Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Το «Βασιλικό Δώρο» του Ζοακίμ Μπαράντ

Το «Βασιλικό Δώρο» του Ζοακίμ Μπαράντ

Το «Βασιλικό Δώρο» του Ζοακίμ Μπαράντ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΤΣΕΧΙΑ

«ΑΝΩΤΕΡΗ και από βασιλικό δώρο, η μεγαλύτερη τιμή που έχει αποδοθεί στο έθνος της Τσεχίας!» Με αυτά τα λόγια περιέγραψε ένας δημοσιογράφος την κληρονομιά που παρέλαβε το Εθνικό Μουσείο της Τσεχίας από τον Ζοακίμ Μπαράντ, το διακεκριμένο παλαιοντολόγο του 19ου αιώνα. Το «βασιλικό δώρο» που πρόσφερε ο Μπαράντ στο λαό της Τσεχίας ήταν μια σημαντική συλλογή από 1.200 και πλέον κιβώτια γεμάτα απολιθώματα, τα οποία είχε συγκεντρώσει, μελετήσει και ταξινομήσει εργαζόμενος δεκαετίες ολόκληρες. Μολονότι εσάς πιθανόν να μη σας ενθουσιάζει μια συλλογή αρχαίων απολιθωμάτων, οι παλαιοντολόγοι θεωρούν το δώρο του Μπαράντ εξαιρετικά πολυτιμότερο ακόμη και από την ανακάλυψη ενός θησαυρού!

Παλαιοντολόγος είναι ο επιστήμονας που χρησιμοποιεί απολιθωμένα λείψανα για να μελετήσει τη ζωή σε περασμένες γεωλογικές περιόδους. Η παλαιοντολογία είναι σχετικά καινούρια επιστήμη. Το Μεσαίωνα οι άνθρωποι δεν έδιναν σημασία στα απολιθώματα επειδή τα θεωρούσαν «ατυχήματα της φύσης» ή υπολείμματα δρακόντων. Αλλά το 18ο αιώνα, οι ανώτερες τάξεις άρχισαν να ενδιαφέρονται για τη συλλογή απολιθωμάτων. Επίσης, επιστήμονες σε πολλές χώρες άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον για τη μελέτη των απολιθωμάτων. Ένας από αυτούς ήταν ο Ζοακίμ Μπαράντ. Τι γνωρίζουμε για τον Μπαράντ, και ποια ήταν η συνεισφορά του στον τομέα της παλαιοντολογίας; Εφόσον ήταν σύγχρονος του Κάρολου Δαρβίνου, πώς έβλεπε ο Μπαράντ τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης;

Ο Μπαράντ Αλλάζει Σταδιοδρομία

Ο Ζοακίμ Μπαράντ γεννήθηκε το 1799 στο Σοζ, μια μικρή πόλη της νότιας Γαλλίας. Σπούδασε μηχανικός στο Παρίσι, και ειδικεύτηκε στην οδοποιία και στη γεφυροποιία. Ταυτόχρονα, παρακολουθούσε μαθήματα φυσικών επιστημών. Σύντομα φάνηκε ότι είχε ιδιαίτερο ταλέντο σε αυτόν τον τομέα. Μετά την αποφοίτησή του, ο Μπαράντ άρχισε να εργάζεται ως μηχανικός, αλλά όταν η γαλλική βασιλική οικογένεια διαπίστωσε το ταλέντο του, τον κάλεσε να γίνει παιδαγωγός του εγγονού του Βασιλιά Κάρολου Ι΄. Το μάθημα που δίδασκε ήταν οι φυσικές επιστήμες. Το 1830, εξαιτίας μιας επανάστασης στη Γαλλία, η βασιλική οικογένεια εξορίστηκε και κατέληξε στη Βοημία. Ο Μπαράντ τούς ακολούθησε. Στην Πράγα, πρωτεύουσα της Βοημίας, ο Μπαράντ ασχολήθηκε πάλι με το επάγγελμα του μηχανικού.

