Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Θετική Άποψη Παρά την Αναπηρία

Θετική Άποψη Παρά την Αναπηρία

Θετική Άποψη Παρά την Αναπηρία

ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝ ΜΟΡΟΖΟΦ

Όταν γεννήθηκα, στις 20 Ιουλίου 1936, τα μόνα αναπτυγμένα οστά που διέθετε το σώμα μου ήταν το κρανίο και η σπονδυλική μου στήλη. Ολόκληρος ο σκελετός μου αποτελούνταν από αδύναμο χόνδρο, που δεν ήταν σκληρότερος από το χόνδρο του αφτιού ενός ενηλίκου. Ζύγιζα λιγότερο από μισό κιλό. Τα μόνα σημάδια ζωής ήταν ο υποτονικός χτύπος της καρδιάς μου, η ασθενική αναπνοή μου και οι λιγοστές κινήσεις που έκανα.

ΗΜΟΥΝ το έβδομο από τα εννιά παιδιά μιας οικογένειας που ζούσε στο χωριό Σαρά του Ουλιάνοφσκ Όμπλαστ, στην καρδιά της Ρωσίας. Σε ηλικία τριών εβδομάδων, οι γονείς μου με πήγαν στην εκκλησία για να με βαφτίσουν. Ο ιερέας με ράντισε βιαστικά με νερό και είπε στους γονείς μου να με πάνε στο σπίτι το συντομότερο δυνατόν, επειδή, όπως είπε, θα πέθαινα σε λίγες ώρες.

Τον Ιανουάριο του 1937, οι γονείς μου με πήγαν στην πόλη Καζάν, πρωτεύουσα της Ρωσικής Δημοκρατίας της Ταταρίας, για να με δουν κάποιοι ειδικοί. Τότε είχα αρχίσει να λέω «μαμά», «μπαμπά» και «μπαμπούσκα» (γιαγιά), και ήξερα τα ονόματα των αδελφών μου. Οι γιατροί, αφού με εξέτασαν, είπαν στους γονείς μου ότι θα πέθαινα μέσα σε ένα χρόνο. Τους σύστησαν να μου τερματίσουν τη ζωή και να με διατηρήσουν μέσα σε μια γυάλα ως οπτικό βοήθημα για φοιτητές της ιατρικής. Πόσο ευγνώμων είμαι στους αγαπημένους μου γονείς που αρνήθηκαν κατηγορηματικά!

Μια Παιδική Ηλικία Γεμάτη Βάσανα

Όσο μπορώ να θυμηθώ, το σώμα μου βασανιζόταν διαρκώς από πόνους. Ωστόσο, ακόμη και όταν ήμουν παιδί, αγωνιζόμουν να έχω θετική διανοητική διάθεση και προσπαθούσα να γελάω συχνά και να απολαμβάνω τη ζωή. Αυτή τη διάθεση διατηρώ μέχρι σήμερα. Ο σκελετός μου σταδιακά δυνάμωσε, και μπορούσα να ανακάθομαι και να μπουσουλάω λιγάκι. Δεν μεγάλωσα όπως τα φυσιολογικά παιδιά και ήμουν άσχημα παραμορφωμένος. Αλλά ήμουν καλός μαθητής, και σε ηλικία πέντε ετών μπορούσα να διαβάζω και να γράφω.

Το Μάιο του 1941, η μητέρα μου με πήγε στην εκκλησία για δεύτερη φορά. Εκεί υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι που προσεύχονταν όλοι γονατιστοί. Μια νεωκόρος πλησίασε τη μητέρα μου και τη ρώτησε γιατί δεν είχε γονατίσει. Όταν η μητέρα μου της έδειξε εμένα, εκείνη πήγε να συνεννοηθεί με τον ιερέα. Μόλις επέστρεψε, η νεωκόρος μάς συνόδευσε στην έξοδο και είπε στη μητέρα μου να με αφήσει έξω από την πόρτα και μετά να ξαναμπεί μέσα μόνη της. Υποστήριξε ότι, εξαιτίας των αμαρτιών των γονέων μου, «ο ακάθαρτος» τους είχε δώσει εμένα. Η μητέρα μου γύρισε στο σπίτι με δάκρυα στα μάτια. Το σκεφτόμουν αυτό πολύ καιρό. Αναρωτιόμουν: “Ποιος είναι ο «ακάθαρτος»;”

