Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Με Στήριξε η Εμπιστοσύνη μου στον Θεό

Με Στήριξε η Εμπιστοσύνη μου στον Θεό

Με Στήριξε η Εμπιστοσύνη μου στον Θεό

ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΡΑΧΗΛ ΣΑΚΣΙΟΝΙ-ΛΕΒΕΪ

ΟΤΑΝ ΜΙΑ ΦΡΟΥΡΟΣ ΜΕ ΧΤΥΠΟΥΣΕ ΕΠΑΝΕΙΛΗΜΜΕΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΠΕΙΔΗ ΑΡΝΗΘΗΚΑ ΝΑ ΕΡΓΑΣΤΩ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΝΑΖΙ, ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΛΗ ΦΡΟΥΡΟΣ ΤΗΣ ΕΙΠΕ: «ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙΣ. ΑΥΤΟΙ ΟΙ “ΜΠΙΜΠΕΛΦΟΡΣΕΡ” ΜΠΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΞΥΛΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΤΟΥΣ».

ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ αυτό συνέβη το Δεκέμβριο του 1944 στο Μπέεντορφ, ένα στρατόπεδο εργασίας γυναικών κοντά στα αλατωρυχεία της βόρειας Γερμανίας. Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω πώς βρέθηκα εκεί και πώς μπόρεσα να επιβιώσω τους τελευταίους μήνες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Γεννήθηκα σε μια οικογένεια Εβραίων στο Άμστερνταμ, το 1908, και ήμουν το δεύτερο από τρία κορίτσια. Ο πατέρας μου ήταν στιλβωτής διαμαντιών, όπως πολλοί Εβραίοι στο Άμστερνταμ πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πέθανε όταν ήμουν 12 χρονών, και αργότερα ήρθε να μείνει μαζί μας ο παππούς μας. Ο παππούς ήταν ευλαβής Εβραίος και φρόντισε να ανατραφούμε σε αρμονία με τις εβραϊκές παραδόσεις.

Ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα μου, έμαθα την τέχνη της κοπής διαμαντιών και το 1930 παντρεύτηκα έναν συνάδελφο. Αποκτήσαμε δύο παιδιά​—τον Σιλβάν, ένα ζωηρό και παράτολμο αγόρι, και την Κάρι, ένα γλυκό και ήρεμο κοριτσάκι. Δυστυχώς, ο γάμος μας δεν κράτησε πολύ. Το 1938, λίγο μετά το διαζύγιο, παντρεύτηκα τον Λούι Σακσιόνι, επίσης στιλβωτή διαμαντιών. Το Φεβρουάριο του 1940 γεννήθηκε η κόρη μας, η Γιοχάνα.

Αν και ο Λούι ήταν Εβραίος, δεν ασχολούνταν με τη θρησκεία του. Έτσι λοιπόν, δεν γιορτάζαμε πλέον τις εβραϊκές γιορτές που με συνάρπαζαν τόσο όταν ήμουν παιδί. Αναμφίβολα μου έλειπαν, αλλά στην καρδιά μου συνέχιζα να πιστεύω στον Θεό.

Αλλαγή Θρησκεύματος

Στις αρχές του 1940, τη χρονιά που άρχισε η γερμανική κατοχή στην Ολλανδία, μια γυναίκα χτύπησε την πόρτα μας και μου μίλησε για την Αγία Γραφή. Δεν καταλάβαινα πολλά από όσα έλεγε, αλλά έπαιρνα έντυπα από αυτήν κάθε φορά που ερχόταν. Ωστόσο, δεν τα διάβαζα επειδή δεν ήθελα να έχω καμία ανάμειξη με τον Ιησού. Είχα διδαχτεί ότι ήταν ένας αποστάτης Εβραίος.

