Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Αρχαιολογία—Απαραίτητη για την Πίστη;

Αρχαιολογία—Απαραίτητη για την Πίστη;

Η Άποψη της Αγίας Γραφής

Αρχαιολογία​—Απαραίτητη για την Πίστη;

Το 1873 ο Άγγλος κληρικός Σάμιουελ Μάνινγκ έγραψε σχετικά με την Ιερουσαλήμ: «Ωθούμενοι από μια ακατανίκητη έλξη, οι προσκυνητές συρρέουν εδώ από τα πέρατα της γης. Εκατομμύρια άνθρωποι βλέπουν τα γκρεμισμένα τείχη, τους άθλιους και βρώμικους δρόμους, τα ετοιμόρροπα ερείπια με βαθύ και ευλαβικό ενδιαφέρον, ένα ενδιαφέρον που όμοιό του δεν προκαλεί κανένα άλλο μέρος της γης».

Η ΓΟΗΤΕΙΑ των Άγιων Τόπων ελκύει ανθρώπους εκεί τουλάχιστον από την εποχή του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. a Επί 1.500 χρόνια περίπου, οι προσκυνητές πηγαινοέρχονταν, επιζητώντας θρησκευτική και προσωπική επαφή με τους Αγίους Τόπους. Ωστόσο, είναι εκπληκτικό ότι μόλις στο ξεκίνημα του 19ου αιώνα άρχισαν να συνοδεύουν λόγιοι αυτούς τους προσκυνητές, ανοίγοντας έτσι την πόρτα στην εποχή της Βιβλικής αρχαιολογίας​—τη μελέτη των αντικειμένων, των λαών, των τοποθεσιών και των γλωσσών των αρχαίων Αγίων Τόπων.

Τα ευρήματα των αρχαιολόγων οδήγησαν σε διευρυμένη κατανόηση πολλών πτυχών των Βιβλικών χρόνων. Επίσης, το αρχαιολογικό υπόμνημα συχνά εναρμονίζεται με τη Βιβλική ιστορία. Αλλά είναι άραγε απαραίτητη για την πίστη ενός Χριστιανού τέτοιου είδους γνώση; Για να απαντήσουμε, ας στρέψουμε την προσοχή μας στην εστία πολλών αρχαιολογικών ανασκαφών​—την πόλη της Ιερουσαλήμ και το ναό της.

“Δεν θα Αφεθεί Πέτρα Πάνω σε Πέτρα”

Την άνοιξη του 33 Κ.Χ., στις 11 Νισάν σύμφωνα με το Ιουδαϊκό ημερολόγιο, ο Ιησούς Χριστός συνοδευόμενος από μερικούς μαθητές του έφυγε από το ναό της Ιερουσαλήμ για τελευταία φορά. Καθώς πήγαιναν στο Όρος των Ελαιών, ένας από τους μαθητές είπε: «Δάσκαλε, δες! τι πέτρες και τι οικοδομήματα!»​—Μάρκος 13:1.

Εκείνοι οι πιστοί Ιουδαίοι ένιωθαν βαθιά αγάπη για τον Θεό και το ναό του. Ήταν περήφανοι για εκείνο το μεγαλοπρεπές συγκρότημα κτιρίων και την παράδοση των 15 αιώνων που αντιπροσώπευε. Η απάντηση του Ιησού στο μαθητή του ήταν συγκλονιστική: «Βλέπεις αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα; Δεν πρόκειται να αφεθεί εδώ πέτρα πάνω σε πέτρα που να μην γκρεμιστεί».​—Μάρκος 13:2.

Τώρα που ο υποσχεμένος Μεσσίας είχε έρθει, πώς μπορούσε ο Θεός να επιτρέψει την καταστροφή του ίδιου του τού ναού; Οι μαθητές του Ιησού θα καταλάβαιναν πλήρως τι εννοούσε μόνο σταδιακά, με τη βοήθεια του αγίου πνεύματος. Αλλά τι σχέση έχουν τα λόγια του Ιησού με τη Βιβλική αρχαιολογία;

Μια Νέα «Πόλη»

Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., το Ιουδαϊκό έθνος έχασε την ευνοημένη θέση του ενώπιον του Θεού. (Ματθαίος 21:43) Αυτό άνοιξε το δρόμο για κάτι πολύ μεγαλύτερο​—μια ουράνια κυβέρνηση που θα έφερνε ευλογίες σε όλους τους ανθρώπους. (Ματθαίος 10:7) Σε αρμονία με την προφητεία του Ιησού, η Ιερουσαλήμ με το ναό της καταστράφηκε το 70 Κ.Χ. Η αρχαιολογία υποστηρίζει τα όσα καταγράφονται στη Γραφή αναφορικά με αυτό το γεγονός. Ωστόσο, για τους Χριστιανούς, η πίστη δεν εξαρτάται από το αν έχουν βρεθεί ερείπια αυτού του αρχαίου ναού. Η πίστη τους επικεντρώνεται σε μια άλλη Ιερουσαλήμ, η οποία όμως αποτελεί ένα διαφορετικό είδος πόλης.

Το έτος 96 Κ.Χ., ο απόστολος Ιωάννης, ο οποίος είχε ακούσει την προφητεία του Ιησού σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της και είχε ζήσει για να δει την εκπλήρωσή της, έλαβε το ακόλουθο όραμα: «Και είδα την άγια πόλη, τη Νέα Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό». Μια φωνή από το θρόνο έλεγε: «Αυτός θα κατοικεί μαζί [με τους ανθρώπους], και αυτοί θα είναι λαοί του. Και ο ίδιος ο Θεός θα είναι μαζί τους. Και θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, και ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θα υπάρχουν πια».​—Αποκάλυψη 21:2-4.

