Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ένας Κόσμος Μουσικής στα Δάχτυλα Σας

Ένας Κόσμος Μουσικής στα Δάχτυλα Σας

Ένας Κόσμος Μουσικής στα Δάχτυλα Σας

ΑΠΟ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ

«ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ από όλα τα μουσικά όργανα»​—έτσι θεωρούν μερικοί το πιάνο. Πολύπλευρο και εκφραστικό, αποδίδει εξίσου καλά στον κόσμο της κλασικής, της τζαζ και της ποπ μουσικής. Δεσπόζει στις αίθουσες συναυλιών ως μεγαλοπρεπής σολίστας, αλλά συνοδεύει διακριτικά ακόμη και έναν ντροπαλό τραγουδιστή. Ακούγεται σαν «μονομελής ορχήστρα», και όμως συνδυάζεται εύκολα με όλα σχεδόν τα άλλα όργανα. Έχει περιγραφτεί ως «η παλέτα του μουσικού» και έχει εμπνεύσει μερικά από τα ομορφότερα μουσικά κομμάτια που γράφτηκαν ποτέ. Ποιος εφεύρε το πιάνο, και γιατί εξακολουθεί να είναι δημοφιλές σήμερα; a

Οι Πρόγονοι του Πιάνου

Η άρπα και η λύρα ήταν από τα αρχαιότερα έγχορδα όργανα που νύσσονταν με το χέρι. (Γένεση 4:21) Αργότερα ήρθε το ντούλτσιμερ, στο οποίο ο μουσικός χτυπούσε τις χορδές με μικρά σφυριά. Στην Ευρώπη στη διάρκεια του Μεσαίωνα, αναπτύχθηκαν πληκτροφόρα όργανα για νυγμό ή κρούση των χορδών, από τα οποία τα πιο δημοφιλή ήταν το κλαβίχορδο και το τσέμπαλο. Το κλαβίχορδο είχε σχήμα ορθογώνιου κουτιού με καπάκι, και οι χορδές του κρούονταν από κάτω με τη βοήθεια μικρών μεταλλικών ελασμάτων. Ο λεπτός ήχος που παρήγε ήταν εκφραστικός αλλά πνιγόταν εύκολα από τα άλλα όργανα και τους τραγουδιστές. Το τσέμπαλο, που ήταν μεγαλύτερο και έμοιαζε περισσότερο με το σύγχρονο πιάνο με ουρά, είχε μακριές χορδές οι οποίες νύσσονταν με πένα από φτερό ή άλλο υλικό. Παρήγε δυνατό, πλούσιο ήχο αλλά χωρίς ποικιλία έντασης.

Το 1700, καθώς δημιουργούνταν νέες δραματικές και εκφραστικές μουσικές συνθέσεις, οι μουσικοί επιζητούσαν ένα πληκτροφόρο όργανο που να παράγει μεν ευαίσθητους ήχους, όπως το κλαβίχορδο, αλλά να έχει τη δύναμη του τσέμπαλου.

Εμφανίζεται το Πιάνο

Ο Ιταλός οργανοποιός Μπαρτολομέο Κριστοφόρι συνδύασε το βασικό σχέδιο του τσέμπαλου με τη λειτουργία του σφυριού στο κλαβίχορδο, χρησιμοποιώντας μικρά ξύλινα σφυριά επικαλυμμένα με δέρμα για την κρούση των χορδών. Ονόμασε την εφεύρεσή του γκραβιτσέμπαλο κολ πιάνο ε φόρτε (τσέμπαλο με απαλό και δυνατό ήχο), χάριν δε συντομίας, πιανοφόρτε ή πιάνο. Αυτό ήταν ένα πληκτροφόρο όργανο που είχε πιο γεμάτο και πιο πλούσιο ήχο και μπορούσε να το παίζει κανείς πιο απαλά ή πιο δυνατά.

Δυστυχώς, ο Κριστοφόρι δεν έζησε για να δει την επιτυχία του καινούριου του οργάνου. Εφόσον λίγοι άνθρωποι έδειχναν ενδιαφέρον για αυτό, άρχισε και πάλι να κατασκευάζει τσέμπαλα. Σχεδόν 30 χρόνια μετά την κατασκευή του πρώτου πιάνου του Κριστοφόρι, ο Γερμανός κατασκευαστής εκκλησιαστικών οργάνων Γκότφριτ Ζίλμπερμαν επανεξέτασε το σχέδιο και άρχισε να φτιάχνει τα δικά του πιάνα. Τεχνίτες στη Γερμανία και στην Αυστρία συνέχισαν να πειραματίζονται, επικεντρώνοντας τις προσπάθειές τους στην κατασκευή ενός μικρότερου και ελαφρύτερου μοντέλου, του λεγόμενου τετράγωνου πιάνου.