Έπειτα, μια μέρα ήρθε στην πόρτα μου κάποιος άντρας. Του έκανα ερωτήσεις όπως: «Γιατί δεν δημιούργησε ο Θεός άλλους ανθρώπους όταν αμάρτησαν ο Αδάμ και η Εύα; Γιατί υπάρχει τόσο πολλή δυστυχία; Γιατί οι άνθρωποι μισούν ο ένας τον άλλον και πολεμούν;» Με διαβεβαίωσε ότι αν είχα υπομονή, θα απαντούσε στις ερωτήσεις μου από τη Γραφή. Έτσι λοιπόν, διευθετήθηκε μια οικιακή Γραφική μελέτη.

Ωστόσο, ήμουν αντίθετη με την άποψη ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας. Σύντομα, όμως, αφού προσευχήθηκα σχετικά με αυτό το ζήτημα, άρχισα να διαβάζω τις Μεσσιανικές προφητείες στη Γραφή, βλέποντάς τες με διαφορετικό μάτι. (Ψαλμός 22:7, 8, 18· Ησαΐας 53:1-12) Ο Ιεχωβά με βοήθησε να δω ότι εκείνες οι προφητείες εκπληρώθηκαν στον Ιησού. Ο σύζυγός μου δεν ενδιαφερόταν για αυτά που μάθαινα, αλλά δεν με εμπόδισε να γίνω Μάρτυρας του Ιεχωβά.

Κρυβόμουν Αλλά Εξακολουθούσα να Κηρύττω

Ο καιρός της γερμανικής κατοχής στην Ολλανδία ήταν επικίνδυνος για εμένα. Και αυτό όχι μόνο επειδή ήμουν Εβραία​—οι Γερμανοί έστελναν τους Εβραίους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης—​αλλά επίσης επειδή ανήκα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, μια θρησκευτική οργάνωση την οποία οι Ναζί προσπαθούσαν να εξαλείψουν. Ωστόσο, παρέμενα δραστήρια και δαπανούσα κατά μέσο όρο 60 ώρες το μήνα μιλώντας σε άλλους για τη νέα μου Χριστιανική ελπίδα.​—Ματθαίος 24:14.

Κάποιο απόγευμα του Δεκεμβρίου του 1942, ο σύζυγός μου δεν γύρισε στο σπίτι από την εργασία του. Όπως αποδείχτηκε, τον είχαν συλλάβει στην εργασία του μαζί με τους συναδέλφους του. Δεν τον είδα ποτέ ξανά. Οι ομόπιστοί μου με συμβούλεψαν να κρυφτώ μαζί με τα παιδιά μου. Μπόρεσα να μείνω με μια Χριστιανή αδελφή στην άλλη πλευρά του Άμστερνταμ. Επειδή ήταν πολύ επικίνδυνο να μένουμε και οι τέσσερις στο ίδιο σπίτι, αναγκάστηκα να αφήσω τα παιδιά μου σε άλλους.

Πολλές φορές κινδύνεψα να συλληφθώ. Κάποιο βράδυ ένας Μάρτυρας με πήγαινε σε μια νέα κρυψώνα με το ποδήλατό του. Ωστόσο, το φως του ποδηλάτου του δεν άναβε, και μας σταμάτησαν δύο Ολλανδοί αστυνομικοί. Έστρεψαν τους φακούς τους στο πρόσωπό μου και κατάλαβαν ότι ήμουν Εβραία. Ευτυχώς, είπαν απλώς: «Φύγε γρήγορα​—αλλά με τα πόδια».

Σύλληψη και Φυλάκιση

Ένα πρωί το Μάιο του 1944, ενώ θα ξεκινούσα τη διακονία μου, με συνέλαβαν​—όχι επειδή ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά αλλά επειδή ήμουν Εβραία. Με πήγαν σε μια φυλακή στο Άμστερνταμ, όπου έμεινα δέκα μέρες. Έπειτα με μετέφεραν με τρένο, μαζί με άλλους Εβραίους, στο στρατόπεδο μεταγωγών του Βέστερμπορκ, στο βορειοανατολικό τμήμα της Ολλανδίας. Από εκεί οι Εβραίοι μεταφέρονταν στη Γερμανία.