Το 1948, σε ηλικία 12 ετών, η μητέρα μου με πήγε στο χωριό Μερένγκι, στη Δημοκρατία της Τσουβασίας, περίπου 80 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μας. Εκεί υπήρχαν ιαματικές πηγές, και η μητέρα μου έλπιζε ότι ίσως με θεράπευε το νερό. Μια από τις προϋποθέσεις που έθεταν οι ιερείς για να θεραπευτώ ήταν να μη φάω επί τρεις ημέρες. Έπρεπε, επίσης, να μεταλάβω στην εκκλησία. Μολονότι δεν εμπιστευόμουν και πολύ την εκκλησία, συμφώνησα να συμμορφωθώ με τις προϋποθέσεις. Το ταξίδι ήταν μακρύ και επίπονο, αλλά υπέμεινα προσπαθώντας να συγκεντρώνω την προσοχή μου στην ομορφιά του τοπίου.

Η εκκλησία ήταν γεμάτη κόσμο. Την ώρα που η μητέρα μου με μετέφερε ανάμεσα στο πλήθος, κάποια ηλικιωμένη γυναίκα μού έδωσε μια καραμέλα. Εγώ την πήρα και την έβαλα στην τσέπη μου. Όταν ήρθε η σειρά μου να μεταλάβω, η ηλικιωμένη φώναξε: «Πάτερ, μην τον αφήσεις να μεταλάβει! Μόλις έφαγε μια καραμέλα!» Εγώ εξήγησα ότι η καραμέλα ήταν στην τσέπη μου, αλλά ο ιερέας φώναξε: «Απαίσιο τέρας! Πρέπει να λες και ψέματα; Βγάλτε τον έξω από την εκκλησία!» Την επομένη, όμως, ένας άλλος ιερέας μού επέτρεψε να μεταλάβω και με έπλυνε με «θαυματουργό» νερό. Ωστόσο, δεν έγινε το θαύμα. Η αναπηρία μου παρέμεινε.

Πνευματικά Επιτεύγματα

Μολονότι έπασχα από σοβαρή σωματική αναπηρία, στην εφηβεία μου ασχολήθηκα με πολλούς ακαδημαϊκούς και πνευματικούς στόχους. Το 1956, προσχώρησα στην Κομσομόλ (Κομμουνιστική Ένωση Νεολαίας), και αργότερα δίδαξα την ιστορία της Κομσομόλ σε άτομα μικρότερης ηλικίας. Ήμουν μέλος της Διαχειριστικής και Πολιτιστικής Επιτροπής σε ένα ίδρυμα αναπήρων και ταυτόχρονα εκτελούσα καθήκοντα διευθυντή και εκφωνητή του ραδιοφωνικού σταθμού του ιδρύματος.

Επιπρόσθετα, ήμουν βιβλιοθηκονόμος μιας κινητής βιβλιοθήκης με ηχογραφημένα βιβλία για τυφλούς και εκλέχθηκα μέλος της Δικαστικής Επιτροπής Αγώνα Κατά του Αλκοολισμού. Επίσης, συμμετείχα σε μια ερασιτεχνική καλλιτεχνική λέσχη, τραγουδούσα και έπαιζα αρκετά μουσικά όργανα.

Στο Ίδρυμα Αναπήρων

Εξαιτίας της αναπηρίας μου, το 1957, σε ηλικία 21 ετών, αναγκάστηκα να μπω σε ένα ίδρυμα αναπήρων. Ωστόσο, δεν ήμουν διατεθειμένος να εγκαταλείψω τις προσπάθειες. Τον Οκτώβριο του 1963, πήγα στο Επιστημονικό Ερευνητικό Ινστιτούτο Προσθετικής της Μόσχας. Εκεί έκανα τελικά 18 εγχειρήσεις για να ισιώσω τα πόδια μου.

