαρτυρία

Στη διάρκεια του υπηρεσιακού έτους 2001, παρουσιάστηκε μια έκθεση η οποία έστρεφε την προσοχή στην ουδέτερη στάση που διακράτησαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά τη διάρκειά του, καθώς υπέμεναν υπό το διωγμό των Ναζί. Στην έκθεση, η οποία έλαβε χώρα σε τρεις τοποθεσίες, παρευρέθηκαν συνολικά 3.896 άτομα. Το τελευταίο σαββατοκύριακο, η αίθουσα της έκθεσης στο Ρέικιαβικ κατακλύστηκε από 700 και πλέον επισκέπτες. Η βιντεοταινία Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Μένουν Σταθεροί Απέναντι στην Επίθεση των Ναζί στην ισλανδική προβαλλόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης και στις τρεις τοποθεσίες. Πολλοί επισκέπτες επωφελήθηκαν από την ευκαιρία για να καθήσουν και να παρακολουθήσουν ολόκληρη τη βιντεοταινία.

Η σταθερή στάση των Μαρτύρων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης εντυπωσίασε επισκέπτες οι οποίοι δεν γνώριζαν μέχρι τότε αυτή την πτυχή της ιστορίας μας. Μια καθηγήτρια η οποία επισκέφτηκε αρκετές φορές το χώρο της έκθεσης είπε ότι η έκθεση της είχε κάνει βαθιά εντύπωση και ότι είχε αλλάξει τη στάση της απέναντι στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την ισχυρή πίστη των Μαρτύρων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ανόμοια με άλλους φυλακισμένους, αυτοί θα μπορούσαν να είχαν αποκτήσει την ελευθερία τους απαρνούμενοι τις πεποιθήσεις τους.

Η έκθεση παρουσιάστηκε με θαυμάσιο τρόπο από έναν τηλεοπτικό σταθμό με πανεθνική εμβέλεια καθώς και από τοπικούς τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Όταν ξεκίνησε η έκθεση, παρευρέθηκαν σε αυτήν ένας Λουθηρανός ιερέας μαζί με τη σύζυγό του και την κόρη του. Λίγο καιρό αργότερα, κάποιος αδελφός προσκάλεσε τον ιερέα να επισκεφτεί το Μπέθελ και εκείνος δέχτηκε. Μερικές μέρες μετά την επίσκεψη, μια γυναίκα πλησίασε τον ιερέα για να τον ρωτήσει σχετικά με ένα συγκεκριμένο Γραφικό εδάφιο. Ο ιερέας την παρότρυνε να έρθει σε επαφή με το γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, εφόσον ήταν βέβαιος ότι εκείνοι θα της έδιναν την απάντηση. Αργότερα, κάποιος αδελφός έκανε Γραφική μελέτη με τον ιερέα.

Μετάφραση στο Διάβα των Ετών

Πολλές φορές είναι δύσκολο για τους λίγους ευαγγελιζομένους της Ισλανδίας να μεταφράζουν όλη την πνευματική τροφή από “τον πιστό και φρόνιμο δούλο” στην ισλανδική γλώσσα. (Ματθ. 24:45) Τα πρώτα χρόνια, Ισλανδοί Μάρτυρες που ζούσαν στον Καναδά έκαναν το μεγαλύτερο μέρος της μεταφραστικής εργασίας. Αργότερα αυτή η εργασία γινόταν στην Ισλανδία. Αφότου έφτασαν οι πρώτοι ιεραπόστολοι το 1947, γνωρίστηκαν με κάποιον ηλικιωμένο ποιητή ο οποίος έμενε στο ίδιο σπίτι με εκείνους. Αυτός ήξερε αγγλικά και βοήθησε τους ιεραποστόλους να μάθουν τη γλώσσα. Επίσης, προσφέρθηκε να κάνει μέρος της μεταφραστικής εργασίας τους, γι’ αυτό και οι αδελφοί τού ανέθεσαν να μεταφράσει έναντι αμοιβής το βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής» και το βιβλιάριο Η Χαρά Όλων των Λαών. Δυστυχώς, αυτός χρησιμοποίησε ένα παλιό ποιητικό ύφος με πάρα πολλές απαρχαιωμένες λέξεις και εκφράσεις, και παρότι ένας από τους καινούριους ιεραποστόλους και ο αδελφός Λίνταλ έλεγξαν και δακτυλογράφησαν ξανά τα μεταφρασμένα κείμενα, το βιβλίο δεν αποτέλεσε ποτέ το έξοχο βοήθημα μελέτης που ανέμεναν. Παρ’ όλα αυτά, κυκλοφόρησε ευρέως από την πρώτη του κιόλας εκτύπωση, και τυπώθηκαν συνολικά 14.568 αντίτυπα. Περισσότερα από 20.000 αντίτυπα του βιβλιαρίου τυπώθηκαν το 1949. Αργότερα οι αδελφοί ανέθεσαν σε κάποιον άλλον μεταφραστή να μεταφράσει έναντι αμοιβής το βιβλίο Τι Έκαμε η Θρησκεία για το Ανθρώπινο Γένος;

