Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ικανοποιητική Ζωή Παρά τις Θλίψεις

Ικανοποιητική Ζωή Παρά τις Θλίψεις

Βιογραφία

Ικανοποιητική Ζωή Παρά τις Θλίψεις

ΑΦΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΝΤΡΕΪ ΧΑΪΝΤ

Αναλογιζόμενη τα 63 και πλέον χρόνια ολοχρόνιας διακονίας​—59 από αυτά στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά—​μπορώ να πω ότι έχω απολαύσει ικανοποιητική ζωή. Στην πραγματικότητα, το να βλέπω τον πρώτο μου σύζυγο να αργοπεθαίνει από καρκίνο και τον δεύτερο να υποφέρει από τις τρομακτικές συνέπειες της νόσου του Αλτσχάιμερ ήταν κάτι που με καταρράκωσε. Επιτρέψτε μου, όμως, να σας εξηγήσω πώς έχω διατηρήσει τη χαρά μου παρά τις συμφορές αυτές.

ΠΕΡΑΣΑ την παιδική μου ηλικία σε ένα αγρόκτημα στα περίχωρα της κωμόπολης Χάξταν στις πεδιάδες του βορειοανατολικού Κολοράντο, κοντά στα σύνορα με τη Νεμπράσκα. Ήμουν το πέμπτο από τα έξι παιδιά του Όραλ και της Νίνα Μοκ. Ο Ράσελ, ο Γουέιν, η Κλάρα και η Άρντις είχαν γεννηθεί μεταξύ του 1913 και του 1920, και εγώ ακολούθησα τον επόμενο χρόνο. Ο Κέρτις γεννήθηκε το 1925.

Το 1913, η μητέρα μου έγινε Σπουδάστρια της Γραφής, όπως αποκαλούνταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Με τον καιρό, γνωρίσαμε την αλήθεια και εμείς τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

Ωφέλιμη Ζωή στις Πεδιάδες

Ο πατέρας μου ήταν πολύ προοδευτικός. Είχαμε ηλεκτρικό φως σε όλα τα κτίσματά μας στο αγρόκτημα, κάτι πολύ σπάνιο εκείνη την εποχή. Απολαμβάναμε επίσης τα παραδοσιακά προϊόντα της αγροτικής ζωής—αβγά από τις δικές μας κότες, και γάλα, ανθόγαλα και βούτυρο από τις δικές μας αγελάδες. Χρησιμοποιούσαμε άλογα για να οργώνουμε τη γη και καλλιεργούσαμε φράουλες και πατάτες, καθώς επίσης σιτάρι και καλαμπόκι.

Ο πατέρας μου πίστευε ότι όλα εμείς τα παιδιά έπρεπε να μάθουμε να εργαζόμαστε. Πριν ακόμα αρχίσω το σχολείο, είχα εκπαιδευτεί να εργάζομαι στα χωράφια. Θυμάμαι ότι κάποιες καλοκαιρινές μέρες ξεχορτάριαζα με την τσάπα μακριά αυλάκια στον κήπο μας, κάτω από τον καυτό ήλιο. “Θα φτάσω ποτέ στην άκρη;” αναρωτιόμουν. Ο ιδρώτας έτρεχε στο σώμα μου και οι μέλισσες με τσιμπούσαν. Μερικές φορές, λυπόμουν τον εαυτό μου επειδή άλλα παιδιά δεν χρειαζόταν να εργάζονται τόσο σκληρά όσο εμείς. Πραγματικά, όμως, όταν αναπολώ την παιδική μου ηλικία, είμαι ευγνώμων που μας έμαθαν να εργαζόμαστε.

Σε όλους μας είχαν ανατεθεί εργασίες. Η Άρντις άρμεγε καλύτερα από εμένα τις αγελάδες, γι’ αυτό δική μου εργασία ήταν να καθαρίζω τους στάβλους, φτυαρίζοντας την κοπριά. Ωστόσο, διασκεδάζαμε κιόλας και παίζαμε παιχνίδια. Η Άρντις και εγώ ήμασταν μέλη μιας τοπικής ομάδας σόφτμπολ. Εγώ έριχνα την μπάλα ή έπαιζα στην τρίτη βάση, και η Άρντις έπαιζε στην πρώτη βάση.

