Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Πώς Εκπληρώθηκε το Όνειρό Μου

Πώς Εκπληρώθηκε το Όνειρό Μου

Πώς Εκπληρώθηκε το Όνειρό Μου

ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΝΑ ΖΙΤΝΙΚΟΒΑ

Καθώς μεγάλωνα στην Τσεχοσλοβακία, μια χώρα όπου επικρατούσε το σοβιετικό καθεστώς, η οικογένειά μας λαχταρούσε να δει τον ειρηνικό κόσμο που υποσχόταν ο κομμουνισμός. Εντούτοις, το όνειρο του κομμουνισμού, δηλαδή η δημιουργία μιας ευτυχισμένης, ενωμένης κοινωνίας τελείωσε όταν η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε το 1991. Επιτρέψτε μου να σας περιγράψω πώς εκπληρώθηκε το όνειρό μου με έναν άλλον τρόπο.

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ στις 12 Σεπτεμβρίου 1962, σε μια οικογένεια αφοσιωμένη στον κομμουνισμό οι οποίοι ζούσαν στο χωριό Χόρνι Μπένεσοφ, περίπου 290 χιλιόμετρα μακριά από την Πράγα. Ο πατέρας μου πίστευε στα κομμουνιστικά ιδεώδη και ζούσε σύμφωνα με αυτά. Επίσης, ανέθρεψε τους δύο αδελφούς μου, την αδελφή μου και εμένα σύμφωνα με αυτά τα ιδεώδη. Μας δίδαξε ότι, με τίμια εργασία και αξιοπρεπή ζωή, μπορούσαμε να συμβάλουμε στη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας. Θεωρούσε τον κομμουνισμό την καλύτερη μορφή διακυβέρνησης και τον υποστήριζε ενεργά.

Ο πατέρας πήγαινε συχνά σε συγκεντρώσεις όπου εξυμνούνταν ο κομμουνισμός. Περιφρονούσε τη θρησκεία εξαιτίας της υποκρισίας των εκκλησιών του Χριστιανικού κόσμου, και εμείς διδαχτήκαμε και πιστέψαμε ότι δεν υπάρχει Θεός. Ο πατέρας πίστευε ότι σιγά σιγά, όταν όλοι οι άνθρωποι θα είχαν σπίτι και επαρκή τροφή, θα γίνονταν καλύτεροι και θα ζούσαν ειρηνικά. Ήταν μια όμορφη προοπτική για την οποία άκουγα πολλά καθώς μεγάλωνα. Πίστευα όλα όσα μας δίδασκε ο πατέρας, και ήμουν αποφασισμένη να υποστηρίξω και εγώ τον κομμουνισμό.

Από μικρή, ετοιμαζόμουν να γίνω πιονιέρισσα, όπως ονομάζονταν τα μέλη της γνωστής κομμουνιστικής οργάνωσης νέων Νεαροί Πιονιέροι. Οι πιονιέροι ενθαρρύνονταν να καλλιεργούν καλές ιδιότητες και να είναι πατριώτες. Όταν ήμουν εννιά χρονών, ορκίστηκα επίσημα ως πιονιέρισσα και μου έδωσαν να φοράω ένα κόκκινο φουλάρι. Επίσης, μου επέτρεψαν να φοράω μια επίσημη στολή που έβαζαν οι πιονιέροι σε ειδικές περιστάσεις. Προσπαθούσα να είμαι καλή πιονιέρισσα. Όταν άκουγα τις συμμαθήτριές μου να λένε άσχημα λόγια, τις επέπληττα, θυμίζοντάς τους ότι οι πιονιέρισσες δεν μιλάνε με αυτόν τον τρόπο.

