Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ταϊτή

Ταϊτή

Ταϊτή

Όταν τα βλέπει κανείς από ψηλά, τα νησιά της Γαλλικής Πολυνησίας, όπως η Ταϊτή, το Μοορέα και το Μπόρα Μπόρα, φαντάζουν σαν πετράδια μέσα στην απεραντοσύνη του βαθυγάλανου Ειρηνικού Ωκεανού. Οι λιμνοθάλασσές τους που αστράφτουν στο φως, στολισμένες με κοράλλια και γεμάτες πολύχρωμα ψάρια, περιβάλλονται από παραλίες άλλοτε χρυσαφένιες και άλλοτε μελανόχρωμες. Κοκκοφοίνικες κατάφορτοι με καρύδες λικνίζονται στο αεράκι. Η δε τραχιά, ορεινή ενδοχώρα, καταπράσινη και σκεπασμένη με σύννεφα, κάνει την κάθε τοποθεσία να μοιάζει με καρτ ποστάλ.

Δικαιολογημένα, λοιπόν, τόσο ζωγράφοι όσο και συγγραφείς έχουν παρουσιάσει αυτά τα νησιά σαν τον επίγειο παράδεισο. Θα πρέπει να φάνταζαν πράγματι σαν παράδεισος στα μάτια των ναυτικών του παρελθόντος που πρώτοι τα είδαν και εγκαταστάθηκαν εκεί, ίσως πριν από χίλια ή και περισσότερα χρόνια. Αυτοί οι αξιοθαύμαστοι εξερευνητές, των οποίων οι ρίζες προφανώς βρίσκονται στη Νοτιοανατολική Ασία, αποτέλεσαν τους προγόνους του λαού που τώρα είναι γνωστός ως Πολυνήσιοι. Στο πέρασμα των αιώνων, εξαπλώθηκαν από τις νησιωτικές βάσεις στις οποίες είχαν εγκατασταθεί και ταξίδεψαν ακόμη πιο μακριά στον απέραντο Ειρηνικό, επεκτείνοντας την επικράτειά τους στα μυριάδες νησιά και στις ατόλλες του.

Αυτό που σήμερα ονομάζουμε Πολυνησία βρίσκεται μέσα σε ένα νοητό τρίγωνο το οποίο ξεκινάει από τη Χαβάη στα βόρεια, συνεχίζει ως το Νησί του Πάσχα στα νοτιοανατολικά και μέχρι τη Νέα Ζηλανδία σε μεγάλη απόσταση στα νοτιοδυτικά. Αυτή η αφήγηση επικεντρώνεται σε ένα τμήμα της Πολυνησίας—τη Γαλλική Πολυνησία—όπου η Ταϊτή είναι το κύριο νησί. * Η Γαλλική Πολυνησία αποτελείται από πέντε αρχιπελάγη: τα νησιά Τουμπουάι (Οστράλ), τα νησιά Γκαμπιέ, τα νησιά Μαρκέσας, τα νησιά Σοσιετέ και το αρχιπέλαγος Τουαμότου. Μόλις το 16ο αιώνα ανακάλυψαν οι Ευρωπαίοι εξερευνητές, τυχαία, αυτή την περιοχή του Ειρηνικού.

Άφιξη των Ευρωπαίων

Ο Ισπανός Άλβαρο δε Μεντάνια δε Νέιρα ανακάλυψε μερικά από τα νησιά Μαρκέσας το 1595. Ο Πέδρο Φερνάντεθ δε Κεϊρός, ο οποίος είχε υπηρετήσει υπό τις διαταγές του Μεντάνια δε Νέιρα, ανακάλυψε μέρος του αρχιπελάγους Τουαμότου το 1606. Ο Ολλανδός εξερευνητής Γιάκομπ Ρόγκεβεεν ανακάλυψε τα νησιά Μπόρα Μπόρα, Μακατέα και Μαουπίτι το 1722. Το 1767, ο πλοίαρχος Σάμιουελ Γουόλις με το βρετανικό πολεμικό πλοίο Ντόλφιν κατέπλευσε στην Ταϊτή, το μεγαλύτερο νησί της Γαλλικής Πολυνησίας. Τον επόμενο χρόνο, το ίδιο έκανε και ένας Γάλλος θαλασσοπόρος, ο πλοίαρχος Λουί-Αντουάν ντε Μπουγκενβίλ.

Εντυπωσιασμένος από την ομορφιά του νησιού και κατάπληκτος από τον αισθησιασμό των κατοίκων του, ο Μπουγκενβίλ ονόμασε την Ταϊτή «Νέα Κύθηρα, από το νησί των Κυθήρων στην Πελοπόννησο κοντά στο οποίο λεγόταν ότι η Αφροδίτη [η θεά του έρωτα και της ομορφιάς] αναδύθηκε από τη θάλασσα», σύμφωνα με το βιβλίο Κουκ & Ομάι—Η Λατρεία των Νότιων Θαλασσών (Cook & Omai—The Cult of the South Seas). Ο Βρετανός εξερευνητής Τζέιμς Κουκ επισκέφτηκε την Ταϊτή τέσσερις φορές από το 1769 ως το 1777. Εκείνος έδωσε στο αρχιπέλαγος στο οποίο βρίσκεται η Ταϊτή το όνομα Σοσάιετι (Society), ή Σοσιετέ, όπως είναι γνωστά σήμερα αυτά τα νησιά.

Μετά τους εξερευνητές ακολούθησαν οι ιεραπόστολοι. Οι πιο αποτελεσματικοί ήταν αυτοί που στάλθηκαν από την Ιεραποστολική Εταιρία του Λονδίνου, ένα ίδρυμα που υποστηριζόταν από τους Προτεστάντες. Δυο από αυτούς τους ιεραποστόλους, ο Χένρι Νοτ και ο Τζον Ντέιβις, επιτέλεσαν το γιγάντιο έργο της μεταφοράς της ταϊτικής σε γραπτή μορφή και κατόπιν της μετάφρασης της Αγίας Γραφής σε αυτή τη γλώσσα. Μέχρι σήμερα, η ταϊτική Αγία Γραφή χρησιμοποιείται ευρύτατα στη Γαλλική Πολυνησία, ειδικά στα πολλά νησιά στα οποία η Προτεσταντική Εκκλησία έχει ισχυρή επιρροή. Οι ιεραπόστολοι των Αντβεντιστών, των Καθολικών και των Μορμόνων είχαν και αυτοί κάποια επιτυχία. Η Καθολική Εκκλησία, για παράδειγμα, είναι ισχυρή στα νησιά Μαρκέσας, Γκαμπιέ και στο ανατολικό αρχιπέλαγος Τουαμότου.

Πώς έγιναν τα πέντε αρχιπελάγη διοικητικό διαμέρισμα της Γαλλίας; Αρχής γενομένης το 1880, η Γαλλία προσάρτησε σταδιακά τα νησιά, σχηματίζοντας μια νέα γαλλική αποικία. Πρωτεύουσα έγινε η Παπεετέ της Ταϊτής, ενώ χορηγήθηκε στους κατοίκους της περιοχής η γαλλική υπηκοότητα. Το 1946 η Γαλλία ανακήρυξε τα νησιά υπερπόντιο διοικητικό διαμέρισμα και το 1957 η περιοχή πήρε το όνομα Γαλλική Πολυνησία.

Έρχεται το Άγγελμα της Βασιλείας

Ο πρώτος Μάρτυρας που επισκέφτηκε την Ταϊτή ήταν ο Σίντνεϊ Σέπερντ, ο οποίος έφτασε το 1931. Επί δύο χρόνια, ο Σίντνεϊ ταξίδευε σε αρκετά νησιά του Ειρηνικού για να δώσει μαρτυρία στους ανθρώπους. Κατόπιν ήρθε ο Νεοζηλανδός Φρανκ Ντιούαρ. Μολονότι αυτοί οι αδελφοί δεν μπόρεσαν να παραμείνουν μεγάλο διάστημα, έδωσαν πολλά έντυπα. Μάλιστα, περίπου δύο δεκαετίες αργότερα, ο επίσκοπος περιοχής Λέναρντ (Λεν) Χέλμπεργκ από την Αυστραλία ανέφερε: «Ήμουν με τον υπηρέτη εκκλησίας στο αυτοκίνητο διασχίζοντας την Παπεετέ όταν εκείνος σταμάτησε για να πάρει κάποιον που γνώριζε από τις αγροτικές περιοχές—έναν ηλικιωμένο Αμερικανό. Όταν αυτός έμαθε ότι είμαι Μάρτυρας, είπε: “Α, θυμάμαι που κάποιος από τους δικούς σας ήρθε εδώ πριν από χρόνια και μου άφησε μια στοίβα βιβλία του δικαστή Ρόδερφορντ”. Αυτό ήταν ένα από τα πολλά στοιχεία που μαρτυρούσαν το έργο των σκαπανέων οι οποίοι προηγήθηκαν από εμάς. Ο εν λόγω σκαπανέας ήταν ή ο Σίντνεϊ Σέπερντ ή ο Φρανκ Ντιούαρ».

Ανάμεσα στους πρώτους διαγγελείς της Βασιλείας που έδωσαν εκτενέστερη μαρτυρία στη Γαλλική Πολυνησία ήταν ο Ζαν-Μαρί και η Ζαν Φελίξ, ένα αντρόγυνο που γνώρισε την αλήθεια στην Αλγερία, η οποία ήταν τότε γαλλική αποικία. Βαφτίστηκαν το 1953. Το 1955 απευθύνθηκε μια πρόσκληση στους ευαγγελιζομένους της Βασιλείας να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη, περιλαμβανομένης και της Γαλλικής Πολυνησίας. Ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση, το ζεύγος Φελίξ και ο μικρός τους γιος, ο Ζαν-Μαρκ, μετακόμισαν στην Ταϊτή το 1956. Ωστόσο, ο Ζαν-Μαρί, που ήταν μηχανικός, δεν μπορούσε να βρει εργασία. Έτσι λοιπόν, η οικογένεια πήγε 230 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Ταϊτής στο νησί Μακατέα, στο αρχιπέλαγος Τουαμότου, όπου ο Ζαν-Μαρί βρήκε εργασία σε μια εταιρία εκμετάλλευσης φωσφορικών αλάτων.

Το ζευγάρι άρχισε αμέσως να δίνει μαρτυρία στους γείτονές του και στους συναδέλφους του Ζαν-Μαρί. Η Ζαν γράφει: «Οι νησιώτες έδειχναν μεγάλο σεβασμό για την Αγία Γραφή, άκουγαν πολύ προσεκτικά το άγγελμα της Βασιλείας και προσηλώνονταν στη Γραφική τους μελέτη. Αυτό μας ενθάρρυνε. Ο τοπικός κλήρος, ωστόσο, μας έκανε να νιώθουμε εντελώς ανεπιθύμητοι. Μάλιστα προειδοποίησαν το ποίμνιό τους για τους “ψευδοπροφήτες” που βρίσκονταν ανάμεσά τους, λέγοντας ότι δεν έπρεπε να μας μιλάνε και ούτε καν να περνάνε μπροστά από το σπίτι μας!»

Με τον καιρό, όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι άλλαξαν γνώμη για αυτό το ζευγάρι Χριστιανών. Πολλοί νησιώτες ανέπτυξαν μάλιστα βαθύ σεβασμό για τον Ζαν-Μαρί και τη Ζαν επειδή εκείνοι δεν καταφρονούσαν τους Πολυνήσιους, όπως έκαναν ορισμένοι Ευρωπαίοι στο νησί Μακατέα.

Εντούτοις, απαιτούνταν θάρρος για να συνεχίσουν το έργο, δεδομένου ότι ο διευθυντής της εταιρίας φωσφορικών αλάτων μπορούσε να απολύσει κάποιον υπάλληλο ανά πάσα στιγμή. Επιπλέον, οι δυο χωροφύλακες του νησιού επισκέπτονταν μερικές φορές την οικογένεια για να διερευνήσουν τις δραστηριότητές της. Σιγά σιγά, αυτοί οι Γάλλοι αστυνομικοί αντιλήφθηκαν ότι ο Ζαν-Μαρί και η Ζαν δεν αποτελούσαν απειλή. Μάλιστα, άρχισαν να τους φέρονται φιλικά.

Ο πρώτος σπουδαστής της Γραφής που σημείωσε καλή πνευματική πρόοδο ήταν ο Μάουι Πίιραϊ, συνάδελφος του Ζαν-Μαρί και Πολυνήσιος. Καθώς η αλήθεια άγγιζε την καρδιά του Μάουι, αυτός έκανε μεγάλες αλλαγές στη ζωή του. Για παράδειγμα, έκοψε το κάπνισμα, σταμάτησε να πίνει υπερβολικά και παντρεύτηκε τη γυναίκα με την οποία συζούσε επί 15 χρόνια. Όταν βαφτίστηκε τον Οκτώβριο του 1958, ο Μάουι έγινε ο πρώτος Πολυνήσιος σε αυτή την περιοχή που αφιέρωσε τη ζωή του στον Ιεχωβά. Φυσικά, μετέδιδε και αυτός τα καλά νέα σε άλλους, πράγμα που εξόργισε τον κλήρο. Ένας πάστορας, μάλιστα, προσπάθησε με μηχανορραφίες να πετύχει την απόλυση του Μάουι. Αλλά η πλεκτάνη απέτυχε επειδή ο Μάουι ήταν καλός εργαζόμενος με εξαίρετη υπόληψη.

Το δεύτερο άτομο στο Μακατέα που ανταποκρίθηκε στο Λόγο του Θεού ήταν η Ζερμέν Αμαρού, μια δασκάλα που ήρθε σε επαφή με την αλήθεια μέσω ενός μαθητή της, του γιου του ζεύγους Φελίξ, του Ζαν-Μαρκ. Αν και ήταν μόλις εφτά χρονών, ο Ζαν-Μαρκ εντυπωσίασε τόσο πολύ τη δασκάλα του με τις Βιβλικές του γνώσεις ώστε αυτή τηλεφώνησε στους γονείς του. Εκείνοι άρχισαν κατόπιν Γραφική μελέτη μαζί της. Αλλά αυτό δεν ήταν το τέλος της όλης ιστορίας. Η Ζερμέν βοήθησε έπειτα μια συνάδελφό της, τη Μονίκ Σατζ, και το σύζυγό της, τον Ροζέρ, να γνωρίσουν τον Ιεχωβά.

Το ζεύγος Φελίξ και ο Μάουι Πίιραϊ άρχισαν επίσης να μελετούν με τον Μανουάρι Τεφαατάου, έναν νεαρό διάκονο της Προτεσταντικής εκκλησίας στο Μακατέα, καθώς και με το φίλο του τον Αράι Τερίι. Στην αρχή, οι δυο τους συνέχιζαν να πηγαίνουν στη δική τους εκκλησία, ενώ συγχρόνως ανέφεραν σε άλλους ενορίτες Γραφικές αλήθειες σχετικά με την Τριάδα, την πύρινη κόλαση, την αθανασία της ψυχής και ούτω καθεξής. Όπως καταλαβαίνετε, αυτό έφερε μεγάλη αναστάτωση στην Προτεσταντική κοινότητα. Σαν τους αρχαίους Βεροιείς, όμως, πολλά ειλικρινή άτομα μελέτησαν επισταμένα τη Γραφή τους για να διαπιστώσουν αν τα όσα άκουγαν ήταν αληθινά.—Πράξ. 17:10-12.

Περιττό να πούμε ότι αυτό δεν χαροποίησε τον πάστορα της εκκλησίας. Μάλιστα αυτός απείλησε να διώξει όποιον συνέχιζε να ακούει τους Μάρτυρες. Μερικοί υποχώρησαν μπροστά στην απειλή, ενώ άλλοι έκαναν πνευματική πρόοδο και έφυγαν από την εκκλησία. Ανάμεσα στους τελευταίους ήταν και ο Μανουάρι με τον Αράι, καθώς και η σύζυγος του Μάουι Πίιραϊ, η Μόια, και ο Ταΐνα Ρατάρο, ο οποίος αναφέρεται παρακάτω σε αυτή την αφήγηση.

Αρχικά, ο αυξανόμενος όμιλος των ευαγγελιζομένων και των ατόμων που μελετούσαν τη Γραφή συναθροιζόταν στο σπίτι του ζεύγους Φελίξ, όπου ο Ζαν-Μαρί εκφωνούσε ομιλίες στη γαλλική και ο Μάουι τις μετέφραζε στην ταϊτική. Όταν η οικογένεια Φελίξ έφυγε από το Μακατέα το 1959, ο όμιλος μετακινήθηκε στο σπίτι του Μάουι, ο οποίος ήταν πλέον βαφτισμένος αδελφός. Ποια ήταν η άποψη του Ζαν-Μαρί και της Ζαν για την υπηρεσία τους στα νησιά; Η Ζαν, που τώρα είναι χήρα και ζει στην Ιταλία, μιλάει και εκ μέρους του εκλιπόντος συζύγου της, λέγοντας: «Δεν μετανιώσαμε ποτέ. Στην πραγματικότητα, η διακονία μας στο Μακατέα αποτελούσε την πιο όμορφη ανάμνηση των χρόνων που ζήσαμε μαζί».

Τα Καλά Νέα Φτάνουν στην Ταϊτή

Το 1955, λίγο προτού το ζεύγος Φελίξ πάει στο Μακατέα, ο Λεν Χέλμπεργκ διορίστηκε από το γραφείο τμήματος της Αυστραλίας να ξεκινήσει το έργο περιοχής στο Νότιο Ειρηνικό. Ο διορισμός του κάλυπτε εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα, από τη Νέα Καληδονία μέχρι τη Γαλλική Πολυνησία. Ωστόσο, σε αυτόν τον αχανή τομέα ζούσαν λιγότεροι από 90 ευαγγελιζόμενοι, και κανείς τους δεν έμενε στην Ταϊτή. Ο Λεν έθεσε τρεις βασικούς στόχους: να επισκέπτεται κάθε εκκλησία και κάθε όμιλο ανά έξι μήνες, να έρχεται σε επαφή με κάθε απομονωμένο ευαγγελιζόμενο και ενδιαφερόμενο άτομο και να ανοίξει νέους τομείς χρησιμοποιώντας, όποτε ήταν δυνατόν, την ταινία Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου εν Δράσει.

Το Δεκέμβριο του 1956, ο Λεν αποβιβάστηκε στην Ταϊτή για πρώτη φορά και έμεινε εκεί δύο μήνες. Είχε μάθει γαλλικά στο σχολείο αλλά τα περισσότερα τα είχε ξεχάσει. Ξεκίνησε, λοιπόν, κάνοντας έργο στον εμπορικό τομέα με σκοπό να βρει άτομα που μιλούσαν την αγγλική. Εκεί γνώρισε έναν από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στην Ταϊτή. Εκείνος άκουσε με μεγάλο ενδιαφέρον και ζήτησε από τον Λεν να τον επισκεφτεί ξανά. Το επόμενο Σάββατο, αφού γευμάτισαν μαζί, κάλεσε τον Λεν στο σπίτι του, όπου και πήγαν με το αυτοκίνητο του ανθρώπου που το οδηγούσε σοφέρ. Ο Λεν γράφει: «Κατόπιν, το απόγευμα, προς έκπληξή μου, πήρε ένα μεγάλο κοχύλι και σφύριξε. Αυτό, όπως διαπίστωσα, ήταν σήμα για όλους τους προύχοντες του χωριού να συγκεντρωθούν σε μια αίθουσα συνεδριάσεων δίπλα στο σπίτι του.

»Ήρθαν πάνω από δέκα άτομα, περιλαμβανομένου και του δημάρχου, του αρχηγού της αστυνομίας και αρκετών διακόνων της Προτεσταντικής εκκλησίας. Αφού με σύστησε ως εκπρόσωπο των Μαρτύρων του Ιεχωβά, “μιας καινούριας θρησκείας στα νησιά”, ο οικοδεσπότης μου έκανε την εξής ανακοίνωση: “Ο κ. Χέλμπεργκ θα απαντήσει τώρα σε οποιεσδήποτε Γραφικές ερωτήσεις έχετε”. Μπόρεσα να απαντήσω σε όλες τις ερωτήσεις που εγέρθηκαν». Αυτή η διαδικασία γινόταν κάθε Σάββατο τους επόμενους δύο μήνες. Αν και εκείνος ο πλούσιος άνθρωπος ποτέ δεν δέχτηκε την αλήθεια, διευθέτησε όμως να προβάλει ο Λεν την ταινία Η Κοινωνία του Νέου Κόσμου εν Δράσει σε ένα νοσοκομείο για λεπρούς. Την παρακολούθησαν πάνω από 120 άτομα.

