Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ηλικιωμένη και Χορτασμένη από Χρόνια

Ηλικιωμένη και Χορτασμένη από Χρόνια

Βιογραφία

Ηλικιωμένη και Χορτασμένη από Χρόνια

ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΟΥΡΙΕΛ ΣΜΙΘ

Δυνατά χτυπήματα τράνταξαν την πόρτα του σπιτιού μου. Μόλις είχα επιστρέψει για το μεσημεριανό γεύμα στο σπίτι έπειτα από ένα πολυάσχολο πρωινό στο έργο κηρύγματος. Όπως συνήθιζα, έβαλα να ζεσταθεί νερό για να φτιάξω τσάι και ετοιμαζόμουν να ξεκουραστώ μισή ώρα. Τα χτυπήματα ακούγονταν πολύ επίμονα και, καθώς κατευθυνόμουν προς την πόρτα, αναρωτήθηκα ποιος θα μπορούσε να είναι τέτοια ώρα. Δεν άργησα να μάθω. Οι δύο κύριοι στο κατώφλι μου συστήθηκαν ως αστυνομικοί. Μου είπαν ότι είχαν έρθει να ερευνήσουν το σπίτι μου για έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά​—μιας οργάνωσης που είχε τεθεί υπό απαγόρευση.

Γιατί ήταν υπό απαγόρευση οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αυστραλία, και πώς έγινα εγώ μία από αυτούς; Όλα ξεκίνησαν από ένα δώρο της μητέρας μου το 1910, όταν ήμουν δέκα ετών.

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ μου ζούσε σε ένα ξύλινο αγροτόσπιτο στο Κρόουζ Νεστ, ένα προάστιο του Βόρειου Σίντνεϊ. Μια μέρα επέστρεψα από το σχολείο και βρήκα τη μητέρα μου να μιλάει με κάποιον κύριο στην είσοδο του σπιτιού. Ήμουν περίεργη να μάθω ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος, ο οποίος φορούσε κουστούμι και κρατούσε μια τσάντα γεμάτη βιβλία. Ζήτησα συγνώμη και δειλά δειλά μπήκα στο σπίτι. Ωστόσο, ύστερα από λίγα λεπτά, με φώναξε η μητέρα μου και μου είπε: «Αυτός ο κύριος έχει μερικά ωραία βιβλία και όλα αφορούν την Αγία Γραφή. Εφόσον σε λίγο καιρό είναι τα γενέθλιά σου, μπορείς να πάρεις είτε ένα καινούριο φόρεμα είτε αυτά τα βιβλία. Τι προτιμάς;»

«Ω! μαμά, σε ευχαριστώ, θα πάρω τα βιβλία», αποκρίθηκα.

Έτσι λοιπόν, σε ηλικία δέκα ετών, απέκτησα τους πρώτους τρεις τόμους των Γραφικών Μελετών, του Κάρολου Τέηζ Ρώσσελ. Ο κύριος στην πόρτα εξήγησε στη μητέρα μου ότι θα χρειαζόμουν τη βοήθειά της για να κατανοήσω τα βιβλία, τα οποία πιθανώς θα ήταν πολύ δύσκολα για εμένα. Η μητέρα μου είπε ότι θα το έκανε αυτό ευχαρίστως. Δυστυχώς, λίγο καιρό αργότερα η μητέρα μου πέθανε. Ο πατέρας μου φρόντιζε με επιμέλεια τον αδελφό μου, την αδελφή μου και εμένα, αλλά τώρα χρειαζόταν να αναλάβω επιπρόσθετες ευθύνες, και αυτές φαίνονταν να αποτελούν μεγάλο βάρος για εμένα. Εντούτοις, μας περίμενε άλλη μια τραγωδία.

