Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Κέντε—Το Ένδυμα των Βασιλιάδων

Κέντε—Το Ένδυμα των Βασιλιάδων

Κέντε​—Το Ένδυμα των Βασιλιάδων

ΑΠΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΓΚΑΝΑ

ΜΕ ΑΣΥΛΛΗΠΤΗ ταχύτητα, τα χέρια του υφαντή γλιστρούν μπρος πίσω στην όψη του υφάσματος. Καθώς κινείται στο ρυθμό των τροχαλιών και των μοχλών που τρίζουν, ο τεχνίτης είναι προσηλωμένος στη ζωηρόχρωμη λωρίδα υφάσματος που έχει μπροστά του. Ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών του υπάρχουν σχοινιά. Αυτά τα σχοινιά κινούν τα μιτάρια​—ράβδους στερεωμένες σε πλαίσια που μετακινούνται πάνω κάτω διαχωρίζοντας και οδηγώντας τις κάθετες κλωστές του στημονιού οι οποίες προεξέχουν 6 μέτρα από τον αργαλειό. a Με σβελτάδα, τα δάχτυλά του υφαίνουν μονό νήμα από ζωηρόχρωμο μετάξι περνώντας το με οριζόντια κατεύθυνση ανάμεσα στις διαχωρισμένες κλωστές του στημονιού, δημιουργώντας μια υφαδιά την οποία κατόπιν θα «χτυπήσει» για να τη φέρει στη σωστή της θέση στο «γέμισμα» του υφάσματος.

Το ύφασμα που δημιουργείται έχει φάρδος μόλις δέκα εκατοστά. Αλλά τα λαμπερά χρώματα και τα περίπλοκα σχέδιά του το κάνουν αστραφτερό. Ο τεχνίτης χαμογελάει με ικανοποίηση καθώς εξετάζει το αριστούργημά του​—ένα γνήσιο κέντε.

Μια Αρχαία Τέχνη

Επί χιλιάδες χρόνια, επιδέξιοι τεχνίτες έχουν χρησιμοποιήσει την αρχαία τέχνη της ύφανσης. Κλωστές από λινάρι, βαμβάκι και μετάξι αποτελούσαν ανέκαθεν διαθέσιμη πηγή υφαντικών υλικών. Τα βασικά χρώματα εξάγονταν από τις ρίζες και τα φύλλα των φυτών, πράγμα που έδινε στους υφαντές τη δυνατότητα να δημιουργούν απλά σχέδια και σχήματα στα υφαντά τους.

Οι υφαντές των νομαδικών λαών της Αφρικής επινόησαν αργαλειούς που ήταν μικροί και μεταφέρονταν εύκολα από τόπο σε τόπο. Αυτοί οι αργαλειοί ύφαιναν στενές λωρίδες υφάσματος που είχαν φάρδος από 7,5 ως 11,5 εκατοστά μόνο. Στη συνέχεια, αυτές οι στενόμακρες λωρίδες υφάσματος ράβονταν μαζί, από άκρη σε άκρη, δημιουργώντας ένα μεγαλύτερο ύφασμα που θα μπορούσε να φορεθεί γύρω από το σώμα ως ένδυμα. Τους φορητούς αργαλειούς τούς κουβαλούσαν στη ράχη τους υποζύγια, διασχίζοντας ερήμους, ποτάμια και ψηλές οροσειρές. Καθώς μεταφέρονταν μέσω αρχαίων εμπορικών δρόμων, οι αργαλειοί άσκησαν βαθιά επίδραση στους λαούς οι οποίοι τους χρησιμοποίησαν.