Ο ξάστερος ουρανός φαινόταν πολύ όμορφος από το λιβάδι. Τα χιλιάδες αστέρια μού θύμιζαν τον Δημιουργό μας, τον Ιεχωβά Θεό. Ακόμη και όταν ήμουν παιδί, σκεφτόμουν το εδάφιο Ψαλμός 147:4, το οποίο λέει: «[Ο Ιεχωβά] μετράει τον αριθμό των άστρων· τα καλεί όλα με το όνομά τους». Πολλές από αυτές τις ξάστερες νύχτες, ο σκύλος μας, ο Τζατζ, έβαζε το κεφάλι του πάνω στην ποδιά μου και μου κρατούσε συντροφιά. Συνήθως, καθόμουν στη βεράντα μας το απόγευμα και θαύμαζα τα πράσινα σπαρτά, που με το φύσημα του αέρα γυάλιζαν σαν ασήμι κάτω από το φως του ήλιου.

Το Καλό Παράδειγμα της Μητέρας Μου

Η μητέρα μου ήταν πολύ αφοσιωμένη σύζυγος. Ο πατέρας ήταν πάντα ο άντρας του σπιτιού και η μητέρα μάς έμαθε να τον σεβόμαστε. Το 1939 έγινε και αυτός Μάρτυρας του Ιεχωβά. Παρότι μας έβαζε να εργαζόμαστε σκληρά και δεν μας καλομάθαινε, ξέραμε ότι μας αγαπούσε. Πολλές φορές το χειμώνα έζευε τα άλογα στο έλκηθρο και μας πήγαινε βόλτα. Πόσο απολαμβάναμε τη λάμψη του χιονιού!

Η μητέρα μας, όμως, ήταν αυτή που μας δίδαξε να αγαπούμε τον Θεό και να σεβόμαστε την Αγία Γραφή. Μάθαμε ότι το όνομα του Θεού είναι Ιεχωβά και ότι αυτός είναι η Πηγή της ζωής. (Ψαλμός 36:9· 83:18) Μάθαμε επίσης ότι μας έχει προμηθεύσει οδηγίες, όχι για να μας στερήσει τη χαρά, αλλά για την ωφέλειά μας. (Ησαΐας 48:17) Η μητέρα μάς υπενθύμιζε συνεχώς ότι έχουμε να κάνουμε ένα ιδιαίτερο έργο. Μάθαμε πως ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του: «Αυτά τα καλά νέα της βασιλείας θα κηρυχτούν σε όλη την κατοικημένη γη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη· και τότε θα έρθει το τέλος».—Ματθαίος 24:14.

Σε εκείνα τα πρώτα μου χρόνια, όποτε γύριζα σπίτι από το σχολείο και η μητέρα μου δεν ήταν εκεί, έψαχνα να τη βρω. Μια φορά, όταν ήμουν περίπου έξι ή εφτά χρονών, τη βρήκα στη σιταποθήκη. Τότε, άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Βρισκόμασταν μέσα στον αχυρώνα, και τη ρώτησα αν ο Θεός έφερνε και άλλον Κατακλυσμό. Με διαβεβαίωσε ότι ο Θεός είχε υποσχεθεί πως δεν θα ξανακατέστρεφε τη γη με πλημμύρα. Θυμάμαι επίσης πόσες φορές τρέχαμε να κρυφτούμε στο κελάρι, επειδή οι ανεμοστρόβιλοι ήταν συχνό φαινόμενο.

Πριν ακόμα γεννηθώ, η μητέρα μου συμμετείχε στο έργο κηρύγματος. Στο σπίτι μας συναθροιζόταν ένας όμιλος αδελφών, οι οποίοι είχαν όλοι την ελπίδα να ζήσουν με τον Χριστό στους ουρανούς. Αν και το κήρυγμα από σπίτι σε σπίτι αποτελούσε πρόκληση για τη μητέρα, εκείνη άφηνε την αγάπη της για τον Θεό να νικάει το φόβο της. Παρέμεινε πιστή μέχρι την ημέρα του θανάτου της, στις 24 Νοεμβρίου 1969, σε ηλικία 84 ετών. «Μητέρα, θα πας στον ουρανό και θα είσαι ανάμεσα σε γνωστούς», της ψιθύρισα στο αφτί. Πόσο χάρηκα που ήμουν κοντά στη μητέρα μου σε εκείνη την περίπτωση και μοιράστηκα την πεποίθησή μου μαζί της! Εκείνη είπε χαμηλόφωνα: «Είσαι πολύ καλή μαζί μου».