Το 1914 ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, και ύστερα από έναν μόλις χρόνο ο αγαπημένος μας πατέρας σκοτώθηκε. Ορφανοί πλέον, ο αδελφός μου και η αδελφή μου στάλθηκαν να ζήσουν με συγγενείς, και εγώ μπήκα σε ένα Καθολικό οικοτροφείο. Μερικές φορές με κατέθλιβε η μοναξιά. Ωστόσο, είμαι ευγνώμων για το ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθώ με τη μουσική, την οποία αγαπούσα πολύ, και κυρίως με το πιάνο. Τα χρόνια πέρασαν και αποφοίτησα από το οικοτροφείο. Το 1919, παντρεύτηκα τον Ρόι Σμιθ, έναν πωλητή μουσικών οργάνων. Το 1920, αποκτήσαμε ένα παιδί, και εγώ απορροφήθηκα και πάλι στις μέριμνες της καθημερινής ζωής. Τι απέγιναν, όμως, εκείνα τα βιβλία;

Μια Γειτόνισσα Μεταδίδει την Πνευματική Αλήθεια

Όλα εκείνα τα χρόνια, τα «Γραφικά βιβλία» ταξίδευαν μαζί μου. Αν και στην πραγματικότητα δεν τα είχα διαβάσει ποτέ, βαθιά μέσα μου γνώριζα ότι το άγγελμα που περιείχαν ήταν σημαντικό. Κατόπιν, κάποια μέρα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1920, η Λιλ Μπίμσον, μια γειτόνισσά μας, ήρθε για επίσκεψη. Καθήσαμε στο σαλόνι και πίναμε τσάι.

«Ω! έχεις αυτά τα βιβλία!» αναφώνησε ξαφνικά.

«Ποια βιβλία;» ρώτησα γεμάτη απορία.

Μου έδειξε τις Γραφικές Μελέτες που βρίσκονταν στη βιβλιοθήκη. Η Λιλ τα πήρε στο σπίτι της εκείνη τη μέρα και τα διάβασε με ενθουσιασμό. Η συγκίνησή της για αυτά που διάβαζε έγινε γρήγορα έκδηλη. Η Λιλ πήρε και άλλα έντυπα από τους Σπουδαστές της Γραφής, όπως ήταν τότε γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Επιπλέον, δεν μπορούσε να μη μας μιλάει για όλα τα πράγματα που μάθαινε. Ένα από τα βιβλία που απέκτησε ήταν Η Κιθάρα του Θεού, το οποίο δεν άργησε να καταλήξει στο σπίτι μας. Η σταδιοδρομία μου στην υπηρεσία του Ιεχωβά ξεκίνησε τελικά όταν αφιέρωσα χρόνο για να διαβάσω αυτό το Βιβλικό έντυπο. Επιτέλους, βρήκα απαντήσεις σε ουσιώδη ερωτήματα, τις οποίες δεν είχε μπορέσει να μου προσφέρει η εκκλησία μου.

Ευτυχώς για εμένα, ο Ρόι έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στο άγγελμα της Αγίας Γραφής, και έτσι γίναμε και οι δύο ενθουσιώδεις σπουδαστές της Γραφής. Προηγουμένως, ο Ρόι ήταν Μασόνος. Τώρα η οικογένειά μας ήταν ενωμένη στην αληθινή λατρεία, και δύο φορές την εβδομάδα ένας αδελφός διεξήγε Γραφική μελέτη με ολόκληρη την οικογένεια. Λάβαμε επιπρόσθετη ενθάρρυνση όταν αρχίσαμε να παρακολουθούμε τις συναθροίσεις που διεξήγαν οι Σπουδαστές της Γραφής. Οι συναθροίσεις γίνονταν σε μια μικρή ενοικιαζόμενη αίθουσα στο Νιούταουν, ένα προάστιο του Σίντνεϊ. Εκείνον τον καιρό, υπήρχαν λιγότεροι από 400 Μάρτυρες σε όλη τη χώρα, και έτσι οι περισσότεροι αδελφοί έπρεπε να διανύουν μεγάλες αποστάσεις για να παρακολουθούν τις συναθροίσεις.

Για την οικογένειά μας, η παρακολούθηση των συναθροίσεων απαιτούσε να διασχίζουμε τακτικά το λιμάνι του Σίντνεϊ. Προτού κατασκευαστεί η γέφυρα του λιμανιού του Σίντνεϊ το 1932, κάθε φορά που κάποιος ήθελε να διασχίσει το λιμάνι έπρεπε να χρησιμοποιεί φέριμποτ. Παρά το χρόνο και το κόστος που συνεπαγόταν αυτό το ταξίδι, προσπαθούσαμε να μη χάνουμε κανένα από τα πνευματικά γεύματα που παρείχε ο Ιεχωβά. Οι προσπάθειες που καταβάλλαμε για να εδραιωθούμε σταθερά στην αλήθεια άξιζαν τον κόπο, εφόσον ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος διαφαινόταν απειλητικός στον ορίζοντα, και το ζήτημα της ουδετερότητας επρόκειτο να επηρεάσει άμεσα την οικογένειά μας.