Ανταποκρίθηκε κανείς στο άγγελμα της Βασιλείας; Ο αδελφός Χέλμπεργκ θυμάται: «Τη μέρα των Χριστουγέννων του 1956, ενώ έκανα έργο από σπίτι σε σπίτι στην περιοχή Αρούε, επισκέφτηκα μια οικογένεια ονόματι Μικέλι, η οποία δέχτηκε πρόθυμα το άγγελμα». Η οικογένεια Μικέλι γνώριζε τη Σκοπιά και το Ξύπνα! χάρη σε έναν συγγενή που ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο οποίος είχε διευθετήσει να λαβαίνουν τα τεύχη με συνδρομή. Αργότερα, η κόρη της οικογένειας Μικέλι, η Ιρέν, και ο σύζυγός της γνώρισαν την αλήθεια. Ο Λεν μπόρεσε επίσης να ξεκινήσει Γραφική μελέτη με κάποιον κύριο Γκαρνιέ, πράγμα το οποίο οδήγησε στο να δεχτούν την αλήθεια και άλλα μέλη της οικογένειάς του. Όταν σχηματίστηκε η Εκκλησία Παπεετέ το 1959, οι οικογένειες Μικέλι και Γκαρνιέ ήταν ανάμεσα στα πρώτα μέλη της.

Το 1957, όταν ο αδελφός Χέλμπεργκ πήγε στη Σχολή Γαλαάδ, το γραφείο τμήματος της Αυστραλίας ζήτησε από έναν επίσκοπο περιοχής, τον Πολ Έβανς, και τη σύζυγό του Φράνσις να επισκεφτούν την Ταϊτή. Στο σύντομο διάστημα που έμειναν στο νησί διέθεσαν πάνω από 70 Άγιες Γραφές και βιβλία και έκαναν πολλές συνδρομές στη Σκοπιά και στο Ξύπνα! Ο αδελφός Έβανς έγραψε: «Αρκετά άτομα στην Ταϊτή έχουν τώρα επαρκή Γραφική γνώση και ενδιαφέρονται τόσο πολύ ώστε ανυπομονούν να αρχίσουν να κηρύττουν υπό την κατεύθυνση της οργάνωσης». Θα λάβαιναν αυτά τα καινούρια άτομα την υποστήριξη και την κατεύθυνση που χρειάζονταν;

Μια Ταϊτινή Αδελφή Επιστρέφει στη Γενέτειρά Της

Η Ανιές, μια νεαρή Ταϊτινή, έφυγε από την Ταϊτή για τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1936 προκειμένου να παντρευτεί έναν Αμερικανό, τον Ερλ Σενκ. Οι δυο τους ήρθαν σε επαφή με Μάρτυρες του Ιεχωβά, δέχτηκαν πρόθυμα την αλήθεια και βαφτίστηκαν στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας το 1954. Το 1957, αυτοί και οι φίλοι τους Κλάιντ και Αν Νιλ κάθονταν μαζί σε μια συνέλευση περιφερείας στο Λος Άντζελες όταν ο Νάθαν Νορ, από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία, ανακοίνωσε τα ονόματα αρκετών τόπων όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Η Ταϊτή συγκαταλεγόταν σε αυτούς.

«Η Ανιές αναπήδησε στο κάθισμά της από τη συγκίνηση και άρχισε να κλαίει», λέει ο αδελφός Νιλ. «Τότε εγώ στράφηκα σε εκείνη και στον Ερλ και τους είπα πως θα έκανα ό,τι μπορούσα για να βοηθήσω αυτούς και το γιο τους, ο οποίος ήταν 11 χρονών, να πάνε στην Ταϊτή. Εκείνη τη στιγμή, ο Ερλ, που ήταν ανάπηρος, άρχισε και αυτός να κλαίει. Είχε ζήσει στο Νότιο Ειρηνικό 17 χρόνια, εργαζόμενος ως καλλιτέχνης και συγγραφέας, και ήθελε πολύ να ξαναγυρίσει εκεί. Επιπλέον, η Ανιές, η σύζυγός του, εξακολουθούσε να έχει γαλλική υπηκοότητα».

Ο Κλάιντ συνεχίζει: «Έπειτα από πολλές προσευχές, η Αν και εγώ αποφασίσαμε ότι, μαζί με τους τρεις γιους μας, ηλικίας 12, 8 και 3 χρονών, θα πηγαίναμε στην Ταϊτή. Οι φίλοι μας Ντέιβιντ και Λιν Καράνο και ο γιος τους, ο Ντέιβιντ, αποφάσισαν να έρθουν μαζί μας. Έτσι λοιπόν, αφού παρακολουθήσαμε τη διεθνή συνέλευση του 1958 στην Πόλη της Νέας Υόρκης, αποπλεύσαμε για την Ταϊτή.

»Το γραφείο τμήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες μάς είχε δώσει τα ονόματα κάποιων ενδιαφερομένων, και έτσι, αμέσως μόλις φτάσαμε, αρχίσαμε να τους επισκεπτόμαστε. Η Ανιές, που είχε φτάσει πριν από εμάς, είχε ήδη ξεκινήσει να συμμετέχει με επιμέλεια στη διακονία. Επειδή ούτε εγώ ούτε η Αν μιλούσαμε τη γαλλική ή την ταϊτική, παίρναμε μαζί μας στο έργο την Ανιές όποτε ήταν δυνατόν. Όταν πηγαίναμε μόνοι μας, παίρναμε μαζί μας ένα αγγλικό και ένα γαλλικό αντίτυπο του βιβλίου “Έστω ο Θεός Αληθής”, του βοηθήματος μελέτης που χρησιμοποιούσαμε τότε».

Ως αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών σε συνδυασμό με το θεμέλιο που είχε θέσει ο αδελφός Χέλμπεργκ και ο αδελφός με την αδελφή Έβανς, σε λίγες μόλις εβδομάδες 17 άτομα άρχισαν να μελετούν το Λόγο του Θεού. Ο Κλάιντ θυμάται: «Ένας αξιομνημόνευτος σπουδαστής ήταν ο πρώην ιερέας των Προτεσταντών Τερατούα Βαϊτάπε. Αυτός είχε χάσει την εργασία του επειδή έκανε πολλές ερωτήσεις σχετικά με τα δόγματα της εκκλησίας. Ο Τερατούα ζούσε με την οικογένειά του σε ένα μικροσκοπικό σπίτι που είχε μόνο ένα δωμάτιο και δεν διέθετε ούτε υδραυλικές εγκαταστάσεις ούτε ηλεκτρικό ρεύμα. Μου είπε ότι είχε μάθει πολύ περισσότερα για την Αγία Γραφή μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες μελέτης μαζί μας από ό,τι είχε μάθει μελετώντας τέσσερα χρόνια στη θεολογική σχολή και εφτά χρόνια ως κληρικός».

Ο Κλάιντ συνεχίζει: «Έπειτα από αρκετές εβδομάδες που ήμασταν στο νησί, τα νέα είχαν διαδοθεί από στόμα σε στόμα και οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να ακούνε για εμάς. Αυτό ήταν καλό, γιατί οι Ταϊτινοί είναι φιλικοί και αγαπούν την Αγία Γραφή».

Στην αρχή, ο μικρός όμιλος των ευαγγελιζομένων συναθροιζόταν στο σπίτι της οικογένειας Σενκ. Μόνο δύο ενδιαφερόμενοι παρευρίσκονταν. «Σύντομα, όμως», θυμάται ο αδελφός Νιλ, «περίπου 15 άτομα παρευρίσκονταν μαζί μας σε τακτική βάση. Μια κυρία με την οποία μελετούσαμε είχε βοηθήσει τον Λεν Χέλμπεργκ όταν χάλασε το ποδήλατό του μπροστά στο σπίτι της δύο ή τρία χρόνια νωρίτερα. Ο Λεν τής είχε δώσει έντυπα, και εκείνη ενθουσιάστηκε όταν έμαθε ότι ήμασταν της ίδιας θρησκείας. Το σπίτι της ήταν μακριά από το δικό μας, έτσι λοιπόν, όταν την επισκεπτόμασταν, μας έκανε το τραπέζι—συνήθως με νοστιμότατα φρέσκα ψάρια μαγειρεμένα σε ατσάλινο τσουκάλι».

Προτού φύγουν οι οικογένειες Νιλ και Καράνο το Δεκέμβριο του 1958, ο Κλάιντ εκφώνησε τη δεύτερη ομιλία βαφτίσματος που είχε γίνει ποτέ στη Γαλλική Πολυνησία. Η πρώτη είχε εκφωνηθεί στο Μακατέα τον Οκτώβριο, όταν βαφτίστηκε ο Μάουι Πίιραϊ. Παρευρέθηκαν 60 άτομα και βαφτίστηκαν οχτώ. Μεταξύ αυτών ήταν και ο γιος του ζεύγους Νιλ, ο Στίβεν, και ο Ογκίστ Τεμαναχά, ένας Ταϊτινός ο οποίος θα βοηθούσε αργότερα στην ίδρυση μιας εκκλησίας στο νησί Χουαχίνε.

Περίοδος Σταθεροποίησης

Το γραφείο τμήματος στα Φίτζι ζήτησε από τον Τζον Χιούμπλερ και τη σύζυγό του Έλεν, από την Αυστραλία, να μετακομίσουν στην Ταϊτή το 1959 για να βοηθήσουν τη νεοσύστατη Εκκλησία Παπεετέ. Ο Τζον υπηρέτησε ως υπηρέτης εκκλησίας τούς εφτά μήνες που αυτός και η Έλεν μπόρεσαν να μείνουν στην Ταϊτή. Λόγω της ελβετικής του καταγωγής, ο Τζον μιλούσε άπταιστα τη γαλλική. Και η Έλεν επίσης μιλούσε τη γλώσσα εφόσον είχε υπηρετήσει με το σύζυγό της αρκετά χρόνια στη Νέα Καληδονία. Το ζεύγος Χιούμπλερ έδωσε στους νέους ευαγγελιζομένους την εκπαίδευση που τόσο χρειάζονταν στη διακονία από πόρτα σε πόρτα, καθώς μέχρι τότε οι περισσότεροι κήρυτταν μόνο ανεπίσημα.

Το 1960, ο Τζον και η Έλεν ανέλαβαν το έργο περιοχής. Ο τομέας τους ήταν η Γαλλική Πολυνησία, πράγμα που τους επέτρεψε να συνεχίσουν να παρέχουν βοήθεια στους ντόπιους ευαγγελιζομένους. «Κατόπιν, το 1961», αναφέρει ο Τζον, «με προσκάλεσαν να παρακολουθήσω τη Σχολή Γαλαάδ. Όταν αποφοίτησα, διορίστηκα επίσκοπος περιοχής σε όλα τα γαλλόφωνα νησιά του Ειρηνικού».

Η Πρώτη Αίθουσα Βασιλείας

«Στη διάρκεια της δεύτερης επίσκεψής μας στην Ταϊτή», λέει ο αδελφός Χιούμπλερ, «είχα το προνόμιο να ξεκινήσω Γραφική μελέτη με μια πρώην δασκάλα, τη Μαρσέλ Αναχόα. Εκείνον τον καιρό ψάχναμε απεγνωσμένα για οικόπεδο προκειμένου να χτίσουμε τη δική μας Αίθουσα Βασιλείας. Υπήρχαν όμως δύο εμπόδια. Πρώτον, κανείς δεν φαινόταν να έχει διαθέσιμη γη και, δεύτερον, τα χρήματα της εκκλησίας ήταν πολύ λίγα. Εντούτοις, εμείς συνεχίζαμε να ψάχνουμε με την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα κατηύθυνε τα ζητήματα.

»Ενώ διεξήγα τη μελέτη με τη Μαρσέλ, της ανέφερα την κατάσταση. “Θέλω να σου δείξω κάτι”, είπε. Με πήγε έξω και, δείχνοντας με το χέρι της, μου είπε: “Βλέπεις αυτή την έκταση; Είναι δική μου. Είχα σχεδιάσει να χτίσω διαμερίσματα αλλά τώρα που αρχίζω να μαθαίνω την αλήθεια άλλαξα γνώμη. Θα χαρίσω τη μισή έκταση για μια Αίθουσα Βασιλείας”. Ακούγοντάς το αυτό, έκανα αμέσως μια σιωπηλή, ευχαριστήρια προσευχή στον Ιεχωβά μέσα από την καρδιά μου».

Μόλις τακτοποιήθηκαν οι νομικές διατυπώσεις, η Εκκλησία Παπεετέ έχτισε την πρώτη της Αίθουσα Βασιλείας, η οποία αποπερατώθηκε το 1962. Είχε απλό, νησιώτικο σχέδιο με ανοιχτά πλαϊνά και στέγη φτιαγμένη από φύλλα πάνδανου. Δυστυχώς, όμως, στα κοτόπουλα της γειτονιάς άρεσε πολύ να φωλιάζουν στα καθίσματα και να κουρνιάζουν στα δοκάρια. Όταν λοιπόν έρχονταν οι αδελφοί για τις συναθροίσεις, έβρισκαν αβγά και άλλα λιγότερο επιθυμητά σημάδια της παρουσίας των φτερωτών ενοίκων στο πάτωμα και στα έπιπλα. Παρ’ όλα αυτά, η αίθουσα αποδείχτηκε επαρκής, μέχρις ότου οι αδελφοί έχτισαν ένα μεγαλύτερο, πιο μόνιμο κτίριο.

Οι Νομικές Αβεβαιότητες Επιλύονται

Τα πρώτα χρόνια, οι αδελφοί δεν ήταν σίγουροι για τη νομική υπόσταση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γαλλική Πολυνησία. Το περιοδικό Η Σκοπιά είχε απαγορευτεί στη Γαλλία από το 1952, αλλά αυτό καθαυτό το έργο δεν ήταν υπό απαγόρευση. Μήπως ίσχυαν τα ίδια πράγματα και σε αυτό το γαλλικό διοικητικό διαμέρισμα; Στο μεταξύ, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων συνέχιζε να αυξάνει, στρέφοντας τη δημόσια προσοχή στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μάλιστα, σε κάποια περίπτωση προς τα τέλη του 1959, η αστυνομία εισέβαλε σε μια συνάθροιση για να δει τι γινόταν εκεί.

Κατά συνέπεια, δόθηκε η συμβουλή στους αδελφούς να ιδρύσουν ένα νομικό σωματείο. Η επίσημη καταχώριση θα διέλυε τις αβεβαιότητες και θα εξάλειφε την καχυποψία. Πόσο ενθουσιάστηκαν οι αδελφοί όταν στις 2 Απριλίου 1960 έλαβαν τη βεβαίωση ότι είχαν καταχωριστεί επισήμως ως Σωματείο των Μαρτύρων του Ιεχωβά!

Ωστόσο, Η Σκοπιά παρέμενε υπό απαγόρευση στη Γαλλία. Πιστεύοντας ότι αυτή η απαγόρευση ίσχυε και στη Γαλλική Πολυνησία, οι αδελφοί λάβαιναν άρθρα της Σκοπιάς σε ένα περιοδικό που το έλεγαν Λα Σεντινέλ (Ο Φρουρός), το οποίο στελνόταν από την Ελβετία. Σε μια περίπτωση, η αστυνομία αποκάλυψε στον τότε πρόεδρο του νομικού σωματείου, τον Μισέλ Ζελά, ότι ήταν ενήμεροι για το γεγονός ότι το περιοδικό Λα Σεντινέλ υποκαθιστούσε τη Σκοπιά. Παρ’ όλα αυτά, η αστυνομία δεν εμπόδισε την αποστολή του περιοδικού. Οι αδελφοί θα μάθαιναν το γιατί όταν θα αιρόταν η απαγόρευση στη Γαλλία το 1975.

Όταν άρθηκε η απαγόρευση, οι αδελφοί στην Ταϊτή ζήτησαν την άδεια να λαβαίνουν και εκεί τη Σκοπιά. Τότε έγινε γνωστό ότι η απαγόρευση δεν είχε δημοσιευτεί ποτέ στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Πολυνησίας (Official Journal of French Polynesia). Ως εκ τούτου, Η Σκοπιά δεν είχε τεθεί ποτέ υπό απαγόρευση στη Γαλλική Πολυνησία, πράγμα το οποίο εξέπληξε πολλούς.

Από την άλλη πλευρά, οι τοπικές αρχές έδειχναν αυστηρότητα όταν επρόκειτο να εκδώσουν ή να παρατείνουν βίζες. Γι’ αυτό, όσοι δεν είχαν τη γαλλική υπηκοότητα, όπως ο Κλάιντ και η Αν Νιλ που αναφέρθηκαν νωρίτερα, κατάφερναν συνήθως να μένουν λίγους μόνο μήνες. Σε αυτή την κατηγορία ανήκε και το ζεύγος Χιούμπλερ. Αλλά εφόσον ο Τζον ήταν επίσης μέλος του νομικού σωματείου και το γαλλικό δίκαιο επέτρεπε σε έναν αλλοδαπό να είναι μέλος του συμβουλίου, μπορούσε να παίρνει βίζες πιο εύκολα.

Αυτό βοήθησε τον Τζον στο διορισμό του στο έργο περιοχής. Μάλιστα, ο διοικητής της αστυνομίας κάλεσε μια μέρα τον Τζον στο γραφείο του θέλοντας να μάθει γιατί ο Τζον επισκεπτόταν τα νησιά τόσο συχνά. Ο Τζον εξήγησε ότι ως μέλος του σωματείου έπρεπε να παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις του συμβουλίου. Ο διοικητής ικανοποιήθηκε με την εξήγηση. Αλλά αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που ο Τζον χρειάστηκε να εμφανιστεί ενώπιον του διοικητή.

Αρχής γενομένης το 1963, μεγάλος αριθμός Πολυνησίων, περιλαμβανομένου και τουλάχιστον ενός διακεκριμένου πάστορα, εξοργίστηκαν με τις δοκιμές πυρηνικών όπλων που γίνονταν στον Ειρηνικό. Κάποιος αποστάτης βρήκε την ευκαιρία να διαμαρτυρηθεί στην αστυνομία υποστηρίζοντας ότι ο αδελφός Χιούμπλερ ήταν ένας από τους υποκινητές, πράγμα το οποίο ασφαλώς ήταν ψέμα. Ωστόσο, ο Τζον κλήθηκε και πάλι ενώπιον του διοικητή. Αντί να καταγγείλει τον κατήγορο, ο Τζον εξήγησε με καλοσύνη τη βασισμένη στη Γραφή ουδετερότητά μας και το σεβασμό μας προς την κυβερνητική εξουσία. (Ρωμ. 13:1) Επίσης έδωσε έντυπα στο διοικητή. Τελικά, αυτός ο αξιωματούχος συμπέρανε ορθά ότι κάποιος προσπαθούσε να δημιουργήσει προβλήματα για τους Μάρτυρες.

Αργότερα, όμως, το ζεύγος Χιούμπλερ δεν μπορούσε πια να παίρνει βίζες. Γι’ αυτό, επέστρεψαν στην Αυστραλία όπου συνέχισαν στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου μέχρι το 1993, οπότε η φθίνουσα κατάσταση της υγείας τους τούς ανάγκασε να σταματήσουν.

Ενόσω βρίσκονταν στα νησιά, ο αδελφός και η αδελφή Χιούμπλερ είδαν αρκετά άτομα να κάνουν αξιοσημείωτες αλλαγές στη ζωή τους προκειμένου να ευαρεστούν τον Ιεχωβά. Σε αυτούς συγκαταλεγόταν και μια 74χρονη γυναίκα με 14 παιδιά, όλα γεννημένα εκτός γάμου. «Συνηθίζαμε να τη φωνάζουμε Μάμα Ρόρο», λέει ο Τζον. «Όταν η Μάμα Ρόρο γνώρισε την αλήθεια, παντρεύτηκε τον άντρα με τον οποίο συζούσε και δήλωσε όλα της τα παιδιά παρότι είχαν διαφορετικούς πατέρες. Για να καταχωρίσει όλα τα παιδιά, ο τοπικός δήμαρχος χρειάστηκε να ενώσει δύο έντυπα προκειμένου να φτιάξει ένα μεγαλύτερο. Η Μάμα Ρόρο επέμενε να γίνουν τα πράγματα με τον τρόπο που ήθελε ο Ιεχωβά». Μετά το βάφτισμά της, αυτή η πιστή αδελφή άρχισε το σκαπανικό και αποδείχτηκε ιδιαίτερα ικανή στην επίδοση περιοδικών. Μαζί με άλλους ευαγγελιζομένους, πήγαινε μάλιστα να κηρύξει και σε απομακρυσμένα νησιά.