Εκείνα τα χρόνια, μια μικρή ομάδα αδελφών μετέφρασε αρκετά βιβλιάρια. Ένα από αυτά ήταν το βιβλιάριο «Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας», το οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία το 1959. Αυτό το βιβλιάριο βοήθησε τους αδελφούς να αρχίσουν πολλές νέες Γραφικές μελέτες. Εκείνον τον καιρό δόθηκε έγκριση να εκδίδεται η Σκοπιά στην ισλανδική.

Πολλά θαυμάσια βιβλία μεταφράστηκαν και τέθηκαν σε κυκλοφορία τα επόμενα χρόνια: «Αύτη Εστίν η Αιώνιος Ζωή» το 1962, Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο το 1966, Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή το 1970, Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη το 1984 και το βιβλίο Γνώση που Οδηγεί στην Αιώνια Ζωή το 1996. Το 1982 άρχισε να εκδίδεται το Ξύπνα! σε τριμηνιαία βάση στην ισλανδική.

Για πολλά χρόνια, οι αδελφοί δεν είχαν το υμνολόγιο στην ισλανδική. Το 1960 μεταφράστηκαν και πολυγραφήθηκαν τέσσερις ύμνοι για κάποια συνέλευση. Κατόπιν, στη συνέλευση περιφερείας το Νοέμβριο του 1963, τέθηκε σε κυκλοφορία ένα μικρό υμνολόγιο με 30 επιλεγμένους ύμνους στην ισλανδική, κάτι που χαροποίησε τους αδελφούς.

Μέχρι τότε, η υμνολογία στις εκκλησίες ήταν πολυγλωσσική. Το 1958 ο Γκούντερ και η Ρουτ Χάουμπιτς ήρθαν από τη Γερμανία στην Ισλανδία ως ειδικοί σκαπανείς. Η Ρουτ θυμάται ακόμη πώς οι αλλοδαποί αδελφοί χρησιμοποιούσαν τα δικά τους αντίστοιχα υμνολόγια στην αγγλική, στη γερμανική, στη δανική, στη νορβηγική, στη σουηδική και στη φινλανδική. Οι Ισλανδοί υμνολογούσαν σε οποιαδήποτε γλώσσα ήξεραν καλύτερα. Η ίδια λέει: «Ήταν μια ανάμεικτη χορωδία!» Βαθμιαία, στο διάβα των ετών, μεταφράστηκαν και άλλοι ύμνοι της Βασιλείας, αλλά μόλις το 1999 έγινε διαθέσιμο στην ισλανδική ένα ολοκληρωμένο υμνολόγιο το οποίο περιείχε και τους 225 ύμνους. Πόσο ευγνώμονες είναι οι αδελφοί για αυτή την προμήθεια με την οποία μπορούν να αινούν τον Ιεχωβά!

Στη συνέλευση περιφερείας που διεξάχθηκε τον Αύγουστο του 1999 συνέβη κάτι πρωτόγνωρο στην Ισλανδία. Το βιβλίο Δώστε Προσοχή στην Προφητεία του Δανιήλ! στην ισλανδική τέθηκε σε κυκλοφορία ταυτόχρονα με την αγγλική έκδοση. Στη συνέλευση, όταν ο ομιλητής ανακοίνωσε την κυκλοφορία του βιβλίου στην αγγλική, όλο το ακροατήριο χειροκρότησε. Αλλά αντί να πει στους αδελφούς ότι αυτό το βιβλίο θα κυκλοφορούσε στην ισλανδική αργότερα, συνέχισε δείχνοντας ένα ισλανδικό αντίτυπο του βιβλίου και λέγοντας—προς μεγάλη συγκίνηση όλων—ότι το βιβλίο είχε ήδη μεταφραστεί στην ισλανδική! Από τότε, τέθηκαν σε κυκλοφορία ταυτόχρονα με την αγγλική έκδοση τα βιβλία Η Προφητεία του Ησαΐα—Φως για Όλη την Ανθρωπότητα Α΄ και Β΄.