Καιρός Δοκιμασιών και Ανταμοιβών

Οι αρχές της δεκαετίας του 1930 ήταν συναρπαστικοί καιροί για εμένα και την οικογένειά μου. Βαφτίστηκα το 1930, και το 1931 παρευρέθηκα σε εκείνη την αξιομνημόνευτη συνέλευση στην οποία όλοι μας σηκωθήκαμε και συμφωνήσαμε να υιοθετήσουμε το υπέροχο όνομα Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ο Ρόι και εγώ προσπαθούσαμε να ζούμε σύμφωνα με αυτό το όνομα συμμετέχοντας σε όλες τις μορφές κηρύγματος και τις εκστρατείες που προωθούσε η οργάνωση. Λόγου χάρη, το 1932 λάβαμε μέρος στην εκστρατεία διανομής ενός ειδικού βιβλιαρίου με σκοπό να πλησιάσουμε τα πλήθη των ανθρώπων που είχαν έρθει για τα εγκαίνια της γέφυρας του λιμανιού του Σίντνεϊ. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός για εμάς ήταν το ότι χρησιμοποιήσαμε αυτοκίνητα εξοπλισμένα με μεγάφωνα και είχαμε το προνόμιο να εγκαταστήσουμε στο οικογενειακό μας αυτοκίνητο ένα τέτοιο ηχητικό σύστημα. Με αυτή την τεχνολογία, κάναμε τους δρόμους του Σίντνεϊ να αντηχούν από τις ηχογραφημένες Βιβλικές διαλέξεις του αδελφού Ρόδερφορντ.

Ωστόσο, οι καιροί άλλαζαν ξανά και γίνονταν όλο και πιο δύσκολοι. Το 1932 η Μεγάλη Οικονομική Κρίση είχε ήδη επηρεάσει σε σοβαρό βαθμό την Αυστραλία, έτσι λοιπόν ο Ρόι και εγώ αποφασίσαμε να απλοποιήσουμε τη ζωή μας. Ένας τρόπος ήταν το να μετακομίσουμε πιο κοντά στην εκκλησία, μειώνοντας έτσι σημαντικά τα έξοδα των μετακινήσεών μας. Οι οικονομικές πιέσεις, όμως, ωχριούσαν μπροστά στον τρόμο που έζωνε τη γη κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Επειδή υπάκουαν στην εντολή του Ιησού να μην είναι μέρος του κόσμου, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έγιναν στόχος διωγμού παγκόσμια, και η Αυστραλία δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Υποκινούμενοι από την υστερία του πολέμου, μερικοί μας χαρακτήριζαν κομμουνιστές. Εκείνοι οι εναντιούμενοι ισχυρίζονταν εσφαλμένα ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά χρησιμοποιούσαν τους τέσσερις ραδιοφωνικούς σταθμούς που διέθεταν στην Αυστραλία για να στέλνουν μηνύματα στον ιαπωνικό στρατό.

Οι νεαροί αδελφοί που κλήθηκαν για στρατιωτική υπηρεσία αντιμετώπισαν μεγάλη πίεση ώστε να συμβιβαστούν. Είμαι χαρούμενη που μπορώ να πω ότι και οι τρεις γιοι μας έλαβαν στάση υπέρ των πεποιθήσεών τους και διακράτησαν την ουδετερότητά τους. Ο μεγαλύτερος γιος μας, ο Ρίτσαρντ, καταδικάστηκε σε 18μηνη φυλάκιση. Ο δεύτερος γιος μας, ο Κέβιν, κατάφερε να καταχωριστεί ως αντιρρησίας συνείδησης. Δυστυχώς, όμως, ο μικρότερος γιος μας, ο Στιούαρτ, πέθανε σε ένα δυστύχημα με μοτοσικλέτα ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν για να ολοκληρώσει την υπεράσπισή του στο δικαστήριο σχετικά με το ζήτημα της ουδετερότητας. Αυτή η τραγωδία μάς έφερε στ’ αλήθεια μεγάλη οδύνη. Εντούτοις, διατηρώντας συγκεντρωμένη την προσοχή μας στη Βασιλεία και στην υπόσχεση του Ιεχωβά για ανάσταση βοηθηθήκαμε να υπομείνουμε.

