Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Θρησκευτικό Δίλημμα στην Αποικιακή Βραζιλία

Θρησκευτικό Δίλημμα στην Αποικιακή Βραζιλία

Θρησκευτικό Δίλημμα στην Αποικιακή Βραζιλία

ΑΠΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗ ΒΡΑΖΙΛΙΑ

ΣΤΙΣ 30 Νοεμβρίου 1996, εκπρόσωποι του Συνεδρίου για την Παγκόσμια Ιεραποστολή και το Ευαγγελιστικό Έργο, το οποίο οργάνωσε το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, συγκεντρώθηκαν σε μια αποβάθρα στο Σαλβαντόρ της Βραζιλίας. Η τοποθεσία είχε ιδιαίτερη σημασία. Τους περασμένους αιώνες, στο ίδιο λιμάνι, εκατομμύρια Αφρικανοί είχαν πουληθεί ως δούλοι. «Σε αυτή τη θάλασσα έχουν χυθεί τα δάκρυά τους», είπε ένας κληρικός, μιλώντας για το θλιβερό ταξίδι των αιχμαλώτων. Εκείνη την ιδιαίτερη μέρα ενθύμησης, εκφράστηκε μεταμέλεια για τη σκανδαλώδη, όπως ανέφερε ένας ομιλητής, συμμετοχή της Χριστιανοσύνης στη δουλεία. Πώς αναμείχθηκε η θρησκεία στο δουλεμπόριο στην αποικιακή Βραζιλία;

“Σωτηρία Χαμένων Ψυχών”

Το 1441​—σχεδόν 60 χρόνια πριν από την επίσημη ανακάλυψη της Βραζιλίας—​ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Αντάου Γκονσάλβες αιχμαλώτισε και μετέφερε το πρώτο φορτίο Αφρικανών στην Πορτογαλία. Στη μεσαιωνική κοινωνία, λίγοι αμφισβητούσαν το κατά πόσον ήταν ηθικά ορθό να οδηγούνται οι αιχμάλωτοι πολέμου στη δουλεία, ιδιαίτερα εκείνοι τους οποίους η εκκλησία χαρακτήριζε «απίστους». Τις επόμενες δύο δεκαετίες, όμως, έπρεπε να υπάρχει μια δικαιολογία για το επικερδές δουλεμπόριο σε καιρό ειρήνης. Μερικοί ισχυρίζονταν ότι, υποδουλώνοντας τους Αφρικανούς, θα «έσωζαν χαμένες ψυχές», εφόσον θα λύτρωναν εκείνους τους ξένους από τον ειδωλολατρικό τρόπο ζωής τους.

Το παπικό διάταγμα Ρομάνους Ποντίφηξ (Romanus Pontifex), το οποίο εξέδωσε ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ στις 8 Ιανουαρίου 1455, παρείχε επίσημη υποστήριξη στο ήδη ακμάζον δουλεμπόριο. Έτσι λοιπόν, η εκκλησία δεν εμπόδισε τη δουλεία. Απεναντίας, μερικοί κληρικοί της την «υπερασπίστηκαν με πείσμα», αναφέρει ο Βραζιλιάνος ιστορικός Ζουάου Ντόρνας Φίλιου. Με αυτόν τον τρόπο προετοιμάστηκε το έδαφος για την εξάπλωση της δουλείας στη Βραζιλία όταν οι Πορτογάλοι άποικοι εγκαταστάθηκαν εκεί.

«Η Μόνη Λύση»

Το 1549, οι νεοαφιχθέντες Ιησουίτες ιεραπόστολοι θορυβήθηκαν όταν διαπίστωσαν ότι μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού της Βραζιλίας αποτελούνταν από δούλους που είχαν αιχμαλωτιστεί παράνομα. Γαιοκτήμονες τους είχαν συγκεντρώσει διά της βίας για να δουλεύουν στα αγροκτήματά τους και στις φυτείες ζαχαροκάλαμου. «Οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν τύψεις για τους δούλους που έχουν στην κατοχή τους», έγραψε ο Ιησουίτης επικεφαλής του τάγματος Μανουέλ ντε Νουμπρέγκα το 1550. Ωστόσο, οι γαιοκτήμονες εξακολουθούσαν να κρατούν τους δούλους τους, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι μπορεί να μη λάβαιναν άφεση αμαρτιών από την εκκλησία.