Η Ταϊτική Αγία Γραφή—Μια Ευλογία

Στη δεκαετία του 1960 δεν ήταν ασυνήθιστο να συναντά κανείς ανθρώπους που μιλούσαν μόνο την ταϊτική. Αλλά χάρη στους μεταφραστές Νοτ και Ντέιβις, η Αγία Γραφή έγινε διαθέσιμη σε αυτή τη γλώσσα μετά το 1835. * Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της είναι η χρήση του ονόματος του Θεού, Γιεχόβα στην ταϊτική, σε όλο το κείμενο, περιλαμβανομένων και των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.

Καθώς έχει διανεμηθεί ευρύτατα από άκρη σε άκρη στα νησιά, η ταϊτική Αγία Γραφή έχει βοηθήσει πολλά άτομα να αποκτήσουν ακριβή γνώση για την αλήθεια. Ένα τέτοιο άτομο ήταν και ο Ταΐνα Ρατάρο. Γεννημένος το 1927, ο Ταΐνα ανήκε στον πρώτο εκείνο όμιλο των ατόμων που μελετούσαν τη Γραφή στο Μακατέα. Στην αρχή, όμως, δεν ήξερε ούτε ανάγνωση ούτε γραφή στην ταϊτική, τη μητρική του γλώσσα. Αλλά κατέβαλε επιμελείς προσπάθειες και σημείωσε θαυμάσια πρόοδο. Μάλιστα, γράφτηκε και στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας και αργότερα διορίστηκε διακονικός υπηρέτης.

Η Ελιζαμπέτ Αβέ, η οποία είναι 78 χρονών, γεννήθηκε στο απομακρυσμένο νησί Ριματάρα των νησιών Τουμπουάι, περίπου 600 χιλιόμετρα από την Ταϊτή. Στη δεκαετία του 1960 δεν καταλάβαινε λέξη γαλλικά αλλά ήξερε ανάγνωση και γραφή στην ταϊτική. Μετά το γάμο της, αυτή και ο σύζυγός της μετακόμισαν στην Παπεετέ. Εκεί ήρθε σε επαφή με τη Γραφική αλήθεια μέσω της μεγαλύτερης κόρης της, της Μαργκερίτ, η οποία είχε αρχίσει να παρακολουθεί Χριστιανικές συναθροίσεις. Άρχισε και η Ελιζαμπέτ να τις παρακολουθεί μαζί με τα άλλα εννιά παιδιά της. Το έκανε αυτό παρά τη σφοδρή εναντίωση από το σύζυγό της, ο οποίος πετούσε όλα της τα ρούχα έξω από το σπίτι όταν εκείνη ήταν στη συνάθροιση.

Εκείνα τα χρόνια οι συναθροίσεις γίνονταν στη γαλλική, με μερικά μέρη να μεταφράζονται πότε πότε στην ταϊτική. Η Ελιζαμπέτ αντλούσε πνευματική στήριξη από το πρόγραμμα παρακολουθώντας από την ταϊτική Γραφή της όταν αναφέρονταν εδάφια. Η αδελφή που μελετούσε μαζί της χρησιμοποιούσε το βιβλιάριο «Τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας» μεταφράζοντάς το προφορικά από τη γαλλική στην ταϊτική, ενώ η Ελιζαμπέτ διάβαζε τα εδάφια στη δική της Γραφή. Ως αποτέλεσμα, σημείωσε θαυμάσια πρόοδο και βαφτίστηκε το 1965. Και αυτή με τη σειρά της μελέτησε με άλλα άτομα που μιλούσαν μόνο την ταϊτική. Επίσης δίδαξε τα παιδιά της, έξι από τα οποία αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Ιεχωβά, και κάποια από τα εγγόνια της, αρκετά από τα οποία τα μεγάλωσε η ίδια.

Μια από τις εγγονές της, η Ντιάνα Ταούτου, υπηρετεί ως μεταφράστρια στο γραφείο τμήματος της Ταϊτής τα τελευταία 12 χρόνια. Η Ντιάνα αναφέρει: «Ευχαριστώ τη γιαγιά μου που με βοήθησε να αποκτήσω καλή γνώση της ταϊτικής. Τώρα έχω το προνόμιο να παίζω έναν μικρό ρόλο στην υποβοήθηση άλλων ατόμων ώστε να λαβαίνουν ζωοσωτήρια πνευματική τροφή στη μητρική τους γλώσσα».

Κινέζοι Γνωρίζουν τον Ιεχωβά

Στη δεκαετία του 1960, περίπου το 10 τοις εκατό του πληθυσμού της Ταϊτής ήταν Κινέζοι. Το πρώτο άτομο από την Κίνα που δέχτηκε την αλήθεια της Γραφής ήταν η Κλαρίς Λιγκάν, έφηβη εκείνον τον καιρό. Η Κλαρίς προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Για να βοηθήσει την οικογένειά της οικονομικά, εργαζόταν κάθε Τετάρτη που δεν είχε σχολείο. Την είχε προσλάβει μια οικογένεια Μαρτύρων. Έτσι λοιπόν, η Κλαρίς ήρθε σε επαφή με την αλήθεια και, παρά τη σφοδρή εναντίωση από τους γονείς της, βαφτίστηκε το 1962 σε ηλικία 18 χρονών.

Ο Αλεξάντρ και η Αρλέτ Λι Κουάι και ο Κι Σινγκ Λιγκάν ήταν επίσης ανάμεσα στους πρώτους Κινέζους που υπηρέτησαν τον Ιεχωβά στην Ταϊτή. Μια μέρα ο Αλεξάντρ, που ήταν οδηγός ταξί, συνάντησε τον Τζιμ και τη Σαρμίαν Γουόκερ, ένα ζευγάρι Μαρτύρων που είχαν έρθει από τη Νέα Ζηλανδία το 1961 για να βοηθήσουν στο έργο. Ο Αλεξάντρ εξέφρασε την επιθυμία του να μάθει την αγγλική. Η Σαρμίαν αναφέρει: «Εκείνον τον καιρό ήμουν σκαπάνισσα. Έτσι ο Τζιμ είπε στον Αλεξάντρ ότι μπορούσα να τον διδάξω. Αυτός δέχτηκε την προσφορά. Η μελέτη του περιλάμβανε μάθημα αγγλικών διάρκειας 30 λεπτών και Γραφική μελέτη 30 λεπτών, με τη βοήθεια του βιβλίου Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο».

Στο μεταξύ, ο αδελφός του Αλεξάντρ, ο Κι Σινγκ, ήρθε και αυτός σε επαφή με την αλήθεια. Εκείνον τον καιρό, όμως, και οι δύο είχαν μόλις ασπαστεί τον Καθολικισμό και παρακολουθούσαν μια σειρά μαθημάτων γύρω από αυτή τη θρησκεία. Ήταν, λοιπόν, αναπόφευκτο να αρχίσουν να βλέπουν τις διαφορές ανάμεσα στη διδασκαλία της Γραφής και σε αυτήν της εκκλησίας. Κατόπιν, όταν τέλειωσε η σειρά των μαθημάτων, ο ιερέας ρώτησε την τάξη, περίπου 100 άτομα, αν είχαν ερωτήσεις. Ο Αλεξάντρ σήκωσε το χέρι του και ζήτησε Γραφικές αποδείξεις για την αθανασία της ψυχής. «Ξέρω από πού προέρχεται αυτή η ερώτηση», απάντησε σε έντονο ύφος ο ιερέας. «Συζητάς με Μάρτυρες του Ιεχωβά, έτσι δεν είναι;» Κατόπιν γελοιοποίησε το νεαρό μπροστά στην τάξη.

Για τον Αλεξάντρ και τον Κι Σινγκ αυτό το περιστατικό επιβεβαίωσε το γεγονός ότι η Καθολική Εκκλησία δεν είναι ο θεματοφύλακας της αλήθειας. Τελικά αυτοί και οι σύζυγοί τους αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Ιεχωβά και αργότερα τα δυο αδέλφια διορίστηκαν πρεσβύτεροι στην εκκλησία. Ο Αλεξάντρ υπηρέτησε μάλιστα για ένα διάστημα στην Επιτροπή του Τμήματος της Ταϊτής. Έπειτα, αυτός και η σύζυγός του μετακόμισαν στο Ραϊατέα, ένα από τα νησιά Σοσιετέ, για να υποστηρίξουν το έργο της Βασιλείας και μετά στο Μπόρα Μπόρα, όπου ο Αλεξάντρ υπηρέτησε πιστά μέχρι το θάνατό του.

Μια Ζωή που Άλλαξε Πορεία στη Θάλασσα

Ο Αντόνιο Λάντσα ήταν τεχνικός σε ένα εργοστάσιο τηλεοράσεων στο Μιλάνο της Ιταλίας. Το 1966 η εταιρία ζήτησε έναν εθελοντή να πάει στην Ταϊτή για να διευθύνει το τοπικό τμήμα τεχνικής υποστήριξης. Ο Αντόνιο δέχτηκε να αναλάβει τη θέση, για ένα διάστημα τριών ετών. Ωστόσο, σχεδίαζε να αφήσει πίσω τη σύζυγό του Άννα και τους δυο μικρούς γιους τους. Εβδομάδες ολόκληρες, η Άννα έκλαιγε προσπαθώντας να πείσει το σύζυγό της να αλλάξει γνώμη, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Το ταξίδι από τη Μασσαλία της Γαλλίας μέχρι την Παπεετέ διήρκεσε 30 μέρες. Ο Αντόνιο ήταν φιλικός, ομιλητικός άνθρωπος, αλλά σχεδόν όλοι στο πλοίο μιλούσαν γαλλικά, που δεν τα καταλάβαινε. Τη δεύτερη μέρα, όμως, γνώρισε δυο Καθολικές καλόγριες, οι οποίες ήταν Ιταλίδες. Αλλά αυτές ασχολούνταν με τις καθημερινές τελετουργίες τους και δεν είχαν πολύ χρόνο για κουβέντα. Εντούτοις, είπαν στον Αντόνιο για μια Γαλλίδα που ήταν στο πλοίο και η οποία μιλούσε ιταλικά. Αυτή ήταν η Λίλιαν Σελάμ, μια Μάρτυρας του Ιεχωβά. Μαζί με τα παιδιά της, η Λίλιαν πήγαινε στην Ταϊτή να συναντήσει το σύζυγό της, ο οποίος είχε βρει εργασία εκεί.

Ο Αντόνιο εντόπισε τη Λίλιαν και είχε μια ευχάριστη συζήτηση μαζί της. Εκείνη του έδωσε ένα Βιβλικό έντυπο στα ιταλικά. Από εκεί και έπειτα έκαναν πολλές πνευματικές συζητήσεις. Σε μια από αυτές, η Λίλιαν θύμισε στον Αντόνιο την ηθικά επικίνδυνη κατάσταση στην οποία εξέθετε τον εαυτό του με το να αφήσει τη σύζυγό του και τα παιδιά του τρία χρόνια ενόσω αυτός θα εργαζόταν στην Ταϊτή. Επίσης του ανέφερε την άποψη του Θεού για την ιερότητα του γάμου, δείχνοντάς του εδάφια όπως το Εφεσίους 5:28, 29 και το Μάρκος 10:7-9.

Συλλογιζόμενος σοβαρά αυτά τα πράγματα, ο Αντόνιο άρχισε να μετανιώνει για την απόφασή του. Μάλιστα, όταν έφτασαν στον Παναμά, έγραψε στη σύζυγό του λέγοντάς της ότι αμέσως μόλις θα μάζευε τα χρήματα θα την έφερνε μαζί με τα δυο παιδιά τους αεροπορικώς στην Ταϊτή. Κατόπιν της ξανάγραψε, αυτή τη φορά ζητώντας από την Άννα να βρει μια Αγία Γραφή από τον ιερέα της και να τη φέρει μαζί της. Πώς του φάνηκε του ιερέα αυτή η ιδέα; Είπε στην Άννα ότι ο σύζυγός της δεν ήταν στα καλά του που ήθελε να διαβάσει ένα τόσο περίπλοκο βιβλίο.

Έξι μήνες μετά την άφιξη του Αντόνιο στην Ταϊτή, ήρθε και η οικογένειά του. Μια μέρα μετά την άφιξή της, η Άννα, η οποία ήταν θρησκευόμενη, ζήτησε από τον Αντόνιο να πάνε οικογενειακώς στην εκκλησία για να ευχαριστήσουν τον Θεό που ξανάσμιξαν. «Εντάξει», είπε ο Αντόνιο, «θα πάμε στην εκκλησία». Αλλά αντί να πάει την οικογένειά του στην Καθολική εκκλησία, τους πήγε στην Αίθουσα Βασιλείας! Φυσικά η Άννα έπεσε από τα σύννεφα. Παρ’ όλα αυτά, απόλαυσε το πρόγραμμα και συμφώνησε μάλιστα να κάνει Γραφική μελέτη. Ποια αδελφή έκανε μελέτη μαζί της; Δεν ήταν άλλη από τη Λίλιαν Σελάμ, την αδελφή που είχε δώσει μαρτυρία στον Αντόνιο στο πλοίο.

Τα τρία χρόνια που επρόκειτο να δαπανήσει μόνος του ο Αντόνιο στην Ταϊτή έχουν γίνει 35 χρόνια με όλη την οικογένεια μαζί του. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι ο Αντόνιο, η Άννα και οι τέσσερις πια γιοι τους είναι όλοι ενωμένοι στην αληθινή λατρεία, ενώ ο Αντόνιο υπηρετεί ως πρεσβύτερος.

Οικογένειες Υπηρετούν Εκεί Όπου η Ανάγκη Είναι Μεγαλύτερη

Όλα αυτά τα χρόνια, πολλοί αδελφοί και αδελφές έχουν μετακομίσει σε απομονωμένα νησιά για να βοηθήσουν εκεί όπου η ανάγκη για ευαγγελιζομένους της Βασιλείας ήταν μεγαλύτερη. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι οικογένειες Μάρα, Χααμαρουράι και Τερίι, καθώς και ο Άτο Λακούρ, του οποίου η οικογένεια δεν ήταν στην αλήθεια. Η οικογένεια Μάρα—ο Βαϊερετιάι, η Μαρί-Μαντλέν και τα πέντε παιδιά τους—μετακόμισαν από την Ταϊτή στο Ραϊατέα. Ένα ζευγάρι ειδικών σκαπανέων που υπηρετούσε εκεί πήρε άλλον διορισμό. Στο νησί παρέμεναν μόνο δύο αδελφές και μερικοί αβάφτιστοι ευαγγελιζόμενοι.

Ο Βαϊερετιάι ήταν ξυλογλύπτης και αργότερα ασχολήθηκε με τη γλυπτική σε κοράλλια, πράγμα που του έδωσε τη δυνατότητα να μετακομίσει χωρίς να πρέπει να αλλάξει εργασία. Ως ο μοναδικός πρεσβύτερος, φρόντισε το μικρό όμιλο στο Ραϊατέα επί πέντε χρόνια ωσότου ήρθε άλλος ένας αδελφός με τα κατάλληλα προσόντα. Η οικογένεια Μάρα μετακόμισε κατόπιν στο Ταχάα, όπου και παρέμειναν τέσσερα χρόνια.

Από υλική άποψη, η ζωή και στα δυο νησιά δεν ήταν εύκολη για την οικογένεια Μάρα. «Έπρεπε να πηγαίνω στην Ταϊτή για να πουλάω τα γλυπτά μου», αναφέρει ο Βαϊερετιάι. «Μερικές φορές δεν είχα χρήματα για το αεροπορικό εισιτήριο. Τότε ζητούσα από τον υπεύθυνο της μικρής αεροπορικής εταιρίας να μου δίνει εισιτήριο με πίστωση, υποσχόμενος να πληρώσω ολόκληρο το εισιτήριο στην επιστροφή μου. Ναι, κατά καιρούς είχαμε δυσκολίες από οικονομική άποψη, αλλά ποτέ δεν μας έλειψαν τα αναγκαία». Το αυτοθυσιαστικό παράδειγμα του Βαϊερετιάι και της Μαρί-Μαντλέν είχε θαυμάσια επίδραση στην κόρη τους τη Ζαν, η οποία βρίσκεται στην ολοχρόνια υπηρεσία εδώ και 26 χρόνια και είναι μέλος της οικογένειας Μπέθελ της Ταϊτής.

Το 1969, ο Άτο Λακούρ μετακόμισε με την οικογένειά του στο νησί Ρουρούτου του συμπλέγματος Τουμπουάι, έχοντας διευθετήσει να τον μεταθέσουν εκεί από την εργασία του. Βαφτισμένος μόλις τρία χρόνια, ήταν το μόνο μέλος της οικογένειάς του που είχε γνωρίσει την αλήθεια και ο μοναδικός ευαγγελιζόμενος σε εκείνα τα νησιά. Μια μέρα μετά την άφιξή του βγήκε στο έργο κηρύγματος. Έγραψε στο ημερολόγιό του: «Άρχισα να κηρύττω—μόνος. Είναι δύσκολο. Η Βαβυλώνα η Μεγάλη είναι καλά εδραιωμένη εδώ».

Σε σύντομο διάστημα, όμως, τα ενδιαφερόμενα άτομα άρχισαν να ανταποκρίνονται στα καλά νέα και σχηματίστηκε ένας όμιλος. Στην αρχή συναθροίζονταν στο σαλόνι του σπιτιού του Λακούρ. Ο Άτο λέει: «Επειδή ήμασταν μέλη μιας καινούριας θρησκείας στο νησί, ονόμαζαν τον όμιλό μας “θρησκεία του Λακούρ”. Αλλά ο Ιεχωβά “το έκανε να αυξάνει” και ο όμιλός μας έγινε εκκλησία το 1976». (1 Κορ. 3:6) Προτού πεθάνει ο αδελφός Λακούρ το έτος 2000, αρκετά μέλη της οικογένειάς του, περιλαμβανομένης και της συζύγου του της Περένα, είχαν ενωθεί μαζί του στην αληθινή λατρεία.

Ο Ρουντόλφ και η Ναρσίς Χααμαρουράι μετακόμισαν στο Μπόρα Μπόρα. Ο Ρουντόλφ παραιτήθηκε από την εργασία του ως επιστάτης στην περιφερειακή εταιρία ηλεκτρισμού της Ταϊτής και ασχολήθηκε στο Μπόρα Μπόρα με τη συγκομιδή καρύδας και την παρασκευή κόπρας. Επί δύο χρόνια, δεν έβρισκε άλλη εργασία. Αλλά ο Ιεχωβά ευλόγησε αυτόν και τη σύζυγό του, καθώς με τον καιρό είδαν να ιδρύεται μια εκκλησία στο νησί! Επί 25 και πλέον χρόνια, η εκκλησία συναθροιζόταν στο σπίτι της οικογένειας Χααμαρουράι. Έπειτα, το 2000, μετακόμισαν στη δική τους, ολοκαίνουρια Αίθουσα Βασιλείας, ακριβώς δίπλα στη γραφική λιμνοθάλασσα του Μπόρα Μπόρα.

Ο Τααρόα και η Κατρίν Τερίι, έχοντας ακόμη στη φροντίδα τους 7 από τα 15 παιδιά τους, μετακόμισαν στο μικροσκοπικό νησί Μαουπίτι, επίσης των νησιών Σοσιετέ. Όταν η οικογένεια Τερίι πήγε εκεί το 1977, ήταν οι μοναδικοί ευαγγελιζόμενοι στο Μαουπίτι. Έμειναν σε ένα μότου, ένα νησάκι με βλάστηση στην άκρη της λιμνοθάλασσας. Η τροφή τους αποτελούνταν κυρίως από ψάρια και τριμμένη καρύδα. Μάζευαν επίσης εδώδιμα θαλασσινά, τα οποία πουλούσαν. Όταν η οικογένεια Τερίι πήγαινε για έργο, διέσχιζαν με δυσκολία τη λιμνοθάλασσα μέχρι το κυρίως νησί προσέχοντας να μην πατήσουν ψάρια με δηλητηριώδη αγκάθια.