Στην Αγγλία μια άλλη ομάδα κατασκευαστών πιάνου καταγινόταν στο έργο της. Εκείνοι είχαν μεταναστεύσει από τη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του 1750. Ένας από αυτούς, ο Γιοχάνες Τσούμπε, κατασκεύασε ένα μοντέλο τετράγωνου πιάνου το οποίο είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Ο Γάλλος Σεμπαστιάν Εράρ και άλλοι κατασκευαστές στην Ευρώπη και στην Αμερική έκαναν περαιτέρω βελτιώσεις. Ο οξυδερκής Σκωτσέζος επιπλοποιός Τζον Μπρόντγουντ αντιλήφθηκε ότι το πιάνο θα ήταν ιδανικό για τις νεαρές κυρίες της νεόπλουτης μεσαίας τάξης. Σύντομα, η επιχείρησή του παρήγε μεγάλο αριθμό πιάνων, τόσο τετράγωνων όσο και με ουρά.

Η επόμενη δυσκολία αφορούσε το σχεδιασμό ενός συμπτυγμένου πιάνου που θα μπορούσε να παράγει τον ανώτερο ήχο ενός πιάνου με ουρά. Γι’ αυτόν το λόγο, άρχισαν να κατασκευάζονται ολοένα και μεγαλύτερα πιάνα που εκτείνονταν προς τα πάνω, και όχι προς τα έξω. Οι κάθετες χορδές ενός μοντέλου Μπρόντγουντ υψώνονταν 2,7 μέτρα πάνω από το πληκτρολόγιο. Προφανώς όμως, με το κέντρο βάρους του τόσο ψηλά, αποδείχτηκε ότι ήταν πολύ επικίνδυνο να παίζει κανείς σε αυτό! Ένα άλλο όρθιο πιάνο, που ονομάστηκε μοντέλο της καμηλοπάρδαλης, ήταν στην πραγματικότητα πιάνο με ουρά η οποία ήταν στραμμένη προς τα πάνω. Ο Άγγλος Τζον Άιζακ Χόκινς σχεδίασε το πρώτο επιτυχημένο όρθιο πιάνο το 1800 τοποθετώντας το χαμηλότερο άκρο των χορδών κοντά στο έδαφος. Αυτό τελικά οδήγησε στην απόσυρση του τετράγωνου πιάνου.

Οι Συνθέτες Ανακαλύπτουν το Πιάνο

Στο μεταξύ, οι συνθέτες άρχισαν να ανακαλύπτουν το πιάνο. Όταν ο νεαρός Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ επισκέφτηκε το εργαστήριο του Γιόχαν Στάιν στη Βαυαρία το 1777 για να δοκιμάσει το καινούριο όργανο, εντυπωσιάστηκε. Σύντομα άρχισε να γράφει μουσική για αυτό, καταφέρνοντας μάλιστα να συνθέσει 15 κονσέρτα για πιάνο μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια! Ωστόσο, εκείνος που συνέβαλε πολύ στο να γίνουν γνωστές οι δυνατότητες αυτού του καινούριου οργάνου ήταν ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, λίγα χρόνια αργότερα. Ο Μπετόβεν έδωσε στο πιάνο ζωή, κάνοντάς το σχεδόν να τραγουδάει. Το όργανο που περίμενε ο κόσμος της μουσικής είχε καταφθάσει, και ένα νέο κύμα ρομαντικής και γεμάτης πάθος μουσικής έκανε την εμφάνισή του. Ο Φρεντερίκ Φρανσουά Σοπέν, «ο ποιητής του πιάνου», το θεωρούσε τέλειο μέσο έκφρασης σκέψεων και αισθημάτων. Ο Φραντς Λιστ έγραψε συναρπαστική πρωτότυπη μουσική που έκανε το πιάνο να ηχεί σαν ορχήστρα. Ο ίδιος έκανε επίσης τα πλήθη να ριγούν με τη δεξιοτεχνία του.

Δυστυχώς, ο μασίφ ξύλινος σκελετός και οι λεπτές χορδές του πιάνου δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν επαρκώς στη δυνατή, γεμάτη πάθος μουσική ενός ζωηρού κονσέρτου. Έτσι λοιπόν, οι κατασκευαστές άρχισαν να προσθέτουν σιδερένια στηρίγματα μέχρις ότου τελειοποίησαν ένα μονοκόμματο πλαίσιο από χυτοσίδηρο. Τώρα μπορούσαν να χρησιμοποιούν πιο χοντρές χορδές και βαρύτερα σφυριά για μεγαλύτερη ένταση. Ο παραγόμενος ήχος ήταν κάπως σκληρός, αλλά αυτό διορθώθηκε όταν τα σφυριά επικαλύφθηκαν με τσόχα. Οι μακρύτερες χορδές άρχισαν να τοποθετούνται διαγωνίως πάνω από τις κοντύτερες, με αποτέλεσμα την περαιτέρω βελτίωση του ήχου και την εξοικονόμηση χώρου. Το σύγχρονο πιάνο είχε εμφανιστεί, και μαζί με αυτό δεκάδες μεγάλοι πιανίστες οι οποίοι γέμιζαν τις αίθουσες συναυλιών με ενθουσιώδη πλήθη που αδημονούσαν να ακούσουν το διευρυνόμενο ρεπερτόριο της μουσικής τους. Στο μεταξύ, οι κατασκευαστές πιάνων στην Ευρώπη και στην Αμερική παρήγαν μοντέλα σε μαζικές ποσότητες και με όσο το δυνατόν ταχύτερους ρυθμούς ώστε να μπορούν να ικανοποιήσουν την εντυπωσιακή ζήτηση.