Σύντομα, όμως, οι Ιησουίτες στη Βραζιλία αντιμετώπισαν ένα δίλημμα. Οι περιορισμένοι πόροι τους τούς εμπόδιζαν να κάνουν φιλανθρωπικά έργα. Μια λύση ήταν να καλλιεργούν εκτάσεις που τους είχε δώσει η κυβέρνηση και να χρησιμοποιούν τα κέρδη από τα προϊόντα για να χρηματοδοτούν τις θρησκευτικές τους δραστηριότητες. Ποιοι, όμως, θα δούλευαν σε αυτά τα αγροκτήματα; «Η μόνη λύση», λέει ο Πορτογάλος ιστορικός Ζόρζε Κόουτου, «ήταν να χρησιμοποιήσουν νέγρους δούλους​—μια λύση που ήγειρε ηθικούς ενδοιασμούς τους οποίους ο Ιησουίτης επικεφαλής του τάγματος στη Βραζιλία αποφάσισε να αγνοήσει».

Οι Ιησουίτες ένωσαν τη φωνή τους με μια ολοένα και αυξανόμενη ομάδα γαιοκτημόνων οι οποίοι ζητούσαν Αφρικανούς δούλους. Φαίνεται ότι οι Ινδιάνοι δούλοι δυσκολεύονταν να συνηθίσουν στις εντατικές αγροκαλλιέργειες, και συχνά στασίαζαν ή απλώς διέφευγαν στα δάση. a Οι Αφρικανοί, από την άλλη πλευρά, είχαν δοκιμαστεί στις φυτείες ζαχαροκάλαμου που υπήρχαν στις πορτογαλικές νησιωτικές αποικίες του Ατλαντικού. «Ποτέ δεν δραπέτευαν ούτε και είχαν να πάνε πουθενά», υποστήριξε ένας συγγραφέας της εποχής.

Έτσι λοιπόν, με την ευλογία του κλήρου αυξανόταν σταθερά η εισαγωγή Αφρικανών δούλων. Η Βραζιλία έγινε μια χώρα που βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στο υπερατλαντικό δουλεμπόριο. Το 1768, το Ιησουιτικό αγρόκτημα Σάντα Κρουζ είχε 1.205 δούλους. Οι Βενεδικτίνοι και οι Καρμηλίτες απέκτησαν και αυτοί περιουσίες και πολυάριθμους δούλους. «Τα μοναστήρια είναι γεμάτα δούλους», αναφώνησε ο Βραζιλιάνος οπαδός της κατάργησης της δουλείας Ζουακίμ Ναμπούκου, ο οποίος έζησε το 19ο αιώνα.

Εφόσον επικρατούσε ανταγωνισμός όσον αφορά τις αγροκαλλιέργειες, οι δουλοκτήτες στις εκκλησιαστικές περιουσίες συχνά επέβαλλαν βάναυσο καθεστώς εργασίας. Ο καθηγητής ιστορίας Στιούαρτ Σουόρτζ αναφέρει ότι ακόμη και πολλοί κληρικοί που διαμαρτύρονταν για την κακομεταχείριση των δούλων είχαν «σε χαμηλή υπόληψη τους Αφρικανούς» και «πίστευαν ότι η διαπαιδαγώγηση, η επιβολή τιμωρίας και η δουλειά ήταν ο μόνος τρόπος για να υπερνικηθούν οι δεισιδαιμονίες, η νωθρότητα και η απολίτιστη συμπεριφορά των δούλων».