Τους Ξέφυγε το Σημαντικότερο Λάφυρο

Τον Ιανουάριο του 1941, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αυστραλία τέθηκαν υπό απαγόρευση. Ωστόσο, όπως έκαναν οι απόστολοι του Ιησού, ο Ρόι και εγώ υπακούσαμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους, και επί δυόμισι χρόνια εξακολουθούσαμε να δρούμε υπό την επιφάνεια. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου χτύπησαν την πόρτα μου οι δύο αστυνομικοί με πολιτικά, όπως ανέφερα παραπάνω. Τι συνέβη;

Τους κάλεσα μέσα. Καθώς έμπαιναν στο σπίτι, τους είπα: «Σας πειράζει αν τελειώσω πρώτα το τσάι μου και μετά να ερευνήσετε το σπίτι;» Κατά παράδοξο τρόπο, συμφώνησαν, και εγώ πήγα στην κουζίνα για να προσευχηθώ στον Ιεχωβά και να συγκεντρωθώ. Όταν επέστρεψα, ο ένας αστυνομικός μπήκε στο χώρο όπου μελετούσαμε και πήρε ό,τι έβλεπε να έχει το σήμα της Σκοπιάς, καθώς και τα έντυπα που βρίσκονταν στην τσάντα μου για το έργο και τη Γραφή μου.

«Είστε βέβαιη ότι δεν υπάρχουν άλλα έντυπα κρυμμένα μέσα σε χαρτοκιβώτια;» ρώτησε κατόπιν. «Έχουμε πληροφορίες ότι κάθε εβδομάδα παρακολουθείτε μια συγκέντρωση που διεξάγεται σε κάποια αίθουσα στο τέρμα αυτού του δρόμου και ότι παίρνετε πολλά έντυπα εκεί».

«Αυτό είναι αλήθεια», απάντησα, «αλλά δεν υπάρχουν έντυπα τώρα εκεί».

«Ναι, το γνωρίζουμε αυτό, κ. Σμιθ», είπε. «Γνωρίζουμε επίσης ότι τα έντυπα αποθηκεύονται στα σπίτια των ατόμων στη γύρω περιοχή».

Στο δωμάτιο του γιου μας, βρήκαν πέντε χαρτοκιβώτια με αντίτυπα του βιβλιαρίου Ελευθερία ή Ρωμαιοκαθολικισμός (Freedom or Romanism).

«Είστε βέβαιη πως δεν υπάρχει κάτι άλλο στο γκαράζ;» ρώτησε.

«Όχι, δεν υπάρχει τίποτα εκεί», είπα.

Κατόπιν άνοιξε ένα ντουλάπι στην τραπεζαρία. Βρήκε ασυμπλήρωτα έντυπα, τα οποία χρησιμοποιούνταν για την έκθεση της εκκλησίας. Τα πήρε και επέμενε να ρίξει μια ματιά στο γκαράζ.

«Τότε ελάτε από εδώ», τους είπα.

Με ακολούθησαν έξω στο γκαράζ και, αφού ερεύνησαν το χώρο, τελικά έφυγαν.

Εκείνοι οι αστυνομικοί νόμιζαν ότι τα πέντε χαρτοκιβώτια ήταν σπουδαία λάφυρα! Ωστόσο, άφησαν το σημαντικότερο λάφυρο. Βλέπετε, εκείνον τον καιρό, εγώ υπηρετούσα ως γραμματέας της εκκλησίας και στο σπίτι είχα τους καταλόγους των ευαγγελιζομένων καθώς και άλλες σημαντικές πληροφορίες. Ευτυχώς, οι αδελφοί μάς είχαν προειδοποιήσει να αναμένουμε τέτοιες έρευνες, και εγώ είχα κρύψει προσεκτικά αυτά τα έγγραφα. Τα είχα βάλει σε φακέλους στον πάτο των δοχείων όπου είχα το τσάι, τη ζάχαρη και το αλεύρι. Επίσης, είχα αποθηκεύσει μερικούς μέσα σε ένα μεγάλο κλουβί πουλιών κοντά στο γκαράζ. Έτσι λοιπόν, οι αστυνομικοί πέρασαν ακριβώς δίπλα από τις πληροφορίες που ήθελαν.