Σιγά σιγά, όμως, άρχισα να καταλαβαίνω ότι πολλοί που ισχυρίζονταν πως είναι κομμουνιστές δεν υποστήριζαν τα κομμουνιστικά ιδεώδη. Αντί να αντιστέκονται στην ανθρώπινη τάση για απληστία και φθόνο, έκλεβαν τη δημόσια περιουσία. Πολλοί, αν και πρότρεπαν άλλους να εργάζονται για την ευημερία των ανθρώπων, οι ίδιοι δεν ενεργούσαν ανάλογα. Μάλιστα έγινε δημοφιλές το ρητό: «Όποιος δεν κλέβει, κλέβει την οικογένειά του». Άρχισα να αναρωτιέμαι: “Γιατί υπάρχει τόση υποκρισία; Γιατί είναι τόσο λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν τα θαυμάσια κομμουνιστικά ιδεώδη; Γιατί είναι τόσο άκαρπες οι προσπάθειες;”

Καιρός για Επανεξέταση

Όταν ήμουν στα μέσα της εφηβείας μου, πέρασα μέρος των καλοκαιρινών μου διακοπών μαζί με την Αλένα, μια συμμαθήτριά μου. Ένα απόγευμα, ήρθε να μας δει μια ενήλικη φίλη της Αλένα, η Τάνια. «Πρέπει να σας μιλήσω για κάτι πολύ σημαντικό», είπε. «Πείστηκα ότι υπάρχει Θεός». Εκπλαγήκαμε με το συμπέρασμά της. Όταν συνήλθαμε από την έκπληξη, την κατακλύσαμε με ερωτήσεις. «Τι αποδείξεις έχεις;» «Πώς είναι;» «Πού είναι;» «Γιατί δεν κάνει κάτι;»

Η Τάνια απάντησε στις ερωτήσεις μας μία μία. Μας εξήγησε ότι ο Θεός αρχικά είχε σκοπό να είναι η γη ένα παραδεισένιο σπίτι για τους ανθρώπους, και περιέγραψε πώς θα εκπληρωθεί τελικά αυτός ο σκοπός. Όταν μας έδειξε από τη Γραφή τις υποσχέσεις για μια καθαρή γη που θα κατοικείται από καλούς, υγιείς ανθρώπους που θα ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλον, σκέφτηκα ότι αυτές οι υποσχέσεις έμοιαζαν με εκείνες στις οποίες πίστευα και εγώ. Αλλά ήμουν βέβαιη πως αν έλεγα στον πατέρα μου ότι αυτά τα θαυμάσια πράγματα θα επιτυγχάνονταν μέσω της Βασιλείας του Θεού​—και όχι μέσω του κομμουνισμού—​δεν θα χαιρόταν.

Βλέπετε, κάποτε, όταν ήμουν περίπου έξι ή εφτά χρονών, κάποιο κορίτσι από τη γειτονιά με πήγε στην εκκλησία, χωρίς να το ξέρουν οι γονείς μου. Ο ιερέας αφηγήθηκε μια Γραφική ιστορία, και μου άρεσε τόσο πολύ ώστε ήθελα να μάθω περισσότερα. Πήρα μάλιστα κάποια θρησκευτικά έντυπα. Όταν το είπα στους γονείς μου, εκείνοι μου απαγόρευσαν αυστηρά να ξαναπάω στην εκκλησία και κατέστρεψαν οτιδήποτε είχα φέρει στο σπίτι. Για να μου εντυπώσει καλά το μάθημα, ο πατέρας μου με έδειρε.

Έκτοτε, ποτέ πια δεν ξανάγινε συζήτηση για τον Θεό στο σπίτι μας. Έφτασα στο σημείο να πιστεύω ότι μόνο οι απολίτιστοι και αμόρφωτοι άνθρωποι πίστευαν στον Θεό και ότι η θρησκεία ήταν ανθρώπινη επινόηση. Στο σχολείο μάς δίδασκαν ότι οι άνθρωποι επινόησαν την ιδέα του Θεού επειδή απλώς υπάρχουν φαινόμενα που δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Να, όμως, τώρα που η Τάνια, μια έξυπνη γυναίκα​—μάλιστα ήταν δασκάλα—​πίστευε στον Θεό! “Πρέπει να υπάρχει κάποια βάση!” σκέφτηκα.