«Η Θεολογία της Δουλείας»

Καθώς ο κλήρος αγωνιζόταν να συμβιβάσει τις Χριστιανικές αξίες με ένα σύστημα που στηριζόταν στην αδίστακτη εκμετάλλευση, δημιούργησε ένα ηθικό υπόβαθρο για τη δουλεία​—τη θεολογία της δουλείας, όπως τη χαρακτηρίζει ένας θεολόγος. Εφόσον μέσα στα συνωστισμένα, γεμάτα αρρώστιες αμπάρια των δουλεμπορικών πλοίων έχανε τη ζωή του ένα μεγάλο μέρος του ανθρώπινου φορτίου που μετέφεραν, η εκκλησία αξίωσε να βαφτίζονται οι Αφρικανοί προτού αναχωρήσουν για το Νέο Κόσμο. b Ασφαλώς, οι προσήλυτοι σπάνια λάβαιναν θρησκευτική κατήχηση πριν από το βάφτισμα.​—Βλέπε το πλαίσιο «Αυτομάτως Χριστιανοί;»

Ούτως ή άλλως, η πολύωρη δουλειά και η πολύ μειωμένη διάρκεια ζωής έδιναν ελάχιστες ευκαιρίες στους δούλους να ασκούν τη νέα τους πίστη. Ωστόσο, τα εκκλησιαστικά δόγματα σχετικά με «το χωρισμό σώματος και ψυχής» εξομάλυναν αυτό το πρόβλημα. “Ναι μεν οι Αφρικανοί αργοπέθαιναν εξαιτίας της βάναυσης δουλείας, αλλά οι ψυχές τους ήταν ελεύθερες”, ισχυρίζονταν οι κληρικοί. “Συνεπώς, οι δούλοι έπρεπε να δέχονται την ταπείνωσή τους με χαρά, ως μέρος του θεϊκού σχεδίου που τους προετοίμαζε για δόξα”.

Στο μεταξύ, η εκκλησία υπενθύμιζε στους δουλοκτήτες το ηθικό χρέος που είχαν να επιτρέπουν σε αυτούς οι οποίοι ήταν υπό τη φροντίδα τους να εκκλησιάζονται, να τηρούν τις θρησκευτικές γιορτές και να παντρεύονται. Οι ιερείς καταδίκαζαν τη σκληρή κακομεταχείριση, αλλά φρόντιζαν επίσης να τονίζουν τους κινδύνους της υπερβολικής επιείκειας. «Μπορείτε να τους μαστιγώνετε, να χρησιμοποιείτε αλυσίδες και σιδερένια ποδόδεσμα όταν χρειάζεται και με την πρέπουσα τάξη και μετριοπάθεια, και θα δείτε πόσο γρήγορα θα καμφθεί η στασιαστική διάθεση των υπηρετών», συμβούλεψε ένας Ιησουίτης ιερέας.

Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που σκέφτονταν τη χρήση λιγότερο επώδυνων μέσων για τη μεταστροφή των Αφρικανών. Αντίθετα, οι υπέρμαχοι της δουλείας, περιλαμβανομένου και του Βραζιλιάνου Επισκόπου Αζερέντου Κοτίνιου, έδιναν την εντύπωση ότι οι δουλέμποροι έκαναν χάρη στους Αφρικανούς! Υποστηρίζοντας με ζήλο τη δουλεία σε ένα έντυπο που εξέδωσε το 1796, ο Κοτίνιου ρώτησε: «Θα ήταν καλύτερο και πιο σωστό να άφηνε η Χριστιανοσύνη [τους Αφρικανούς] να πεθάνουν ως παγανιστές και ειδωλολάτρες παρά ως μέλη της άγιας θρησκείας μας;» Παρόμοια, ο διακεκριμένος Ιησουίτης ιεραπόστολος Αντόνιου Βιέιρα παρότρυνε τους Αφρικανούς: «Να ευχαριστείτε αδιάκοπα τον Θεό που . . . σας έφερε σε αυτή [τη γη], όπου, αφού διδαχτήκατε την πίστη, ζείτε ως Χριστιανοί και σώζεστε».