Το 1980, ο Τααρόα και η Κατρίν διορίστηκαν στο Μπόρα Μπόρα, αυτή τη φορά ως ειδικοί σκαπανείς. Αφού υπηρέτησαν με αυτή την ιδιότητα 5 χρόνια, υπηρέτησαν ως τακτικοί σκαπανείς άλλα 15 χρόνια. Όπως θα δούμε τώρα, ανάμεσα στα πρώτα άτομα που έκαναν Γραφική μελέτη μαζί τους ήταν και ένα αντρόγυνο το οποίο υπέμεινε πολλή εναντίωση για χάρη των καλών νέων.

Τα Πνευματικά Νήπια Δοκιμάζονται

Οι πρώτοι σπουδαστές του ζεύγους Τερίι που δέχτηκαν την αλήθεια στο Μπόρα Μπόρα ήταν ο Εντμόν (Άπο) και η Βαχινερίι Ράι. Η οικογένεια Ράι ζούσε σε ένα σπίτι που ανήκε στη μητέρα του Εντμόν. Αφού το ζευγάρι είχε μελετήσει έξι μήνες περίπου, η μητέρα του Εντμόν, επηρεασμένη από τον πάστορά της, τους έδιωξε από το σπίτι. Ο Εντμόν, η Βαχινερίι και ο δίχρονος γιος τους αναγκάστηκαν να μείνουν σε μια καλύβα στο δάσος. Ο πάστορας έπεισε επίσης τον εργοδότη του Εντμόν να τον απολύσει—μάλιστα ο πάστορας έφτασε στο σημείο να πει σε άλλους πιθανούς εργοδότες του Εντμόν να μην του δώσουν εργασία! Επί οχτώ μήνες, αυτή η μικρή οικογένεια επιβίωνε κατά κύριο λόγο με το ψάρεμα.

Τότε, μια μέρα κάποια γυναίκα που ήθελε να χτίσει σπίτι ήρθε σε επαφή με τον πρώην εργοδότη του Εντμόν. Εκτιμούσε πολύ τα προσόντα του Εντμόν και ήθελε να εργαστεί αυτός στο σπίτι της. Όταν έμαθε ότι ο Εντμόν είχε απολυθεί επειδή συναναστρεφόταν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, είπε στον εργολάβο ότι θα του ανέθετε το έργο μονάχα αν προσλάμβανε τον Εντμόν. Ως αποτέλεσμα, ο Εντμόν γύρισε πάλι στην εργασία του. Στο μεταξύ, η στάση της μητέρας του μαλάκωσε και κάλεσε τον Εντμόν και τη Βαχινερίι να επιστρέψουν στο σπίτι της. Σήμερα ο Εντμόν υπηρετεί ως πρεσβύτερος στην Εκκλησία Μπόρα Μπόρα.

Τα Καλά Νέα Ριζώνουν στο Χουαχίνε

Ένα μέλος εκείνης της πρώτης ομάδας σπουδαστών της Γραφής που βαφτίστηκαν στην Ταϊτή το 1958 ήταν και ο Ογκίστ Τεμαναχά. Μετά το βάφτισμά του, ο Ογκίστ μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες και επέστρεψε στην Ταϊτή στα τέλη της δεκαετίας του 1960 μαζί με τη σύζυγό του τη Στέλλα και τα τρία τους παιδιά. Εκεί ξεκίνησε μια επιτυχημένη επιχείρηση. Το 1971, κατόπιν παρότρυνσης του επισκόπου περιοχής και με το παράδειγμα της οικογένειας Μάρα που αναφέρθηκε νωρίτερα, το ζεύγος Τεμαναχά πούλησαν την επιχείρησή τους και μετακόμισαν στο νησί Χουαχίνε, περίπου 160 χιλιόμετρα από την Ταϊτή.

Εκείνον τον καιρό ζούσε στο νησί μόνο μία αδελφή και κάποια ενδιαφερόμενα άτομα. Η μόνη επαφή που είχαν με την οργάνωση του Ιεχωβά ήταν περιστασιακές επισκέψεις από σκαπανείς και από τον επίσκοπο περιοχής. Γι’ αυτό, ενθουσιάστηκαν όταν πήγε εκεί το ζεύγος Τεμαναχά. Ο Ογκίστ οργάνωσε αμέσως συναθροίσεις, διεξάγοντάς τες στην κουζίνα του σπιτιού του. Τις παρακολουθούσαν γύρω στα 20 άτομα.

Στην αρχή, ο Ογκίστ δεν μπορούσε να βρει εργασία. Ωστόσο, αυτός και η οικογένειά του παρέμεναν απασχολημένοι στη διακονία, πεπεισμένοι ότι ο Ιεχωβά θα παρείχε για τις ανάγκες τους. Αυτό και έγινε. Για παράδειγμα, όταν το ζεύγος Τεμαναχά έβγαινε για να κηρύξει, ο Ογκίστ συνήθως πάρκαρε το αυτοκίνητο στον τομέα. Όταν επέστρεφαν στο αυτοκίνητο, πολλές φορές το έβρισκαν γεμάτο τρόφιμα. Δεν ήξεραν ποιος τα έβαζε εκεί. Υπέθεταν ότι ήταν κάποιοι καλόκαρδοι άνθρωποι στον τομέα οι οποίοι γνώριζαν την κατάστασή τους. Αυτό συνεχίστηκε επί αρκετές εβδομάδες, ωσότου η οικονομική κατάσταση της οικογένειας βελτιώθηκε.

Αν λάβουμε υπόψη το ζήλο και την υπομονή του ζεύγους Τεμαναχά και άλλων σαν και αυτούς, καθώς και την καλοσυνάτη διάθεση των νησιωτών, δεν είναι καθόλου παράξενο που το Χουαχίνε φιλοξενεί σήμερα μια ανθηρή εκκλησία. Μάλιστα, το νησί έχει αναλογία 1 ευαγγελιζομένου ανά 53 κατοίκους. Και στα πρόσφατα χρόνια, 1 άτομο στα 12 παρακολουθεί την Ανάμνηση!

Πολλές οικογένειες Μαρτύρων έδειξαν παρόμοιο αυτοθυσιαστικό πνεύμα. Για παράδειγμα, αρχίζοντας το 1988, ο Ζαν-Πολ και η Κριστιάν Λασάλ υπηρέτησαν δύο χρόνια στα νησιά Μαρκέσας. Ο Ζαν-Πολ ήταν προηγουμένως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Διεύθυνσης Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην Ταϊτή, αλλά παραιτήθηκε από αυτή την επιφανή εργασία προκειμένου να διευρύνει τη διακονία του. Το 1994, η οικογένεια Λασάλ μετακόμισε και πάλι, αυτή τη φορά στο νησί Ρανγκιρόα του συμπλέγματος Τουαμότου, όπου έμειναν τρία χρόνια. Ο Ζαν-Πολ υπηρετεί τώρα πιστά στη Γαλλία.

Πιο πρόσφατα, ο Κολσόν Ντιν, αφού συνταξιοδοτήθηκε από την εργασία που είχε ως υποδιευθυντής των φυλακών στην Ταϊτή, μετακόμισε μαζί με τη σύζυγό του τη Λίνα στο νησί Τουμπουάι του συμπλέγματος Τουμπουάι. Και οι δύο κάνουν σκαπανικό και αποτελούν κεφάλαιο για τη μικρή εκκλησία σε αυτό το νησί, το οποίο βρίσκεται σε μια περιοχή όπου εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη ανάγκη για πρεσβυτέρους.

Οικογένειες Μετακομίζουν από τη Γαλλία για να Βοηθήσουν

Μερικές οικογένειες ήρθαν από τη μακρινή Γαλλία για να βοηθήσουν στο έργο. Σκεφτείτε την οικογένεια Σικάρι—τον Φρανσίς, τη Ζανέτ και τις δυο τους κόρες, ηλικίας έξι και εννιά χρονών. «Περιμέναμε μια ευκαιρία για να επεκτείνουμε τη διακονία μας», θυμάται ο Φρανσίς. «Τότε διαβάσαμε στο Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1971 την πρόσκληση που απευθύνθηκε σε ευαγγελιζομένους να υπηρετήσουν στο Νότιο Ειρηνικό». Αν και μερικοί φίλοι και συγγενείς προσπάθησαν να αποθαρρύνουν την οικογένεια Σικάρι, εκείνοι δέχτηκαν την πρόκληση και έφτασαν στην Παπεετέ τον Απρίλιο του 1972.

Επειδή ο Φρανσίς ήταν πρεσβύτερος, η παρουσία του οδήγησε στο σχηματισμό μιας δεύτερης εκκλησίας στην Ταϊτή, στην κωμόπολη Πουνααουία. Μαζί με τον Ζαν-Πιερ Φρανσίν, που εκείνον τον καιρό ήταν προεδρεύων επίσκοπος στην άλλη εκκλησία, ο Φρανσίς είχε το προνόμιο να υπηρετήσει στην πρώτη Επιτροπή του Τμήματος στην Ταϊτή όταν εγκαινιάστηκε αυτή η διευθέτηση το 1976. Υπηρέτησε με αυτή την ιδιότητα 12 χρόνια.

Επιβεβαιώθηκε η ανησυχία των φίλων και συγγενών της οικογένειας Σικάρι; «Αντίθετα από ό,τι έλεγαν οι άλλοι, η μετακίνησή μας είχε θετικό αντίκτυπο στις κόρες μας», λέει ο Φρανσίς. «Στην πραγματικότητα, και οι τέσσερις μαζί έχουμε δαπανήσει μέχρι στιγμής ένα σύνολο 105 χρόνων στην ολοχρόνια υπηρεσία και έχουμε απολαύσει πολλές ευλογίες, όπως ακριβώς υποσχέθηκε ο Ιεχωβά.—Μαλ. 3:10».

Το 1981, το γραφείο τμήματος της Γαλλίας ανακοίνωσε στη Διακονία Μας της Βασιλείας ότι υπήρχε ανάγκη για πρεσβυτέρους στο νησί Μοορέα, 30 λεπτά με το φέριμποτ από την Παπεετέ. Δυο αδελφοί με τις συζύγους τους ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Το ένα ζευγάρι ήταν ο Αλέν και η Αϊλίν Ραφαέλι. Αυτοί βοήθησαν στην ίδρυση μιας εκκλησίας στο Μοορέα, όπου υπηρέτησαν οχτώ χρόνια. Ο Αλέν υπηρέτησε επίσης στην Επιτροπή του Τμήματος από το 1987 μέχρι το 1994.

Το 1997, το γραφείο τμήματος της Γαλλίας κάλεσε αδελφούς που είχαν συνταξιοδοτηθεί να μετακομίσουν σε απομακρυσμένα νησιά για δύο ή περισσότερα χρόνια προκειμένου να βοηθήσουν εκεί όπου υπήρχε επείγουσα ανάγκη για πρεσβυτέρους. Ο Ζεράρ Μπαλζά, συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος της Ταϊτής, αναφέρει: «Περιμέναμε να ανταποκριθούν δύο ή τρία ζευγάρια. Τι έκπληξη ήταν όταν προσφέρθηκαν εθελοντικά 11 ζευγάρια! Μάλιστα, δύο ζευγάρια επέλεξαν να εγκατασταθούν μόνιμα εδώ. Χάρη στην πνευματική τους ωριμότητα και στην πείρα τους, αυτοί οι αδελφοί και οι αδελφές έχουν βοηθήσει πολύ τους ευαγγελιζομένους μας. Και ενώ δεν είναι ιεραπόστολοι, έχουν δοκιμάσει την ιεραποστολική ζωή και τις προκλήσεις τού να ζει κανείς σε απομακρυσμένο νησί».

Ίδρυση Γραφείου Τμήματος

Καθώς το έργο στον Ειρηνικό προχωρούσε σταθερά, έγιναν κάποιες οργανωτικές προσαρμογές. Η Αυστραλία είχε την επίβλεψη του έργου στη Γαλλική Πολυνησία μέχρι το 1958, οπότε την ανέλαβαν τα Φίτζι, τα οποία είναι πολύ πιο κοντά. Μια άλλη αλλαγή έγινε το 1975, όταν ο Νάθαν Νορ και ο Φρέντερικ Γ. Φρανς από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία επισκέφτηκαν την Ταϊτή. Εκφώνησαν ενθαρρυντικές ομιλίες σε ένα κοινό άνω των 700 ατόμων, και ο αδελφός Νορ πρόβαλε σλάιντς σε περίπου 500 άτομα σε μια από τις Αίθουσες Βασιλείας.

Μετά το πρόγραμμα, ο αδελφός Νορ είχε μια συνάντηση με τους πρεσβυτέρους και πρότεινε την ίδρυση γραφείου τμήματος στην Ταϊτή. Οι αδελφοί ενθουσιάστηκαν με την ιδέα. Ο Αλέν Ζαμέ, ένας επίσκοπος περιοχής που μιλούσε αγγλικά, διορίστηκε επίσκοπος τμήματος. Η καινούρια διευθέτηση, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου εκείνου του έτους, αποδείχτηκε ότι ήταν βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ομολογουμένως, τα Φίτζι βρίσκονταν πιο κοντά από την Αυστραλία, αλλά ο γλωσσικός φραγμός παρέμενε. Τώρα, όμως, οι αδελφοί στη Γαλλική Πολυνησία μπορούσαν να έχουν άμεση και τακτική επικοινωνία με το δικό τους γραφείο τμήματος.

Με λιγότερους από 300 ευαγγελιζομένους σε ολόκληρο τον τομέα, το γραφείο τμήματος ήταν μικρό. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο απλώς για ένα δωμάτιο δίπλα στην Αίθουσα Βασιλείας στην Παπεετέ. Στη μια πλευρά ήταν ένα γραφείο και στην άλλη το απόθεμα των εντύπων. Αρχικά, η εργασία του επισκόπου τμήματος ήταν ολιγόωρη, πράγμα που επέτρεπε στον Αλέν και στη σύζυγό του Μαρί-Αν να συνεχίζουν το έργο περιοχής και επίσης να κηρύττουν σε απομακρυσμένα νησιά στα οποία δεν υπήρχαν καθόλου ευαγγελιζόμενοι.

Έργο Κηρύγματος στα Αρχιπελάγη Τουαμότου και Γκαμπιέ

Με την ίδρυση του γραφείου τμήματος στην Ταϊτή δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στη μετάδοση των καλών νέων σε απομακρυσμένα νησιά. Σε μερικές περιπτώσεις, οι αδελφοί οργανώνονταν σε ομάδες για να ταξιδέψουν σε αυτά τα νησιά. Ο Αξέλ Σανγκ, ο οποίος υπηρέτησε για ένα διάστημα στην Επιτροπή του Τμήματος, θυμάται τον καιρό που μια ομάδα από 20 αδελφούς και αδελφές μίσθωσαν ένα αεροπλάνο και πήγαν στη Ρανγκιρόα, τη μεγαλύτερη ατόλλη των νησιών Τουαμότου. Ο ίδιος αναφέρει: «Αφού δώσαμε μαρτυρία σε όλους τους ανθρώπους στην ατόλλη, κάναμε ετοιμασίες για μια δημόσια ομιλία. Ο τοπικός δήμαρχος μας παραχώρησε έναν στεγασμένο χώρο. Στην αρχή φάνηκε ότι το ακροατήριο θα αποτελούνταν μόνο από την ομάδα μας! “Ίσως οι άνθρωποι να φοβούνται τους θρησκευτικούς ηγέτες τους”, σκεφτήκαμε. Αλλά μετά, καθώς η ομιλία προχωρούσε, οι άνθρωποι άρχισαν να έρχονται σιγά σιγά, ωσότου ο χώρος σταδιακά γέμισε».

Ο αδελφός Σανγκ συνεχίζει: «Στη διάρκεια της διάλεξης, μπορούσαμε να δούμε τον Καθολικό ιερέα πάνω στο ποδήλατό του να κατευθύνεται γρήγορα προς το χώρο της συνάθροισης. Καθώς πλησίαζε, όμως, έκοψε ταχύτητα και αγωνιζόταν να διακρίνει ποια μέλη του ποιμνίου του βρίσκονταν εκεί. Έκανε αρκετές τέτοιες βόλτες, παρέχοντας ένα πολύ διασκεδαστικό θέαμα».

Ο Αλέν Ραφαέλι οργάνωσε μια περιοδεία κηρύγματος στα νησιά Γκαμπιέ το 1988. Σε απόσταση άνω των 1.600 χιλιομέτρων από την Ταϊτή, αυτό το κατεξοχήν Καθολικό αρχιπέλαγος είναι το μικρότερο και το πιο απομακρυσμένο της Γαλλικής Πολυνησίας. Η μοναδική φορά που είχε δοθεί μαρτυρία σε αυτά τα νησιά ήταν το 1979, όταν ο Αλέν Ζαμέ πέρασε τρεις μέρες εκεί.

Οι αδελφοί πλησίασαν πρώτα το δήμαρχο για να του εξηγήσουν το έργο τους και να ζητήσουν ένα μέρος όπου θα μπορούσαν να διεξαγάγουν κάποια Δημόσια Συνάθροιση. Εκείνος τους παραχώρησε την αίθουσα γαμήλιων τελετών αλλά ζήτησε συγνώμη που δεν μπορούσε να συνοδεύσει τους αδελφούς καθώς αυτοί θα προσκαλούσαν άτομα, επειδή ήταν απασχολημένος με κάποια εκλογική εκστρατεία. Εννοείται ότι οι αδελφοί δεν έφεραν καμία αντίρρηση. Στη διάλεξη παρευρέθηκαν 30 άτομα, περιλαμβανομένου του δημάρχου και του τοπικού χωροφύλακα.

Στη διάρκεια της δημόσιας ομιλίας, η οποία εξέταζε την κατάσταση των νεκρών, ο Αλέν ανέφερε ότι ο Άδης της Αγίας Γραφής δεν είναι παρά ο τάφος και ότι ο ίδιος ο Χριστός πήγε εκεί. «Δεν μπορεί να είναι αλήθεια αυτό για τον Ιησού!» φώναξε κάποιος από το ακροατήριο. Ο Αλέν παρέθεσε τότε από το Αποστολικό Σύμβολο Πίστης, το οποίο λέει ότι ο Χριστός «κατέβηκε στον Άδη». Αυτή η απάντηση κατέπληξε το ακροατήριο, επειδή τότε συνειδητοποίησαν ότι επαναλάμβαναν αυτή τη φράση χρόνια ολόκληρα χωρίς να τη σκέφτονται πραγματικά. Μια οικογένεια που παρευρέθηκε σε εκείνη τη συνάθροιση είναι τώρα στην αλήθεια.

Οι περιοδεύοντες επίσκοποι επωφελούνταν συχνά από τις εβδομάδες που μεσολαβούσαν ανάμεσα στις επισκέψεις τους στις εκκλησίες για να κάνουν σκαπανικό σε περιοχές όπου δεν υπήρχαν καθόλου ευαγγελιζόμενοι. Αυτή ήταν η περίπτωση του Μαουρί και της Μελανί Μερσιέ, ενός ζεύγους από την Ταϊτή. Εκείνοι ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν τα καλά νέα σε πολλές ατόλλες στο αρχιπέλαγος Τουαμότου, όπως στις ατόλλες Αχέ, Ανάα, Χάο, Μανίχι, Τακαπότο και Τακαρόα. Όποτε ήταν δυνατόν, ο Μαουρί εκφωνούσε επίσης κάποια δημόσια ομιλία ή πρόβαλλε σλάιντς. «Οι περισσότεροι νησιώτες ήταν φιλικοί», θυμάται, «εκτός από εκείνους στο νησί Ανάα, το οποίο ήταν προπύργιο του Καθολικισμού. Στη διάρκεια μιας προβολής σλάιντς, μερικοί άρχισαν να φωνάζουν και άλλοι ήθελαν να μας δείρουν. Ευτυχώς, όμως, τελικά καταφέραμε να τους ηρεμήσουμε».