Αρχίσαμε το Κήρυγμα

Το 1939, ο Ράσελ έγινε σκαπανέας, όπως αποκαλούνται οι ολοχρόνιοι κήρυκες των καλών νέων ανάμεσα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Έκανε σκαπανικό στην Οκλαχόμα και στη Νεμπράσκα μέχρι το 1944, οπότε προσκλήθηκε να υπηρετήσει στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά (που ονομάζονται Μπέθελ), στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Εγώ άρχισα το σκαπανικό στις 20 Σεπτεμβρίου 1941 και υπηρέτησα σε διάφορες τοποθεσίες στο Κολοράντο, στο Κάνσας και στη Νεμπράσκα. Ήταν ωραία τα χρόνια του σκαπανικού, όχι μόνο επειδή μπορούσα να βοηθώ άλλους να μάθουν για τον Ιεχωβά, αλλά επίσης επειδή έμαθα να βασίζομαι σε αυτόν.

Περίπου τον καιρό που ο Ράσελ άρχισε το σκαπανικό, ο Γουέιν σπούδαζε στην ανατολική ακτή, αφού είχε εργαστεί για λίγο καιρό. Αργότερα, προσκλήθηκε στο Μπέθελ. Για κάποιο διάστημα υπηρέτησε στο Αγρόκτημα της Βασιλείας, κοντά στην Ίθακα της Νέας Υόρκης. Εκεί, παρήγαν τροφή για τη μικρή οικογένεια του αγροκτήματος, καθώς και για τους 200 περίπου εθελοντές που υπηρετούσαν στο Μπέθελ του Μπρούκλιν. Ο Γουέιν χρησιμοποίησε τις επιδεξιότητες και την πείρα του στην υπηρεσία του Ιεχωβά μέχρι το θάνατό του το 1988.

Η αδελφή μου η Άρντις παντρεύτηκε τον Τζέιμς Κερν και απέκτησαν πέντε παιδιά. Πέθανε το 1997. Η άλλη μου αδελφή, η Κλάρα, παραμένει πιστή στον Ιεχωβά μέχρι σήμερα, και στη διάρκεια των διακοπών μου εξακολουθώ να την επισκέπτομαι στο σπίτι της στο Κολοράντο. Ο μικρότερος αδελφός μας, ο Κέρτις, ήρθε στο Μπέθελ του Μπρούκλιν στα μέσα της δεκαετίας του 1940. Ήταν οδηγός σε φορτηγό που μετέφερε διάφορες προμήθειες και προϊόντα από και προς το Αγρόκτημα της Βασιλείας. Δεν παντρεύτηκε ποτέ και πέθανε το 1971.

Η Επιθυμία Μου—Να Υπηρετήσω στο Μπέθελ

Οι μεγαλύτεροι αδελφοί μου είχαν πάει στο Μπέθελ νωρίτερα, και ήταν και δική μου επιθυμία να υπηρετήσω εκεί. Είμαι βέβαιη ότι, επειδή εκείνοι αποτελούσαν καλό παράδειγμα, προσκλήθηκα και εγώ. Ακούγοντας τη μητέρα μου να μιλάει για την ιστορία της οργάνωσης του Θεού και βλέποντας και η ίδια την εκπλήρωση των Βιβλικών προφητειών σχετικά με τις τελευταίες ημέρες, ανέπτυξα την επιθυμία να υπηρετήσω στο Μπέθελ. Ευχήθηκα στον Ιεχωβά μέσω προσευχής πως, αν μου επέτρεπε να υπηρετήσω στο Μπέθελ, δεν θα έφευγα ποτέ από εκεί παρά μόνο αν είχα Χριστιανικές υποχρεώσεις να εκπληρώσω.