Η Επιθυμία για Ύφασμα

Επί πολλούς αιώνες, οι βασιλιάδες και οι αρχηγοί της Δυτικής Αφρικής έλεγχαν την πλούσια σε μέταλλα περιοχή την οποία οι Ευρωπαίοι εξερευνητές ονόμαζαν Χρυσή Ακτή. b Εδώ εξορύσσονταν μεγάλες ποσότητες χρυσού, αποφέροντας πλούτο στους βασιλιάδες Ασάντι και στους βασιλικούς οίκους τους. Στολισμένοι με βαριά κοσμήματα από χρυσό και ντυμένοι με ειδικά υφαντά ενδύματα, αυτοί οι βασιλιάδες και οι εξέχοντες αρχηγοί τους έκαναν επίδειξη του πλούτου, της δύναμης και της εξουσίας τους στους υπηκόους τους. Το ξεχωριστό ένδυμα που φορούσαν εκείνοι οι άρχοντες ονομάστηκε κέντε, μια λέξη η οποία ίσως παραπέμπει στην ομοιότητα που έχει αυτό το ένδυμα με την ύφανση του καλαθιού. Και άλλες φυλές της Χρυσής Ακτής ύφαιναν με τη μέθοδο των λωρίδων, αλλά για τους βασιλιάδες Ασάντι, το ένδυμα κέντε έγινε σύμβολο γοήτρου και βασιλικής εξουσίας.

Οι υφαντές της Χρυσής Ακτής χρησιμοποιούσαν βαμβάκι που είχε κλωστεί τοπικά. Μόνο νήματα που είχαν βαφτεί μπλε ήταν διαθέσιμα. Αυτές οι μπλε κλωστές υφαίνονταν στο υπόλευκο χρώμα του βαμβακερού υφάσματος σχηματίζοντας απλά γεωμετρικά σχήματα με γραμμές και τετράγωνα για τους ντόπιους.

Η ύφανση του βασιλικού ενδύματος κέντε, που ήταν πιο προσεγμένη, αποτελούσε έργο λίγων. Συγκροτήθηκαν ομάδες επιδέξιων βασιλικών υφαντών οι οποίοι δημιουργούσαν και παρήγαν ενδύματα υψηλής ποιότητας. Η μέθοδος ύφανσης αποτελούσε αφανέρωτο και καλοφυλαγμένο μυστικό. Όλοι οι άλλοι υφαντές δεν επιτρεπόταν να υφαίνουν τα σχέδια και τα σχήματα των υφασμάτων που προορίζονταν αποκλειστικά για το βασιλιά και τη βασιλική αυλή του. Ο βασιλιάς συσσώρευε εκατοντάδες ενδύματα, το καθένα με το δικό του ξεχωριστό σχέδιο και σχήμα. Η παράδοση επέβαλλε να μη φορέσει ποτέ δημόσια το ίδιο ρούχο πάνω από μία φορά.

Η Ζήτηση για Χρώμα

Το 16ο αιώνα, άρχισε να εμφανίζεται ένα άλλο είδος υφάσματος στη Χρυσή Ακτή. Αυτό το νέο ύφασμα δεν υφαινόταν στους αφρικανικούς αργαλειούς που ύφαιναν λωρίδες αλλά παραγόταν σε μακρινές χώρες και έφτανε εκεί μέσω των πρώτων Ευρωπαίων ναυτικών οι οποίοι έψαχναν για ελεφαντόδοντο, χρυσό και δούλους. Το εισαγόμενο ύφασμα περιείχε κλωστές σε ζωηρά, εντυπωσιακά χρώματα. Σύντομα, αυτό το εισαγόμενο ύφασμα, με τις πολλές κόκκινες, κίτρινες και πράσινες κλωστές, έγινε πολύτιμο εμπορικό αγαθό. Λίγοι ήταν τόσο πλούσιοι ώστε να μπορούν να αποκτήσουν αυτό το ακριβό ύφασμα από τους Ευρωπαίους εμπόρους. Μόνο οι πλούσιοι Ασάντι, οι οποίοι έλεγχαν τη διακίνηση του χρυσού, του ελεφαντόδοντου και των δούλων στα ιστιοφόρα που περίμεναν στην ακτή, είχαν τη δυνατότητα να το αποκτήσουν. Αλλά αυτό που επιθυμούσαν οι βασιλιάδες Ασάντι και οι αρχηγοί τους δεν ήταν το ίδιο το ύφασμα.