Λόγω της ειδικότητάς του στην οδοποιία και στη γεφυροποιία, ο Μπαράντ ανέλαβε να εκπονήσει τοπογραφικές μελέτες για την ύπαιθρο γύρω από την Πράγα, με σκοπό τη δημιουργία ενός ιππήλατου σιδηρόδρομου. Καθώς εκτελούσε την εργασία του, ο Μπαράντ παρατήρησε ότι υπήρχαν άφθονα απολιθώματα στην περιοχή. Όταν ασχολήθηκε πιο επισταμένα, διαπίστωσε με έκπληξη ότι τα στρώματα του εδάφους της Βοημίας παρουσίαζαν μεγάλες ομοιότητες με αυτά της Βρετανίας. Το πάθος του Μπαράντ για τις φυσικές επιστήμες αναθερμάνθηκε, και τελικά εγκατέλειψε το επάγγελμα του μηχανικού προκειμένου να αφιερώσει τα επόμενα 44 χρόνια της ζωής του στην παλαιοντολογία και στη γεωλογία.

Ο Μπαράντ έκανε τις εργασίες του στην ύπαιθρο της Κεντρικής Βοημίας, η οποία έβριθε από απολιθώματα. Κάθε μέρα έφερνε στο φως καινούριες ανακαλύψεις εξαιρετικής ομορφιάς και ποικιλίας. Το 1846 ήταν πια έτοιμος να εκδώσει τα αρχικά αποτελέσματα της έρευνάς του. Σε αυτό το έργο του περιέγραψε και ταξινόμησε καινούρια είδη τριλοβιτών, που κατοικούσαν κάποτε στο βυθό της θάλασσας.

Ο Μπαράντ συνέχισε τη συλλογή και τη μελέτη απολιθωμάτων. Κατόπιν, το 1852, εξέδωσε τον πρώτο τόμο μιας μονογραφίας, δηλαδή πραγματείας, με τίτλο Το Σιλούριο Σύστημα της Κεντρικής Βοημίας (Systéme silurien du centre de la Bohéme). a Ο πρώτος τόμος ασχολούνταν με τους τριλοβίτες. Ακολούθησαν τόμοι που εξέταζαν τα καρκινοειδή, τους χονδριχθύες, τα κεφαλόποδα, τα ελασματοβράγχια και άλλους απολιθωμένους οργανισμούς. Στη διάρκεια της ζωής του, εξέδωσε 22 τόμους στους οποίους περιέγραψε λεπτομερώς πάνω από 3.500 είδη. Το έργο του αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες μονογραφίες στον τομέα της παλαιοντολογίας.

Σχολαστικός και Πειθαρχημένος

Λόγω των μεθόδων του, ο Μπαράντ ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους ερευνητές. Εργαζόμενος ως φυσιοδίφης, εφάρμοζε την πειθαρχία του μηχανικού. Ως σχεδιαστής, δεν ανεχόταν τις ανακρίβειες στους υπολογισμούς ή στα σχέδια. Ως παλαιοντολόγος, αγωνιζόταν για την επίτευξη υψηλής ακρίβειας στα σχέδιά του, καταβάλλοντας επίπονες προσπάθειες προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα ήταν ορθά ως την τελευταία λεπτομέρεια. Ρετουσάριζε ο ίδιος πολλά από τα σχέδια που περιλαμβάνονταν στη μονογραφία του, μολονότι τα πρωτότυπα γίνονταν από επαγγελματία ζωγράφο.

Η σχολαστικότητα του Μπαράντ, όμως, δεν περιοριζόταν στα σχέδιά του. Αφού στοιχειοθετούνταν κάθε τόμος της μονογραφίας του, έλεγχε ο ίδιος το κείμενο. Αν δεν τον ικανοποιούσε, επέστρεφε τα προβληματικά τμήματα για να στοιχειοθετηθούν εκ νέου. Ο Μπαράντ είχε ως στόχο του να διασφαλίσει ότι κάθε έργο που εξέδιδε ήταν όσο το δυνατόν ακριβέστερο, πράγμα που κατάφερε με αξιοθαύμαστη επιτυχία. Σήμερα, έπειτα από σχεδόν 150 χρόνια, οι ερευνητές εξακολουθούν να ανατρέχουν στο Σιλούριο Σύστημα για πληροφορίες.