Αρχίζω την Ολοχρόνια Υπηρεσία

Το 1947, τα μεγαλύτερα παιδιά μας είχαν δημιουργήσει δικές τους οικογένειες. Τότε, ο Ρόι και εγώ αποφασίσαμε ότι μπορούσαμε να αναλάβουμε την ολοχρόνια διακονία. Υπήρχε ανάγκη στον αγρό της Νότιας Αυστραλίας, έτσι λοιπόν πουλήσαμε το σπίτι μας και αγοράσαμε ένα τροχόσπιτο, το οποίο ονομάσαμε Μισπά, που σημαίνει «Σκοπιά». Αυτός ο τρόπος ζωής μάς έδινε τη δυνατότητα να κηρύττουμε σε απομακρυσμένες περιοχές. Πολλές φορές, καλύπταμε μη ανατεθειμένους αγροτικούς τομείς. Έχω πολλές ευχάριστες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο. Μία από τις μελέτες που διεξήγα ήταν με κάποια κοπέλα ονόματι Μπέβερλι. Προτού προοδεύσει μέχρι το βάφτισμα, έφυγε από την περιοχή. Φανταστείτε τη χαρά μου όταν χρόνια αργότερα με πλησίασε μια αδελφή σε κάποια συνέλευση και μου συστήθηκε ως Μπέβερλι! Τι ευτυχία μού έφερε έπειτα από όλα εκείνα τα χρόνια να τη βλέπω να υπηρετεί τον Ιεχωβά μαζί με το σύζυγό της και τα παιδιά της.

Το 1979, είχα το προνόμιο να παρακολουθήσω τη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα. Ένα από τα σημεία στα οποία δόθηκε έμφαση στη σχολή ήταν ότι για να υπομείνει κάποιος στη διακονία σκαπανέα πρέπει να ακολουθεί ένα καλό πρόγραμμα προσωπικής μελέτης. Ασφαλώς διαπίστωσα ότι αυτό είναι αλήθεια. Η μελέτη, οι συναθροίσεις και η διακονία ήταν όλη μου η ζωή. Το θεωρώ προνόμιό μου που έχω υπηρετήσει ως τακτική σκαπάνισσα 50 και πλέον χρόνια.

Αντιμετωπίζω Προβλήματα Υγείας

Στις τελευταίες δεκαετίες, όμως, μου έχουν παρουσιαστεί μερικές ιδιαίτερες προκλήσεις. Το 1962, διαπιστώθηκε ότι είχα γλαύκωμα. Εκείνον τον καιρό, η διαθέσιμη ιατρική αγωγή ήταν κάπως περιορισμένη και η όρασή μου εξασθένησε αρκετά γρήγορα. Η υγεία του Ρόι, επίσης, κλονίστηκε και το 1983 έπαθε ένα πολύ σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο το οποίο τον άφησε μερικώς παράλυτο και ανίκανο να μιλάει. Πέθανε το 1986. Μου είχε προσφέρει μεγάλη πρακτική βοήθεια όσον καιρό βρισκόμουν στην ολοχρόνια υπηρεσία, και μου λείπει πραγματικά.

Παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, προσπάθησα να διατηρήσω ένα καλό πνευματικό πρόγραμμα. Αγόρασα ένα αυτοκίνητο που άντεχε στη σκληρή χρήση, κατάλληλο για την υπηρεσία αγρού στην ημιαγροτική περιοχή μας, και συνέχισα το σκαπανικό μου με τη βοήθεια της κόρης μου της Τζόις. Η όρασή μου σταδιακά χειροτέρεψε μέχρι που την έχασα εντελώς από το ένα μάτι. Οι γιατροί το αντικατέστησαν με γυάλινο. Εντούτοις, με τη χρήση μεγεθυντικού φακού και των εντύπων με μεγάλα γράμματα, μπορούσα να δαπανώ τρεις με πέντε ώρες τη μέρα στη μελέτη χρησιμοποιώντας την περιορισμένη όραση που μου είχε απομείνει στο ένα μάτι.