Αρχικά, μου τέντωσαν τα πόδια. Κατόπιν, οχτώ μέρες αργότερα, υποβλήθηκα σε εγχείρηση. Στη συνέχεια, μου έβαλαν τα πόδια στο γύψο για να μείνουν στη σωστή θέση μέχρι την επόμενη εγχείρηση. Η νοσοκόμα έκλαιγε όταν έβλεπε πόσο υπέφερα.

Τους επόμενους τέσσερις μήνες, έμαθα να περπατάω με πατερίτσες. Με τις πατερίτσες μπορώ να σηκώνομαι φτάνοντας σε ύψος τα 110 εκατοστά. Ζυγίζω λίγο παραπάνω από 25 κιλά. Αφού έμαθα να περπατάω με τις πατερίτσες, επέστρεψα στο ίδρυμα αναπήρων το 1964. Δυστυχώς, τα αδύναμα οστά των ποδιών μου δεν μπορούσαν να κρατήσουν το βάρος του σώματός μου, και σύντομα αναγκάστηκα και πάλι να κινούμαι μπουσουλώντας ή χρησιμοποιώντας αναπηρικό καροτσάκι. Το αναπηρικό καροτσάκι εξακολουθεί να αποτελεί το κύριο μέσο με το οποίο κινούμαι μέχρι σήμερα.

Ποτέ δεν ξαναπήγα στην εκκλησία. Ο ισχυρισμός ότι είχα γεννηθεί από “τον ακάθαρτο” συνέχιζε να με πληγώνει. Αγαπούσα πάρα πολύ τον πατέρα μου και τη μητέρα μου, και δεν μπορούσα να δεχτώ ότι έφταιγαν είτε αυτοί είτε ο Θεός για την κατάστασή μου. Προσπαθούσα να παραμένω αισιόδοξος. Ήθελα να κάνω το καλό στους άλλους και, πάνω από όλα, να αποδείξω στον εαυτό μου ότι ακόμη και εγώ μπορούσα να το πετύχω αυτό.

Ζω Ανεξάρτητος

Το 1970, παντρεύτηκα τη Λίντια, η οποία είναι μερικώς παράλυτη από τότε που ήταν παιδί. Αποκτήσαμε ένα μικρό σπίτι, στο οποίο ζήσαμε 15 χρόνια. Εκείνη την περίοδο εργαζόμασταν και οι δύο για να βγάζουμε τα προς το ζην. Έμαθα να επισκευάζω ρολόγια και άλλες μικροσυσκευές που απαιτούσαν λεπτές ρυθμίσεις.

Για κάποιο διάστημα, χρησιμοποιούσα έναν εκπαιδευμένο σκύλο σε αρκετές σημαντικές δουλειές. Μάλιστα κάποιος εκπαιδευτής σκύλων και εγώ εφεύραμε ένα ειδικά κατασκευασμένο λουρί. Είχα δύο σκύλους​—τον Βουλκάν και την Πάλμα. Η Πάλμα ήταν πιστή σύντροφός μου πολλά χρόνια. Όταν πηγαίναμε να ψωνίσουμε εκείνη έπιανε τα διάφορα τρόφιμα. Το μόνο που δεν της άρεσε ήταν να στέκεται στην ουρά όταν πληρώναμε. Κουβαλούσε το πορτοφόλι μου με τα δόντια της, και είχε ένα μικρό γάντζο στο κολάρο της για να κρεμάω την τσάντα με τα ψώνια.