Η Τάνια μιλούσε με τόση πεποίθηση ώστε βεβαιωθήκαμε ότι πίστευε αυτά που έλεγε. Γι’ αυτό, τη ρωτήσαμε: «Τάνια, τι σε έπεισε ότι υπάρχει πράγματι Θεός;»

«Η Αγία Γραφή», απάντησε εκείνη. «Όλα τα ερωτήματα που κάνατε έχουν την απάντησή τους στη Γραφή. Θα θέλατε να την καταλάβετε καλύτερα;»

Ήξερα ότι οι γονείς μου δεν θα χαίρονταν αν άρχιζα να μελετώ τη Γραφή. Ωστόσο, ήθελα πάρα πολύ να μάθω περισσότερα. Έτσι λοιπόν, η Τάνια μού έδωσε τη διεύθυνση της Λουντμίλα, μιας Μάρτυρας του Ιεχωβά που έμενε κοντά στο σπίτι μας στο Χόρνι Μπένεσοφ. Καθώς εξέταζα με τη Λουντμίλα τις υποσχέσεις του Θεού για έναν επίγειο παράδεισο, αναρωτιόμουν: “Ποια εγγύηση έχω ότι αυτά θα πραγματοποιηθούν;”

Η Λουντμίλα έλεγε ότι έπρεπε να μάθω περισσότερα σχετικά με τον Θεό για να πιστέψω σε αυτόν και στις υποσχέσεις του. Από τη μελέτη μας πείστηκα ότι η γη και οι πολλές περίπλοκες μορφές ζωής που υπάρχουν σε αυτήν δεν είναι προϊόν τυφλής τύχης. Αναγκάστηκα να παραδεχτώ ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας εξαιρετικά νοήμων Δημιουργός. Κατάλαβα πόσο λογική είναι η δήλωση της Γραφής: «Κάθε οίκος κατασκευάζεται από κάποιον, αλλά εκείνος που κατασκεύασε τα πάντα είναι ο Θεός».​—Εβραίους 3:4.

Ήθελα να μάθει η οικογένειά μου αυτά τα πράγματα. Ωστόσο, υποψιαζόμουν ότι δεν θα ενδιαφέρονταν, και έτσι όλο ανέβαλλα να τους μιλήσω. Αργότερα, μια μέρα, ανάμεσα στα πράγματά μου, η μητέρα μου βρήκε κάποια σελίδα που είχε πέσει από μια παλιά, φθαρμένη Γραφή που μου είχαν δώσει. Οι γονείς μου αναστατώθηκαν πολύ.

Συζήτηση με τον Πατέρα

Ο πατέρας μου, όταν επιβεβαιώθηκε η υπόνοιά του ότι είχα επαφές με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, με προσκάλεσε για έναν μακρινό περίπατο. «Πρέπει να διακόψεις αμέσως κάθε σχέση με αυτούς τους ανθρώπους», με παρότρυνε. «Αν δεν το κάνεις αυτό, δεν θα μπορώ πια να είμαι πρόεδρος στο χωριό μας. Θα καταστρέψεις την καριέρα μου. Θα αναγκαστώ να παραιτηθώ από τη θέση μου και να επιστρέψω στο εργοστάσιο όπου εργαζόμουν. Θα ντροπιάσεις ολόκληρη την οικογένεια».

«Μα, πατέρα, η Γραφή είναι λογικό βιβλίο, και έχει θαυμάσιες συμβουλές για τη ζωή», απάντησα.

«Όχι, Αλένκα», εξήγησε ο πατέρας, «ποτέ δεν χρειάστηκα ούτε τη Γραφή ούτε τον Θεό για να είμαι ευτυχισμένος. Ό,τι έκανα, το έκανα με τα χέρια μου. Κανένας δεν με βοήθησε. Εκπλήσσομαι που πιστεύεις αυτές τις ανοησίες! Θα πρέπει να ζήσεις την πραγματική ζωή, να παντρευτείς και να κάνεις παιδιά, και τότε θα δεις ότι μπορείς να είσαι ευτυχισμένη χωρίς τον Θεό».