Αυτή η «πόλη» αποτελείται από πιστούς Χριστιανούς οι οποίοι θα υπηρετούν ως βασιλιάδες με τον Χριστό στον ουρανό. Μαζί συγκροτούν την ουράνια κυβέρνηση​—τη Βασιλεία του Θεού—​η οποία θα κυβερνήσει τη γη, αποκαθιστώντας σε τελειότητα την ανθρώπινη φυλή στη διάρκεια της Χιλιετίας. (Ματθαίος 6:10· 2 Πέτρου 3:13) Οι Ιουδαίοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα που επρόκειτο να αποτελέσουν μέρος αυτής της ομάδας αντιλαμβάνονταν ότι τίποτα από όσα είχαν στο Ιουδαϊκό σύστημα πραγμάτων δεν μπορούσε να συγκριθεί με το προνόμιο να κυβερνήσουν μαζί με τον Χριστό στον ουρανό.

Ο απόστολος Παύλος γράφει σχετικά με την εξέχουσα θέση που κατείχε παλιότερα στον Ιουδαϊσμό, εκπροσωπώντας όλους τους υπόλοιπους: «Όσα ήταν κέρδη για εμένα, αυτά τα έχω θεωρήσει ζημιά για χάρη του Χριστού. Γι’ αυτό άλλωστε και θεωρώ ότι τα πάντα είναι ζημιά για χάρη της υπερέχουσας αξίας της γνώσης του Χριστού Ιησού του Κυρίου μου».​—Φιλιππησίους 3:7, 8.

Εφόσον ο απόστολος Παύλος έτρεφε μέγιστο σεβασμό για το Νόμο του Θεού και τη διευθέτηση του ναού, τα λόγια του ασφαλώς δεν σημαίνουν ότι αυτές οι θεϊκές διευθετήσεις ήταν άξιες περιφρόνησης. b (Πράξεις 21:20-24) Ο Παύλος ήθελε απλώς να δείξει ότι η Χριστιανική διευθέτηση ήταν ανώτερη από το Ιουδαϊκό σύστημα.

Αναμφίβολα ο Παύλος και άλλοι Ιουδαίοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα κατείχαν ιδιαίτερη γνώση για πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων. Και εφόσον η αρχαιολογία ρίχνει φως στο παρελθόν, πολλές από αυτές τις λεπτομέρειες μπορούν τώρα να τις κατανοήσουν οι Χριστιανοί. Ωστόσο, προσέξτε τι είπε ο Παύλος στον νεαρό Τιμόθεο σχετικά με το πού θα έπρεπε να συγκεντρώνει πρωτίστως την προσοχή του: «Να στοχάζεσαι αυτά τα πράγματα [τα οποία σχετίζονται με τη Χριστιανική εκκλησία]· να είσαι απορροφημένος σε αυτά, για να είναι η πρόοδός σου φανερή σε όλους».​—1 Τιμόθεο 4:15.

Προς έπαινό της, η Βιβλική αρχαιολογία έχει διευρύνει την κατανόησή μας για το Βιβλικό φόντο. Ωστόσο, οι Χριστιανοί αντιλαμβάνονται ότι η πίστη τους εξαρτάται, όχι από τις αποδείξεις που φέρνουν στο φως οι άνθρωποι, αλλά από το Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή.​—1 Θεσσαλονικείς 2:13· 2 Τιμόθεο 3:16, 17.

[Υποσημειώσεις]

a Τόσο ο Κωνσταντίνος όσο και η μητέρα του, η Ελένη, ενδιαφέρονταν να εξακριβώσουν την τοποθεσία των αγίων τόπων της Ιερουσαλήμ. Η Ελένη επισκέφτηκε προσωπικά την Ιερουσαλήμ. Πολλοί άλλοι έκαναν το ίδιο τους επόμενους αιώνες.

b Για ένα χρονικό διάστημα, οι Ιουδαίοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα στην Ιερουσαλήμ τηρούσαν διάφορες πτυχές του Μωσαϊκού Νόμου, πιθανώς για τους ακόλουθους λόγους: Ο Νόμος προερχόταν από τον Ιεχωβά. (Ρωμαίους 7:12, 14) Ήταν βαθιά εδραιωμένος στον Ιουδαϊκό λαό ως έθιμο. (Πράξεις 21:20) Ήταν ο νόμος του τόπου τους, και οποιαδήποτε εναντίωση σε αυτόν θα μπορούσε να προκαλέσει άσκοπη εναντίωση στο Χριστιανικό άγγελμα.

[Εικόνες στη σελίδα 18]

Επάνω: Η Ιερουσαλήμ το 1920· ρωμαϊκό νόμισμα για ιουδαϊκή χρήση, 43 Κ.Χ.· ελεφάντινο ανθισμένο ρόδο, πιθανώς από το ναό του Σολομώντα, όγδοος αιώνας Π.Κ.Χ.

[Ευχαριστίες]

Σελίδες 2 και 18: Νόμισμα: Photograph © Israel Museum, Jerusalem· ευγενής παραχώρηση από Israel Antiquities Authority· ρόδο: Ευγενής παραχώρηση από Israel Museum, Jerusalem