Έφτασα στο Μπέθελ στις 20 Ιουνίου 1945, και διορίστηκα να εργάζομαι ως νοικοκυρά. Έπρεπε να καθαρίζω 13 δωμάτια και να στρώνω 26 κρεβάτια κάθε μέρα, επιπλέον δε να καθαρίζω διαδρόμους, σκάλες και παράθυρα. Η εργασία ήταν σκληρή. Κάθε μέρα στην εργασία, μονολογούσα: “Εντάξει, κουράζεσαι, αλλά βρίσκεσαι στο Μπέθελ, τον οίκο του Θεού!”

Ο Γάμος με τον Νάθαν Νορ

Από τη δεκαετία του 1920, όσοι Μπεθελίτες επιθυμούσαν να παντρευτούν έπρεπε να φύγουν από το Μπέθελ και να υπηρετήσουν αλλού τα συμφέροντα της Βασιλείας. Στις αρχές, όμως, της δεκαετίας του 1950, επιτράπηκε σε μερικά ζευγάρια τα οποία είχαν υπηρετήσει στο Μπέθελ αρκετό καιρό να παντρευτούν και να παραμείνουν. Όταν, λοιπόν, ο Νάθαν Ο. Νορ, ο οποίος εκείνον τον καιρό είχε την ηγεσία στο παγκόσμιο έργο της Βασιλείας, έδειξε ενδιαφέρον για εμένα, σκέφτηκα: “Αυτός θα παραμείνει σίγουρα!”

Ο Νάθαν είχε πολλές ευθύνες σχετικές με την επίβλεψη της παγκόσμιας δράσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Έτσι λοιπόν, υπήρξε απόλυτα ειλικρινής μαζί μου, αναφέροντάς μου πολλούς λόγους για τους οποίους θα έπρεπε να το σκεφτώ καλά προτού δεχτώ την πρόταση γάμου που μου έκανε. Εκείνον τον καιρό, ταξίδευε πολύ επισκεπτόμενος τα τμήματα των Μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο, και συχνά έλειπε ολόκληρες εβδομάδες. Γι’ αυτό, μου εξήγησε ότι θα ήμασταν χώρια επί μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Ως κοπέλα, ονειρευόμουν να παντρευτώ άνοιξη και να πάω γαμήλιο ταξίδι στα νησιά Χαβάη, στον Ειρηνικό. Αντί για αυτό, παντρευτήκαμε χειμώνα, στις 31 Ιανουαρίου 1953, και πήγαμε γαμήλιο ταξίδι εκείνο το απόγευμα του Σαββάτου και την Κυριακή στο Νιου Τζέρσι. Τη Δευτέρα ξαναγυρίσαμε στην υπηρεσία μας. Μια εβδομάδα αργότερα, όμως, φύγαμε όντως για ένα εφταήμερο γαμήλιο ταξίδι.

Ένας Εργατικός Σύντροφος

Ο Νάθαν ήταν 18 χρονών όταν ήρθε στο Μπέθελ το 1923. Έλαβε πολύτιμη εκπαίδευση από παλιούς αδελφούς όπως ο Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, ο οποίος είχε την ηγεσία στο έργο των Μαρτύρων, και ο υπεύθυνος του τυπογραφείου Ρόμπερτ Τζ. Μάρτιν. Όταν πέθανε ο αδελφός Μάρτιν, το Σεπτέμβριο του 1932, ο Νάθαν έγινε υπεύθυνος του τυπογραφείου. Τον επόμενο χρόνο, ο αδελφός Ρόδερφορντ πήρε τον Νάθαν μαζί του όταν επισκέφτηκε γραφεία τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ευρώπη. Τον Ιανουάριο του 1942, όταν ο αδελφός Ρόδερφορντ πέθανε, ανατέθηκε στον Νάθαν η ευθύνη της επίβλεψης του παγκόσμιου έργου των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Ο Νάθαν ήταν πολύ προοδευτικός, κάνοντας πάντοτε σχέδια για μελλοντική αύξηση. Κάποιοι το θεώρησαν αυτό άτοπο, εφόσον πίστευαν ότι το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων ήταν πολύ κοντά. Μάλιστα, κάποιος που είδε τα σχέδια του Νάθαν τον ρώτησε: «Τι είναι αυτά, αδελφέ Νορ; Δεν έχεις καθόλου πίστη;» Εκείνος απάντησε: «Ναι, έχω, αλλά αν το τέλος δεν έρθει τόσο σύντομα όσο περιμένουμε, εμείς θα είμαστε έτοιμοι».