Το Τίμημα της Δουλείας

Επικροτώντας τη δουλεία, η εκκλησία έλπιζε να «σώσει χαμένες ψυχές». Η ειρωνεία είναι ότι το μόνο που κατάφερε ήταν να σπείρει σπόρους διαίρεσης, επειδή οι Αφρικανοί αρνούνταν σθεναρά να εγκαταλείψουν τις θρησκευτικές συνήθειες και πεποιθήσεις τους. Ως αποτέλεσμα, σήμερα πολλοί Βραζιλιάνοι ασκούν συγκρητισμό​—ένα κράμα Καθολικισμού και αφρικανικών φυλετικών θρησκειών.

Αν και το να αποδεχτεί η εκκλησία τις οικονομικές προσταγές στην αποικιακή Βραζιλία φαινόταν καλή τακτική σε μερικούς εκείνον τον καιρό, μακροπρόθεσμα αποδείχτηκε καταστροφική. Ο θάνατος και τα παθήματα που προκάλεσε εγείρουν ερωτήματα για την ηθική υπόσταση της εκκλησίας, και αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν ικανοποιητικά. Σύμφωνα με κάποιον ιστορικό, η συγκατάθεση στη δουλεία σήμαινε ταύτιση με τη στάση εκείνων τους οποίους ο προφήτης Ησαΐας καταδίκασε επειδή έλεγαν: «Το καλό είναι κακό και το κακό είναι καλό».​—Ησαΐας 5:20.

Η Καταπιεστική Δουλεία Είναι Ασυμβίβαστη με τη Γραφή

Η Γραφή δείχνει καθαρά ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν επιδοκιμάζει το να “εξουσιάζει ο άνθρωπος τον άνθρωπο προς βλάβη του”, πράγμα που περιλαμβάνει και την καταπιεστική δουλεία. (Εκκλησιαστής 8:9) Λόγου χάρη, ο Νόμος του Θεού στον Ισραήλ δήλωνε ότι η απαγωγή και η πώληση κάποιου ανθρώπου τιμωρούνταν με θάνατο. (Έξοδος 21:16) Είναι αλήθεια ότι στον αρχαίο λαό του Θεού κάποιοι υπηρετούσαν άλλους, αλλά αυτό το σύστημα δεν έμοιαζε με την τυραννική μορφή δουλείας που εξετάζεται σε αυτό το άρθρο. Το γεγονός μάλιστα ότι μερικοί Ισραηλίτες δούλοι προτιμούσαν να μείνουν με τον κύριό τους ενώ είχαν το δικαίωμα να ζήσουν ως απελεύθεροι δείχνει καθαρά ότι η δουλεία στο λαό του Θεού δεν ήταν καταπιεστική. (Δευτερονόμιο 15:12-17) Επομένως, θα αποτελούσε χονδροειδή διαστρέβλωση της Γραφής ο ισχυρισμός ότι η δουλεία ανάμεσα στους Ισραηλίτες δικαιολογεί τη βαναυσότητα που έχει εκδηλωθεί στο διάβα της ιστορίας. c

Στο Λόγο του, την Αγία Γραφή, ο Ιεχωβά Θεός υπόσχεται ότι κάθε μορφή δουλείας θα τερματιστεί σύντομα. Πόσο χαρούμενοι μπορούμε να είμαστε που, στο νέο κόσμο του Θεού, οι άνθρωποι δεν θα ζουν με φόβο κάτω από τον τυραννικό έλεγχο κάποιου σκληρού κυρίου. Αντίθετα, «θα κάθονται ο καθένας κάτω από το κλήμα του και κάτω από τη συκιά του, και δεν θα υπάρχει κανείς που να τους κάνει να τρέμουν».​—Μιχαίας 4:4.

[Υποσημειώσεις]

a Σύμφωνα με την Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia), «πολλοί Ινδιάνοι πέθαναν από ευρωπαϊκές ασθένειες. Πολλοί άλλοι πολέμησαν τους Πορτογάλους και θανατώθηκαν».

b Μερικές φορές αυτή η τελετουργία επαναλαμβανόταν όταν οι δούλοι έφταναν στη Βραζιλία.