Το 1973, η μητέρα μου αρρώστησε βαριά. Εφόσον ήμουν πάντοτε στο σπίτι, η σύζυγός μου και εγώ αποφασίσαμε να τη φέρουμε να ζήσει μαζί μας. Τότε είχαν ήδη πεθάνει ο πατέρας μου και πέντε από τους αδελφούς μου, ενώ τα τρία άλλα αδέλφια μου ζούσαν σε άλλα μέρη της Ρωσίας. Όσο ζούσε μαζί μας η μητέρα μου, προσπάθησα να κάνω ό,τι μπορούσα για αυτήν. Τελικά πέθανε σε ηλικία 85 ετών.

Το 1978, αποφάσισα να κατασκευάσω ένα όχημα για να εξυπηρετούμαι. Αφού πειραματίστηκα με αρκετά οχήματα, κατέληξα σε ένα που ήταν κατάλληλο. Η τοπική Κρατική Υπηρεσία Ελέγχου Οχημάτων μού επέτρεψε να δώσω εξετάσεις για άδεια οδήγησης και να δηλώσω το όχημά μου. Το ονόμασα Οσά (Σφήκα). Η σύζυγός μου και εγώ φτιάξαμε μια μικρή καρότσα για αυτό το όχημα η οποία μπορούσε να μεταφέρει μέχρι και 300 κιλά. Οι δυο μας μπορούσαμε τώρα να μετακινούμαστε και να κουβαλάμε διάφορα πράγματα. Αυτό το μηχανοκίνητο όχημα μας εξυπηρέτησε ως το 1985.

Εκείνον τον καιρό τυφλώθηκα από το αριστερό μου μάτι, και άρχισε να μειώνεται η όρασή μου από το δεξί. Κατόπιν, η Λίντια παρουσίασε καρδιακά προβλήματα. Το Μάιο του 1985, οι περιορισμοί μας μάς ανάγκασαν να μπούμε σε ένα ίδρυμα αναπήρων στην πόλη Ντιμίτροφγκραντ.

Γιατί Είναι Τόσο Ευτυχισμένη η Ζωή μου Σήμερα

Το καλοκαίρι του 1990 επισκέφτηκαν το ίδρυμα αναπήρων οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Βρήκα πολύ ενδιαφέροντα αυτά που δίδασκαν. Μου έδειξαν στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη την περικοπή που μιλάει για έναν άνθρωπο τυφλό εκ γενετής. Σχετικά με αυτόν, ο Ιησούς είπε: «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του». (Ιωάννης 9:1-3) Μου εξήγησαν ότι κληρονομήσαμε την αμαρτία και τις αρρώστιες από τον προπάτορά μας τον Αδάμ.​—Ρωμαίους 5:12.

Πάνω από όλα, όμως, με εντυπωσίασε το γεγονός ότι ο Θεός θα θεραπεύσει τελικά όλους όσους θα ζήσουν υπό τη βασιλική διακυβέρνηση του Γιου του, του Ιησού Χριστού, όταν θα αποκατασταθεί ο Παράδεισος στη γη. (Ψαλμός 37:11, 29· Λουκάς 23:43· Αποκάλυψη 21:3, 4) Δάκρυα χαράς κύλησαν στο πρόσωπό μου, και ψιθύρισα: «Βρήκα την αλήθεια, την αλήθεια, την αλήθεια!» Μελέτησα την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά επί ένα χρόνο και το 1991 βαφτίστηκα συμβολίζοντας την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά Θεό.

Μολονότι είχα μεγάλη επιθυμία να υπηρετώ τον Ιεχωβά και να κηρύττω για τους θαυμάσιους σκοπούς του, αντιμετώπιζα πολλά εμπόδια. Προηγουμένως δεν χρειαζόταν να μετακινούμαι τακτικά, αλλά τώρα έπρεπε να βγαίνω και να μιλάω για την πίστη μου σε άλλους. Ο πρώτος τομέας στον οποίο κήρυξα ήταν το ίδρυμα αναπήρων, όπου ζούσαν πάνω από 300 άτομα. Για να έρχομαι σε επαφή με όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα, ζήτησα να εργάζομαι στην αίθουσα του νοικοκυριού.