Κάποια ιδέα την οποία ο Νάθαν υποστήριζε ένθερμα ήταν η ίδρυση μιας σχολής για ιεραποστόλους. Έτσι λοιπόν, την 1η Φεβρουαρίου 1943, ξεκίνησε μια ιεραποστολική σχολή στο μεγάλο αγρόκτημα στο οποίο υπηρετούσε τότε ο αδελφός μου ο Γουέιν. Αν και η σχολή περιλάμβανε πέντε περίπου μήνες εντατικής μελέτης της Γραφής, ο Νάθαν φρόντιζε να απολαμβάνουν οι σπουδαστές και κάποια αναψυχή. Στις πρώτες τάξεις, έπαιζε σόφτμπολ μαζί με τους σπουδαστές, αλλά αργότερα σταμάτησε να παίζει μη τυχόν κάποιος τραυματισμός τον εμπόδιζε να παρευρεθεί στις συνελεύσεις περιφερείας του καλοκαιριού. Αντί για αυτό, προτίμησε να είναι διαιτητής. Οι σπουδαστές χαίρονταν όταν ο Νάθαν παραβίαζε σκανδαλωδώς τους κανονισμούς ευνοώντας τους ξένους σπουδαστές που έπαιζαν.

Ταξίδια με τον Νάθαν

Τελικά, άρχισα να ταξιδεύω στο εξωτερικό με τον Νάθαν. Μου άρεσε πολύ να μοιράζομαι εμπειρίες με τους εθελοντές των γραφείων τμήματος και τους ιεραποστόλους. Μπορούσα να διακρίνω από πρώτο χέρι την αγάπη και την αφοσίωσή τους, και γνώρισα το πρόγραμμά τους και τις συνθήκες διαβίωσης στις χώρες στις οποίες είχαν διοριστεί. Στο πέρασμα των ετών, συνέχισα να λαβαίνω ευχαριστήριες επιστολές για αυτές τις επισκέψεις.

Αναλογιζόμενη τα ταξίδια μας, θυμάμαι πολλά περιστατικά. Για παράδειγμα, όταν επισκεφτήκαμε την Πολωνία, δυο αδελφές συζητούσαν ψιθυριστά η μια με την άλλη μπροστά μου. Τις ρώτησα: «Γιατί ψιθυρίζετε;» Αυτές μου ζήτησαν συγνώμη, εξηγώντας μου ότι είχαν συνηθίσει να ψιθυρίζουν, εφόσον το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν υπό απαγόρευση στην Πολωνία και τα σπίτια τους ήταν παγιδευμένα με μικρόφωνα.

Η αδελφή Άνταχ ήταν ένα από τα πολλά άτομα που είχαν υπηρετήσει υπό απαγόρευση στην Πολωνία. Είχε κατσαρά μαλλιά με αφέλειες. Κάποια φορά σήκωσε τις αφέλειές της και μου έδειξε μια βαθιά ουλή που της είχε αφήσει το χτύπημα ενός διώκτη. Συγκλονίστηκα όταν είδα από πρώτο χέρι τα αποτελέσματα της απάνθρωπης μεταχείρισης που ήταν αναγκασμένοι να υπομένουν οι αδελφοί και οι αδελφές μας.

Μετά το Μπέθελ, η Χαβάη είναι το πιο αγαπημένο μου μέρος. Θυμάμαι τη συνέλευση που έλαβε χώρα εκεί, στην πόλη Χίλο το 1957. Ήταν μια σημαντική περίσταση, και οι παρευρεθέντες ξεπέρασαν το συνολικό αριθμό των τοπικών Μαρτύρων. Ο δήμαρχος μάλιστα παρέδωσε στον Νάθαν το κλειδί της πόλης. Πολλοί ήρθαν να μας χαιρετίσουν στολίζοντάς μας με γιρλάντες από λουλούδια.