Επέκταση του Μπέθελ και Περαιτέρω Αύξηση

Το 1998 ανακαινίστηκαν οι εγκαταστάσεις του γραφείου τμήματος. Αγοράστηκαν δύο διαμερίσματα στην απέναντι πλευρά του δρόμου προκειμένου να στεγαστούν Μπεθελίτες και να υπάρχει περισσότερος χώρος για τα γραφεία του Μεταφραστικού Τμήματος. Τα πρόσφατα χρόνια, οι μεταφραστές έχουν επίσης ωφεληθεί από τις επισκέψεις αδελφών από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Νέας Υόρκης. Αυτοί οι αδελφοί τούς έχουν διδάξει πώς να χρησιμοποιούν προγράμματα κομπιούτερ τα οποία έχουν αναπτύξει οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και είναι ειδικά σχεδιασμένα για τη μεταφραστική εργασία.

Πρόσφατα, εκπρόσωποι από τα κεντρικά γραφεία διεξήγαγαν στο γραφείο τμήματος Μαθήματα Βελτιωμένης Κατανόησης της Αγγλικής. Αυτά τα μαθήματα έχουν βοηθήσει τους μεταφραστές να αποκτήσουν βαθύτερη ενόραση στο αγγλικό κείμενο προτού αρχίσουν να μεταφράζουν.

Το γραφείο τμήματος γράφει: «Αναλογιζόμενοι τα περασμένα χρόνια, είμαστε χαρούμενοι που μερικοί είχαν το θάρρος να αρχίσουν να μεταφράζουν στην ισλανδική, ακόμη και κάτω από πρωτόγονες συνθήκες και με περιορισμένη γνώση της γλώσσας. Μολονότι τα πρώτα χρόνια η ποιότητα της μεταφρασμένης ύλης δεν ήταν ίδια με τη σημερινή, δεν “καταφρονούμε την ημέρα των μικρών πραγμάτων”. (Ζαχ. 4:10) Χαιρόμαστε που βλέπουμε ότι το όνομα του Ιεχωβά και η Βασιλεία του έχουν γνωστοποιηθεί και στην Ισλανδία, καθώς και ότι πολλοί άνθρωποι έχουν μάθει την αλήθεια».

Τώρα, υπάρχουν οχτώ ολοχρόνιοι υπηρέτες στο γραφείο τμήματος. Άλλοι πηγαινοέρχονται στο Μπέθελ και βοηθούν μερικές ώρες. Προς αντικατάσταση της Αίθουσας Βασιλείας που βρίσκεται στο γραφείο τμήματος, έχει οικοδομηθεί τώρα μια καινούρια Αίθουσα Βασιλείας για τις εκκλησίες του Ρέικιαβικ. Ως αποτέλεσμα, γίνονται σχέδια για να ανακαινιστεί το κτίριο του γραφείου τμήματος ώστε να στεγάσει περισσότερους Μπεθελίτες.

Το κήρυγμα των καλών νέων στην Ισλανδία απαίτησε εγκαρτέρηση, αυτοθυσία και αγάπη. Αληθινά, μπορεί να ειπωθεί ότι το σκληρό έργο που επιτέλεσαν ζηλωτές διαγγελείς της Βασιλείας στην Ισλανδία τα περασμένα 76 χρόνια δεν ήταν μάταιο. Πολλοί πιστοί αδελφοί και αδελφές έχουν συμμετάσχει στο έργο του θερισμού. Ένας μεγάλος αριθμός ατόμων έχουν μετακομίσει από άλλες χώρες για να υπηρετήσουν μερικά χρόνια σε αυτή τη χώρα και το έργο τους θα μείνει πολύ καιρό στη μνήμη των αδελφών. Μερικοί έχουν παραμείνει και έχουν κάνει την Ισλανδία σπίτι τους. Η εγκαρτέρηση που έδειξαν πολλοί εξαιρετικοί ντόπιοι Ισλανδοί ευαγγελιζόμενοι είναι επίσης αξιέπαινη.

Ο μέσος όρος ευαγγελιζομένων της Βασιλείας είναι μικρός, αλλά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν γίνει πασίγνωστοι στη χώρα. Τώρα εφτά ιεραπόστολοι υπηρετούν σε αγροτικές περιοχές και σε μικρές εκκλησίες του νησιού. Το περσινό υπηρεσιακό έτος, 543 άτομα παρευρέθηκαν στην Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού και διεξάγονται σχεδόν 180 οικιακές Γραφικές μελέτες.