Έρχονται Ιεραπόστολοι στα Νησιά

Αρχής γενομένης το 1978, αρκετοί ιεραπόστολοι στάλθηκαν από τη Γαλλία στα πιο απομακρυσμένα νησιά. Ο Μισέλ και η Μπαμπέτ Μούλερ ήρθαν τον Αύγουστο του 1978 και διορίστηκαν στο νησί Νούκου Χίβα, το μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο νησί του συμπλέγματος Μαρκέσας. Οι αδελφοί επισκέπτονταν κατά καιρούς αυτό το κατεξοχήν Καθολικό αρχιπέλαγος, αλλά κανείς τους δεν είχε καταφέρει να μείνει για κάποιο χρονικό διάστημα. Επειδή δεν υπήρχαν δρόμοι, ο Μισέλ και η Μπαμπέτ μετακινούνταν είτε με τα πόδια είτε με άλογα. Οι ντόπιοι τούς παραχωρούσαν συνήθως κάποιο μέρος για να κοιμηθούν. Μια νύχτα μάλιστα κοιμήθηκαν πάνω σε κόκκους καφέ που τους είχαν απλώσει για να στεγνώσουν!

Το ζεύγος Μούλερ παρέμεινε στα νησιά Μαρκέσας 18 μήνες προτού ξεκινήσουν το έργο περιοχής. Πολλά άτομα εκτίμησαν τις επισκέψεις τους και δέχτηκαν έντυπα. Μάλιστα, μέσα σε έναν χρόνο ο Μισέλ και η Μπαμπέτ έδωσαν και οι δύο μαζί χίλια αντίτυπα του Βιβλίου Μου με τις Βιβλικές Ιστορίες! Ως αποτέλεσμα των προσπαθειών τέτοιων εξαίρετων ιεραποστόλων, καθώς και των σκαπανέων και των ευαγγελιζομένων εν γένει, το έργο προόδευσε πολύ καλά, όχι μόνο στα νησιά Μαρκέσας, αλλά σε ολόκληρο τον τομέα του γραφείου τμήματος. Μάλιστα τα στοιχεία δείχνουν ότι υπήρξαν 69 συνεχόμενοι ανώτατοι αριθμοί ευαγγελιζομένων!

Φυσικά, όλα αυτά τα καινούρια άτομα χρειάζονταν εκπαίδευση. Αλλά δεν υπήρχαν πάντα αρκετοί έμπειροι αδελφοί για να βοηθήσουν τον καθένα προσωπικά. Ο αδελφός και η αδελφή Μούλερ ξεπέρασαν αυτή τη δυσκολία βγαίνοντας στο έργο με δυο καινούριους ευαγγελιζομένους κάθε φορά. Ο ένας πήγαινε με τον Μισέλ ή με την Μπαμπέτ στο σπίτι ενώ ο άλλος περίμενε στο δρόμο να έρθει η σειρά του. Ο αδελφός και η αδελφή Μούλερ υπηρετούν τώρα ως ιεραπόστολοι στο Μπενίν της Αφρικής.

“Η Επίδοση Μαρτυρίας Δοκίμαζε τις Γραφικές μας Γνώσεις”

Οι ιεραπόστολοι Κριστιάν και Ζουλιέτ Μπελοτί ήρθαν στη Γαλλική Πολυνησία το Φεβρουάριο του 1982. Στην αρχή υπηρέτησαν στο έργο περιοχής και μετά έκαναν επί πέντε χρόνια σκαπανικό στο νησί Ραϊατέα, μέρη του οποίου ήταν προσβάσιμα μόνο με το τυπικό πολυνησιακό κανό. Αλλά η επίδοση μαρτυρίας εκεί δεν δοκίμαζε μόνο την ικανότητα κωπηλασίας. «Δοκίμαζε επίσης τις Γραφικές μας γνώσεις», λέει ο Κριστιάν. «Πολύ συχνά μας έκαναν ερωτήσεις όπως: Πώς ξέρουν οι χρισμένοι ότι θα πάνε στον ουρανό; ή, Τι αντιπροσωπεύουν τα θηρία της Αποκάλυψης;»

Όπως συμβαίνει στις περισσότερες μικρές κοινωνίες, οι κάτοικοι του Ραϊατέα γνωρίζονταν όλοι μεταξύ τους. «Έτσι λοιπόν, όταν ένας ευαγγελιζόμενος γινόταν αδρανής», λέει ο Κριστιάν, «δεν ήταν ασυνήθιστο να πει κάποιος οικοδεσπότης: “Δεν έχω δει τον Τάδε τώρα τελευταία. Μήπως ψυχράνθηκε;” Ή: “Ο Τάδε χρειάζεται βοήθεια. Δεν πάει καλά από πνευματική άποψη!”» Μέχρι να φύγουν από το Ραϊατέα ο αδελφός και η αδελφή Μπελοτί, σχεδόν σε κάθε φάρε («σπίτι» στην ταϊτική) κάποιο άτομο είχε μελετήσει με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Από τη βάση τους στο Ραϊατέα, το ζεύγος Μπελοτί πήγαινε επίσης στο νησί Μαουπίτι. Σε μια περίπτωση κανόνισαν να σταλεί κάποια ποσότητα βιβλίων απευθείας στο νησί. Αλλά τα δέματα δεν έφτασαν στον προσδιορισμένο χρόνο. Χωρίς να πτοηθούν, ο Κριστιάν και η Ζουλιέτ έδειχναν στους ανθρώπους τα προσωπικά τους αντίτυπα του βιβλίου που σκόπευαν να προσφέρουν. Σχεδόν 30 οικογένειες ζήτησαν τα βιβλία, με τη σιγουριά ότι αυτά θα έρχονταν. Όταν τελικά έφτασαν τα βιβλία, ένα ενδιαφερόμενο άτομο προσφέρθηκε με καλοσύνη να τα διανείμει.

Ο επόμενος διορισμός του ζεύγους Μπελοτί ήταν η Ρανγκιρόα στα νησιά Τουαμότου, όπου οι ίδιοι ήταν οι μοναδικοί Μάρτυρες. Αργότερα πήραν νέο διορισμό για τη Γαλλική Γουιάνα και τέλος διορίστηκαν στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, όπου ο αδελφός Μπελοτί υπηρετεί στην Επιτροπή του Τμήματος.

«Ο Ιεχωβά θα σε Εκπαιδεύσει»

Ο Φρεντερίκ και η Ουρμίντα Λούκας ήρθαν από τη Γαλλία τον Απρίλιο του 1985 και διορίστηκαν στο νησί Ταχάα, όπου υπήρχαν μόνο τρεις ευαγγελιζόμενοι. Οι πρώτες δύο εβδομάδες ήταν δύσκολες για αυτό το νεαρό ζευγάρι. Διεξήγαν τις συναθροίσεις στο σαλόνι τους και ήταν οι μόνοι παρόντες. Έψελναν τους ύμνους της Βασιλείας και έκλαιγαν. Αλλά δεν ενέδωσαν στην αποθάρρυνση.

Στο νησί δεν υπήρχε ούτε ηλεκτρισμός ούτε τηλέφωνο. Ωστόσο, ο Φρεντερίκ και η Ουρμίντα είχαν έναν φορητό πομποδέκτη, τον οποίο χρησιμοποιούσαν για να επικοινωνούν με τους ιεραποστόλους στο γειτονικό Ραϊατέα—και αυτό, βέβαια, όποτε υπήρχε αρκετό σήμα! Διέθεταν επίσης ένα μικρό ψυγείο το οποίο είχαν συνδέσει στη γεννήτρια ενός γείτονα. «Συνήθως», λέει ο Φρεντερίκ, «η γεννήτρια λειτουργούσε από τις 6:00 μ.μ. μέχρι τις 10:00 μ.μ. Μια φορά γυρίσαμε στο σπίτι και βρήκαμε τις ντομάτες μας κατεψυγμένες. Ο γείτονάς μας είχε αποφασίσει να παρακολουθήσει αθλητικά στην τηλεόραση και είχε ανοίξει τη γεννήτριά του πολύ νωρίτερα».

Ο αδελφός και η αδελφή Λούκας έπρεπε επίσης να μάθουν την ταϊτική. Όπως γνωρίζει όποιος έχει μάθει μια ξένη γλώσσα, οι αρχάριοι βιώνουν κάποιες στιγμές αμηχανίας. Για παράδειγμα, ο Φρεντερίκ θυμάται που πήγαινε από σπίτι σε σπίτι νομίζοντας ότι μιλούσε για το «άγιο πνεύμα»—βάρουα μόα. Όμως δεν είχε μάθει καλά τη δύσκολη προφορά της λέξης μόα, και έτσι μιλούσε για το «πνεύμα του κοτόπουλου».

Όταν το ζευγάρι έφτασε στο Ταχάα, ο Φρεντερίκ ήταν 23 χρονών και διακονικός υπηρέτης. Εκμυστηρεύτηκε στον Αλέν Ζαμέ, που ήταν τότε συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος, ότι ένιωθε ανεπαρκής για να αναλάβει τις ευθύνες που του είχαν δοθεί. «Μην ανησυχείς», είπε ο Αλέν, «ο Ιεχωβά θα σε εκπαιδεύσει!» Και πράγματι το έκανε. Πέντε χρόνια αργότερα, όταν ο αδελφός και η αδελφή Λούκας έφευγαν για τον επόμενο διορισμό τους στην Μπουρκίνα Φάσο, ο μικρός όμιλος στο Ταχάα είχε γίνει εκκλησία με 14 ευαγγελιζομένους και με δική τους Αίθουσα Βασιλείας, και ο Φρεντερίκ υπηρετούσε ως πρεσβύτερος.

Πόση χαρά νιώθει αυτό το ζευγάρι για το ότι δεν ενέδωσαν στην αποθάρρυνση τότε που ξεκίνησαν! «Εκείνα ήταν τα καλύτερα χρόνια της νεότητάς μας», ανέφεραν πρόσφατα. «Μάθαμε να είμαστε υπομονετικοί και να εμπιστευόμαστε πλήρως στον Ιεχωβά και όχι στη δική μας ικανότητα. Όταν η διάθεσή μας δεν ήταν καλή, η προσευχή αναπτέρωνε το ηθικό μας. Κάναμε τον Ιεχωβά καταφύγιό μας και εκείνος δεν μας εγκατέλειψε ποτέ. Ναι, όντως μας εκπαίδευσε».

Άγαμοι Ιεραπόστολοι Αναλαμβάνουν Δύσκολους Διορισμούς

Στη Γαλλική Πολυνησία πήγαν επίσης να βοηθήσουν άγαμοι ιεραπόστολοι από τη Γαλλία. Από τους πρώτους ήταν ο Ζορζ Μπουρζονιέ και ο Μαρκ Μοντέ. Και οι δύο υπηρέτησαν στο γραφείο τμήματος και στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου. Η περιοχή του Μαρκ περιλάμβανε τα νησιά Τουμπουάι, Γκαμπιέ, Μαρκέσας και Τουαμότου. Σε πολλές ατόλλες κήρυττε μόνος του. Σε άλλες συνεργαζόταν με ντόπιους ειδικούς σκαπανείς. Όποτε ήταν δυνατόν εκφωνούσε δημόσιες ομιλίες, και σε μερικά νησιά τις παρακολουθούσαν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι. Μετά το γάμο του, ο Μαρκ συνέχισε στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου για κάποιο διάστημα. Τώρα αυτός και η σύζυγός του η Τζέσικα είναι στην Εκκλησία Μπόρα Μπόρα, όπου ο Μαρκ υπηρετεί ως πρεσβύτερος και σκαπανέας.

Το Φεβρουάριο του 1986, ήρθαν από τη Γαλλία ο Φιλίπ Κουζινέ και ο Πατρίκ Λεμασίφ. Διορίστηκαν στα νησιά Μαρκέσας. Ανόμοια με τα άλλα νησιά στη Γαλλική Πολυνησία, τα Μαρκέσας δεν προστατεύονται από κοραλλιογενείς υφάλους. Οι ψηλοί βράχοι σε αυτά τα νησιά καταλήγουν σχεδόν κατακόρυφα στο βαθυγάλανο Ειρηνικό, ο οποίος τους σφυροκοπάει με τα τεράστια κύματά του. Ανάμεσα στις τραχιές βουνοκορφές βρίσκονται στενές, εύφορες κοιλάδες με ποτάμια και καταρράκτες—η τέλεια κατοικία για τα πολλά κατσίκια, άλογα και άγρια βοοειδή που τριγυρίζουν στα νησιά.

Στο διάβα των ετών, τα νησιά Μαρκέσας είχαν δεχτεί σποραδικές επισκέψεις από σκαπανείς και ευαγγελιζομένους. Ο αδελφός και η αδελφή Μούλερ, για παράδειγμα, πέρασαν 18 μήνες στο Νούκου Χίβα τα έτη 1978/1979. Στο σύνολό του, όμως, το αρχιπέλαγος δεν είχε δεχτεί πλήρη μαρτυρία. Η κατάσταση άλλαξε όταν ήρθαν ο Φιλίπ και ο Πατρίκ. Είναι αλήθεια ότι η πρόοδος δεν ήταν εύκολη, επειδή ο Καθολικισμός ήταν γερά εδραιωμένος και πολλοί άνθρωποι φοβούνταν τους ιερείς. Μάλιστα, οι ιερείς ευθύνονταν για συγκεκριμένες απειλές εναντίον των δύο αδελφών. Επίσης, εκείνη την εποχή ανθούσε ένα Καθολικό χαρισματικό κίνημα, το οποίο υποδαύλιζε το φανατισμό και βρισκόταν πίσω από κάποια άσχημα περιστατικά που είχαν συμβεί στην περιοχή.

Ο Πατρίκ και ο Φιλίπ έκαναν έργο στην αρχή μαζί και κατόπιν χωριστά, όταν εξοικειώθηκαν περισσότερο με τον τομέα. Εναλλάξ, ο ένας έμενε στον ιεραποστολικό οίκο στο Χίβα Όα, όπου διεξήγε τις συναθροίσεις, ενώ ο άλλος έφευγε με το πλοίο για αρκετές εβδομάδες προκειμένου να επισκεφτεί άλλα νησιά. Τελικά, διαπίστωσαν ότι ήταν πιο πρακτικό και αποτελεσματικό να χωριστούν εντελώς—ο Πατρίκ να κηρύττει στα νησιά που βρίσκονταν στα βόρεια και ο Φιλίπ σε εκείνα που βρίσκονταν στα νότια.

Για να βοηθηθούν οι δυο ιεραπόστολοι, το γραφείο τμήματος διόρισε ειδικούς σκαπανείς από την Ταϊτή να τους συνοδεύουν στο έργο. Ένας από αυτούς ήταν ο Πασκάλ Πατέρ, ο οποίος τώρα υπηρετεί ως πρεσβύτερος. Ο άλλος ήταν ο Μισέλ Μπισταμάντε που τώρα είναι επίσκοπος περιοχής. Αυτοί οι ενθουσιώδεις νεαροί πρόσφεραν με χαρά τη δύναμη της νεότητάς τους στον Ιεχωβά. (Παρ. 20:29) Και όντως χρειάζονταν δύναμη, επειδή το κήρυγμα στα νησιά Μαρκέσας δεν ήταν για λεπτεπίλεπτους ή λιγόψυχους ανθρώπους. Δεν υπήρχαν δρόμοι, μόνο βραχώδη μονοπάτια, συχνά γεμάτα λάσπη, τα οποία ελίσσονταν μέσα σε βαθιές, στενές κοιλάδες για να καταλήξουν σε απομονωμένα σπίτια και κοινότητες. Ο μόνος πρακτικός τρόπος για να πάει κανείς σε μερικά από αυτά τα μέρη ήταν να χρησιμοποιήσει ένα μικρό μοτοποδήλατο.

Ο Φιλίπ θυμάται που περνούσε με το μοτοποδήλατό του από ένα στενό μονοπάτι, και ένα κοπάδι άγρια βοοειδή που είχαν τρομάξει από κάποιο άλλο όχημα ήρθε καταπάνω του. Έχοντας από τη μια πλευρά του γκρεμό και από την άλλη την απόκρημνη βραχώδη επιφάνεια του βουνού, ο Φιλίπ δεν είχε δίοδο διαφυγής. Έτσι έκανε το μόνο πράγμα που του έμενε—σταμάτησε το μοτοποδήλατο και κόλλησε μαζί με αυτό πάνω στο βράχο. Τα άγρια ζώα πέρασαν με βροντερό θόρυβο δίπλα του, αφήνοντάς τον έντρομο αλλά αβλαβή.

«Για εμένα, ο διορισμός ήταν περιπέτεια», λέει ο Μισέλ Μπισταμάντε. «Βιώσαμε όμως και κάποιες τρομακτικές στιγμές, ειδικά όταν ήμασταν μόνοι σε μερικά από αυτά τα νησιά. Σε κάποια περίπτωση, το μπανγκαλόου όπου έμενα βρισκόταν σε μια βαθιά, σκοτεινή κοιλάδα μακριά από το σημείο όπου είχα περάσει τη μέρα μου κηρύττοντας. Προσπάθησα να βρω κατάλυμα σε ένα γειτονικό χωριό, αλλά μάταια, και έτσι έπρεπε να επιστρέψω περπατώντας. Είχε ήδη σουρουπώσει και οι πανύψηλοι βράχοι ορθώνονταν απειλητικά γύρω μου στη σκοτεινιά της νύχτας. Άρχισα να σκέφτομαι τις πνευματιστικές πράξεις που γίνονταν στο νησί και τους δαίμονες που θα πρέπει να παραμόνευαν τριγύρω. Όλα αυτά μου προκάλεσαν κρίση άγχους. Γι’ αυτό, άρχισα να προσεύχομαι και να ψέλνω ύμνους της Βασιλείας που περιείχαν συχνά το όνομα του Ιεχωβά. Όταν επιτέλους μπήκα στο μπανγκαλόου, έκλεισα την πόρτα, άνοιξα τη Γραφή μου και άρχισα να διαβάζω. Σιγά σιγά γαλήνεψα».

Έπειτα από τρία χρόνια σκληρής εργασίας, οι αδελφοί είδαν με συγκίνηση τον πρώτο σπουδαστή της Γραφής από τα νησιά Μαρκέσας να γνωρίζει την αλήθεια—έναν νεαρό ονόματι Ζαν-Λουί Πετερανό. Κάποιος ιερέας επισκέφτηκε τον Ζαν-Λουί και του ζήτησε «να επιστρέψει στους κόλπους της εκκλησίας». Σε μια προσπάθεια να «σώσει» το νεαρό, ο ιερέας ισχυρίστηκε ότι το όνομα Ιεχωβά ήταν επινόηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο Ζαν-Λουί τού ανέφερε τότε το εδάφιο Ψαλμός 83:18 από τη γαλλική Καθολική μετάφραση Κραμπόν (Crampon, 1905), η οποία χρησιμοποιεί το θεϊκό όνομα. Έχοντας μείνει άφωνος, ο ιερέας έφυγε και δεν ξαναγύρισε. Αυτή ήταν πιθανόν η πρώτη φορά που κάποιος από τα νησιά Μαρκέσας κατάφερε να αντιμετωπίσει με επιτυχία έναν ιερέα πάνω σε θεολογικά ζητήματα χρησιμοποιώντας Καθολική Αγία Γραφή. Αργότερα, ακόμη και η ιδιαιτέρα γραμματέας του Καθολικού επισκόπου εγκατέλειψε την εκκλησία και ήρθε στην αλήθεια.

Στο νησί Χίβα Όα, οι ιεραπόστολοι συνάντησαν ένα ζευγάρι από την Ευρώπη, τον Ζαν και τη Ναντίν Ομπερλέν. Όπως ο διάσημος Γάλλος ζωγράφος Πολ Γκογκέν, έτσι και αυτοί είχαν έρθει στα νησιά Μαρκέσας για να αποσυρθούν από την κοινωνία. Έμεναν σε ένα σχεδόν απρόσιτο μέρος και ζούσαν απλά, χωρίς καμιά από τις σύγχρονες ανέσεις. Αφού μελέτησαν επί τρία χρόνια και έκαναν πολλές αλλαγές στη ζωή τους, ο Ζαν και η Ναντίν βαφτίστηκαν.