Μια άλλη συναρπαστική συνέλευση ήταν αυτή της Νυρεμβέργης στη Γερμανία το 1955, η οποία έλαβε χώρα εκεί όπου γίνονταν κάποτε οι παρελάσεις του Χίτλερ. Είναι ευρέως γνωστό ότι ο Χίτλερ είχε ορκιστεί να εξοντώσει το λαό του Ιεχωβά στη Γερμανία, αλλά τώρα αυτό το στάδιο ήταν γεμάτο από Μάρτυρες του Ιεχωβά! Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Το βήμα ήταν πελώριο και είχε ένα εντυπωσιακό σκηνικό αποτελούμενο από 144 μεγάλες κολόνες. Ήμουν στην εξέδρα και μπορούσα να δω το τεράστιο ακροατήριο των 107.000 και πλέον ατόμων. Η απόσταση μέχρι την άκρη του σταδίου ήταν τόσο μεγάλη ώστε μόλις που μπορούσα να διακρίνω την τελευταία σειρά.

Μπορούσαμε να αντιληφθούμε την ακεραιότητα των Γερμανών αδελφών και τη δύναμη που είχαν λάβει από τον Ιεχωβά στη διάρκεια του διωγμού τους από το καθεστώς των Ναζί. Αυτό ενίσχυσε τη δική μας αποφασιστικότητα να είμαστε όσιοι και να διατηρούμε την ακεραιότητά μας στον Ιεχωβά. Ο Νάθαν εκφώνησε την τελική ομιλία και ολοκληρώνοντας χαιρέτησε το ακροατήριο κουνώντας τα χέρια του. Εκείνοι ανταποκρίθηκαν αμέσως κουνώντας τα μαντίλια τους ως αποχαιρετισμό. Ήταν σαν ένα πανέμορφο λιβάδι με λουλούδια.

Αξέχαστη, επίσης, ήταν η επίσκεψή μας στην Πορτογαλία το Δεκέμβριο του 1974. Παρακολουθήσαμε στη Λισαβώνα την πρώτη συνέλευση των Μαρτύρων αφότου νομιμοποιήθηκε το έργο μας μαρτυρίας. Ήταν απαγορευμένο επί 50 χρόνια! Αν και τότε υπήρχαν μόνο 14.000 ευαγγελιζόμενοι της Βασιλείας στη χώρα, πάνω από 46.000 άτομα παρευρέθηκαν στις δύο συνελεύσεις που πραγματοποιήθηκαν. Τα μάτια μου γέμιζαν δάκρυα όταν οι αδελφοί έλεγαν: «Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε πια. Είμαστε ελεύθεροι».

Από τον καιρό που ταξίδευα με τον Νάθαν ως σήμερα, απολαμβάνω την ανεπίσημη μαρτυρία—στα αεροπλάνα, στα εστιατόρια—και το έργο δρόμου. Έχω πάντοτε έντυπα μαζί μου ώστε να είμαι έτοιμη. Κάποια φορά, ενόσω περιμέναμε για μια πτήση που είχε καθυστέρηση, κάποια κυρία με ρώτησε πού εργαζόμουν. Έτσι ξεκίνησε μια συζήτηση με αυτήν και με άλλους γύρω μας που άκουγαν. Η υπηρεσία Μπέθελ και το έργο κηρύγματος με κρατούν απασχολημένη και πολύ χαρούμενη.

Αρρώστια και Αποχαιρετιστήρια Ενθάρρυνση

Το 1976, ο Νάθαν αρρώστησε από καρκίνο, και εγώ μαζί με την οικογένεια Μπέθελ τον βοηθήσαμε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Παρά τη φθίνουσα υγεία του, καλούσαμε στο δωμάτιό μας μέλη των γραφείων τμήματος από όλο τον κόσμο, οι οποίοι βρίσκονταν τότε στο Μπρούκλιν για εκπαίδευση. Θυμάμαι τις επισκέψεις του Ντον και της Ερλίν Στιλ, του Λόιντ και της Μέλμπα Μπάρι, του Ντάγκλας και της Μαίρης Γκεστ, του Μάρτιν και της Γκέρτρουτ Πέτσιγκερ, του Πράις Χιουζ και πολλών άλλων. Συνήθως μας αφηγούνταν εμπειρίες από τη χώρα τους. Μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση οι εμπειρίες που είχαν σχέση με τη σταθερότητα των αδελφών μας σε περιόδους απαγόρευσης.