Η επιμονή του πατέρα μού έκανε εντύπωση. Προς στιγμή, άρχισα να αμφιβάλλω για την πίστη μου, η οποία δεν είχε ακόμη ισχυρό θεμέλιο. Ήταν αλήθεια πως γνώριζα τον πατέρα μου πολύ περισσότερο διάστημα από ό,τι τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και πάντοτε ένιωθα ασφάλεια στο σπίτι. Ήμουν βέβαιη για τις αγαθές προθέσεις του πατέρα μου. Ήξερα ότι με αγαπούσε, και έτσι του υποσχέθηκα πως θα σταματούσα να μελετώ τη Γραφή. Λίγο καιρό αργότερα, σε ηλικία 18 ετών, τελείωσα το σχολείο και πήγα να εργαστώ στην Πράγα, την πρωτεύουσα της χώρας μας.

Η Ζωή μου στην Πράγα

Βρήκα εργασία σε μια τράπεζα, και ανυπομονούσα να μάθω για την πραγματική ζωή που ο πατέρας μου έλεγε ότι μπορεί να ζήσει κάποιος με τον κομμουνισμό. Μέσα σε λίγο καιρό, όμως, είδα ότι οι άνθρωποι στην πόλη δεν ήταν πιο ευτυχισμένοι από τους ανθρώπους του χωριού μου. Στην πραγματικότητα, παντού υπήρχε ανηθικότητα, υποκρισία, ιδιοτέλεια και υπερβολικό ποτό.

Τελικά, κάποιος Μάρτυρας του Ιεχωβά από την περιοχή μου, το Χόρνι Μπένεσοφ, ο οποίος επισκεπτόταν την Πράγα, φρόντισε να επικοινωνήσουν μαζί μου Μάρτυρες. Με αυτόν τον τρόπο, η Γραφική μου μελέτη ξανάρχισε στην Πράγα με μια γυναίκα ονόματι Εύα. Στο τέλος κάθε μελέτης, η Εύα ρωτούσε: «Θέλεις να έρθω πάλι την άλλη εβδομάδα;» Ποτέ δεν μου επέβαλλε τις απόψεις της, αν και μερικές φορές εγώ τη ρωτούσα τι θα έκανε εκείνη αν ήταν στη θέση μου.

«Δεν μπορώ να σου πω τι θα έκανα», έλεγε. Κατόπιν έστρεφε την προσοχή σε κάτι από τη Γραφή που θα με βοηθούσε να αποφασίσω. Ένα θέμα που με απασχολούσε πολύ ήταν η σχέση μου με τους γονείς μου, και έτσι τη ρώτησα αν έπρεπε να διακόψω την επαφή μου μαζί τους. Η Εύα άνοιξε στο εδάφιο Έξοδος 20:12, όπου η Γραφή λέει ότι πρέπει να τιμάμε τους γονείς μας. Κατόπιν ρώτησε: «Ωστόσο, υπάρχει άραγε κανείς τον οποίο θα πρέπει να βάζουμε πάνω από τους γονείς μας;»

Δεν ήμουν βέβαιη, και γι’ αυτό άνοιξε τη Γραφή στα λόγια του Ιησού Χριστού: «Αυτός που νιώθει μεγαλύτερη στοργή για πατέρα ή μητέρα παρά για εμένα δεν είναι άξιός μου». (Ματθαίος 10:37) Έτσι λοιπόν, κατάλαβα ότι αν και οι γονείς μου αξίζουν τιμή, θα πρέπει να νιώθω ακόμη μεγαλύτερη αγάπη για τον Ιησού και τον ουράνιο Πατέρα του. Η Εύα προσπαθούσε πάντα να αναφέρει την κατάλληλη Γραφική αρχή και κατόπιν άφηνε την απόφαση σε εμένα.

Συγκρουόμενα Ενδιαφέροντα

Τελικά, το Σεπτέμβριο του 1982, με δέχτηκαν σε μια σχολή στην Πράγα, όπου σπούδασα αγρονομία. Σύντομα, όμως, κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να ανταποκρίνομαι όπως έπρεπε στα μαθήματά μου και συγχρόνως να δίνω την προσοχή που ήθελα στη Γραφική μελέτη. Είπα λοιπόν σε μια από τις καθηγήτριές μου ότι σκεφτόμουν να σταματήσω τη σχολή. «Θα σε στείλω σε κάποιον που θα σε καταλάβει και θα σε βοηθήσει», είπε εκείνη και φρόντισε να μιλήσει μαζί μου ο διευθυντής της σχολής.