Στο Βέστερμπορκ συναντήθηκα με τον κουνιάδο μου και το γιο του, τους οποίους είχαν επίσης συλλάβει. Ήμουν η μόνη Μάρτυρας του Ιεχωβά ανάμεσα στους Εβραίους, και προσευχόμουν συνεχώς στον Ιεχωβά να με στηρίζει. Έπειτα από δύο μέρες ο κουνιάδος μου, ο γιος του και εγώ μπήκαμε σε ένα τρένο μεταφοράς βοοειδών το οποίο αναχωρούσε για το Άουσβιτς ή το Σόμπιμπορ, στρατόπεδα θανάτου στην Πολωνία. Ξαφνικά, ακούστηκε το όνομά μου και με πήραν σε ένα άλλο τρένο​—ένα κανονικό επιβατηγό τρένο.

Σε αυτό βρίσκονταν πρώην συνάδελφοι, αδαμαντουργοί. Περίπου εκατό εργάτες διαμαντιών μεταφέρθηκαν στο Μπέργκεν-Μπέλζεν στο βόρειο τμήμα της Γερμανίας. Αργότερα, έμαθα ότι το επάγγελμά μου μού είχε σώσει τη ζωή, καθώς οι Εβραίοι που στέλνονταν στο Άουσβιτς και στο Σόμπιμπορ συνήθως οδηγούνταν απευθείας στους θαλάμους αερίων. Αυτό συνέβη και στο σύζυγό μου, στα δύο από τα παιδιά μου και σε άλλους συγγενείς. Τότε, όμως, δεν γνώριζα τι είχαν απογίνει.

Στο Μπέργκεν-Μπέλζεν εμάς τους τεχνίτες κοπής διαμαντιών μάς είχαν σε ένα ειδικό παράπηγμα. Προκειμένου να προφυλάξουν τα χέρια μας για τη λεπτεπίλεπτη εργασία μας, δεν απαιτούσαν από εμάς να κάνουμε άλλη εργασία. Ήμουν η μόνη Μάρτυρας του Ιεχωβά στην ομάδα μας και μιλούσα με τόλμη στους Εβραίους συμπατριώτες μου για την καινούρια μου πίστη. Ωστόσο, εκείνοι με έβλεπαν σαν αποστάτισσα, όπως θεωρούσαν αποστάτη και τον απόστολο Παύλο τον πρώτο αιώνα.

Δεν είχα Γραφή και λαχταρούσα την πνευματική τροφή. Ένας Εβραίος γιατρός στο στρατόπεδο είχε μία και μου την έδωσε ως αντάλλαγμα για μερικά κομμάτια ψωμί και λίγο βούτυρο. Έμεινα εφτά μήνες με αυτή την “ομάδα διαμαντιών” στο Μπέργκεν-Μπέλζεν. Μας συμπεριφέρονταν σχετικά καλά, πράγμα που έκανε τους άλλους Εβραίους κρατούμενους να μας αντιπαθούν. Ωστόσο, τελικά δεν υπήρχαν άλλα διαμάντια για να τα επεξεργαστούμε. Έτσι λοιπόν, στις 5 Δεκεμβρίου 1944 περίπου 70 Εβραίες μεταφερθήκαμε σε ένα στρατόπεδο εργασίας γυναικών στο Μπέεντορφ.

Αρνήθηκα να Κατασκευάζω Όπλα

Στα ορυχεία που υπήρχαν κοντά στο στρατόπεδο, περίπου 400 μέτρα κάτω από τη γη, οι φυλακισμένοι έπρεπε να εργάζονται κατασκευάζοντας εξαρτήματα βομβαρδιστικών. Όταν αρνήθηκα να κάνω αυτή την εργασία, με χτύπησαν άσχημα. (Ησαΐας 2:4) Η φρουρός είπε θυμωμένα ότι το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να προετοιμαστώ για εργασία την επόμενη μέρα.