c Εφόσον η δουλεία ήταν μέρος του οικονομικού συστήματος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μερικοί Χριστιανοί είχαν δούλους. Ανεξάρτητα, όμως, από το τι επέτρεπαν οι ρωμαϊκοί νόμοι, οι Γραφές δείχνουν ότι οι Χριστιανοί δεν κακομεταχειρίζονταν εκείνους που εργάζονταν υπό την επίβλεψή τους. Αντίθετα, θα έπρεπε να μεταχειρίζονται ο ένας τον άλλον «ως αδελφό».—Φιλήμονα 10-17.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 15]

Ο Ιεχωβά Θεός υπόσχεται ότι κάθε μορφή δουλείας θα εξαφανιστεί σύντομα

[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 13]

ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ Η ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ;

Ο Φερνάου ντε Ολιβέιρα, Πορτογάλος λόγιος του 16ου αιώνα, υποστήριξε ότι η απληστία​—και όχι ο ευαγγελικός ζήλος—​ήταν το κίνητρο των δουλεμπόρων. Πλοία από την Ευρώπη που μετέφεραν προϊόντα τα αντάλλασσαν με αιχμάλωτους στα αφρικανικά λιμάνια. Αυτοί οι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν κατόπιν στην Αμερική και ανταλλάσσονταν με ζάχαρη, η οποία στη συνέχεια μεταφερόταν στην Ευρώπη για να πουληθεί. Αυτό το τριγωνικό εμπορικό δρομολόγιο απέφερε τεράστια κέρδη τόσο στους εμπόρους όσο και στο Πορτογαλικό Στέμμα. Ακόμη και ο κλήρος αποκόμιζε κέρδη, εφόσον οι ιερείς επέβαλλαν κατά κεφαλήν φόρο για το βάφτισμα Αφρικανών πριν από τη μεταφορά τους στην Αμερική.

[Πλαίσιο στη σελίδα 14]

ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ;

«Στις αρχές του δέκατου έβδομου αιώνα, συνηθιζόταν να βαφτίζονται οι δούλοι στην Αφρική πριν από την αναχώρησή τους», γράφει ο ιστορικός Χιου Τόμας στο βιβλίο του Το Δουλεμπόριο (The Slave Trade). «Οι δούλοι, κατά κανόνα, δεν κατηχούνταν πριν από αυτή την τελετή, και πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, δεν είχαν καν ιδέα για την ύπαρξη ενός Θεού Χριστιανών. Έτσι λοιπόν, ο εκχριστιανισμός ήταν τυπικός».

Ο καθηγητής Τόμας αναφέρει ότι, κατά κανόνα, οι αιχμάλωτοι οδηγούνταν στην εκκλησία, όπου ο κατηχητής​—συνήθως δούλος και ο ίδιος—​τους μιλούσε στη γλώσσα τους για τη μεταστροφή τους. «Κατόπιν περνούσε ένας ιερέας ανάμεσα στα σαστισμένα πλήθη», προσθέτει ο Τόμας, «δίνοντας στον καθένα Χριστιανικό όνομα, το οποίο ήταν γραμμένο εκ των προτέρων σε ένα χαρτί. Επίσης, έριχνε αλάτι στις γλώσσες των δούλων και κατόπιν τους ράντιζε με άγιο νερό. Τελικά έλεγε μέσω διερμηνέα: “Να σκέφτεστε ότι τώρα είστε παιδιά του Χριστού. Θα μεταφερθείτε σε πορτογαλικά εδάφη, όπου θα μάθετε για την Πίστη. Στο εξής, να μη συλλογίζεστε ποτέ τον τόπο σας. Να μην τρώτε σκύλους, ποντίκια ή άλογα. Να είστε αυτάρκεις”».

[Εικόνα στη σελίδα 13]

Πάπας Νικόλαος Ε΄

[Ευχαριστίες]

Culver Pictures

[Εικόνα στη σελίδα 15]

Δημόσια μαστίγωση, όπως την απεικόνισε ένας αυτόπτης μάρτυρας το 19ο αιώνα, ο Γιοχάν Ρουζέντας

[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 15]

Πίνακες που απεικονίζουν δούλους στις σελίδες 13 και 15: De Malerische Reise in Brasilien de Johann Moritz Rugendas, cortesia da Biblioteca Mário de Andrade, São Paulo, Brasil