Ο διευθυντής με καλωσόρισε ρωτώντας: «Για ποιο λόγο θέλει η καλύτερη φοιτήτριά μας να σταματήσει τη σχολή;»

«Επειδή δεν έχω χρόνο για άλλα πράγματα που επίσης με ενδιαφέρουν», απάντησα. Εφόσον οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν τότε υπό απαγόρευση στην Τσεχοσλοβακία, δεν σκόπευα να του πω γιατί σκεφτόμουν να σταματήσω. Έπειτα όμως από τη δίωρη περίπου συζήτηση που είχαμε, μου φάνηκε αξιόπιστος άνθρωπος. Έτσι λοιπόν, του είπα ότι μελετούσα τη Γραφή.

«Μελέτησε και τη Γραφή και τον Μαρξ», είπε. «Κατόπιν διάλεξε». Μου έδωσε την εντύπωση ότι με ενθάρρυνε να μελετήσω τη Γραφή!

Ανατρέπεται μια Συνωμοσία

Την επόμενη μέρα, όμως, αυτός μαζί με την καθηγήτρια ταξίδεψαν ως το χωριό μου για να δουν τους γονείς μου. Τους προειδοποίησαν ότι είχα επαφές με μια επικίνδυνη και απαγορευμένη αίρεση και τους είπαν ότι ήθελα να σταματήσω τη σχολή. «Αν η κόρη σας αποφασίσει να σταματήσει τη σχολή», υποσχέθηκε ο διευθυντής στον πατέρα, «θα φροντίσουμε να μην μπορέσει να βρει δουλειά στην Πράγα, και έτσι θα αναγκαστεί να επιστρέψει σε εσάς και να διακόψει τις επαφές της με αυτή την αίρεση».

Πράγματι, τον Ιανουάριο του 1983 σταμάτησα τη σχολή. Μια φίλη μου, η οποία επίσης μελετούσε τη Γραφή, με βοήθησε να νοικιάσω ένα δωμάτιο από κάποια ηλικιωμένη γυναίκα. Αγνοώντας την επίσκεψη του διευθυντή στους γονείς μου και την υπόσχεσή του στον πατέρα μου, δεν καταλάβαινα γιατί έπεφταν στο κενό όλες οι προσπάθειες που έκανα να βρω δουλειά. Την ίδια απορία είχε και η σπιτονοικοκυρά μου, και έτσι, χωρίς να το ξέρω, πήγε στο διευθυντή της σχολής και τον ρώτησε γιατί σταμάτησα να πηγαίνω στη σχολή.

«Πρόσεξε!» την προειδοποίησε. «Είναι μέλος της επικίνδυνης αίρεσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Γι’ αυτό σταμάτησε τη σχολή. Πρέπει να επιστρέψει στο σπίτι της και να διακόψει τις σχέσεις της μαζί τους. Θα φροντίσω να μην μπορεί να βρει δουλειά στην Πράγα!»

Όταν η σπιτονοικοκυρά μου ήρθε στο σπίτι εκείνη τη νύχτα, με φώναξε και μου είπε: «Λοιπόν, Αλένκα, σήμερα πήγα στη σχολή σου». Φαντάστηκα ότι θα έπρεπε να μαζέψω αμέσως τα πράγματά μου και να φύγω από το σπίτι της. Εκείνη όμως είπε: «Δεν συμφωνώ με τις ενέργειες του διευθυντή. Μπορείς να πιστεύεις ό,τι θέλεις. Αυτό που έχει σημασία είναι το πώς συμπεριφέρεσαι. Θα σε βοηθήσω να βρεις δουλειά». Στην προσευχή μου εκείνη τη νύχτα, ευχαρίστησα τον Ιεχωβά για τη βοήθειά του.