Όταν ο Νάθαν συνειδητοποίησε ότι ο θάνατός του πλησίαζε, μου έδωσε ορισμένες καλές συμβουλές για να με βοηθήσει να αντιμετωπίσω τη χηρεία, λέγοντας: «Είχαμε έναν ευτυχισμένο γάμο. Πολλοί άνθρωποι δεν το γεύονται ποτέ αυτό». Κάτι που έκανε το γάμο μας ευτυχισμένο ήταν η στοχαστικότητα του Νάθαν. Για παράδειγμα, όταν συναντούσαμε διάφορα άτομα στα ταξίδια μας, μου έλεγε: «Όντρεϊ, αν κάποιες φορές δεν σου τους συστήνω, είναι επειδή μου διαφεύγει το όνομά τους». Χαιρόμουν πολύ που μου το έλεγε αυτό εκ των προτέρων.

Ο Νάθαν μού υπενθύμισε: «Μετά το θάνατο, η ελπίδα μας είναι βέβαιη, και δεν θα χρειαστεί να υποφέρουμε ποτέ πια». Κατόπιν με πρότρεψε: «Να κοιτάζεις μπροστά, επειδή εκεί βρίσκεται η ανταμοιβή σου. Μη ζεις στο παρελθόν—αν και οι αναμνήσεις σου θα παραμένουν. Ο χρόνος θα σε βοηθήσει να γιατρευτείς. Μη νιώσεις πικρία και μη λυπάσαι τον εαυτό σου. Να είσαι ευτυχισμένη που είχες αυτές τις χαρές και τις ευλογίες. Σε λίγο, θα δεις ότι οι αναμνήσεις θα σου φέρνουν χαρά. Οι αναμνήσεις είναι δώρο του Θεού για εμάς». Και πρόσθεσε: «Να παραμένεις πολυάσχολη—προσπάθησε να χρησιμοποιείς τη ζωή σου κάνοντας πράγματα για τους άλλους. Αυτό θα σε βοηθήσει να βρίσκεις χαρά στη ζωή». Τελικά, στις 8 Ιουνίου 1977, ο Νάθαν παρήλθε από την επίγεια σκηνή.

Γάμος με τον Γκλεν Χάιντ

Ο Νάθαν μού είχε πει ότι μπορούσα να διαλέξω ανάμεσα στο να ζω στο παρελθόν με τις αναμνήσεις μου ή στο να ξεκινήσω μια νέα ζωή. Έτσι λοιπόν, το 1978, έπειτα από τη μετάθεσή μου στα Αγροκτήματα της Σκοπιάς στο Γουόλκιλ της Νέας Υόρκης, παντρεύτηκα τον Γκλεν Χάιντ, έναν πολύ όμορφο, ήσυχο και ευγενικό άνθρωπο. Προτού γίνει Μάρτυρας, είχε υπηρετήσει στο Ναυτικό όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν σε πόλεμο με την Ιαπωνία.

Ο Γκλεν είχε υπηρετήσει σε μια τορπιλάκατο περιπολίας, εργαζόμενος στο μηχανοστάσιο. Λόγω του θορύβου της μηχανής, έχασε κατά μέρος την ακοή του. Μετά τον πόλεμο, έγινε πυροσβέστης. Επί χρόνια έβλεπε εφιάλτες λόγω των εμπειριών που είχε στον πόλεμο. Έμαθε τη Βιβλική αλήθεια από τη γραμματέα του, η οποία του έδωσε ανεπίσημη μαρτυρία.

Αργότερα, το 1968, ο Γκλεν προσκλήθηκε στο Μπέθελ για να υπηρετήσει ως πυροσβέστης στο Μπρούκλιν. Κατόπιν, όταν τα Αγροκτήματα της Σκοπιάς απέκτησαν δικό τους πυροσβεστικό όχημα, μετατέθηκε εκεί το 1975. Αργότερα, προσβλήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Δέκα χρόνια μετά το γάμο μας, ο Γκλεν πέθανε.