Κάποια μέρα οι αδελφοί στην Ισλανδία ίσως να έχουν το είδος της αύξησης που περιγράφεται στο εδάφιο Ησαΐας 60:22: «Ο ελάχιστος θα γίνει χίλιοι και ο λιγοστός κραταιό έθνος. Εγώ, ο Ιεχωβά, θα το επιταχύνω αυτό στον καιρό του». Στο μεταξύ, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ισλανδία είναι αποφασισμένοι να επιτελούν το έργο που τους έχει εμπιστευτεί ο Βασιλιάς Ιησούς Χριστός—το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας. Είναι πεπεισμένοι ότι ο Θεός θα κάνει τους σπόρους της αλήθειας να αυξηθούν στις δεκτικές και ευγνώμονες καρδιές!—Ματθ. 24:14· 1 Κορ. 3:6, 7· 2 Τιμ. 4:5.

[Πλαίσιο στη σελίδα 205]

Εκεί Όπου τα Μικρά Ονόματα Γίνονται Επώνυμα

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, οι Ισλανδοί δεν έχουν οικογενειακά ονόματα: Οι άνθρωποι απευθύνονται ο ένας στον άλλον με το μικρό τους όνομα. Καθορίζουν το επώνυμο ενός παιδιού συνδυάζοντας το μικρό όνομα του πατέρα με την κατάληξη -σον για τα αγόρια και -ντότιρ για τα κορίτσια. Παραδείγματος χάρη, ο γιος και η κόρη ενός άντρα που ονομάζεται Χάραλντερ θα έχουν τα επώνυμα Χάραλντσον και Χαραλντότιρ. Το όνομα μιας γυναίκας δεν αλλάζει όταν παντρεύεται. Εφόσον τα άτομα που έχουν το ίδιο όνομα είναι πολλά, οι τηλεφωνικοί κατάλογοι δεν περιέχουν μόνο το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό τηλεφώνου του ατόμου, αλλά και το επάγγελμά του. Τα διαθέσιμα γενεαλογικά στοιχεία επιτρέπουν στους Ισλανδούς να ανιχνεύουν την καταγωγή τους χίλια και πλέον χρόνια πίσω.

[Πλαίσιο στη σελίδα 208]

Συνοπτική Εικόνα της Ισλανδίας

Η χώρα: Αυτή η νησιωτική χώρα βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον Αρκτικό Κύκλο ανάμεσα στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό, στη Θάλασσα της Γροιλανδίας και στη Νορβηγική Θάλασσα. Τα ηφαίστεια, οι θερμές πηγές και οι θερμοπίδακες αφθονούν. Οι παγετώνες καλύπτουν το ένα δέκατο της χώρας.

Οι κάτοικοι: Ως απόγονοι των Βίκινγκς οι οποίοι προέρχονταν κυρίως από τη Νορβηγία, οι Ισλανδοί είναι γενικά φιλόπονοι, εφευρετικοί και ανεκτικοί. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν κοντά στις ακτές.

Η γλώσσα: Παρότι η ισλανδική είναι η επίσημη γλώσσα, πολλοί Ισλανδοί μιλούν επίσης δύο ή περισσότερες ξένες γλώσσες, κατά κανόνα την αγγλική, τη γερμανική ή κάποια σκανδιναβική γλώσσα.

Οι πόροι διαβίωσης: Η αλιεία παίζει ζωτικό ρόλο στην οικονομία της Ισλανδίας. Οι μηχανότρατες ψαρεύουν καπελίνους, μπακαλιάρους, μαύρους μπακαλιάρους και ρέγγες που ως επί το πλείστον υφίστανται επεξεργασία και εξάγονται.

Η τροφή: Συνηθίζεται το ψάρι και το αρνί. Μια σπεσιαλιτέ της Ισλανδίας είναι το βραστό κεφαλάκι προβάτου.