Θεωρούσα πάντοτε εξαιρετικά πολύτιμο το χρόνο της μελέτης. Επομένως μπορείτε να φανταστείτε πόσο συγκλονίστηκα όταν, καθώς μελετούσα ένα απόγευμα, ξαφνικά δεν μπορούσα να δω τίποτα. Λες και κάποιος είχε σβήσει το φως. Η όρασή μου είχε πια χαθεί εντελώς. Πώς συνεχίζω να μελετώ; Μολονότι είμαι σχεδόν κουφή, βασίζομαι στις κασέτες ήχου και στη στοργική υποστήριξη της οικογένειάς μου για να διατηρούμαι πνευματικά ισχυρή.

Υπομένω Μέχρι Τέλους

Τώρα που έχω περάσει τα εκατό, υπάρχουν μερικά ακόμη πράγματα που δεν πάνε καλά με την υγεία μου, και χρειάστηκε να περιορίσω τις δραστηριότητές μου σε σημαντικό βαθμό. Ορισμένες φορές, αισθάνομαι κάπως χαμένη. Μάλιστα, τώρα που δεν βλέπω καθόλου, κάπου κάπου χάνομαι κυριολεκτικά! Πόσο θα ήθελα να διεξάγω μερικές Γραφικές μελέτες και πάλι, αλλά με την κατάσταση της υγείας μου, δεν μπορώ πλέον να βγαίνω και να τις βρίσκω. Στην αρχή, αυτό με κατέθλιβε. Έπρεπε να μάθω να αποδέχομαι τους περιορισμούς μου και να κάνω ό,τι μπορώ. Αυτό δεν ήταν εύκολο. Ωστόσο, τι προνόμιο είναι το ότι κάθε μήνα μπορώ να αφιερώνω κάποιον χρόνο μιλώντας για τον μεγαλειώδη Θεό μας, τον Ιεχωβά. Όταν μου δίνονται ευκαιρίες να μιλήσω για τη Γραφή, όπως όταν έρχονται νοσοκόμες, πλασιέ και άλλοι, τις αρπάζω​—με διακριτικότητα, φυσικά.

Μια από τις ευλογίες που μου φέρνουν τη μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι το να βλέπω τέσσερις γενιές της οικογένειάς μου να λατρεύουν πιστά τον Ιεχωβά. Μερικοί από αυτούς έχουν διευρύνει τη δράση τους υπηρετώντας ως σκαπανείς σε μέρη όπου η ανάγκη είναι μεγάλη, ως πρεσβύτεροι ή διακονικοί υπηρέτες, καθώς και στο Μπέθελ. Βέβαια, όπως πολλοί από τη γενιά μου, είχα την προσδοκία ότι το τέλος αυτού του συστήματος θα ερχόταν αρκετά πιο νωρίς. Αλλά τι αύξηση έχω δει στη διάρκεια των εφτά δεκαετιών της υπηρεσίας μου! Απολαμβάνω μεγάλη ικανοποίηση καθώς γνωρίζω ότι έχω συμμετάσχει σε κάτι τόσο μεγαλειώδες.

Οι νοσοκόμες που με επισκέπτονται σχολιάζουν ότι πρέπει να είναι η πίστη μου που με κρατάει ζωντανή. Συμφωνώ μαζί τους. Το να είναι κανείς δραστήριος στην υπηρεσία του Ιεχωβά συμβάλλει στο να ζει την καλύτερη δυνατή ζωή. Όπως συνέβη με τον Βασιλιά Δαβίδ, μπορώ να πω πραγματικά ότι είμαι ηλικιωμένη και χορτασμένη από χρόνια.​—1 Χρονικών 29:28.

(Η αδελφή Μιούριελ Σμιθ πέθανε την 1η Απριλίου 2002, όταν αυτό το άρθρο έπαιρνε την τελική του μορφή. Σε ηλικία 102 ετών παρά έναν μήνα, η αδελφή ήταν πραγματικά υποδειγματική σε πιστότητα και υπομονή.)

[Εικόνες στη σελίδα 24]

Όταν ήμουν περίπου πέντε χρονών, και σε ηλικία 19 ετών, όταν γνώρισα το σύζυγό μου, τον Ρόι

[Εικόνα στη σελίδα 26]

Το αυτοκίνητό μας και το τροχόσπιτο που ονομάσαμε Μισπά

[Εικόνα στη σελίδα 27]

Με το σύζυγό μου, τον Ρόι, το 1971