Όταν ο Φιλίπ Κουζινέ και ο Πατρίκ Λεμασίφ έφτασαν στα νησιά Μαρκέσας το 1986, υπήρχε μόνο ένας ευαγγελιζόμενος σε ολόκληρο το αρχιπέλαγος. Οχτώ χρόνια αργότερα, όταν ο Φιλίπ—ο δεύτερος που θα έφευγε—πήρε νέο διορισμό στο Καμερούν, υπήρχαν 36 ευαγγελιζόμενοι—1 για κάθε 210 κατοίκους. Υπήρχαν δε τρεις εκκλησίες, μία σε καθένα από τα τρία κύρια νησιά—το Χίβα Όα, το Νούκου Χίβα και το Ούα Που.

Έρχονται οι Τελευταίοι Ιεραπόστολοι

Οι τελευταίοι ιεραπόστολοι που ήρθαν από τη Γαλλία ήταν ο Σερζ και η Μαρί-Λουίζ Γκολέν, οι οποίοι έφτασαν το Νοέμβριο του 1990. Διορίστηκαν και αυτοί στα νησιά Μαρκέσας, όπου έχουν κάνει πολλά για να ενισχύσουν τις εκκλησίες. Ο αδελφός και η αδελφή Γκολέν έμαθαν τη γλώσσα των νησιών Μαρκέσας και έχουν καταφέρει κάτι εκπληκτικό—έχουν επισκεφτεί όλες τις οικογένειες των έξι κατοικημένων νησιών!

Από τη βάση τους στο Χίβα Όα, όπου ο Σερζ είναι ο μοναδικός πρεσβύτερος, πηγαίνουν τακτικά σε αρκετά άλλα νησιά, περιλαμβανομένων και δύο στα οποία δεν υπάρχουν καθόλου ευαγγελιζόμενοι. Στην πρώτη τους επίσκεψη στο Φάτου Χίβα, ο Σερζ εντυπωσιάστηκε από το συνεργατικό πνεύμα που επέδειξαν οι τοπικοί Καθολικοί και Προτεστάντες διάκονοι. Όταν τέλειωσαν τις θρησκευτικές τους λειτουργίες, και οι δύο προσκάλεσαν τους ανθρώπους να παρακολουθήσουν μια ημίωρη δημόσια ομιλία που θα εκφωνούσε ο Σερζ σε ένα τοπικό σχολείο. Επιπλέον, ο Προτεστάντης διάκονος ήρθε και μετέφρασε την ομιλία του Σερζ στη γλώσσα των νησιών Μαρκέσας, την οποία μιλούσε τότε με μεγαλύτερη άνεση από ό,τι ο Σερζ.

Για να βοηθήσει τους παρόντες να βρίσκουν τα διάφορα εδάφια στη δική τους Γραφή, ο Σερζ τα έγραψε σε έναν πίνακα. Επίσης έκανε τις προσευχές, στις οποίες όλοι ανταποκρίθηκαν με ένα σαφέστατο «Αμήν». Την επομένη, ο αδελφός και η αδελφή Γκολέν έδωσαν έντυπα σε κάθε οικογένεια στο Φάτου Χίβα. Έκτοτε, εξακολουθούν να είναι καλοδεχούμενοι όταν επισκέπτονται αυτό το νησί, του οποίου ο πληθυσμός είναι κατά τι μικρότερος των 600 ατόμων.

Η Αλήθεια της Αγίας Γραφής Διεισδύει στις Φυλακές

Όπως και σε πολλές άλλες χώρες, αρκετοί άνθρωποι στη Γαλλική Πολυνησία έχουν γνωρίσει την αλήθεια της Αγίας Γραφής σε φυλακές. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Αλεξάντρ Τετιαράχι, ο οποίος ανέπτυξε εγκληματική συμπεριφορά όταν ήταν νέος και πέρασε εφτά χρόνια σε σωφρονιστικό ίδρυμα. Δραπέτευσε τουλάχιστον έξι φορές και ονομάστηκε Πεταλούδας, από τον κεντρικό χαρακτήρα ενός διάσημου μυθιστορήματος με θέμα κάποιον φυγάδα.

Σε ένα μέρος όπου κρυβόταν ο Αλεξάντρ στο νησί Ραϊατέα, βρήκε μια Αγία Γραφή και ένα αντίτυπο του βιβλίου «Πράγματα, εις τα Οποία Είναι Αδύνατον να Ψευσθή ο Θεός». Διάβασε την Αγία Γραφή από την αρχή ως το τέλος καθώς και το βιβλίο αρκετές φορές. Πεπεισμένος ότι είχε βρει την αλήθεια, άρχισε να υποφέρει από τύψεις συνείδησης. Τι έκανε;

Αν και δεν είχε έρθει προσωπικά σε επαφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, τους εκδότες του βιβλίου, ο Αλεξάντρ παραδόθηκε στην αστυνομία, η οποία τον έστειλε πίσω στις φυλακές της Ταϊτής. Εκεί εργαζόταν ως δεσμοφύλακας ο Κολσόν Ντιν. Λίγο μετά την άφιξή του, ο Αλεξάντρ άκουσε τον Κολσόν να δίνει μαρτυρία σε έναν συνάδελφό του και αμέσως αναγνώρισε τις διδασκαλίες. Πλησίασε λοιπόν κατ’ ιδίαν τον Κολσόν και του ζήτησε να μάθει περισσότερα.

Ο αδελφός Ντιν πήρε την άδεια από το διοικητή των φυλακών να μελετάει με τον Αλεξάντρ στο κελί του. Σε λίγο καιρό, ήθελαν και άλλοι κρατούμενοι να μελετήσουν. Ο διοικητής επέτρεψε στον Κολσόν να μελετάει και με εκείνους τους κρατουμένους, στη διάρκεια του μεσημεριανού του διαλείμματος. Αργότερα αποφασίστηκε ότι θα ήταν καλύτερο να αναλάβουν δυο άλλοι πρεσβύτεροι τη μελέτη. Επί αρκετά χρόνια, 30 με 50 έγκλειστοι απολάμβαναν μια εβδομαδιαία Γραφική διάλεξη η οποία ακολουθούνταν από προσωπική μελέτη για όσους το επιθυμούσαν.

Στο μεταξύ, ο Αλεξάντρ σημείωνε γοργή πρόοδο, την οποία παρατήρησαν οι ιθύνοντες της φυλακής. Ως αποτέλεσμα, έδωσαν ειδική άδεια σε αυτόν τον πρώην αριστοτέχνη των αποδράσεων να παρακολουθήσει την πρώτη του συνέλευση περιφερείας, υπό την επιτήρηση του αδελφού Ντιν. Εκεί ο Αλεξάντρ βαφτίστηκε. Τώρα έχει αποφυλακιστεί και συνεχίζει να υπηρετεί τον Ιεχωβά.

Διεθνείς Συνελεύσεις στην Ταϊτή

Το 1969, η Ταϊτή απόλαυσε την πρώτη της διεθνή συνέλευση περιφερείας. Εκείνη την εποχή υπήρχαν μόνο 124 ευαγγελιζόμενοι στα νησιά. Μπορείτε να φανταστείτε λοιπόν πόσο ενθουσιάστηκαν που φιλοξένησαν 210 εκπροσώπους από 16 χώρες, περιλαμβανομένου και του Φρέντερικ Γ. Φρανς—του πρώτου μέλους του Κυβερνώντος Σώματος που επισκέφτηκε την Ταϊτή. Με έναν ανώτατο αριθμό παρόντων 610 ατόμων, η συνέλευση έδωσε μεγάλη ώθηση στους αδελφούς, συμβάλλοντας σε αύξηση των ευαγγελιζομένων κατά 15 τοις εκατό τον επόμενο χρόνο. Αργότερα, το 1978, η Ταϊτή φιλοξένησε μια από τις Διεθνείς Συνελεύσεις «Νικηφόρος Πίστη». Αυτή τη φορά οι παρόντες έφτασαν τους 985!

Μετάφραση στην Ταϊτική

Καθώς ο αριθμός των ευαγγελιζομένων μεγάλωνε, το ίδιο συνέβαινε και με τις εργασίες στο γραφείο τμήματος, ειδικά σε σχέση με τη μετάφραση των Βιβλικών εντύπων στην ταϊτική, την κύρια γλώσσα στην Πολυνησία. Ακόμη και προτού ιδρυθεί το γραφείο τμήματος, μερικοί μεγαλύτεροι σε ηλικία ευαγγελιζόμενοι οι οποίοι είχαν καλή γνώση της ταϊτικής μετέφραζαν ορισμένα έντυπα ως μερική απασχόληση, συνήθως από τη γαλλική. Αρχίζοντας από το 1963, για παράδειγμα, μετέφραζαν τη Διακονία της Βασιλείας. Κατόπιν, το 1971 ολοκλήρωσαν το βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή.

Η ίδρυση του γραφείου τμήματος στην Ταϊτή το 1975 έδωσε περαιτέρω ώθηση στη μετάφραση. Πολλοί νεότεροι μεταφραστές ήταν εξοικειωμένοι με την αγγλική, η οποία διδάσκεται στα σχολεία. Επομένως, μπορούσαν τώρα να μεταφράζουν κατευθείαν από το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο και όχι από τη γαλλική μετάφραση. Αρχίζοντας το 1976, το γραφείο τμήματος μετέφραζε τη Σκοπιά στην ταϊτική ως δεκαπενθήμερη έκδοση, ενώ για ένα διάστημα μεταφραζόταν και το Ξύπνα! Επίσης μεταφράστηκαν τα βιβλία «Όλη η Γραφή Είναι Θεόπνευστη και Ωφέλιμη», Πώς να Συζητάτε Λογικά από τις Γραφές και ολόκληρο το υμνολόγιο. Πράγματι, σε σύγκριση με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, καμία άλλη ομάδα δεν έχει εκδώσει τόσα έντυπα στην ταϊτική!

Στη διάρκεια των τελευταίων 30 χρόνων, όμως, η ταϊτική και άλλες πολυνησιακές γλώσσες έχουν παραχωρήσει σταδιακά τη θέση τους στη γαλλική. Μια αιτία για αυτή την τάση είναι το γεγονός ότι η γαλλική, μια κύρια γλώσσα με μεγάλη εξάπλωση, χρησιμοποιείται τόσο από τα μέσα ενημέρωσης όσο και από το εκπαιδευτικό σύστημα μέχρι και σε πανεπιστημιακό επίπεδο.

Παρ’ όλα αυτά, μεγάλος αριθμός Πολυνησίων θεωρούν την ταϊτική μέρος της πολιτισμικής τους ταυτότητας, και έτσι οι αδελφοί δίνουν συχνά μαρτυρία σε αυτή τη γλώσσα. Επίσης, από τις 26 εκκλησίες στον τομέα του γραφείου τμήματος, οι 5 διεξάγουν τις συναθροίσεις τους στην ταϊτική, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 20 τοις εκατό των ευαγγελιζομένων. Ως εκ τούτου, υπάρχει ακόμη σημαντική ζήτηση για έντυπα σε αυτή τη γλώσσα.

Ένα Εντατικό Οικοδομικό Πρόγραμμα Ξεκινάει

Το μικρό δωμάτιο δίπλα στην Αίθουσα Βασιλείας στην Παπεετέ χρησιμοποιήθηκε ως γραφείο τμήματος από το 1975 μέχρι το 1983, οπότε οικοδομήθηκε ένα νέο γραφείο τμήματος στην κωμόπολη Παέα, περίπου 25 χιλιόμετρα από την Παπεετέ. Χτισμένο εξ ολοκλήρου από ντόπιους αδελφούς, το νέο Μπέθελ διέθετε τέσσερα δωμάτια για τα μέλη της οικογένειας Μπέθελ, τρία γραφεία, μια αποθήκη εντύπων και μια Αίθουσα Βασιλείας. Στις 15 Απριλίου 1983, ο Λόιντ Μπάρι από το Κυβερνών Σώμα έκανε την αφιέρωση των καινούριων εγκαταστάσεων μπροστά σε ένα ακροατήριο 700 ατόμων.

Αλλά ακόμη και εκείνο το γραφείο τμήματος σύντομα αποδείχτηκε πολύ μικρό. Έτσι λοιπόν, το Κυβερνών Σώμα ενέκρινε την ανέγερση ενός μεγαλύτερου συγκροτήματος που περιλάμβανε και Αίθουσα Συνελεύσεων στο Τοαχότου, μια ημιαγροτική περιοχή κοντά στον ισθμό που συνδέει τα δύο μέρη του νησιού. Αυτό το έργο το ολοκλήρωσε μια ομάδα αδελφών από την Αυστραλία, τη Γαλλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και τη Νέα Ζηλανδία. Φυσικά οι ντόπιοι ευαγγελιζόμενοι πρόσφεραν μεγάλη υποστήριξη. Ο αδελφός Μίλτον Τζ. Χένσελ, μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, έκανε την αφιέρωση του νέου συγκροτήματος στις 11 Δεκεμβρίου 1993.

Περίπου τον ίδιο καιρό ξεκίνησε με εντατικούς ρυθμούς και ένα πρόγραμμα οικοδόμησης Αιθουσών Βασιλείας. Με την επίβλεψη της τοπικής Περιφερειακής Επιτροπής Οικοδόμησης, οι αδελφοί έχτισαν 16 νέες αίθουσες σε λιγότερο από δέκα χρόνια. Ως αποτέλεσμα, οι περισσότερες εκκλησίες έχουν τώρα τη δική τους Αίθουσα Βασιλείας.

Προσαρμογές στο Γραφείο Τμήματος και Περαιτέρω Εκπαίδευση

Μέχρι το 1995, ο Αλέν Ζαμέ είχε υπηρετήσει ως συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος επί 20 περίπου χρόνια, αλλά λόγω οικογενειακών ευθυνών δεν ήταν σε θέση να συνεχίσει σε αυτόν το διορισμό. Ωστόσο, μπόρεσε να παραμείνει στην Επιτροπή του Τμήματος και να υπηρετεί μέρος του χρόνου του ως επίσκοπος περιφερείας. Γι’ αυτό, το Σεπτέμβριο εκείνου του έτους το Κυβερνών Σώμα διόρισε τον Ζεράρ και την Ντομινίκ Μπαλζά από την οικογένεια Μπέθελ της Γαλλίας στην Ταϊτή. Ο Ζεράρ διορίστηκε συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος.

Το τρίτο μέλος της Επιτροπής του Τμήματος είναι ο Λικ Γκρανζά. Αυτός και η σύζυγός του η Ρεμπέκα μετακόμισαν στην Ταϊτή το 1991 για να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Έπειτα από μια σύντομη περίοδο στο ειδικό σκαπανικό, συμμετείχαν στο έργο περιοχής και περιφερείας επί τέσσερα χρόνια προτού διοριστούν στο γραφείο τμήματος το 1995.

Το Μάιο του 1997 το γραφείο τμήματος της Ταϊτής μπόρεσε να διεξαγάγει την πρώτη τάξη της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης. Πολλοί από τους 20 σπουδαστές που την παρακολούθησαν απόλαυσαν κατόπιν προνόμια στην ειδική υπηρεσία. Ο Φελίξ Τεμαρίι, για παράδειγμα, είναι τώρα ένας από τους επισκόπους περιοχής στα νησιά. Ο Ζεράρ Μπαλζά αναφέρει: «Προσευχόμαστε να υπάρξουν περισσότεροι αδελφοί που θα αποκτήσουν τα προσόντα και θα διαθέσουν τον εαυτό τους, ώστε να μπορέσουμε να διεξαγάγουμε και δεύτερη τάξη. Χωρίς αμφιβολία, υπάρχει ακόμη μεγάλη ανάγκη σε αρκετά νησιά, μερικά από τα οποία δεν έχουν καθόλου ευαγγελιζομένους μέχρι και σήμερα. Σε άλλα νησιά, χρειάζονται αδελφοί με τα κατάλληλα προσόντα για να αναλάβουν εκκλησιαστικές ευθύνες. Επίσης, οι κάτοικοι 58 νησιών, οι οποίοι αποτελούν το 7 τοις εκατό του πληθυσμού, σπανίως ακούνε τα καλά νέα. Σε μερικές περιπτώσεις, η ανάγκη θα μπορούσε να καλυφτεί από πνευματικά ώριμα ζευγάρια συνταξιούχων με γαλλική υπηκοότητα. Αν κάποια τέτοια άτομα θα ήθελαν να μας βοηθήσουν—ακόμη και για δύο χρόνια—το γραφείο τμήματος θα χαρεί πολύ να λάβει κάποια επιστολή τους».

Προκλήσεις σε μια Γοργά Μεταβαλλόμενη Κοινωνία

Ιδιαίτερα η Ταϊτή διέρχεται μια περίοδο οικονομικής ανάπτυξης καθώς και ταχύτατης εκκοσμίκευσης και αστικοποίησης. Αυτό με τη σειρά του έχει συμβάλει στη μετακίνηση του πληθυσμού από άλλα νησιά στην Ταϊτή. Ο υλισμός, ο καταναλωτισμός και η επιδίωξη απολαύσεων έχουν αποτελέσει τα επακόλουθα της υλικής ευημερίας.

Δυστυχώς, κάποιοι από το λαό του Ιεχωβά έπεσαν θύματα αυτών των ύπουλων πιέσεων. Ειδικά για τα νεαρά άτομα αποτελεί πρόκληση το να διατηρούν στην πρώτη θέση τα πνευματικά πράγματα και να διακρατούν ηθική αγνότητα. Παρ’ όλα αυτά, η ευλογία του Ιεχωβά εξακολουθεί να είναι φανερή, εφόσον στον τομέα αντιστοιχεί τώρα 1 ευαγγελιζόμενος για κάθε 141 κατοίκους.

Αυτό πιστοποιεί ότι πολλοί άνθρωποι στη Γαλλική Πολυνησία έχουν εκτιμήσει έναν πολύ πιο όμορφο παράδεισο—έναν πνευματικό παράδεισο, τον οποίο απολαμβάνει αποκλειστικά και μόνο ο λαός που φέρει το όνομα του Θεού. (Ιωάν. 6:44· Πράξ. 15:14) Επιπλέον, αυτός ο παράδεισος είναι προάγγελος ενός κατά γράμμα παραδείσου που θα σκεπάσει σε λίγο τη γη και ο οποίος θα είναι απαλλαγμένος από πόνο, θλίψη, ακόμη και από το θάνατο—πράγματα που έχουν πλήξει κάθε γενιά ανθρώπων ανεξάρτητα από το μέρος στο οποίο ζουν.—Ιώβ 14:1· Αποκ. 21:3, 4.

Οι πρώτοι Πολυνήσιοι επέδειξαν μεγάλο θάρρος, ναυτική επιδεξιότητα και πίστη ότι υπήρχε γη—ίσως μια καλύτερη γη—πέρα από τον ορίζοντα. Δεν απογοητεύτηκαν. Παρόμοια, οι όσιοι λάτρεις του Ιεχωβά σήμερα, όπως εκείνοι που αναφέρθηκαν σε αυτή την αφήγηση, συνεχίζουν να αγωνίζονται για το απείρως ανώτερο βραβείο που έχει θέσει μπροστά τους ο Ιεχωβά. Και αυτοί επίσης δεν θα απογοητευτούν. Ναι, ο Ιεχωβά θα παράσχει αλάνθαστη καθοδήγηση, καλύτερη από οποιουδήποτε άστρου στον ουρανό, σε όλους όσους εμπιστεύονται σε αυτόν ώστε να φτάσουν στον επίγειο Παράδεισο που βρίσκεται επί θύραις.—Ψαλμ. 73:23, 24· Λουκ. 23:43.

[Υποσημειώσεις]

^ παρ. 4 Αν και αυτή η αφήγηση καλύπτει τη Γαλλική Πολυνησία στο σύνολό της, τιτλοφορείται «Ταϊτή» επειδή αυτό το νησί είναι το επίκεντρο των δραστηριοτήτων στην περιοχή και το όνομα Ταϊτή είναι πιο οικείο σε πολλά άτομα. Ωστόσο, η μνεία της «Ταϊτής» μέσα στην αφήγηση αναφέρεται συγκεκριμένα στο νησί.

^ παρ. 54 Για μια εξέταση της ιστορίας της ταϊτικής Αγίας Γραφής, βλέπε Σκοπιά 1 Ιουλίου 2003, σελίδες 26-29.