Λίγο καιρό αργότερα, ήρθε στην Πράγα ο πατέρας μου για να με πάρει πίσω. Αυτή τη φορά, όμως, τα επιχειρήματά του δεν με έπεισαν. Η πίστη μου στον Ιεχωβά και στις υποσχέσεις του είχε πιο σταθερά θεμέλια. Τελικά, ο πατέρας έφυγε χωρίς εμένα, και για πρώτη φορά στη ζωή μου τον είδα να κλαίει. Αν και η συνάντησή μας ήταν πολύ φορτισμένη συναισθηματικά, εκείνη η εμπειρία με έφερε πιο κοντά στον Ιεχωβά. Ήθελα να ανήκω σε αυτόν και να τον υπηρετώ. Έτσι λοιπόν, στις 19 Νοεμβρίου 1983, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το να βαφτιστώ στην μπανιέρα κάποιου διαμερίσματος στην Πράγα.

Η Απόφασή μου Ευλογήθηκε

Αργότερα, άρχισα να βοηθάω στην παραγωγή των απαγορευμένων εντύπων των Μαρτύρων. Η εργασία απαιτούσε αυστηρά μέτρα ασφαλείας, εφόσον μερικοί είχαν ήδη συλληφθεί από τις αρχές ενώ ενασχολούνταν με αυτήν και είχαν φυλακιστεί. Ο πρώτος μου διορισμός ήταν να δακτυλογραφώ αντίγραφα της Σκοπιάς μεταφρασμένα στην τσεχική. Αυτά τα αντίγραφα παραδίδονταν κατόπιν στους Μάρτυρες για να τα χρησιμοποιούν στη μελέτη της Γραφής.

Αργότερα προσκλήθηκα να βοηθήσω μια ομάδα που συναντιόταν σε κάποιο διαμέρισμα της Πράγας για να ετοιμάζει βιβλία. Μεταφέραμε τα περισσότερα έπιπλα σε άλλο δωμάτιο, και κατόπιν συγκεντρώναμε τις σελίδες πάνω σε ένα μακρύ τραπέζι τοποθετημένο στη μέση του δωματίου. Στη συνέχεια κολλούσαμε ή ράβαμε μαζί αυτές τις σελίδες και φτιάχναμε τα βιβλία. Συχνά σκεφτόμουν τι όμορφα που θα ήταν αν έκανα αυτό το έργο ολοχρόνια.

Όταν ήμουν πιονιέρισσα στην κομμουνιστική οργάνωση νέων, προσπαθούσα να διδάσκω τα παιδιά να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Ως Μάρτυρας του Ιεχωβά, συνεχίζω να ασχολούμαι με τους νέους και έχω βοηθήσει μερικούς να γίνουν βαφτισμένοι υπηρέτες του Ιεχωβά. Αν και κανένας από την οικογένειά μου δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής Μάρτυρας, έχω αποκτήσει, όπως υπόσχεται η Γραφή, πολλούς πνευματικούς πατέρες και μητέρες, καθώς και αδελφούς και αδελφές.​—Μάρκος 10:29, 30.

Το 1989 η κομμουνιστική διακυβέρνηση της χώρας μας αντικαταστάθηκε από δημοκρατία. Αυτή η αλλαγή έφερε νομική ελευθερία στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, με αποτέλεσμα να μπορούμε να συναθροιζόμαστε ελεύθερα για να μελετάμε τη Γραφή, να κηρύττουμε από σπίτι σε σπίτι χωρίς τον κίνδυνο των συλλήψεων και να ταξιδεύουμε στο εξωτερικό για να παρακολουθούμε διεθνείς συνελεύσεις. Επιπλέον, δεν χρειάζεται πια να ανησυχούμε για ανακρίσεις, συλλήψεις ή εκφοβισμούς!