Το κλίμα: Θερμαινόμενο από ένα ρεύμα του Ατλαντικού, το κλίμα είναι εύκρατο. Οι χειμώνες είναι ήπιοι αλλά με ισχυρούς ανέμους. Τα καλοκαίρια είναι δροσερά.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 210]

6 Σεπτεμβρίου 1942: «Εξακολουθεί να υπάρχει μόνο ένας σκαπανέας ο οποίος κηρύττει σε αυτή τη χώρα, γι’ αυτό δεν έχουμε και πολλά πράγματα να αναφέρουμε. Ο πληθυσμός της Ισλανδίας ανέρχεται σε 120.000 ανθρώπους περίπου, και υπάρχουν σχεδόν 6.000 αγροκτήματα. Ο μόνος τρόπος για να φτάσει κανείς σε αυτά τα αγροκτήματα είναι να χρησιμοποιεί πόνι τόσο για τη δική του μεταφορά όσο και για τη μεταφορά των πραγμάτων του. Για να επισκεφτεί κάποιος όλα αυτά τα σπίτια, είναι απαραίτητο να κάνει ταξίδι σχεδόν 16.000 χιλιομέτρων, περνώντας πολλά βουνά και ορεινούς χειμάρρους. Μέχρι τώρα, παρατηρείται ελάχιστο ενδιαφέρον για το άγγελμα».

Αυτά τα λόγια του Γκέιοργκ Φ. Λίνταλ γράφτηκαν αφού είχε υπηρετήσει ως σκαπανέας στην Ισλανδία επί 13 χρόνια. Επρόκειτο να είναι ο μοναδικός ευαγγελιζόμενος στην Ισλανδία για πέντε χρόνια ακόμη.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 213, 214]

Υπόμνημα Πιστής Υπηρεσίας

Ο Όλιβερ Μακ Ντόναλντ ήταν μεταξύ των πρώτων ιεραποστόλων που διορίστηκαν στην Ισλανδία, ως απόφοιτος της 11ης τάξης της Γαλαάδ. Έφτασε το Δεκέμβριο του 1948 μαζί με τον Ίνγκβαντ Γιένσεν. Ταξίδεψαν από τη Νέα Υόρκη ως εκεί με φορτηγό πλοίο. Η διαδρομή τους διήρκεσε 14 μέρες, και στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό επικρατούσε θαλασσοταραχή. Στο μεγαλύτερο μέρος του ταξιδιού υπέφεραν και οι δυο τους από ναυτία.

Το Μάρτιο του 1950 ο αδελφός Μακ Ντόναλντ παντρεύτηκε τη Σάλι Γουάιλντ από την Αγγλία, η οποία είχε υπηρετήσει στο Μπέθελ της Βρετανίας. Ο Μακ, όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά, και η Σάλι έκαναν πολύ καλό έργο εκείνα τα πρώτα χρόνια, και οι άνθρωποι με τους οποίους μελετούσαν εξακολουθούν να υπηρετούν τον Ιεχωβά πιστά.

Το 1957, ο Μακ και η Σάλι επέστρεψαν στην Αγγλία, όπου η Σάλι πέθανε από καρκίνο ο οποίος είχε διαγνωστεί στην Ισλανδία. Ο Μακ ξανάρχισε την ολοχρόνια υπηρεσία μετά το θάνατο της Σάλι και υπηρέτησε ως τακτικός σκαπανέας και κατόπιν ως περιοδεύων επίσκοπος επί 13 χρόνια. Το 1960, παντρεύτηκε τη Βάλερι Χάργκριβς, μια ειδική σκαπάνισσα. Υπηρέτησαν μαζί σε διάφορες περιοχές στη Βρετανία, από τη βόρεια Σκωτία μέχρι τα Νησιά της Μάγχης, στη νότια ακτή της Αγγλίας. Καθώς υπηρετούσαν στα βόρεια της περιοχής τους φτάνοντας μέχρι τα νησιά Σέτλαντ στα ανοιχτά της βόρειας ακτής της Σκωτίας, ο Μακ έλεγε: «Η επόμενη στάση είναι η Ισλανδία!» χωρίς στην πραγματικότητα να περνάει ποτέ από το μυαλό του ότι θα πήγαιναν εκεί.

Ωστόσο, το 1972, ο Μακ και η Βάλερι διορίστηκαν ως ιεραπόστολοι και στάλθηκαν ξανά στην Ισλανδία. Ο Μακ υπηρέτησε ως υπηρέτης τμήματος και αργότερα ως συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος. Αυτός και η Βάλερι παρέμειναν στην Ισλανδία εφτά χρόνια και κατόπιν διορίστηκαν στην Ιρλανδία ιεραπόστολοι, πρώτα στο Δουβλίνο και αργότερα στη Βόρεια Ιρλανδία. Αφού υπηρέτησαν στην Ιρλανδία 20 χρόνια, ο Μακ πέθανε από καρκίνο το Δεκέμβριο του 1999, έχοντας δαπανήσει 60 χρόνια στην ολοχρόνια υπηρεσία. Η Βάλερι υπηρετεί ακόμη ως τακτική σκαπάνισσα στο Μπέλφαστ, στη Βόρεια Ιρλανδία.