[Πλαίσιο στη σελίδα 72]

Συνοπτική Εικόνα της Γαλλικής Πολυνησίας

Η χώρα: Διασκορπισμένα σε 5 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα ωκεανού, τα 130 νησιά έχουν έκταση 4.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Σχηματίζουν πέντε αρχιπελάγη: Τουμπουάι (Οστράλ), Γκαμπιέ, Μαρκέσας, Σοσιετέ και Τουαμότου. Τα 14 νησιά Σοσιετέ φιλοξενούν το 85 τοις εκατό του πληθυσμού.

Οι κάτοικοι: Οι περισσότεροι είναι Πολυνήσιοι ή εν μέρει Πολυνήσιοι. Οι υπόλοιποι—η μειονότητα—είναι Κινέζοι, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί.

Η γλώσσα: Η γαλλική και η ταϊτική είναι οι κύριες γλώσσες, με τη γαλλική να αποτελεί τη γλώσσα της κυβέρνησης και του εμπορίου.

Οι πόροι διαβίωσης: Η οικονομία περιστρέφεται κυρίως γύρω από τις δημόσιες υπηρεσίες και την παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένου και του τουρισμού. Η γεωργία, η βιομηχανία και η καλλιέργεια μαργαριταριών απασχολούν το υπόλοιπο εργατικό δυναμικό. Τα μαργαριτάρια αποτελούν το 80 τοις εκατό των εξαγωγών.

Η τροφή: Τα νησιά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα εισαγόμενα τρόφιμα. Οι τοπικές σοδειές περιλαμβάνουν μπανάνες, κασσάβα, καρύδες, μαρούλια, παπάγιες, ανανάδες, τάρο, ντομάτες και καρπούζια. Οι ανάγκες σε κρέας καλύπτονται από ψάρια, στρείδια, γαρίδες, βοοειδή, κατσίκες και γουρούνια.

Το κλίμα: Οι καιρικές συνθήκες είναι τροπικές—ζεστές και υγρές—αλλά ποικίλλουν κάπως από αρχιπέλαγος σε αρχιπέλαγος. Η εποχή των βροχών (καλοκαίρι) διαρκεί από το Νοέμβριο ως τον Απρίλιο. Κάθε χρόνο, το ύψος της βροχής που διαποτίζει την κεντρική Ταϊτή μπορεί να ξεπεράσει τα 9 μέτρα.

[Πλαίσιο/Εικόνες στη σελίδα 74]

Ψηλά Νησιά, Χαμηλά Νησιά και Μότου

Τα νησιά της Γαλλικής Πολυνησίας είναι όλα ηφαιστειογενή και απαρτίζουν δύο κύριες κατηγορίες–τα ψηλά νησιά και τα χαμηλά νησιά. Τα ψηλά νησιά είναι απόκρημνα και ορεινά, και μερικών οι κορυφές υψώνονται χιλιάδες μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Η Ταϊτή αποτελεί τυπικό παράδειγμα ψηλού νησιού.

Από τα ψηλά νησιά, όλα εκτός από τα νησιά Μαρκέσας προστατεύονται ολόγυρα από κοραλλιογενείς υφάλους. Σε πολλούς από αυτούς τους υφάλους, όπως στον ύφαλο που περιβάλλει το Μπόρα Μπόρα, θα βρείτε μικρά νησάκια με βλάστηση τα οποία λέγονται μότου. Αυτά αποτελούν δημοφιλείς τοποθεσίες ως θέρετρα.

Τα χαμηλά νησιά είναι κοραλλιογενείς ατόλλες οι οποίες βρίσκονται περίπου ένα μέτρο πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Κατά κανόνα, ο ύφαλος σχηματίζει έναν δακτύλιο μέσα στον οποίο υπάρχει μια λιμνοθάλασσα με κρυστάλλινα νερά. Τα νησιά του αρχιπελάγους Τουαμότου είναι τέτοιου είδους. Μερικές λιμνοθάλασσες είναι τεράστιες. Αυτή που βρίσκεται στο νησί Ρανγκιρόα, για παράδειγμα, έχει μήκος 70 χιλιόμετρα και μέγιστο πλάτος 20 χιλιόμετρα.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 77]

Από Διάκονος στην Προτεσταντική Εκκλησία Διαγγελέας της Βασιλείας

Μανουάρι Τεφαατάου

Έτος γέννησης: 1913

Έτος βαφτίσματος: 1959

Ιστορικό: Ενώ ήταν διάκονος της Προτεσταντικής Εκκλησίας, γνώρισε την αλήθεια από κάποιους από τους πρώτους σπουδαστές της Γραφής στο νησί Μακατέα.

Μετά την άφιξη των Μαρτύρων Ζαν-Μαρί και Ζαν Φελίξ στο Μακατέα το 1956, οι πρώτοι τους σπουδαστές της Γραφής, ο Μάουι Πίιραϊ και η Ζερμέν Αμαρού, μου έδωσαν μαρτυρία. Σύντομα άρχισα να μιλάω για τις Γραφικές αλήθειες σε άλλους ενορίτες, πράγμα το οποίο έφερε μεγάλη αναστάτωση στην εκκλησία. Μάλιστα, ο πάστορας μου είπε να σταματήσω να μιλάω με Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Χωρίς δισταγμό, παραιτήθηκα από την εκκλησία και άρχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις, οι οποίες διεξάγονταν στο σπίτι της οικογένειας Φελίξ. Και μερικοί άλλοι ενορίτες επίσης άρχισαν να μελετούν και να παρακολουθούν τις συναθροίσεις. Θεωρώ προνόμιο το γεγονός ότι ανήκα σε εκείνον τον πρώτο μικρό όμιλο σπουδαστών της Γραφής σε ολόκληρη τη Γαλλική Πολυνησία.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 83, 84]

Ο Ιεχωβά Αναπλήρωσε τις Ελλείψεις Μου

Λέναρντ (Λεν) Χέλμπεργκ

Έτος γέννησης: 1930

Έτος βαφτίσματος: 1951

Ιστορικό: Ως άγαμος επίσκοπος περιοχής στον πρώτο του διορισμό στο έργο περιοχής, άνοιξε το δρόμο για το έργο στην Ταϊτή. Ο ίδιος και η σύζυγός του η Ρίτα ζουν τώρα στην Αυστραλία.

Το 1955, όταν το γραφείο τμήματος της Αυστραλίας με διόρισε να ξεκινήσω το έργο περιοχής στο Νότιο Ειρηνικό, αυτός ο αχανής τομέας είχε μόνο δύο εκκλησίες—μία στα Φίτζι και μία στη Σαμόα—και έξι απομονωμένους ομίλους. Δεν υπήρχαν ευαγγελιζόμενοι στην Ταϊτή.

Είχα προγραμματίσει την πρώτη μου επίσκεψη στο νησί για το Δεκέμβριο του 1956, και έφτασα εκεί ύστερα από ένα εξαήμερο ταξίδι από τα Φίτζι με το υπερωκεάνιο Σάουθερν Κρος. Νοίκιασα δωμάτιο σε μια πανσιόν με θέα το γραφικό λιμάνι της Παπεετέ. Το επόμενο πρωί, ενώ ντυνόμουν για την υπηρεσία αγρού, είδα το Σάουθερν Κρος να περνάει μερικές εκατοντάδες μόλις μέτρα από το παράθυρό μου. Ήμουν μόνος σε μια άγνωστη χώρα, σε απόσταση 3.000 χιλιομέτρων από τους πλησιέστερους αδελφούς μου, με έναν λαό που μιλούσε ξένη γλώσσα—τη γαλλική. Το μόνο που είχα ήταν η διεύθυνση μιας συνδρομήτριας του Ξύπνα!

Ξαφνικά, με κατέκλυσαν τόσο πολύ τα αισθήματα μοναξιάς ώστε κατέρρευσα και άρχισα να κλαίω χωρίς να μπορώ να συγκρατήσω τους λυγμούς μου. Αφού δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω, είπα στον εαυτό μου: “Πες ότι αυτή η μέρα χάθηκε—γύρνα στο κρεβάτι. Θα αρχίσω από αύριο”. Έπειτα από πολλές ένθερμες προσευχές εκείνη τη νύχτα, ξύπνησα το επόμενο πρωί με κέφι. Το ίδιο απόγευμα βρήκα τη συνδρομήτρια του Ξύπνα!—μια γυναίκα από την Αλγερία. Σαν τη Λυδία που αναφέρεται στις Πράξεις, αυτή και ο 34χρονος γιος της με καλωσόρισαν θερμά επιμένοντας να μείνω μαζί τους. (Πράξ. 16:15) Ξαφνικά, τα αισθήματα μοναξιάς εξαφανίστηκαν! Ευχαρίστησα τον Ιεχωβά, ο οποίος είμαι σίγουρος ότι άκουσε την παρατεταμένη δέηση που ανέπεμψα με δάκρυα.

Τώρα, όταν αναλογίζομαι το παρελθόν, πραγματικά αντιλαμβάνομαι πόσο στοργικός Πατέρας είναι ο Ιεχωβά! Όντως, όταν προσφέρουμε τον εαυτό μας, εκείνος θα αναπληρώσει με το παραπάνω οποιεσδήποτε ελλείψεις μπορεί να έχουμε.

[Πλαίσιο/Εικόνες στη σελίδα 87, 88]

Οι Πρώτοι Σκαπανείς

Ο Αλεξί Τινορουά παρακολούθησε τις συναθροίσεις που οργάνωσε ο Λεν Χέλμπεργκ στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Ο Αλεξί ανέφερε: «Παρευρέθηκα σε μια Γραφική συζήτηση που είχε ο αδελφός Χέλμπεργκ με μερικούς Προτεστάντες διακόνους. Αμέσως διέκρινα την αλήθεια στις διδασκαλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά και άρχισα να μελετώ με τους Μάρτυρες. Βαφτίστηκα το 1960. Κατόπιν απόλαυσα εννέα χρόνια στην υπηρεσία σκαπανέα. Το 1965 είχα το προνόμιο να είμαι ο πρώτος που κήρυξε στο νησί Χουαχίνε, στο αρχιπέλαγος Σοσιετέ. Είμαι βαθιά υπόχρεος στον Ιεχωβά για το προνόμιο που μου έδωσε να βοηθήσω 80 άτομα να αποκτήσουν ακριβή γνώση της Βιβλικής αλήθειας». Ο Αλεξί υπηρέτησε τον Ιεχωβά μέχρι το θάνατό του, το Μάιο του 2002.

Η Ελέν Μαπού άρχισε το σκαπανικό το 1963 στην Ταϊτή, λίγο καιρό αφότου γνώρισε την αλήθεια. Ο σύζυγός της, αν και δεν ήταν Μάρτυρας, της παρείχε μεγάλη υποστήριξη. Λόγω της εργασίας του έκανε ταξίδια ανάμεσα στα νησιά Ταϊτή και Ραϊατέα. Έτσι λοιπόν, δεν έφερε αντίρρηση όταν η Ελέν αποδέχτηκε μια πρόσκληση για ειδικό σκαπανικό στο Ραϊατέα, όπου ήταν η πρώτη που κήρυξε τα καλά νέα. Κατόπιν, η Ελέν επέστρεψε στην Ταϊτή, αυτή τη φορά στη χερσόνησο (το μικρότερο μέρος του νησιού, το οποίο λέγεται επίσης Ταχίτι Ίτι), όπου η ίδια και μια άλλη αδελφή, η Μερεϊάνι Τεφααρόα, ήταν οι μόνες ευαγγελιζόμενες. Η Ελέν λέει: «Υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον στη χερσόνησο, και σε σύντομο χρονικό διάστημα ξεκινήσαμε πολλές Γραφικές μελέτες».

Η ευλογία του Ιεχωβά ήταν φανερή πάνω σε αυτές τις πιστές αδελφές, διότι αργότερα σχηματίστηκε μια εκκλησία σε εκείνον τον τομέα, στην κωμόπολη Βαϊράο.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 101]

«Πρέπει να Διαλέξεις Ανάμεσα σε Εμένα και στον Ιεχωβά»

Ιβέτ Ζιλό

Έτος γέννησης: 1932

Έτος βαφτίσματος: 1968

Ιστορικό: Υπηρετεί ως τακτική σκαπάνισσα περισσότερα χρόνια από οποιονδήποτε άλλον σκαπανέα στη Γαλλική Πολυνησία.

Όταν είπα στο σύζυγό μου ότι ήθελα να γίνω Μάρτυρας του Ιεχωβά, αυτός μου έδωσε τελεσίγραφο: «Πρέπει να διαλέξεις ανάμεσα σε εμένα και στον Ιεχωβά». Προσπάθησα να τον λογικέψω αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έφυγε εγκαταλείποντας εμένα και τα τρία μας παιδιά. Ωστόσο, ύστερα από μερικά χρόνια ξαναγύρισε.

Στο μεταξύ, εγώ κατάφερνα και να συντηρώ την οικογένειά μου και να κάνω τακτικό σκαπανικό. Πήγαινα στην εργασία μου νωρίς το πρωί και κατόπιν διεξήγα τη συνάθροιση για υπηρεσία αγρού. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, υπήρχαν μόνο εκατό περίπου ευαγγελιζόμενοι στα νησιά, και έτσι οι άρρενες αδελφοί δεν ήταν πάντα διαθέσιμοι.

Ευχαριστώ τον Ιεχωβά που μου έδωσε το προνόμιο να βοηθήσω γύρω στα 50 άτομα να αφιερώσουν τη ζωή τους σε αυτόν, περιλαμβανομένου και του Ρίτσαρντ Γουόνγκ Φου, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας Μπέθελ της Ταϊτής από το 1991. Οι δυο μου γιοι—το λέω με μεγάλη χαρά—υπηρετούν ως πρεσβύτεροι.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 105]

Η Κηδεία της Τελευταίας Πριγκίπισσας

Ο Μισέλ Ζελά, πρεσβύτερος στην Παπεετέ, είχε μια ασυνήθιστη εμπειρία η οποία περιλάμβανε το τελευταίο μέλος της βασιλικής οικογένειας της Ταϊτής, την Πριγκίπισσα Τακάου Πομαρέ, η οποία πέθανε το 1976 σε ηλικία 89 ετών. Η πριγκίπισσα ήταν άμεση απόγονος της δυναστείας των Πομαρέ, η οποία κυβέρνησε την Ταϊτή και αρκετά γειτονικά νησιά για κάποια περίοδο χρόνου. Η υιοθετημένη κόρη της, που ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, ζήτησε από τον Μισέλ να εκφωνήσει την ομιλία κηδείας, αν και η πριγκίπισσα δεν υπήρξε ποτέ Μάρτυρας.

Ο Μισέλ συμφώνησε να εκφωνήσει την ομιλία, πιστεύοντας ότι θα ήταν θαυμάσια ευκαιρία να εξηγήσει την ελπίδα της ανάστασης σε πολλούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών και θρησκευτικών αξιωματούχων καθώς και ανθρώπων των μέσων ενημέρωσης. Μία μέρα μετά την κηδεία, η τοπική εφημερίδα δημοσίευσε φωτογραφία του αδελφού Ζελά κατά την εκφώνηση της ομιλίας, με το φέρετρο τοποθετημένο μπροστά του. Την ομιλία παρακολούθησε ο κυβερνήτης, ο πρόεδρος της πολυνησιακής κυβέρνησης, άλλοι αξιωματούχοι, καθώς και ο Καθολικός αρχιεπίσκοπος με τα επίσημα λευκά του άμφια.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 109, 110]

Ένας Κληρικός μάς Δάνεισε το Μηχανάκι του· Ένας Άλλος Έκαψε τα Βιβλία Μας

Ζακ Ινοντί

Έτος γέννησης: 1944

Έτος βαφτίσματος: 1965

Ιστορικό: Μαζί με τη σύζυγό του, την Πολέτ, υπηρέτησε ως ειδικός σκαπανέας στη Γαλλία καθώς και στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου στον Ειρηνικό.

Το 1969, η Πολέτ και εγώ αποχαιρετήσαμε την οικογένεια και τους φίλους μας στη Γαλλία και αποπλεύσαμε για την Ταϊτή, τον καινούριο μας διορισμό. Δεν πλήξαμε στο ταξίδι, εφόσον το πλοίο μας έπιασε φωτιά καταμεσής του Ειρηνικού και παραδέρναμε επί τέσσερις μέρες! Όταν φτάσαμε στην Ταϊτή, διορίστηκα επίσκοπος περιοχής.

Η περιοχή μας περιλάμβανε τη Νέα Καληδονία, το Βανουάτου και τη Γαλλική Πολυνησία. Εκείνον τον καιρό, η Γαλλική Πολυνησία είχε μία εκκλησία και δύο απομονωμένους ομίλους. Το 1971, η περιοχή μας μίκρυνε και περιλάμβανε πλέον μόνο τη Γαλλική Πολυνησία, πράγμα που μας έδωσε το χρόνο να επισκεφτούμε αρκετά απομονωμένα νησιά. Σε μερικά από αυτά δεν είχε κηρυχτεί ποτέ προηγουμένως το άγγελμα της Βασιλείας. Η Πολέτ και εγώ μείναμε επίσης εννέα μήνες στο Χουαχίνε και λίγο καιρό στο μικρό νησί Μαουπίτι. Ενόσω ήμασταν στο Χουαχίνε, είχαμε το προνόμιο να αρχίσουμε 44 Γραφικές μελέτες.

Για το φαγητό μας έπιανα ψάρια—κυρίως με ψαροντούφεκο. Ζούσαμε λιτά αλλά ποτέ δεν πεινάσαμε. Οι υλικές μας ανάγκες καλύπτονταν πάντοτε. Καθώς δίναμε μαρτυρία στο νησί Τουμπουάι, ξαφνιαστήκαμε ευχάριστα όταν ο πάστορας μας δάνεισε το μηχανάκι του. Ίσως μας λυπήθηκε επειδή δεν είχαμε μεταφορικό μέσο.

Το 1974 επισκεφτήκαμε τέσσερα από τα νησιά Μαρκέσας: το Χίβα Όα, το Νούκου Χίβα, το Ούα Χούκα και το Ούα Που. Το γραφείο τμήματος μας ζήτησε να επισκεφτούμε την Καλίνα Τομ Σινγκ Βιεν, μια απομονωμένη αδελφή η οποία είχε μετακομίσει στο Ούα Που ως νοσοκόμα το 1973. Έμεινε εκεί 13 μήνες και έγινε η πρώτη ευαγγελιζόμενη της Βασιλείας που έδωσε έκθεση υπηρεσίας αγρού από τα νησιά Μαρκέσας.

Ανόμοια με τον καλοσυνάτο πάστορα στο Τουμπουάι, ο ιερέας στο Ούα Που εναντιώθηκε στο έργο μας. Μάλιστα, μας ακολούθησε κρυφά σε όλο τον τομέα, απαιτώντας από τους ενορίτες του να του δώσουν όσα έντυπα τους είχαμε αφήσει. Μετά τα έκαψε όλα μπροστά στο σπίτι της Καλίνα—μια πράξη που συγκλόνισε όχι μόνο εμάς αλλά και πολλούς Καθολικούς επίσης!

Παρά την εναντίωση, το έργο στα νησιά Μαρκέσας προχώρησε και το θεωρούμε προνόμιο που είχαμε και εμείς μια μικρή συμμετοχή. Λόγω της υγείας της Πολέτ, χρειάστηκε να εγκαταλείψουμε την ολοχρόνια υπηρεσία. Παρ’ όλα αυτά, είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να δίνουμε στον Ιεχωβά το καλύτερο που έχουμε.

[Πλαίσιο στη σελίδα 113]

Επίσκεψη σε Νησί για Πρώτη Φορά

Φανταστείτε ότι φτάνετε σε κάποιο απομακρυσμένο νησί ή ατόλλη για πρώτη φορά. Σχεδιάζετε να περάσετε μία ή δύο εβδομάδες δίνοντας μαρτυρία στους ανθρώπους. Ωστόσο, είστε ο μόνος Μάρτυρας στο νησί και δεν υπάρχουν ούτε καταλύματα ούτε μέσα μεταφοράς. Τι θα κάνετε; Πού θα μείνετε; Ο Μαρκ Μοντέ και ο Ζακ Ινοντί, οι οποίοι υπηρέτησαν ως σκαπανείς και επίσκοποι περιοχής, έχουν ζήσει αυτή την κατάσταση αρκετές φορές.

