Το Χαριτωμένο Κούσκους
Το Χαριτωμένο Κούσκους
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στην Αυστραλία
ΕΚΠΛΗΚΤΟ που έγινε το αντικείμενο προσοχής, το χαριτωμένο πλασματάκι μάς κοίταξε όλο αθωότητα με τα τεράστια, λαμπερά του μάτια. Στο στρογγυλό του πρόσωπο κυριαρχούσε ένα ρύγχος που εξείχε, και τα αφτιά του ήταν σχεδόν κρυμμένα στο τρίχωμά του. Αυτή η ασυνήθιστη κιτρινόλευκη γούνινη μπάλα με τη μακριά γυμνή ουρά ήταν ένα κούσκους.
Καθώς μετακινηθήκαμε μπροστά για να το δούμε καλύτερα, αυτό αποτραβήχτηκε ψηλότερα μέσα στα δέντρα, πιάνοντας κλαδιά με τα τέσσερα πόδια του και μερικές φορές με την ουρά του, για να ησυχάσει εκεί ψηλά στην απομόνωση.
Ξάδελφος του Κοάλα
Το κούσκους είναι ένα από εκείνα τα ασυνήθιστα ζώα που βρίσκονται μόνο στο νησί της Νέας Γουινέας, στη βόρεια Αυστραλία και στα γειτονικά νησιά. Μολονότι δεν είναι πασίγνωστο όπως ο διάσημος ξάδελφός του, το κοάλα, υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ τους.
Όπως και το κοάλα, το κούσκους είναι μαρσιποφόρο, δηλαδή αφού γεννήσει, μεταφέρει και φροντίζει τα μικρά του—από δύο ως τέσσερα κάθε φορά—μέσα σε ένα μάρσιπο. Το κούσκους είναι επίσης ντροπαλό και αργοκίνητο δενδρόβιο ζώο. Το καθημερινό πρόγραμμά του περιλαμβάνει ύπνο, ύπνο και πάλι ύπνο. Σφηνωμένο στη διχάλα ενός ψηλού δέντρου, με τη ροζ ουρά του να κρέμεται σαν ερωτηματικό, περνάει τη μέρα του χωρίς να προσέχει τη φασαρία που υπάρχει χαμηλότερα. Επειδή είναι νυχτόβιο, γίνεται πιο δραστήριο τη νύχτα.
Στο φυσικό του περιβάλλον, το κούσκους τρέφεται κυρίως με φύλλα δέντρων, μπουμπούκια και καρπούς που έχουν μαλακή φλούδα, καθώς επίσης με μικρά πουλιά και έντομα. Το επιστημονικό του όνομα, Φαλαγγιστής, σημαίνει «Αυτός που έχει δάχτυλα». Είδαμε ένα κούσκους να στρογγυλοκάθεται, να ξεφλουδίζει σχολαστικά μια μπανάνα και να τη γλείφει όπως ακριβώς εμείς απολαμβάνουμε ένα παγωτό χωνάκι.
Ένα Ελκυστικό Κατοικίδιο
Ίσως εξαιτίας της υπάκουης φύσης του, το κούσκους είναι πολύ δημοφιλές ως κατοικίδιο ζώο. Και η έλξη του είναι αναμφισβήτητη. Πρώτα από όλα, είναι πολύχρωμο. Το ίδιο το τρίχωμα μπορεί να ποικίλλει από ωχρόλευκο, κοκκινωπό, ή από διάφορες αποχρώσεις του γκρίζου μέχρι κατάμαυρο σχεδόν. Μερικά έχουν βούλες, ενώ άλλα έχουν μια σκούρα ρίγα στην πλάτη τους. Τα στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά του που περιβάλλονται από πλούσιο τρίχωμα, το έντονο και περίεργο βλέμμα του, οι αργές και προγραμματισμένες κινήσεις του—όλα αυτά κάνουν το κούσκους ένα ελκυστικό κατοικίδιο ζώο.
Αν προσέχετε να μη σας γρατσουνίσουν τα γαμψά του νύχια, μπορείτε ακόμη και να αγκαλιάσετε το κούσκους όπως μια γάτα. Το κούσκους μπορεί να φτάσει περίπου 60 εκατοστά σε μήκος χωρίς να μετρήσουμε την ουρά, η οποία έχει μήκος άλλα 30 εκατοστά περίπου. Η άκρη της ουράς είναι γυμνή και καλύπτεται από τραχιές φολίδες, που την κάνουν να μοιάζει στην όψη και στην αφή με ψιλό γυαλόχαρτο—ένα επιπλέον βοήθημα για να αρπάζει διάφορα πράγματα.
Κάποιο κούσκους μας διασκέδασε με το να μας δείξει πώς να τρώμε ένα καλαμπόκι. Κρατώντας το καλαμπόκι με τα δυο του πέλματα, μάσησε μια σειρά σπυριά και πριν προχωρήσει στην επόμενη μύρισε προσεκτικά τη σειρά που μόλις είχε τελειώσει για να βεβαιωθεί ότι δεν είχε παραλείψει ούτε ένα σπυρί. Όταν τέλειωσε, καθάρισε τα πέλματά του γλείφοντάς τα και τεντώθηκε στο κλαδί του δέντρου, χορτάτο και ικανοποιημένο.
Το κούσκους έχει λίγους εχθρούς, αν εξαιρέσουμε τον άνθρωπο. Οι ιθαγενείς αιχμαλωτίζουν το ζώο για το κρέας του και χρησιμοποιούν το όμορφο τρίχωμά του για κάπες και καπέλα. Σήμερα, η εισβολή του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον του κούσκους, δηλαδή στα βροχερά δάση, μέσω της εκμετάλλευσης της γης, των εξορύξεων, του τουρισμού, κτλ., επιφέρει καταστροφικό πλήγμα στην επιβίωσή του. Να μια ακόμη χαρακτηριστική περίπτωση που ο άνθρωπος καταστρέφει αυτό το οποίο ο Θεός εμπιστεύτηκε στη φροντίδα του.—Γένεσις 1:26· Αποκάλυψις 11:18, ΚΔΤΚ.