Τι Πίστευε για την Εξέλιξη;

Όταν εκδόθηκε το βιβλίο του Κάρολου Δαρβίνου Η Καταγωγή των Ειδών το 1859, πολλοί επιστήμονες έσπευσαν να αποδεχτούν τη θεωρία της εξέλιξης. Όχι όμως και ο Μπαράντ. Ευθύς εξαρχής, απέρριψε τη θεωρία της εξέλιξης επειδή δεν είχε βρει τίποτα στο αρχείο των απολιθωμάτων που να τον πείθει ότι αυτή η θεωρία ήταν ορθή. Ο Μπαράντ δήλωσε ότι σκοπός του έργου του ήταν να «ανακαλύψει την πραγματικότητα και όχι να δημιουργήσει εφήμερες θεωρίες». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.) Μάλιστα σε κάθε τόμο του Σιλούριου Συστήματος, ο Μπαράντ είχε τυπώσει κάτω από τον τίτλο με ευδιάκριτους χαρακτήρες το ρητό: «C’est ce que j’ai vu» (Αυτά είδα).

Ο Μπαράντ όντως παρατήρησε ότι τα σώματα πολλών ζώων βρίσκονταν σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης. Ωστόσο, συμπέρανε ορθά ότι ανήκαν στο ίδιο είδος αλλά ήταν διαφορετικής ηλικίας. Δεν βρήκε στοιχεία που να υποστηρίζουν ότι κάποιο είδος ζώου είχε εξελιχθεί σε κάποιο άλλο. Συνοψίζοντας τη φιλοσοφία του Μπαράντ, το βιβλίο Απολιθωμένος Κόσμος (Zkamenìlý svìt) λέει: «Ολόκληρο το έργο του Μπαράντ . . . βασίζεται σε γεγονότα, και αυτό είναι το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του. Σε αυτό το στάδιο βασικής έρευνας, δεν υπάρχουν περιθώρια για εικασίες, υποθέσεις ή γενικές θεωρίες».

Ένας Ταπεινός Άντρας Προσφέρει ένα «Βασιλικό Δώρο»

Παρά τη μεγάλη επιτυχία του, ο Μπαράντ δεν έπεσε στην παγίδα της υπερηφάνειας ή της ανεντιμότητας. Μολονότι κινούνταν με άνεση στους κύκλους των διανοουμένων της Ευρώπης και μιλούσε αρκετές γλώσσες, φερόταν πάντοτε με απλότητα. Έμαθε την τσεχική γλώσσα για να είναι πιο κοντά στο λαό. Αυτό τον βοήθησε στο έργο του, εφόσον του επέτρεπε να επικοινωνεί με τους λατόμους που τον βοηθούσαν να βρει καινούρια δείγματα για τη συλλογή του.

Ο Μπαράντ ήταν θρησκευόμενος, και τα όσα ανακάλυπτε στη φύση ενίσχυαν την πίστη του στον Θεό. Αποκαλούσε τα απολιθώματα «παράσημα για τα αρχικά δημιουργήματα». Επιπλέον, στην εισαγωγή του συγγράμματός του, αναφέρθηκε στα συναισθήματα που τον υποκινούσαν να συνεχίζει τις μελέτες του: «Πρόκειται για ένα αίσθημα θαυμασμού, ικανοποίησης και αναγνώρισης το οποίο κατακλύζει και γοητεύει εκείνον που ανακαλύπτει ή συλλογίζεται μερικά από τα έργα του Δημιουργού».

Ο Ζοακίμ Μπαράντ πέθανε το 1883, αφήνοντας πίσω του επιστημονικό υλικό μοναδικής αξίας. Η σχολαστικότητα με την οποία εργαζόταν εκτιμάται από τους επιστήμονες όλου του κόσμου. Λόγω της ρεαλιστικής και αντικειμενικής μεθοδολογίας που ακολούθησε, ο Ζοακίμ Μπαράντ τεκμηρίωσε προσεκτικά ανακαλύψεις που εξακολουθούν να χρησιμεύουν στους ερευνητές σήμερα. Από επιστημονική σκοπιά, δεν αποτελούσε υπερβολή το γεγονός ότι η κληρονομιά που άφησε ο Μπαράντ περιγράφτηκε ως «ανώτερη και από βασιλικό δώρο».

[Υποσημείωση]

a «Σιλούριο» είναι η γεωλογική ονομασία μιας από τις περιόδους που θεωρούνται οι αρχαιότερες του πλανήτη μας.

[Εικόνες στη σελίδα 12, 13]

Σχέδια τριλοβιτών του Μπαράντ, 1852

[Ευχαριστίες]

Σχέδια: S laskavým svolením Národní knihovny v Praze

[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 12]

Πορτραίτο: Z knihy Vývoj české přírodovědy, 1931