Κάθε πρωί καθόμουν στο χώρο εργασίας μου και έκανα τη δουλειά μου. Εκεί απέκτησα πολλούς καινούριους φίλους με τους οποίους κάνω ενδιαφέρουσες συζητήσεις γύρω από Γραφικά ζητήματα. Αρκετοί πήραν βιβλία και περιοδικά που τους βοήθησαν να κατανοήσουν την Αγία Γραφή. Ορισμένοι επισκέπτες συνηθίζουν τώρα να μου ζητούν να τους διαβάζω από την Αγία Γραφή και από τα έντυπα που βασίζονται σε αυτήν. Την ώρα του μεσημεριανού φαγητού, συχνά υπάρχουν τόσο πολλά άτομα στο δωμάτιο όπου μένω μαζί με τη σύζυγό μου, ώστε μερικές φορές δημιουργείται το αδιαχώρητο.

Οι Χριστιανοί αδελφοί και αδελφές μου από την εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά με έχουν βοηθήσει πολύ στο κήρυγμα. Μου φέρνουν Γραφικά έντυπα και δαπανούν χρόνο μαζί με τη σύζυγό μου και εμένα. Επίσης, με βοηθούν να πηγαίνω στην Αίθουσα Βασιλείας για τις συναθροίσεις. Κάποιος αδελφός αγόρασε μια μοτοσικλέτα με καλάθι στο πλάι μόνο και μόνο για να με μεταφέρει. Τους κρύους χειμωνιάτικους μήνες έρχονται και με παίρνουν ευχαρίστως άλλοι αδελφοί που έχουν αυτοκίνητο.

Χάρη σε αυτή τη στοργική φροντίδα, έχω καταφέρει να παρακολουθήσω πάνω από δέκα συνελεύσεις, δηλαδή εκπαιδευτικά σεμινάρια, των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Η πρώτη μου ήταν η μεγάλη διεθνής συνέλευση στη Μόσχα τον Ιούλιο του 1993, όπου σημειώθηκε ένας ανώτατος αριθμός 23.743 παρόντων από 30 και πλέον χώρες. Για να παρακολουθήσω εκείνη τη σύναξη, χρειάστηκε να ταξιδέψω περίπου 1.000 χιλιόμετρα. Από τότε, δεν έχω χάσει καμιά συνέλευση του λαού του Ιεχωβά.

Η διεύθυνση του ιδρύματος αναπήρων στο οποίο ζω με σέβεται πάρα πολύ, και είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων για αυτό. Η σύντροφός μου, η Λίντια, με την οποία ζω αρμονικά εδώ και 30 χρόνια, με υποστηρίζει και με βοηθάει και αυτή, έστω και αν δεν συμμερίζεται τις θρησκευτικές μου απόψεις. Αλλά πάνω από όλα, με υποστηρίζει ο Ιεχωβά με το ισχυρό του χέρι και μου χαρίζει τις θαυμαστές ευλογίες του. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την 1η Σεπτεμβρίου 1997, οπότε διορίστηκα σκαπανέας, όπως αποκαλούνται οι ολοχρόνιοι διάκονοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Υπήρξαν πολλές στιγμές της ζωής μου στις οποίες θα μπορούσε να έχει σταματήσει η καρδιά μου και να έχω πεθάνει. Πόσο ευτυχισμένος είμαι τώρα που δεν συνέβη κάτι τέτοιο και μπόρεσα να γνωρίσω και να αγαπήσω την Πηγή της Ζωής, τον Ιεχωβά Θεό! Θέλω να συνεχίσω να τον υπηρετώ μαζί με τους πνευματικούς αδελφούς και αδελφές μου σε όλο τον κόσμο, όσο η καρδιά μου θα συνεχίζει να χτυπάει.

[Εικόνα στη σελίδα 20]

Με τη σύζυγό μου Λίντια

[Εικόνα στη σελίδα 21]

Κάνω μελέτη με ένα άτομο στο ίδρυμα αναπήρων