Όταν αποκτούσαν το ύφασμα, οι υφαντές το ξήλωναν με υπομονή και αφαιρούσαν τις πολυπόθητες χρωματιστές κλωστές, πετώντας το υπόλοιπο ύφασμα. Στη συνέχεια, αυτές οι πολύτιμες κλωστές υφαίνονταν στους αργαλειούς των βασιλικών υφαντών. Όσο μεγάλωνε η ποικιλία των χρωμάτων, τόσο αύξανε η πρωτοβουλία και η ευρηματικότητα, υποκινώντας τους τεχνίτες να εκφράζουν με πρωτόγνωρους τρόπους τις δημιουργικές και τεχνικές ικανότητές τους στην ύφανση. Επιδέξιοι υφαντές από άλλες φυλές προσλήφθηκαν από τους βασιλιάδες Ασάντι και, ως αποτέλεσμα, τα ενδύματα κέντε που παράγονταν ήταν ασυναγώνιστης ποιότητας.

Γεωμετρικά σχέδια που αναπαριστούσαν ψάρια, πουλιά, φρούτα, φύλλα, ηλιοβασιλέματα, ουράνια τόξα και άλλες εικόνες από τη φύση δημιούργησαν μια υφαντουργική τέχνη που απέδιδε μεγάλη σημασία στη λεπτομέρεια και ήταν γεμάτη συμβολισμούς. Τα ενδύματα που ήταν υφασμένα με χρυσές κλωστές σήμαιναν πλούτο, το πράσινο χρώμα μετέδιδε την ιδέα της ανανέωσης και του καινούριου, το μαύρο συμβόλιζε τη λύπη, το κόκκινο έδειχνε θυμό και το ασημένιο εξεικόνιζε την αγνότητα και τη χαρά.

Οι υφαντές εργάζονταν υπομονετικά και αβίαστα επί πολλούς μήνες για ένα και μόνο ένδυμα, γνωρίζοντας ότι το τελικό προϊόν τους θα χρησίμευε ως κριτήριο της δεξιοτεχνίας και του δημιουργικού τους ταλέντου. Η ζήτηση για τέτοιους αριστοτέχνες εργάτες ήταν μικρή, εφόσον λίγοι είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν σπάνια και ακριβά ενδύματα κέντε.

Σύγχρονο Κέντε

Με την πάροδο του χρόνου, η επιρροή των βασιλιάδων και των ισχυρών αρχηγών άρχισε να εξασθενεί. Δεν υπήρχε πια ανάγκη να διαχωρίζονται οι βασιλιάδες από τους κοινούς θνητούς μέσω κάποιου ενδύματος. Η ζήτηση για αυτό το όμορφο ρούχο αυξήθηκε, εφόσον άρχισε να χρησιμοποιείται για μη βασιλικούς σκοπούς. Επειδή υφαινόταν γρήγορα για να ικανοποιηθεί η αυξημένη ζήτηση, η ποιότητα, η τεχνική ύφανσης και η τιμή του κέντε άρχισαν να φθίνουν.

Σήμερα το κέντε υφαίνεται ως επί το πλείστον με συνθετικές κλωστές και χρησιμοποιείται κατόπιν στη μαζική παραγωγή τσαντών, γραβατών, ζωνών, καπέλων και ρούχων. Λίγοι υφαντές ενδιαφέρονται να παράγουν κέντε χρησιμοποιώντας τις κοπιώδεις, χρονοβόρες μεθόδους του παρελθόντος. Το παλιό κέντε με την εξαίρετη ποιότητα θεωρείται τώρα πολύτιμο και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά μέσα στον οικογενειακό κύκλο. Πράγματι, πέρασαν οι μέρες που το κέντε με την ασυναγώνιστη ποιότητα και την εκπληκτική δεξιοτεχνία υφαινόταν σε απλούς ξύλινους αργαλειούς και θεωρούνταν ένδυμα βασιλιάδων.

[Υποσημειώσεις]

a Στημόνι​—τα διαμήκη νήματα του αργαλειού. Υφάδι​—τα νήματα που συνδυάζονται με τα νήματα του στημονιού στην εγκάρσια κατεύθυνση.

b Η σημερινή Γκάνα.

[Εικόνες στη σελίδα 16]

Οι αργαλειοί που υφαίνουν λωρίδες είναι ελαφρείς και φορητοί

[Εικόνα στη σελίδα 17]

Ο υφαντής χρησιμοποιεί τα πόδια του για να κινεί τα μιτάρια, δηλαδή τις ράβδους