Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Αποδοχή του Γεγονότος

Αποδοχή του Γεγονότος

Αποδοχή του Γεγονότος

«Όταν άκουσα ότι πέθανε ο πατέρας μου, έπαθα σοκ. Βρέθηκα σε απόγνωση. Με κατέκλυσαν οι ενοχές για το ότι δεν ήμουν δίπλα του εκείνη την ώρα. Κανένας πόνος δεν συγκρίνεται με το βαθύ πόνο που προκαλεί η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Ο πατέρας μου μού λείπει αφάνταστα!»​—Σάρα.

ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ άνθρωποι δυσκολεύονται να μιλήσουν για το θάνατο, ανεξάρτητα από το πολιτιστικό ή το θρησκευτικό τους υπόβαθρο. Σε μερικές γλώσσες υπάρχουν ευφημισμοί για να μετριάζεται κάπως η αμηχανία που προκαλεί το συγκεκριμένο θέμα. Λόγου χάρη, στα ελληνικά, αντί να πούμε ότι κάποιος «πέθανε», ίσως λέμε «έφυγε», «έκλεισε τα μάτια του» ή «μας άφησε».

Ακόμη και οι πιο ήπιες εκφράσεις, όμως, δεν μπορούν να απαλύνουν τη βαθιά οδύνη που νιώθουν συνήθως όσοι έχουν χάσει έναν δικό τους άνθρωπο. Η θλίψη μερικών είναι τόσο βαριά ώστε απλώς δεν μπορούν να αποδεχτούν αυτό που συνέβη.

Αν έχετε χάσει κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο, ίσως και εσείς δυσκολεύεστε πολύ να αποδεχτείτε την απώλεια. Ίσως μάλιστα να προσποιείστε ότι είστε καλά, παρότι μέσα σας νιώθετε το αντίθετο. Βέβαια, δεν πενθούν όλοι με τον ίδιο τρόπο, οπότε αν δεν εξωτερικεύετε τη θλίψη σας, αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι καταπνίγετε τα αισθήματά σας. a Αν όμως νιώθετε υποχρεωμένοι να συμπεριφέρεστε με έναν ορισμένο τρόπο μπροστά στους άλλους​—ίσως μπροστά σε μέλη της οικογένειάς σας που επίσης πενθούν—​τότε μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα.

“Εγώ Δεν Έχω το Περιθώριο να Κλάψω”

Προσέξτε την περίπτωση του Ναθάνιελ, ο οποίος έχασε τη μητέρα του όταν ήταν 24 χρονών. Ο ίδιος λέει: «Στην αρχή, τα είχα εντελώς χαμένα. Ένιωθα ότι έπρεπε να στηρίξω εγώ τον πατέρα μου και πολλές από τις φίλες της μητέρας μου που δεν μπορούσαν να συνέλθουν από το σοκ. Εγώ δεν είχα το περιθώριο να κλάψω».

Πέρασε ένας χρόνος, και για τον Ναθάνιελ προσωπικά η διαδικασία της αποδοχής δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη. Ο ίδιος λέει: «Ο πατέρας μου συνεχίζει να μου τηλεφωνεί κάθε τόσο για να πει τον πόνο του, και αυτό είναι πολύ καλό. Το έχει ανάγκη να μιλήσει, και χαίρομαι που του είμαι χρήσιμος. Το θέμα είναι πως, όταν εγώ χρειάζομαι στήριξη, νιώθω ότι δεν έχω κάπου να ακουμπήσω».

Όσοι έχουν να φροντίσουν άτομα που εξαρτώνται από αυτούς​—περιλαμβανομένων και εκείνων που ανήκουν στον ιατρικό κλάδο και αντιμετωπίζουν συχνά την πραγματικότητα του θανάτου—​μπορεί επίσης να νιώθουν υποχρεωμένοι να καταπνίγουν τα αισθήματά τους. Για παράδειγμα, η Ελοΐζα, η οποία είναι γιατρός πάνω από 20 χρόνια, εργαζόταν σε μια κοινότητα στην οποία οι άνθρωποι ήταν δεμένοι μεταξύ τους, ενώ και εκείνη ήταν δεμένη με τους ασθενείς της. Η ίδια λέει: «Ήμουν μαζί με πολλούς από αυτούς στις τελευταίες τους στιγμές, και μερικοί ήταν αγαπημένοι μου φίλοι».

Η Ελοΐζα ήξερε ότι το κλάμα αποτελεί φυσική διέξοδο. «Παρ’ όλα αυτά, δυσκολευόμουν να κλάψω», λέει. «Με απασχολούσε τόσο πολύ το ότι έπρεπε να είμαι δυνατή για χάρη των άλλων ώστε το θεωρούσα απαραίτητο να συγκρατώ τα αισθήματά μου. Πίστευα ότι αυτό περίμεναν οι άλλοι από εμένα».

«Το Σπίτι Ήταν Άδειο Χωρίς Εκείνη»

Η μοναξιά είναι ίσως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όσοι έχουν χάσει κάποιον δικό τους. Η Άσλι, για παράδειγμα, ήταν 19 χρονών όταν η μητέρα της πέθανε από καρκίνο. «Έπειτα από αυτό, ήμουν σαν χαμένη και ένιωθα εντελώς μόνη», λέει. «Η μητέρα μου ήταν η καλύτερή μου φίλη. Ήμασταν αχώριστες!»

Ασφαλώς, δεν ήταν εύκολο για την Άσλι να γυρίζει στο σπίτι κάθε μέρα και να μη βρίσκει τη μητέρα της εκεί. Η ίδια λέει: «Το σπίτι ήταν άδειο χωρίς εκείνη. Πολλές φορές πήγαινα στο δωμάτιό μου και έκλαιγα καθώς έβλεπα φωτογραφίες της και σκεφτόμουν τα πράγματα που κάναμε μαζί».

Να είστε βέβαιοι πως, είτε έχετε χάσει κάποιον συγγενή σας είτε κάποιον καλό σας φίλο, δεν είστε οι μόνοι που περνούν αυτή τη στενοχώρια. Πολλοί έχουν βρει αποτελεσματικούς τρόπους για να τα βγάλουν πέρα, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

[Υποσημείωση]

a Εφόσον ο καθένας πενθεί με το δικό του τρόπο, είναι άδικο να βγάζουν οι άλλοι συμπεράσματα για όσους δεν εξωτερικεύουν με έντονο τρόπο τα συναισθήματά τους για το θάνατο ενός αγαπημένου τους προσώπου.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 5]

«Ήμουν σαν χαμένη και ένιωθα εντελώς μόνη. Η μητέρα μου ήταν η καλύτερή μου φίλη»​—Άσλι