Παντού Υπήρχε ένα Πιάνο

Στις αρχές του 20ού αιώνα, κάθε σπίτι έπρεπε να έχει αυτό το νέο σύμβολο κοινωνικής θέσης, είτε ήξερε κάποιος στο σπιτικό να παίζει είτε όχι. Οι πιανίστες ήταν περιζήτητοι για να ψυχαγωγούν πελάτες και ταξιδιώτες, να επενδύουν με μουσική τις νέες ταινίες βωβού κινηματογράφου και να διδάσκουν τον αυξανόμενο αριθμό των φιλόδοξων ερασιτεχνών. Το επίκεντρο των οικογενειακών συγκεντρώσεων ήταν το πιάνο. Οι ερασιτέχνες παρουσίαζαν τις δικές τους μουσικές παραστάσεις. Συνεχώς γράφονταν νέες συνθέσεις για πιάνο. Επίσης, αναπτύχθηκαν αισθητά διαφοροποιημένες μορφές μουσικού ύφους​—ο ελκυστικός, συγκοπτόμενος ρυθμός της μουσικής ράγκταϊμ, ο αργός ρυθμός των μπλουζ, ο επίμονος χτύπος της μπούγκι-γούγκι.

Η καμπή ήρθε έπειτα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Μετά τον πρωτοφανή αριθμό των 600.000 πιάνων που κατασκευάστηκαν παγκοσμίως το 1910, οι πωλήσεις τους μειώθηκαν σταδιακά. Ο φωνογράφος, το ραδιόφωνο, το πικάπ και τελικά η τηλεόραση αντικατέστησαν το πιάνο ως μέσα ψυχαγωγίας στο σπίτι. Αλλά η ώρα της οριστικής παρακμής δεν είχε έρθει ακόμη για το πιάνο. Οι νέες τεχνικές εξελίξεις μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον. Μέχρι το 1980, η παραγωγή είχε αυξηθεί και πάλι ξεπερνώντας τα 800.000 πιάνα. Τα σημερινά ελαφρύτερα πιάνα φτιάχνονται από πλαστικό και διάφορα κράματα, ενώ τα άσπρα πλήκτρα τους καλύπτονται από συνθετικό υλικό αντί για ελεφαντόδοντο. Η Ιαπωνία έχει γίνει μια από τις μεγαλύτερες κατασκευάστριες χώρες, και η Κίνα έχει αγαπήσει «τη βασίλισσα των οργάνων», όπως αποκαλείται εκεί το πιάνο.

Θέλετε να Παίξετε Πιάνο;

Σε ορισμένα όργανα θα χρειαζόταν να κάνετε αρκετή εξάσκηση για να παίξετε έστω και μία νότα, αλλά αν πατήσετε μερικά πλήκτρα στο πιάνο με τη σωστή σειρά, θα δείτε ότι μπορείτε να παίξετε μουσική! Λίγα άτομα είναι προικισμένα με μουσικό αφτί. Οι περισσότεροι, όμως, διαπιστώνουν ότι με τη βοήθεια απλών εγχειριδίων που μπορούν να μελετήσουν μόνοι τους σύντομα είναι σε θέση να παίζουν ταυτόχρονα με το δεξί χέρι μελωδίες και με το αριστερό ακομπανιαμέντα. Φανταστείτε την ικανοποίηση που θα νιώθετε όταν θα μπορείτε να παίζετε μόνοι σας κάποια αγαπημένη σας μελωδία με τη βοήθεια παρτιτούρας! Τι θα διαλέξετε​—ένα ζωηρό εμβατήριο, ένα απαλό βαλς ή ίσως κάποια αγαπημένη μπαλάντα; Μπορεί να θελήσετε να παίξετε λατινοαμερικάνικους ρυθμούς ή ίσως τζαζ. Πόσο ευχάριστο είναι ένα ντουέτο με κάποιον φίλο! Σκεφτείτε, επίσης, την ευχαρίστηση που μπορείτε να προσφέρετε στην παρέα σας συνοδεύοντάς τους ενώ θα τραγουδούν ή θα παίζουν άλλα όργανα γύρω σας. Δεν υποκινείστε να γνωρίσετε και εσείς από κοντά αυτόν τον κόσμο της μουσικής;