[Εικόνα]

Η Βάλερι και ο Όλιβερ Μακ Ντόναλντ στο Ρέικιαβικ τη δεκαετία του 1970

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 218]

Ρέικιαβικ

Το Ρέικιαβικ, το οποίο σημαίνει «Καπνισμένος Όρμος», είναι η πρωτεύουσα της Ισλανδίας και το όνομα αυτό δόθηκε από τον πρώτο μόνιμο έποικο, τον Ίνγκολφουρ Άρναρσον, λόγω του ατμού που ανέβαινε από τις θερμές πηγές του. Σήμερα το Ρέικιαβικ είναι μια πολύβουη σύγχρονη πόλη με συνολικό πληθυσμό 180.000 κατοίκων περίπου.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 223, 224]

Έκαναν την Ισλανδία Σπίτι Τους

Ο Πολ Χάινε Πίδερσεν είναι από τη Δανία. Διορίστηκε στην Ισλανδία ως ειδικός σκαπανέας το 1959. Το 1961 παρευρέθηκε σε δύο Διεθνείς Συνελεύσεις «Ενωμένοι Λάτρεις» στην Ευρώπη, όπου συνάντησε τη Βάιολετ. Εκείνη είχε έρθει από την Καλιφόρνια για να παρακολουθήσει μερικές από αυτές τις συνελεύσεις.

Μετά τις συνελεύσεις, ο Πολ επέστρεψε στην Ισλανδία και η Βάιολετ γύρισε πίσω στην Καλιφόρνια. Αλληλογραφούσαν επί πέντε μήνες, και τον Ιανουάριο του 1962 η Βάιολετ ήρθε στην Ισλανδία για να παντρευτεί τον Πολ. Εκείνος εξακολουθούσε να υπηρετεί ως σκαπανέας και ήταν ο μόνος Μάρτυρας σε μια αραιοκατοικημένη περιοχή στη βορειοδυτική Ισλανδία. Έμειναν σε μια μικρή πόλη όπου στη διάρκεια του χειμώνα ο ήλιος δεν ανατέλλει επί δύο μήνες. Για να πλησιάσουν μερικούς από τους ανθρώπους του τομέα, χρειαζόταν να ταξιδεύουν σε απότομους και συχνά πολύ παγωμένους ορεινούς δρόμους, ενώ το μόνο μέσο μεταφοράς τους ήταν μια μοτοσικλέτα που είχε φέρει ο Πολ από τη Δανία. Εφόσον η Βάιολετ είχε γεννηθεί και ανατραφεί στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια, αρκετοί αδελφοί νόμιζαν ότι δεν θα άντεχε για πολύ στην Ισλανδία. Αλλά εκείνη άντεξε και αγάπησε τη χώρα και τους ανθρώπους.

Ο Πολ και η Βάιολετ έκαναν μαζί σκαπανικό ωσότου γεννήθηκε η κόρη τους, η Ελίσαμπετ, το 1965. Ο Πολ συνέχισε το σκαπανικό μέχρι το 1975 και η Βάιολετ έκανε περιστασιακά σκαπανικό στη διάρκεια εκείνων των χρόνων. Το 1977 αποφάσισαν να μετακομίσουν στην Καλιφόρνια λόγω της υγείας του Πολ. Με τον καιρό, ένιωσαν την ισχυρή ώθηση να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη για ευαγγελιζομένους της Βασιλείας ήταν μεγαλύτερη. Ανέλαβαν ξανά το σκαπανικό και, όταν η κόρη τους τελείωσε το σχολείο και ενηλικιώθηκε, διορίστηκαν να επιστρέψουν στην Ισλανδία ως ιεραπόστολοι. Υπηρέτησαν μερικά χρόνια στον ιεραποστολικό αγρό και στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου. Το 1989, ζητήθηκε από τον Πολ να υπηρετήσει ως μέλος της Επιτροπής του Τμήματος. Κατόπιν, το 1991, λειτούργησε επίσημα ένας Οίκος Μπέθελ στην Ισλανδία, με τον Πολ και τη Βάιολετ να είναι τα πρώτα μέλη της οικογένειας Μπέθελ. Συνεχίζουν να υπηρετούν εκεί.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 228, 229]