Το άλλο πρωί δεν πήγα στην αναφορά, αλλά έμεινα στα παραπήγματα. Ήμουν σίγουρη ότι θα με εκτελούσαν, γι’ αυτό προσευχήθηκα στον Ιεχωβά να με ανταμείψει για την πίστη μου. Επαναλάμβανα μέσα μου το Γραφικό ψαλμό: «Στον Θεό έθεσα την εμπιστοσύνη μου. Δεν θα φοβηθώ. Τι μπορεί να μου κάνει ο χωματένιος άνθρωπος;»​—Ψαλμός 56:11.

Έψαξαν στα παραπήγματα και με βρήκαν. Τότε μία από τις φρουρούς καθώς με χτυπούσε επανειλημμένα, ρωτούσε: «Ποιος είναι αυτός που δεν σου επιτρέπει να εργαστείς;» Κάθε φορά έλεγα ότι ήταν ο Θεός. Τότε ήταν που μια άλλη φρουρός τής είπε: «Καλύτερα να σταματήσεις. Αυτοί οι Μπίμπελφορσερ a μπορούν και να πεθάνουν από το ξύλο για τον Θεό τους». Τα λόγια της μου έδωσαν τεράστια δύναμη.

Αν και ο καθαρισμός των τουαλετών αποτελούσε τιμωρία και ήταν η πιο βρώμικη εργασία που θα μπορούσα να σκεφτώ, προσφέρθηκα να την κάνω. Ήμουν χαρούμενη που μου έδωσαν αυτή την εργασία επειδή μπορούσα να την κάνω με καθαρή συνείδηση. Ένα πρωί ήρθε ο διοικητής του στρατοπέδου, τον οποίο φοβούνταν όλοι. Στάθηκε μπροστά μου και είπε: «Εσύ λοιπόν είσαι η Εβραία που δεν θέλει να εργαστεί;»

«Βλέπετε ότι εργάζομαι», απάντησα.

«Δεν θα εργαστείς όμως για τον πόλεμο, έτσι δεν είναι;»

«Όχι», απάντησα. «Ο Θεός δεν το θέλει αυτό».

«Αλλά δεν θα σκότωνες εσύ η ίδια, έτσι δεν είναι;»

Εξήγησα ότι αν συμμετείχα στην κατασκευή όπλων, θα παραβίαζα τη Χριστιανική μου συνείδηση.

Εκείνος πήρε τη σκούπα μου και είπε: «Μπορώ να σε σκοτώσω με αυτήν, έτσι δεν είναι;»

«Και βέβαια», απάντησα, «αλλά η σκούπα δεν φτιάχνεται για αυτόν το σκοπό, πράγμα που ισχύει για το όπλο».

Μιλήσαμε για το ότι ο Ιησούς ήταν Εβραίος και ότι είχα γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά παρ’ όλο που ήμουν Εβραία. Όταν έφυγε, οι συγκρατούμενές μου με πλησίασαν έκπληκτες για το γεγονός ότι είχα την τόλμη να μιλήσω στο διοικητή του στρατοπέδου με τόση ηρεμία. Τους είπα πως δεν ήταν ζήτημα τόλμης αλλά μπόρεσα να το κάνω αυτό επειδή ο Θεός μου μού είχε δώσει τη δύναμη.

Επιβιώνω στο Τέλος του Πολέμου

Στις 10 Απριλίου 1945, καθώς οι Συμμαχικές δυνάμεις πλησίαζαν στο Μπέεντορφ, μας υποχρέωσαν να σταθούμε στην αυλή για αναφορά σχεδόν ολόκληρη τη μέρα. Έπειτα, στοίβαξαν περίπου 150 από εμάς σε τρένα μεταφοράς βοοειδών, χωρίς φαγητό ή νερό. Τα τρένα έφυγαν προς άγνωστο προορισμό, και επί μέρες ταξιδεύαμε μπρος πίσω ανάμεσα στις πρώτες γραμμές του πολέμου. Μερικές στραγγάλιζαν τις συγκρατούμενές τους προκειμένου να έχουν περισσότερο χώρο στα βαγόνια, και ως αποτέλεσμα, η ψυχική υγεία πολλών γυναικών κλονίστηκε. Αυτό που με βοήθησε να υπομείνω ήταν η εμπιστοσύνη μου στη φροντίδα του Ιεχωβά.

