Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

ΔΟΜΙΝΙΚΑΝΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Βίαιη Επίθεση

Βίαιη Επίθεση

“Θα τους Αφανίσουμε”

Ένας από τους αδελφούς που γνώρισαν την αλήθεια στα χρόνια της απαγόρευσης ήταν ο Μπορμπόνιο Αϊμπάρ. Βαφτίστηκε στις 19 Ιανουαρίου 1955, και στη συνέχεια μελέτησε με πολλά άτομα στο Μόντε Αδέντρο και στο Σαντιάγο. Αφού άρθηκε η απαγόρευση, το 1956, βαφτίστηκαν μερικοί σπουδαστές του, ανάμεσά τους και η γυναίκα του.

Στα μέσα Ιουλίου του 1957, αξιωματούχοι της κυβέρνησης οργάνωσαν συγκέντρωση στο Σαλσέδο για να μιλήσουν εναντίον των Μαρτύρων. Ο αδελφός Αϊμπάρ θυμάται: «Κύριος ομιλητής ήταν ο Φρανσίσκο Πρατς-Ραμίρεζ, ο οποίος δήλωσε: “Σε λίγες μέρες θα τους έχουμε αφανίσει”». Στις 19 Ιουλίου 1957, η αστυνομία συνέλαβε όλους τους Μάρτυρες στο Μπλάνκο Αρίμπα, στο Ελ Χόμπο, στο Λος Κακάος και στο Μόντε Αδέντρο.

«Μεταξύ των συλληφθέντων ήμουν και εγώ», λέει ο αδελφός Αϊμπάρ. «Μας πήγαν στο αρχηγείο του στρατού στο Σαλσέδο όπου, μόλις φτάσαμε, με ξυλοκόπησε κάποιος συνταγματάρχης, ονόματι Σαλαντίν. Μας απειλούσε, και τα μάτια του είχαν γουρλώσει από την οργή του. Ύστερα, χώρισαν τους άντρες και τις γυναίκες σε δύο σειρές. Οι φύλακες άρχισαν να κλωτσάνε και να ξυλοκοπούν τους άντρες, και να χτυπούν τις γυναίκες με τα γκλομπ, λέγοντας: “Είμαι Καθολικός και σκοτώνω”».

«Έχω διαβάσει τη Γραφή και ξέρω ότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός»

Στον αδελφό Αϊμπάρ επιβλήθηκε πρόστιμο και τρίμηνη ποινή φυλάκισης. Ο ίδιος λέει: «Όταν ήμασταν στη φυλακή, μας επισκέφτηκε ο στρατηγός Σάντος Μέλιδο Μάρτε, ο οποίος μας είπε: “Έχω διαβάσει τη Γραφή και ξέρω ότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός. Δεν έχετε κάνει τίποτα κακό. Βρίσκεστε άδικα εδώ. Αλλά δυστυχώς εγώ δεν μπορώ να σας βοηθήσω. Αυτοί που σας έβαλαν στη φυλακή είναι οι Καθολικοί επίσκοποι, και αυτοί μόνο μπορούν να σας βγάλουν ή το αφεντικό (ο Τρουχίγιο)”».

«Εσύ Λοιπόν Είσαι το Αφεντικό;»

Ανάμεσα στους αδελφούς που συνελήφθησαν ήταν η κόρη και οι ανιψιές της Φιντέλια Χιμένες, οι οποίες είχαν μελετήσει τη Γραφή μαζί της. Παρότι η Φιντέλια δεν είχε συλληφθεί, παραδόθηκε στις αρχές για να φυλακιστεί και να έχει έτσι την ευκαιρία να ενθαρρύνει τους φυλακισμένους αδελφούς. Εκείνο το διάστημα, επισκέφτηκε τη φυλακή ένας υψηλόβαθμος στρατιωτικός διοικητής, ο Λουντοβίνο Φερνάντες, που ήταν γνωστός για την αλαζονεία και τη βαναυσότητά του. Διέταξε να φέρουν μπροστά του τη Φιντέλια και τη ρώτησε: «Εσύ λοιπόν είσαι το αφεντικό;»

«Όχι», απάντησε εκείνη. «Εσείς είστε τα αφεντικά».

«Τότε εσύ είσαι ο δάσκαλος», συνέχισε ο Φερνάντες.

«Όχι», είπε η Φιντέλια. «Ο Ιησούς είναι ο δάσκαλος».

«Εσύ δεν τους δίδαξες όλους αυτούς και τώρα βρίσκονται στη φυλακή εξαιτίας σου;» τη ρώτησε.

«Όχι», είπε εκείνη. «Βρίσκονται στη φυλακή επειδή εφαρμόζουν αυτά που έχουν μάθει από την Αγία Γραφή».

Εκείνη τη στιγμή, πέρασαν από το διάδρομο δύο αδελφοί που είχαν επίσης συλληφθεί, ο Πέδρο Χερμάν και ο Νέγρο Χιμένες, ξάδελφος της Φιντέλια. Τους πήγαιναν από την απομόνωση σε κανονικό κελί. Το πουκάμισο του Νέγρο ήταν γεμάτο ξεραμένο αίμα και το μάτι του Πέδρο πολύ πρησμένο. Βλέποντας η Φιντέλια την κακοποίηση που είχαν υποστεί, είπε στο διοικητή: «Έτσι φέρεστε στους καλούς, έντιμους και θεοφοβούμενους ανθρώπους;» Εκείνος, αντιλαμβανόμενος ότι δεν μπορούσε να της κλονίσει το ηθικό, την έστειλε πίσω στο κελί της.

Οι όσιοι υπηρέτες του Ιεχωβά έπρεπε να είναι θαρραλέοι μπροστά σε τέτοια βάναυση εναντίωση—και όντως ήταν! Ακόμα και κυβερνητικοί αξιωματούχοι το αναγνώριζαν αυτό. Για παράδειγμα, στις 31 Ιουλίου 1957, ο Λουίς Αρζένο Κολόν, επικεφαλής ασφαλείας του προέδρου, έγραψε μετά λύπης του στον Υπουργό Επικρατείας: «Παρότι ο νόμος που θεσπίστηκε πρόσφατα από το Εθνικό Κογκρέσο κήρυξε παράνομες τις θρησκευτικές δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, οι περισσότεροι από αυτούς συνεχίζουν απτόητοι τη δράση τους».