Γνωστοί για τη Φιλοξενία Τους

Ο Φρίδρικ Γκισλάσον και η σύζυγός του, η Έιντα, ήταν μεταξύ των εφτά που βαφτίστηκαν το 1956. Ο Φρίδρικ και η Έιντα έμαθαν την αλήθεια από τον Όλιβερ και τη Σάλι Μακ Ντόναλντ. Στην αρχή, η Γραφική μελέτη διεξαγόταν με τον Φρίδρικ, ενώ η Έιντα ασχολούνταν όλο το χειμώνα με το σύλλογο ραπτικής στον οποίο ανήκε. Όταν έκλεισε ο σύλλογος ραπτικής την άνοιξη, εκείνη καθόταν στην κουζίνα κατά τη διάρκεια της μελέτης. Τελικά, η περιέργειά της για τις Γραφικές συζητήσεις την υποκίνησε να ρωτήσει αν θα μπορούσε να κάθεται στη μελέτη χωρίς να συμμετέχει. Σύντομα, όμως, άρχισε να συμμετέχει κανονικά.

Αργότερα, διεξαγόταν τακτικά στο σπίτι τους η Μελέτη Σκοπιάς στην αγγλική. Άρχισαν να παρακολουθούν συναθροίσεις στον ιεραποστολικό οίκο. «Θυμάμαι ότι κάναμε τις συναθροίσεις σε ένα μικρό δωμάτιο στη σοφίτα όπου ζούσαν οι ιεραπόστολοι», λέει ο Φρίδρικ. «Υπήρχε χώρος για 12 καρέκλες, αλλά μερικές φορές, όταν έρχονταν περισσότεροι από ό,τι συνήθως, ανοίγαμε την πόρτα του μικρού δωματίου που βρισκόταν δίπλα. Πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα σήμερα—τρεις εκκλησίες γεμίζουν τώρα την Αίθουσα Βασιλείας στο Ρέικιαβικ!»

Ο Φρίδρικ και η Έιντα έγιναν πασίγνωστοι για τη φιλοξενία τους. Παρότι ανέτρεφαν έξι παιδιά, το σπίτι τους ήταν πάντοτε ανοιχτό για τους αδελφούς. Τα πρώτα χρόνια της εκκλησίας, πολλοί που έφταναν στην Ισλανδία από άλλες χώρες χαίρονταν να μένουν με τον Φρίδρικ και την Έιντα, οι οποίοι τους παρείχαν κατάλυμα ώσπου να μπορέσουν να βρουν δικό τους σπίτι.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 232]

Η Αγία Γραφή στην Ισλανδική

Η παλιότερη μετάφραση της Αγίας Γραφής στην ισλανδική συναντάται σε ένα έργο του 14ου αιώνα με την ονομασία Στιορντν, το οποίο περιέχει μεταφράσεις και παραφράσεις τμημάτων των Εβραϊκών Γραφών. Η πρώτη ολοκληρωμένη «Καινή Διαθήκη» στην ισλανδική τυπώθηκε το 1540. Μεταφραστής ήταν ο Όντουρ Γκοτσκάουλκσον, γιος του επισκόπου του Χόλαρ. Αυτός είχε ασπαστεί τη μεταρρυθμισμένη πίστη στη Νορβηγία και είχε έρθει σε επαφή με τον Μαρτίνο Λούθηρο στη Γερμανία. Σύμφωνα με την ιστορία, όταν ο Όντουρ επέστρεψε στην Ισλανδία, έκανε το μεταφραστικό του έργο με μεγάλη δυσκολία μέσα σε έναν στάβλο για αγελάδες, μη θέλοντας να προσβάλει τον Καθολικό εργοδότη του, τον επίσκοπο του Σκάλχολτ. Ο Όντουρ μετέφρασε το κείμενο από τη Λατινική Βουλγάτα και πήγε ο ίδιος προσωπικά το χειρόγραφό του στη Δανία για να το τυπώσει. Το 1584, ο Επίσκοπος Γκβέδμπραντερ Θορλάουκσον έδωσε εντολή να τυπωθεί η πρώτη ολοκληρωμένη Αγία Γραφή στην ισλανδική. Η πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση της Αγίας Γραφής από την πρωτότυπη εβραϊκή και ελληνική τυπώθηκε το 1908, και μια αναθεωρημένη έκδοση το 1912.