[Υποσημείωση]

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 21]

Το Μηχανικό Πιάνο

Για όσους δεν ήταν πολύ εξοικειωμένοι με το πληκτρολόγιο, η λύση ήταν το μηχανικό πιάνο. Επρόκειτο για έναν συνδυασμό μουσικού κουτιού και πιάνου, του οποίου τα πλήκτρα κινούνταν μόνα τους πάνω κάτω, ενεργοποιημένα από τις τρύπες ενός κινούμενου χάρτινου κυλίνδρου. Στα πρώτα μοντέλα της δεκαετίας του 1890, ένας μηχανισμός που υπήρχε μπροστά στο πιάνο πίεζε τα πλήκτρα με ξύλινα δάχτυλα ενώ ο χειριστής πατούσε τα ποδόπληκτρα. Στα μεταγενέστερα μοντέλα, ο μηχανισμός ήταν ενσωματωμένος μέσα στο πιάνο. Το «πιάνο αναπαραγωγής», που ήταν πιο προηγμένο, έπαιζε πραγματικές εκτελέσεις από μεγάλους πιανίστες, ενώ οι ηχογραφημένοι κύλινδροι του πιάνου αναπαράγονταν προς πώληση, όπως συμβαίνει με τους σημερινούς δίσκους ή κασέτες. Το 1925 κατασκευάζονταν στις Ηνωμένες Πολιτείες περισσότερα μηχανικά παρά συμβατικά πιάνα. Ωστόσο, με τον ερχομό του ραδιοφώνου και του γραμμοφώνου, τη δεκαετία του 1930 το μηχανικό πιάνο είχε σχεδόν εξαφανιστεί.

[Ευχαριστίες]

Culver Pictures

[Πλαίσιο/​Διάγραμμα στη σελίδα 22, 23]

Πώς Λειτουργεί ένα Πιάνο με Ουρά

Οι πάνω από 200 παράλληλες, καλά τεντωμένες ατσάλινες χορδές παράγουν 88 νότες. Οι κοντές και λεπτές χορδές που δονούνται γρήγορα παράγουν υψηλές νότες, ενώ οι μακριές και χοντρές χορδές, συνήθως περιελιγμένες με χαλκό, παράγουν μπάσες νότες. Όλες οι νότες εκτός από τις χαμηλότερες μπάσες παράγονται από την ταυτοφωνία δύο ή τριών χορδών.

Όταν ο μουσικός πατήσει ένα πλήκτρο του πιάνου (1), μοχλοί θέτουν σε κίνηση ένα μαλακό σφυρί το οποίο χτυπάει μία ή περισσότερες χορδές της νότας αυτού του πλήκτρου και αυτομάτως απομακρύνεται. Αν συνεχίσει το δάχτυλο να πιέζει το πλήκτρο, η χορδή εξακολουθεί να δονείται και ο ήχος σβήνει σιγά σιγά. Όταν ο μουσικός αφήσει το πλήκτρο (2), ένας σιγαστήρας πιέζει τη χορδή για να σιωπήσει. Αν πατηθεί το δεξί πεντάλ στη βάση του πιάνου, αυτό κρατάει όλους τους σιγαστήρες μακριά από τις χορδές αφήνοντας τις διαδοχικές νότες να συμπληρώνουν η μία την άλλη.

Οι χορδές περνούν πάνω από λωρίδες ξύλου οι οποίες ονομάζονται γέφυρες (3), στερεωμένες πάνω στο ξύλινο αντηχείο (4), το οποίο συντονίζεται και δονείται, αυξάνοντας κατά πολύ την ισχύ και την αντήχηση των χορδών. Η ξύλινη κάσα λειτουργεί ως ηχείο που αυξάνει την ένταση.

Οι χορδές στερεώνονται στο πλαίσιο από χυτοσίδηρο με ατσαλένιες καβίλιες (5). Το πλαίσιο του πιάνου με ουρά χρειάζεται να είναι αρκετά ισχυρό προκειμένου να αντέχει την τάση του συνόλου των χορδών που φτάνει τους 30 τόνους.

[Διάγραμμα]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Σιγαστήρας

Χορδή

Σφυρί

Πλήκτρο πατημένο

Πλήκτρο ελεύθερο

[Εικόνα]

Το παλιότερο σωζόμενο πιάνο του Κριστοφόρι, 1720

[Ευχαριστίες]

The Metropolitan Museum of Art, The Crosby Brown Collection of Musical Instruments, 1889. (89.4.1219) Photograph ©1983 The Metropolitan Museum of Art