Ο Μαρκ αναφέρει: «Συνήθως άρχιζα τη μαρτυρία αμέσως μόλις κατέβαινα από το αεροπλάνο ή το πλοίο, και συγχρόνως έψαχνα για κατάλυμα. Δεν ήταν πάντοτε εύκολο για έναν ανύπαντρο άντρα να βρει κάπου να μείνει, αλλά συνήθως κάποιος μου παραχωρούσε ένα μέρος να κοιμηθώ και μου παρείχε κάποια γεύματα. Όταν έκανα επανεπισκέψεις, ήταν πάντα πιο εύκολο να βρω κατάλυμα, επειδή οι άνθρωποι με ήξεραν. Ήταν επίσης ακόμα πιο εύκολο όταν παντρεύτηκα. Οι άνθρωποι ένιωθαν πιο άνετα με ένα παντρεμένο ζευγάρι».

Ο Ζακ εξηγεί τη δική του προσέγγιση ως εξής: «Πολλές φορές επισκεπτόμουν το δήμαρχο και τον ρωτούσα αν ήξερε κάποιον που θα μπορούσε να μου προσφέρει κατάλυμα για το χρονικό διάστημα που ήθελα. Εκείνος μου έδινε συνήθως τις σωστές οδηγίες. Σε πολλά νησιά, οι άνθρωποι σέβονται κάποιον που τον θεωρούν άνθρωπο του Θεού και κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν. Έτσι λοιπόν, συνήθως είχα κάπου να μείνω δωρεάν».

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 117, 118]

Η Μεγαλύτερη Χαρά μας Είναι η Διακονία Αγρού

Αλέν Ζαμέ

Έτος γέννησης: 1946

Έτος βαφτίσματος: 1969

Ιστορικό: Μαζί με τη σύζυγό του, τη Μαρί-Αν, συμμετείχε σε διάφορες μορφές της ολοχρόνιας υπηρεσίας στη Γαλλία και στη Γαλλική Πολυνησία.

Όταν ήμουν 13 χρονών, η οικογένειά μου μετακόμισε από τη Γαλλία στην Ταϊτή. Μετά το λύκειο, επέστρεψα στη Γαλλία για να σπουδάσω ιατρική. Εκεί γνώρισα τη Μαρί-Αν, μια φοιτήτρια βιολογίας από την Ταϊτή, και παντρευτήκαμε. Το 1968, μας επισκέφτηκαν Μάρτυρες του Ιεχωβά και δεχτήκαμε πρόθυμα την αλήθεια.

Φυσικά, μιλήσαμε για τη νεοαποκτηθείσα ελπίδα μας στους γονείς μας αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης επικοινωνήσαμε γραπτώς με τις εκκλησίες στις οποίες ανήκε ο καθένας μας στην Ταϊτή, ζητώντας να αφαιρεθούν τα ονόματά μας από τους καταλόγους τους. Η ενορία της Μαρί-Αν στην Παπεετέ προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα και την αφόρισε δημόσια. Μάλιστα, ο πάστορας προσκάλεσε και τους γονείς της σε αυτή την περίσταση.

Βαφτιστήκαμε το 1969 και αναλάβαμε την υπηρεσία σκαπανέα. Ενόσω ήμασταν στη Μασσαλία της Γαλλίας, με κάλεσαν για στρατιωτική υπηρεσία και πέρασα δύο μήνες στη φυλακή λόγω της ουδέτερης στάσης μου. Μετά την αποφυλάκισή μου, η Μαρί-Αν και εγώ διοριστήκαμε να υπηρετήσουμε ως ειδικοί σκαπανείς στη Μασσαλία και στο Μπορντό. Κατόπιν, επειδή μας το ζήτησαν οι ηλικιωμένοι γονείς μας, επιστρέψαμε στην Ταϊτή το 1973 και εργαστήκαμε με πλήρες ωράριο για έναν χρόνο ως δάσκαλοι σε δημοτικό σχολείο.

Τότε ο επίσκοπος του γραφείου τμήματος στα Φίτζι μάς ρώτησε αν είχαμε στόχο μας να ξαναρχίσουμε την ολοχρόνια διακονία, επειδή υπήρχε ανάγκη για έναν επίσκοπο περιοχής στη Γαλλική Πολυνησία και στη Νέα Καληδονία. Εφόσον η κατάσταση των γονέων μας είχε βελτιωθεί, δεχτήκαμε την πρόσκληση και ξεκινήσαμε το έργο περιοχής τον Αύγουστο του 1974. Το 1975, στη διάρκεια μιας επίσκεψης από τον Ν. Ο. Νορ, προσκλήθηκα να υπηρετήσω ως ο πρώτος επίσκοπος του γραφείου τμήματος της Ταϊτής.

Ο γιος μας ο Ραούμα γεννήθηκε το 1986, και η σύζυγός μου διέκοψε την ολοχρόνια υπηρεσία. Χαιρόμαστε που ο Ραούμα είναι πνευματικός μας αδελφός σήμερα. Αναλογιζόμενοι το παρελθόν, αισθανόμαστε βαθιά εκτίμηση για τα πολλά μας προνόμια υπηρεσίας. Αλλά η μεγαλύτερη χαρά μας εξακολουθεί να είναι η διακονία αγρού.

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 123-125]

Ο Ιεχωβά Φροντίζει τα Πρόβατά Του

Μισέλ Μπισταμάντε

Έτος γέννησης: 1966

Έτος βαφτίσματος: 1987

Ιστορικό: Μαζί με τη σύζυγό του τη Σάντρα υπηρετεί τη μία από τις δύο περιοχές της Γαλλικής Πολυνησίας.

Η περιοχή μας περιλαμβάνει και τα πέντε αρχιπελάγη της Γαλλικής Πολυνησίας και έχει το μέγεθος της Ευρώπης. Μερικά από τα πιο απομακρυσμένα νησιά μπορεί να έχουν μόνο έναν ή δύο ευαγγελιζομένους. Αλλά παρότι είναι απομονωμένοι, εμείς συνεχίζουμε να τους επισκεπτόμαστε. Η Ροζίτα, για παράδειγμα, ζει στο νησί Τακαπότο του συμπλέγματος Τουαμότου. Αυτή η πιστή αδελφή προετοιμάζεται για όλες τις συναθροίσεις κάθε εβδομάδα, ενώ ο σύζυγός της που δεν είναι στην αλήθεια συμμετέχει συχνά και αυτός. Κάθε Κυριακή, ακόμη και όταν οι περισσότεροι άνθρωποι πάνε για μπάνιο ή για ψάρεμα στη λιμνοθάλασσα, η Ροζίτα φοράει τα ρούχα της συνάθροισης και μελετάει το μάθημα της Σκοπιάς για εκείνη την εβδομάδα. Είναι επίσης συνεπής στο να αναφέρει τη δραστηριότητά της στον αγρό. Μάλιστα, η έκθεσή της, την οποία δίνει τηλεφωνικά στο γραφείο τμήματος, είναι πολλές φορές η πρώτη που παίρνουν! Κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα αξιέπαινο, επειδή το πλησιέστερο τηλέφωνο απέχει 45 λεπτά με το πλοιάριο από το μότου όπου μένει.

Η άφιξη ενός αεροπλάνου είναι πάντα σπουδαίο γεγονός. Έτσι λοιπόν, όταν πηγαίνουμε αεροπορικώς να δούμε την αδελφή μας, σχεδόν όλοι όσοι ζουν κοντά στο αεροδρόμιο μαζεύονται εκεί για να δουν ποιος θα κατέβει. Σε κάποια περίπτωση, μια κυρία είπε στη Ροζίτα: «Ποιους καλωσορίζεις;» Αυτή απάντησε: «Τους πνευματικούς μου αδελφούς. Έρχονται μόνο για εμένα, για να με ενθαρρύνουν». Μένουμε τρεις μέρες με τη Ροζίτα, συμμετέχουμε μαζί της στην υπηρεσία αγρού και της δίνουμε πνευματική ενθάρρυνση. Πολλές φορές δεν πέφτουμε για ύπνο πριν από τα μεσάνυχτα—τόσο έντονη είναι η λαχτάρα της για πνευματική συναναστροφή.

Σε ένα άλλο νησί, κάποιος Αντβεντιστής μάς είδε να επισκεπτόμαστε το γείτονά του που είναι Μάρτυρας. Αργότερα εκμυστηρεύτηκε στον αδελφό μας: «Ζω εδώ εφτά χρόνια και κανένας από την εκκλησία μου δεν ήρθε ποτέ για να με ενθαρρύνει». Αυτός ο άνθρωπος υπηρετεί ανεπίσημα ως πάστορας στο μικρό όμιλο των Αντβεντιστών που υπάρχουν στο νησί.

Ο Ντανιέλ και η Ντορίς είναι οι μόνοι ευαγγελιζόμενοι στο νησί Ραεβαβάε του συμπλέγματος Τουμπουάι. Όταν τους βρήκαμε τελικά—ζουν σε ένα πολύ απομονωμένο μέρος—τους ρωτήσαμε αν μπορούσαμε να διευθετήσουμε μια συνάθροιση το ίδιο απόγευμα στο σπίτι τους. Ενθουσιάστηκαν με αυτή την προοπτική και βγήκαμε όλοι να προσκαλέσουμε άτομα για να την παρακολουθήσουν. Όταν πήγαμε στη συνάθροιση, μας περίμεναν έξω στο δρόμο εφτά άτομα που εργάζονταν στις φυτείες και που μόλις είχαν τελειώσει την εργασία τους για εκείνη τη μέρα. Κάποιοι είχαν σάκους από φύλλα τάρου ριγμένους στους ώμους τους.

«Μην ανησυχείτε για την εμφάνισή σας», είπαμε. «Ελάτε όπως και αν είστε». Αυτό και έκαναν, αλλά κάθησαν στο πάτωμα αν και είχαμε αρκετά καθίσματα για αυτούς. Απόλαυσαν τη συνάθροιση και στη συνέχεια μας έκαναν πολλές ερωτήσεις. Φυσικά, εκείνο το απόγευμα αποτέλεσε μεγάλη ενθάρρυνση για τον αδελφό και την αδελφή μας, εκπληρώνοντας έτσι τον κύριο σκοπό της επίσκεψής μας.

Μερικές φορές είναι δύσκολο να επισκέπτεται κανείς απομονωμένους ευαγγελιζομένους επειδή το αεροδρόμιο δεν είναι στο νησί τους. Σε μια περίπτωση, μετά την προσγείωση, κάναμε ταξίδι δύο ωρών με σκάφος στον ανοιχτό ωκεανό για να φτάσουμε στο νησί όπου ζούσαν δυο ευαγγελιζόμενοι. Το σκάφος, παρεμπιπτόντως, ήταν ένα ανοιχτό ταχύπλοο μήκους περίπου 4 μέτρων. Φυσικά, ζητήσαμε από εκείνον που το οδηγούσε να μας εγγυηθεί ότι ήταν αξιόπιστο και ότι διέθετε εφεδρική μηχανή. Το να μείνει ένα σκάφος ακυβέρνητο στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού είναι, το λιγότερο, δυσάρεστη εμπειρία!

Μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας είχαμε γίνει μούσκεμα από το νερό που πεταγόταν και η πλάτη μας πονούσε από τα χτυπήματα των κυμάτων πάνω στην καρίνα. Το ταξίδι της επιστροφής δεν ήταν καλύτερο. Η Σάντρα αναφέρει: «Όταν επιστρέψαμε στο κύριο νησί εκείνο το απόγευμα, πήρα το ποδήλατό μου για να πάω να κηρύξω. Ωστόσο, το σώμα μου ήταν τόσο αδύναμο και καταπονημένο από το ταξίδι με το σκάφος ώστε δεν μπορούσα να ελέγξω το ποδήλατο πάνω στο δρόμο που ήταν φτιαγμένος από θρυμματισμένα κοράλλια, και έτσι έπεσα αμέσως κάτω!»

Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, μπορείτε να καταλάβετε γιατί κάθε φορά που επισκεπτόμαστε τους απομονωμένους αδελφούς και αδελφές μας συλλογιζόμαστε τη βαθιά αγάπη που έχει ο Ιεχωβά και η οργάνωσή του για αυτούς. Χωρίς αμφιβολία, ανήκουμε σε μια πολύ ιδιαίτερη πνευματική οικογένεια.—Ιωάν. 13:35.

[Πρόταση που τονίζεται]

«Έρχονται μόνο για εμένα, για να με ενθαρρύνουν»

[Πίνακας/Εικόνες στη σελίδα 80, 81]

ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΟΛΥΝΗΣΙΑ—ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

1835: Ολοκληρώνεται η μετάφραση της ταϊτικής Αγίας Γραφής.

Δεκαετία του 1930: Ο Σίντνεϊ Σέπερντ και ο Φρανκ Ντιούαρ επισκέπτονται την Ταϊτή, πιθανόν δε και άλλα νησιά.

1940

1956: Το έργο κηρύγματος αρχίζει εντατικά στο Μακατέα και στην Ταϊτή.

1958: Γίνονται δύο βαφτίσματα, για πρώτη φορά στη Γαλλική Πολυνησία.

1959: Σχηματίζεται η πρώτη εκκλησία της Γαλλικής Πολυνησίας, στην Παπεετέ.

1960

1960: Καταχωρίζεται το σωματείο των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

1962: Οικοδομείται στην Παπεετέ η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας σε αυτά τα νησιά.

1969: Η Ταϊτή φιλοξενεί την πρώτη της διεθνή συνέλευση περιφερείας.

1975: Ιδρύεται γραφείο τμήματος στην Ταϊτή.

1976: Αρχίζει η μετάφραση της Σκοπιάς στην ταϊτική.

1980

1983: Γίνεται η αφιέρωση του πρώτου οίκου Μπέθελ.

1989: Επιτυγχάνεται ανώτατος αριθμός 1.000 ευαγγελιζομένων.

1993: Γίνεται η αφιέρωση του νέου οίκου Μπέθελ και μιας παρακείμενης Αίθουσας Συνελεύσεων.

1997: Διεξάγεται η πρώτη Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης.

2000

2004: 1.746 ευαγγελιζόμενοι είναι δραστήριοι στη Γαλλική Πολυνησία.

[Γράφημα]

(Βλέπε έντυπο)

Σύνολο Ευαγγελιζομένων

Σύνολο Σκαπανέων

2.000

1.000

1940 1960 1980 2000

[Χάρτες στη σελίδα 73]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΟΛΥΝΗΣΙΑ

ΓΑΛΛΙΚΗ ΠΟΛΥΝΗΣΙΑ

ΝΗΣΙΑ ΜΑΡΚΕΣΑΣ

Νούκου Χίβα

Ούα Πόου

Ούα Χούκα

Χίβα Όα

Φάτου Χίβα

ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΤΟΥΑΜΟΤΟΥ

Μανίχι

Αχέ

Ρανγκιρόα

Τακαρόα

Τακαπότο

Μακατέα

Ανάα

Χάο

ΝΗΣΙΑ ΣΟΣΙΕΤΕ

Μαουπίτι

Ταχάα

Ραϊατέα

Μπόρα Μπόρα

Χουαχίνε

Μοορέα

Ταϊτή

ΝΗΣΙΑ ΤΟΥΜΠΟΥΑΪ (ΟΣΤΡΑΛ)

Ρουρούτου

Ριματάρα

Τουμπουάι

Ραεβαβάε

ΝΗΣΙΑ ΓΚΑΜΠΙΕ

ΜΟΟΡΕΑ

ΤΑΪΤΗ

ΠΑΠΕΕΤΕ

Πουνααουία

Παέα

Τοαχότου

Βαϊράο

[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 66]

[Εικόνα στη σελίδα 70]

Η Ζαν και ο Ζαν-Μαρί Φελίξ ήταν από τους πρώτους που έδωσαν πλήρη μαρτυρία στη Γαλλική Πολυνησία

[Εικόνες στη σελίδα 71]

Ο Μάουι Πίιραϊ, ο πρώτος Πολυνήσιος σε αυτή την περιοχή που αφιέρωσε τη ζωή του στον Ιεχωβά, βαφτίστηκε από τον Ζαν-Μαρί Φελίξ το 1958

[Εικόνες στη σελίδα 79]

Ο Κλάιντ και η Αν Νιλ (κάτω) συντρόφευσαν την Ανιές Σενκ (δεξιά) στην Ταϊτή προκειμένου να βοηθήσουν στο έργο κηρύγματος

[Εικόνα στη σελίδα 85]

Ο Τζον και η Έλεν Χιούμπλερ ανέλαβαν το έργο περιοχής το 1960

[Εικόνα στη σελίδα 86]

Το 1962, η Εκκλησία Παπεετέ έχτισε την πρώτη της Αίθουσα Βασιλείας—μια απλή κατασκευή με ανοιχτά πλαϊνά και σκεπή από φύλλα

[Εικόνα στη σελίδα 89]

Το τεύχος 15 Απριλίου 1965 του περιοδικού «Λα Σεντινέλ» που περιείχε άρθρα από τη «Σκοπιά»

[Εικόνα στη σελίδα 92]

Για να προοδεύσει πνευματικά, ο Ταΐνα Ρατάρο έμαθε να διαβάζει και να γράφει στην ταϊτική

[Εικόνα στη σελίδα 92]

Η Ελιζαμπέτ Αβέ (καθιστή) με την εγγονή της, την Ντιάνα Ταούτου

[Εικόνα στη σελίδα 95]

Άννα και Αντόνιο Λάντσα

[Εικόνα στη σελίδα 96]

Βαϊερετιάι και Μαρί-Μαντλέν Μάρα

[Εικόνα στη σελίδα 97]

Άτο Λακούρ

[Εικόνα στη σελίδα 98]

Ρουντόλφ Χααμαρουράι

[Εικόνα στη σελίδα 99]

Η Βαχινερίι και ο Εντμόν Ράι (αριστερά) με τον Τααρόα και την Κατρίν Τερίι (δεξιά)

[Εικόνα στη σελίδα 100]

Ογκίστ και Στέλλα Τεμαναχά

[Εικόνες στη σελίδα 102]

Η Κριστιάν και ο Ζαν-Πολ Λασάλ (αριστερά) και η Λίνα και ο Κολσόν Ντιν (δεξιά)

[Εικόνα στη σελίδα 103]

Ο Ροζέρ Σατζ (αριστερά) καθώς μεταφράζει στην ταϊτική μια ομιλία που εκφωνεί ο Φρανσίς Σικάρι σε συνέλευση περιφερείας τη δεκαετία του 1970

[Εικόνα στη σελίδα 107]

Αϊλίν και Αλέν Ραφαέλι

[Εικόνα στη σελίδα 108]

Μαουρί και Μελανί Μερσιέ

[Εικόνα στη σελίδα 120]

Η Μαρί-Λουίζ και ο Σερζ Γκολέν υπηρετούν ως ιεραπόστολοι στα νησιά Μαρκέσας

[Εικόνα στη σελίδα 122]

Ο Αλεξάντρ Τετιαράχι με τη σύζυγό του Έλμα και τις δυο νεότερες κόρες του, τη Ράβα (αριστερά) και τη Ρίβα

[Εικόνα στη σελίδα 126]

Η μεταφραστική ομάδα της Ταϊτής

[Εικόνα στη σελίδα 127]

Η Διεθνής Συνέλευση «Επί Γης Ειρήνη» το 1969 ήταν η πρώτη διεθνής συνέλευση που έγινε στην Ταϊτή

[Εικόνα στη σελίδα 128]

Αυτή η Αίθουσα Βασιλείας στο νησί Μπόρα Μπόρα είναι η πιο πρόσφατη που χτίστηκε στη Γαλλική Πολυνησία

[Εικόνα στη σελίδα 130]

Κριστίν και Φελίξ Τεμαρίι

[Εικόνα στη σελίδα 131]

Η Επιτροπή του Τμήματος, από αριστερά προς τα δεξιά: Αλέν Ζαμέ, Ζεράρ Μπαλζά και Λικ Γκρανζά

[Εικόνες στη σελίδα 132, 133]

(1) Οι εγκαταστάσεις του γραφείου τμήματος στην Ταϊτή

(2) Ο Ζεράρ Μπαλζά παρουσιάζει το βιβλίο «Πλησιάστε τον Ιεχωβά» στην ταϊτική τον Ιούλιο του 2002

(3) Η οικογένεια Μπέθελ της Ταϊτής