Υπηρετώ Μαζί με το Σύζυγό Μου

Το 1990 παντρεύτηκα έναν συγχριστιανό μου, τον Πετρ. Τον Απρίλιο του 1992 μπορέσαμε και οι δύο να πετύχουμε το στόχο που είχαμε να γίνουμε σκαπανείς, όπως αποκαλούν οι Μάρτυρες εκείνους που συμμετέχουν στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος. Αργότερα, τον Ιούνιο του 1994, προσκληθήκαμε να εργαστούμε στο γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Πράγα. Τώρα, αντί να ετοιμάζουμε Γραφικά έντυπα στα κρυφά, μπορούμε να υπηρετούμε ελεύθερα τα πνευματικά συμφέροντα των ανθρώπων σε όλη την Τσεχία.

Πριν από λίγα χρόνια, ο Πετρ και εγώ νιώσαμε μεγάλη χαρά όταν οι γονείς μου δέχτηκαν την πρόσκλησή μας να επισκεφτούν τις εγκαταστάσεις όπου μένουμε και εργαζόμαστε μαζί με τα υπόλοιπα 60 περίπου μέλη της οικογένειας Μπέθελ. Αφού είδε το χώρο όπου μέναμε και τα γραφεία μας, ο πατέρας είπε: «Ναι, νιώθω ότι υπάρχει πραγματική αγάπη μεταξύ σας». Αυτά ήταν τα πιο όμορφα λόγια που θα μπορούσα να ακούσω από τον πατέρα μου.

Απολαμβάνω Αυτά που Υποσχέθηκε ο Κομμουνισμός

Η ελπίδα μας να απολαύσουμε έναν καλύτερο κόσμο μέσω του κομμουνισμού δεν ήταν παρά ένας ευσεβής πόθος. Η ιστορία της ανθρωπότητας αποκαλύπτει ότι ακόμη και οι πιο ειλικρινείς προσπάθειες των ανθρώπων δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν μια δίκαιη κοινωνία. Πιστεύω πως υπάρχουν ακόμη πολλοί οι οποίοι θα καταλάβουν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να απολαύσει ευτυχισμένη ζωή χωρίς τη βοήθεια του Θεού.​—Ιερεμίας 10:23.

Θυμάμαι συχνά την ευχή του πατέρα μου να απολαύσω «την πραγματική ζωή», όπως έλεγε, η οποία θα ερχόταν μέσω του κομμουνισμού, σύμφωνα με όσα μας δίδασκε. Ωστόσο, από τη μελέτη της Γραφής έχω καταλάβει ότι η «πραγματική ζωή» την οποία αναφέρει η ίδια η Γραφή​—η ζωή στο δίκαιο νέο κόσμο του Θεού—​είναι η μόνη σίγουρη υπόσχεση στην οποία μπορούν να βασιστούν οι άνθρωποι. (1 Τιμόθεο 6:19) Αυτό το λέω επειδή εκείνοι που προσπαθούν ειλικρινά να εφαρμόσουν τις Γραφικές διδασκαλίες στη ζωή τους, αν και υπόκεινται στην αμαρτία και στην ανθρώπινη ατέλεια, έχουν καταφέρει να συνυπάρχουν ειρηνικά με αξιοσημείωτο τρόπο. Έχουν αντισταθεί με επιτυχία σε κάθε προσπάθεια για διάσπαση της ενότητάς τους ή διάρρηξη της γεμάτης αφοσίωση προσκόλλησής τους στον Ιεχωβά, τον Θεό τους.

Αυτό μου εντυπώθηκε ιδιαίτερα όταν δόθηκε το προνόμιο στο σύζυγό μου και σε εμένα να είμαστε ανάμεσα στους επισκέπτες που παρευρέθηκαν στην αφιέρωση των νέων εγκαταστάσεων τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά κοντά στο Λβιφ της Ουκρανίας στις 19 Μαΐου 2001. Εκεί συνάντησα και άλλους Μάρτυρες που ήταν κάποτε μέλη της κομμουνιστικής οργάνωσης νέων Νεαροί Πιονιέροι. Όπως και εγώ, έτσι και αυτοί έλπιζαν ότι ο κομμουνισμός θα έφερνε αληθινή ειρήνη και ενότητα σε όλους τους ανθρώπους. Ο Βλαντιμίρ Γκριγκόριεφ, ο οποίος υπηρετεί τώρα μαζί με τη σύζυγό του στο γραφείο τμήματος στη Ρωσία, ήταν και αυτός μέλος των Νεαρών Πιονιέρων.