[Εικόνα]

«Γκβεδμπραντσμπίμπλια», η πρώτη ολοκληρωμένη Αγία Γραφή στην ισλανδική

[Πίνακας/Εικόνες στη σελίδα 216, 217]

ΙΣΛΑΝΔΙΑΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

1929: Φτάνει ο Γκέιοργκ Φ. Λίνταλ, ο πρώτος ευαγγελιζόμενος στη χώρα.

1940

1947: Φτάνουν οι πρώτοι ιεραπόστολοι της Γαλαάδ.

1950: Σχηματίζεται μια μικρή εκκλησία.

1960

1960: Η Σκοπιά εκδίδεται στην ισλανδική.

1962: Ιδρύεται γραφείο τμήματος στο Ρέικιαβικ.

1975: Ολοκληρώνεται το νέο, διευρυμένο γραφείο τμήματος και γίνεται η αφιέρωσή του.

1980

1992: Συγκροτείται Επιτροπή Προσέγγισης Νοσοκομείων.

1995: Οικοδομούνται δύο Αίθουσες Βασιλείας μέσα σε τέσσερις μέρες στη διάρκεια του Ιουνίου.

2000

2004: 284 ευαγγελιζόμενοι είναι δραστήριοι στην Ισλανδία.

[Γράφημα]

(Βλέπε έντυπο)

Σύνολο Ευαγγελιζομένων

Σύνολο Σκαπανέων

300

200

100

1940 1960 1980 2000

[Χάρτες στη σελίδα 209]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΙΣΛΑΝΔΙΑ

Χούσαβικ

Χόλαρ

Άκουρέιρι

Σεϊδισφγέρδουρ

Νεσκαουπστάδουρ

Εσκιφγέρδουρ

Στικγισχόλμουρ

Μπόργκαρνες

Χεπν

ΡΕΪΚΙΑΒΙΚ

Σκάλχολτ

Κγιέπλαβικ

Σέλφος

[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 202]

[Εικόνα στη σελίδα 207]

Δεξιά: Γκέιοργκ Φ. Λίνταλ, 1947

[Εικόνα στη σελίδα 207]

Κάτω: Ο αδελφός Λίνταλ με ένα ισλανδικό πόνι, στις αρχές της δεκαετίας του 1930

[Εικόνα στη σελίδα 212]

Ορισμένοι από τους πρώτους ιεραποστόλους στην Ισλανδία, από αριστερά προς τα δεξιά: Ίνγκβαντ Γιένσεν, Όλιβερ Μακ Ντόναλντ και Λίο Λάρσεν

[Εικόνα στη σελίδα 220]

Αυτό το κτίριο στέγαζε το γραφείο τμήματος από το 1962 έως το 1968

[Εικόνα στη σελίδα 227]

Εκατό και πλέον ευαγγελιζόμενοι από την Ισλανδία παρευρέθηκαν στη Διεθνή Συνέλευση «Επί Γης Ειρήνη» στην Κοπεγχάγη της Δανίας το 1969

[Εικόνα στη σελίδα 235]

Η Ίρας και ο Τσελ Γκίλναρντ στο Άκουρέιρι, Ιανουάριος 1993

[Εικόνα στη σελίδα 238]

Δεξιά: Η μηχανότρατα «Σβάλμπακερ»

[Εικόνα στη σελίδα 238]

Κάτω: Φρίδρικ και Τσελ

[Εικόνα στη σελίδα 241]

Δεξιά: Όντνι Χελγκαντότιρ

[Εικόνα στη σελίδα 241]

Κάτω: Γκβέδρουν Ολαφσντότιρ

[Εικόνα στη σελίδα 243]

Δεξιά: Αίθουσα Βασιλείας και ιεραποστολικός οίκος στο Άκουρέιρι

[Εικόνα στη σελίδα 243]

Κάτω: Ο Μπγιάντνι Γιόνσον μπροστά από το γραφείο τμήματος

[Εικόνα στη σελίδα 249]

Επάνω: Οικοδόμηση της Αίθουσας Βασιλείας στο Σέλφος, 1995

[Εικόνα στη σελίδα 249]

Δεξιά: Το κτίριο ολοκληρωμένο

[Εικόνα στη σελίδα 253]

Η οικογένεια Μπέθελ της Ισλανδίας

[Εικόνα στη σελίδα 254]

Επιτροπή του Τμήματος από αριστερά προς τα δεξιά: Μπγιάντνι Γιόνσον, Γκβέδμεντερ Χ. Γκβέδμεντσον, Πολ Χ. Πίδερσεν και Μπέργκδορ Ν. Μπέργκδορσον