Μια μέρα το τρένο μας σταμάτησε κοντά σε ένα στρατόπεδο αντρών, και μας επέτρεψαν να βγούμε έξω. Σε μερικές από εμάς έδωσαν κουβάδες για να πάρουμε νερό από το στρατόπεδο. Όταν πήγα στη βρύση, πρώτα ήπια πολύ νερό και μετά γέμισα τον κουβά μου. Όταν επέστρεψα, οι γυναίκες μού επιτέθηκαν σαν άγρια ζώα. Όλο το νερό χύθηκε έξω από τον κουβά. Τα Ες-Ες (μέλη της επίλεκτης φρουράς του Χίτλερ) στέκονταν απλώς και γελούσαν. Έντεκα μέρες αργότερα φτάσαμε στο Άιντελστετ, ένα στρατόπεδο σε κάποιο προάστιο του Αμβούργου. Περίπου η μισή ομάδα μας είχε πεθάνει από τις κακουχίες του ταξιδιού.

Κάποια μέρα στο Άιντελστετ, διάβαζα από τη Γραφή σε μερικές γυναίκες. Ξαφνικά, είδαμε το διοικητή του στρατοπέδου να στέκεται στο παράθυρο. Φοβηθήκαμε πολύ εφόσον η Γραφή απαγορευόταν στο στρατόπεδο. Ο διοικητής ήρθε μέσα, πήρε τη Γραφή και είπε: «Αυτή λοιπόν είναι η Γραφή, ε;» Προς μεγάλη μου ανακούφιση την επέστρεψε λέγοντας: «Αν πεθάνει κάποια γυναίκα, τότε πρέπει να διαβάσεις κάτι από αυτήν δυνατά».

Ξανασμίγω με τους Ομοπίστους Μου

Μετά την απελευθέρωσή μας 14 μέρες αργότερα, ο Ερυθρός Σταυρός μάς πήγε σε ένα σχολείο κοντά στο Μάλμε της Σουηδίας. Εκεί, μας έβαλαν για λίγο σε καραντίνα. Ρώτησα μια από τις γυναίκες που μας φρόντιζαν αν θα μπορούσε να ενημερώσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ότι βρισκόμουν στο άσυλο προσφύγων. Έπειτα από μερικές μέρες φώναξαν το όνομά μου. Όταν είπα στη γυναίκα που είχε έρθει να με δει ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά, άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Ήταν και εκείνη Μάρτυρας του Ιεχωβά! Όταν ηρέμησε, μου είπε ότι οι Μάρτυρες στη Σουηδία προσεύχονταν πάντοτε για τους Χριστιανούς αδελφούς και αδελφές τους που βρίσκονταν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Έκτοτε μια αδελφή ερχόταν κάθε μέρα και μου έφερνε καφέ και γλυκό. Όταν έφυγα από το άσυλο προσφύγων, με μετέφεραν σε ένα μέρος κοντά στο Γκέτεμποργκ. Εκεί, κάποιο απόγευμα οι Μάρτυρες οργάνωσαν μια όμορφη συγκέντρωση για εμένα. Αν και δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγαν, ήταν συγκινητικό να είμαι πάλι ανάμεσα στους αδελφούς και στις αδελφές μου.

Ενώ βρισκόμουν στο Γκέτεμποργκ, έλαβα ένα γράμμα από μια Μάρτυρα του Ιεχωβά από το Άμστερνταμ που με πληροφορούσε ότι τα παιδιά μου, ο Σιλβάν και η Κάρι, και όλοι μου οι συγγενείς είχαν συλληφθεί και δεν είχαν επιστρέψει ποτέ. Μόνο η κόρη μου η Γιοχάνα και η μικρότερη αδελφή μου είχαν επιβιώσει. Πρόσφατα είδα τα ονόματα του γιου μου και της κόρης μου σε έναν κατάλογο Εβραίων οι οποίοι πέθαναν στους θαλάμους αερίων στο Άουσβιτς και στο Σόμπιμπορ.