Φαινόταν παράξενο το γεγονός ότι εδώ, σε μια τοποθεσία που κάποτε χρησίμευε ως καλοκαιρινή κατασκήνωση για τους Νεαρούς Πιονιέρους, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν κατασκευάσει το νέο τους τμήμα. Λόγω του περιορισμένου χώρου στο τμήμα, μόνο 839 άτομα από 35 χώρες μπόρεσαν να παρευρεθούν στο πρόγραμμα της αφιέρωσης. Ωστόσο, το επόμενο πρωί συγκεντρώθηκαν 30.881 άτομα σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στο Λβιφ για να ακούσουν την ανασκόπηση του προγράμματος της προηγούμενης μέρας. a Μερικοί από αυτούς είχαν ταξιδέψει έξι ώρες ή και περισσότερο από μακρινά μέρη για να παρευρεθούν.

Ωστόσο, όταν αυτά τα άτομα έμαθαν ότι είχε διευθετηθεί να ξεναγηθούν στις νέες εγκαταστάσεις τμήματος, επιβιβάστηκαν στα πολυάριθμα λεωφορεία με τα οποία είχαν έρθει στο στάδιο. Νωρίς το απόγευμα, τα λεωφορεία άρχισαν να φτάνουν στο γραφείο τμήματος​—όπου ο σύζυγός μου και εγώ είχαμε το προνόμιο να φιλοξενηθούμε—​για να ξεναγηθούν οι αδελφοί στις εγκαταστάσεις. Ως το βράδυ είχαν ολοκληρώσει την ξενάγησή τους 16.000 και πλέον από αυτούς τους αγαπητούς ομοπίστους, οι οποίοι στη συνέχεια επιβιβάστηκαν στα λεωφορεία τους και άρχισαν το μακρινό, για πολλούς, ταξίδι της επιστροφής!

Στην Ουκρανία, όπως και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, εκατομμύρια άτομα πίστευαν ότι ο κομμουνισμός ήταν η καλύτερη ελπίδα για τη δημιουργία μιας ειρηνικής νέας κοινωνίας. Σήμερα, ωστόσο, υπάρχουν πάνω από 120.000 άνθρωποι στην Ουκρανία και μόνο οι οποίοι μιλούν σε άλλους για τη Βασιλεία του Θεού. Πράγματι, πολλοί από εμάς τους πρώην κομμουνιστές πιστεύουμε ότι αυτή η κυβέρνηση του Θεού είναι η μόνη αληθινή ελπίδα για την επίτευξη γνήσιας αδελφοσύνης και ειρήνης ανάμεσα σε όλους τους λαούς!

[Υποσημείωση]

a Ταυτόχρονα συγκεντρώθηκαν άλλα 41.143 άτομα σε ένα στάδιο στο Κίεβο​—περίπου 500 χιλιόμετρα μακριά—​για να ακούσουν και αυτοί την ανασκόπηση του προγράμματος αφιέρωσης. Το σύνολο των 72.024 ατόμων που παρευρέθηκαν αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Μαρτύρων του Ιεχωβά που έγινε ποτέ στην Ουκρανία.

[Εικόνα στη σελίδα 12]

Σε ηλικία δέκα ετών, λίγο μετά την ένταξή μου στην κομμουνιστική οργάνωση Νεαροί Πιονιέροι

[Εικόνα στη σελίδα 16]

Με το σύζυγό μου Πετρ

[Εικόνα στη σελίδα 16]

Ο Βλαντιμίρ, πρώην κομμουνιστής Νεαρός Πιονιέρος, τον οποίο συνάντησα στην αφιέρωση του τμήματος της Ουκρανίας

[Εικόνα στη σελίδα 16, 17]

Πάνω από 30.000 άτομα άκουσαν την ανασκόπηση του προγράμματος αφιέρωσης

[Εικόνα στη σελίδα 17]

Περισσότερα από 16.000 άτομα επισκέφτηκαν τις εγκαταστάσεις του τμήματος