Μεταπολεμική Δραστηριότητα

Πίσω στο Άμστερνταμ ξανάσμιξα με τη Γιοχάνα, που ήταν τότε πέντε χρονών, και ξανάρχισα αμέσως τη διακονία. Μερικές φορές συναντούσα άτομα που ήταν μέλη του NSB, του Ολλανδικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κινήματος, του πολιτικού κόμματος που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Αυτοί είχαν συμβάλει στη σφαγή σχεδόν ολόκληρης της οικογένειάς μου. Έπρεπε να ξεπεράσω αρνητικά συναισθήματα προκειμένου να τους μεταδώσω τα καλά νέα σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. Σκεφτόμουν συνεχώς ότι ο Ιεχωβά είναι εκείνος που βλέπει την καρδιά και ότι τελικά αυτός είναι που θα κρίνει, όχι εγώ. Και πόσο ευλογήθηκα!

Άρχισα Γραφική μελέτη με μια γυναίκα της οποίας ο σύζυγος ήταν στη φυλακή επειδή είχε συνεργαστεί με τους Ναζί. Όταν ανέβαινα τα σκαλοπάτια του σπιτιού τους, άκουγα τους γείτονες να λένε: «Κοίτα! Αυτή η Εβραία επισκέπτεται τους ανθρώπους του NSB πάλι». Αλλά παρά τη σοβαρή εναντίωση από το φυλακισμένο αντισημίτη σύζυγό της, αυτή η γυναίκα και οι τρεις κόρες της έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Με χαρά είδα αργότερα την κόρη μου τη Γιοχάνα να αφιερώνει τη ζωή της στον Ιεχωβά. Μαζί μετακομίσαμε για να υπηρετήσουμε εκεί όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη για διαγγελείς της Βασιλείας. Απολαύσαμε πολλές πνευματικές ευλογίες. Τώρα ζω σε μια μικρή πόλη στη νότια Ολλανδία, όπου κηρύττω με την εκκλησία όσο το δυνατόν πιο συχνά. Κοιτάζοντας πίσω, μπορώ μόνο να πω ότι δεν έχω νιώσει ποτέ εγκαταλειμμένη από τον Ιεχωβά. Πάντοτε νιώθω πως ο Ιεχωβά και ο αγαπητός του Γιος, ο Ιησούς, είναι κοντά μου, ακόμη και στις χειρότερες στιγμές.

Στη διάρκεια του πολέμου έχασα το σύζυγό μου, δύο από τα παιδιά μου και το μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης οικογένειάς μου. Ωστόσο, ελπίζω ότι σύντομα θα τους δω όλους και πάλι στο νέο κόσμο του Θεού. Όταν είμαι μόνη και σκέφτομαι όσα έχω ζήσει στο παρελθόν, στοχάζομαι με χαρά και ευγνωμοσύνη τα λόγια του ψαλμωδού: «Ο άγγελος του Ιεχωβά στρατοπεδεύει γύρω από εκείνους που τον φοβούνται και τους διαφυλάττει».​—Ψαλμός 34:7.

[Υποσημείωση]

a Το όνομα με το οποίο ήταν γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τότε στη Γερμανία.

[Εικόνα στη σελίδα 20]

Εβραίοι μεταφέρονται στη Γερμανία από το στρατόπεδο του Βέστερμπορκ

[Ευχαριστίες]

Herinneringscentrum kamp Westerbork

[Εικόνα στη σελίδα 21]

Με τα παιδιά μου Κάρι και Σιλβάν, τα οποία χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα

[Εικόνα στη σελίδα 22]

Όταν ήμουν σε καραντίνα στη Σουηδία

[Εικόνα στη σελίδα 22]

Προσωρινή ταυτότητα για τον επαναπατρισμό μου

[Εικόνα στη σελίδα 23]

Με την κόρη μου τη Γιοχάνα σήμερα