Πώς θα τα έβγαζα πέρα; Η σοφία που μου είχε μεταδώσει ο Νάθαν όταν καταλάβαινε ότι πλησίαζε ο θάνατός του με παρηγόρησε ξανά. Διάβαζα επανειλημμένα όσα μου είχε γράψει σχετικά με την αντιμετώπιση της χηρείας. Εξακολουθώ να συζητώ αυτά τα σχόλια και με άλλα άτομα που έχουν χάσει το σύντροφό τους, και έχουν παρηγορηθεί και εκείνα από τις συμβουλές του Νάθαν. Ναι, είναι καλό να κοιτάζει κανείς μπροστά, όπως παρότρυνε εμένα να κάνω.

Πολύτιμη Αδελφότητα

Κάτι που έχει συμβάλει ιδιαίτερα στη χαρούμενη, ικανοποιητική ζωή μου είναι οι αγαπητοί φίλοι στην οικογένεια Μπέθελ. Συγκεκριμένα, μία φίλη είναι η Έστερ Λόπεζ, η οποία αποφοίτησε το 1944 από την τρίτη τάξη της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς. Επέστρεψε στο Μπρούκλιν το Φεβρουάριο του 1950 για να υπηρετήσει ως μεταφράστρια των Βιβλικών μας εντύπων στην ισπανική. Συχνά, όταν ο Νάθαν έλειπε, η Έστερ ήταν η στενή μου σύντροφος. Είναι και αυτή στα Αγροκτήματα της Σκοπιάς. Τώρα, σε ηλικία περίπου 95 χρονών, η υγεία της έχει κλονιστεί και οι αδελφοί τη φροντίζουν στο ιατρείο μας.

Από τα άμεσα μέλη της οικογένειάς μου, μόνο ο Ράσελ και η Κλάρα βρίσκονται ακόμη στη ζωή. Ο Ράσελ είναι πάνω από 90 και υπηρετεί πιστά στο Μπέθελ του Μπρούκλιν. Ήταν από τους πρώτους στους οποίους επιτράπηκε να παραμείνουν στο Μπέθελ μετά το γάμο τους. Το 1952, παντρεύτηκε μια Μπεθελίτισσα, την Τζιν Λάρσον. Ο αδελφός της Τζιν, ο Μαξ, ήρθε στο Μπέθελ το 1939 και διαδέχθηκε τον Νάθαν ως επίσκοπος του τυπογραφείου το 1942. Ο Μαξ συνεχίζει να επωμίζεται μεγάλο φορτίο καθηκόντων στο Μπέθελ, μεταξύ άλλων και τη φροντίδα της αγαπημένης του συζύγου, της Έλεν, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας.

Αναλογιζόμενη τα 63 και πλέον χρόνια ολοχρόνιας υπηρεσίας στον Ιεχωβά, μπορώ να πω ότι έχω απολαύσει μια πραγματικά ικανοποιητική ζωή. Το Μπέθελ έγινε σπίτι μου και συνεχίζω να υπηρετώ εδώ με χαρά στην καρδιά. Οι γονείς μου ήταν αξιέπαινοι επειδή μας δίδαξαν τη σπουδαιότητα της εργασίας και μας ενστάλαξαν την επιθυμία να υπηρετούμε τον Ιεχωβά. Αυτό όμως που κάνει τη ζωή στ’ αλήθεια ικανοποιητική είναι η υπέροχη αδελφότητά μας και η ελπίδα να ζήσουμε με τους αδελφούς και τις αδελφές μας σε μια παραδεισένια γη, υπηρετώντας τον Μεγαλειώδη Δημιουργό μας, τον μόνο αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, για όλη την αιωνιότητα.

[Εικόνα στη σελίδα 24]

Οι γονείς μου την ημέρα του γάμου τους τον Ιούνιο του 1912

[Εικόνα στη σελίδα 24]

Από αριστερά προς τα δεξιά: Ο Ράσελ, ο Γουέιν, η Κλάρα, η Άρντις, εγώ και ο Κέρτις το 1927

[Εικόνα στη σελίδα 25]

Στέκομαι ανάμεσα στη Φράνσις και στην Μπάρμπαρα Μακ Νοτ, όταν κάναμε σκαπανικό το 1944

[Εικόνα στη σελίδα 25]

Στο Μπέθελ το 1951. Από αριστερά προς τα δεξιά: Εγώ, η Έστερ Λόπεζ και η νύφη μου, η Τζιν

[Εικόνα στη σελίδα 26]

Με τον Νάθαν και τους γονείς του

[Εικόνα στη σελίδα 26]

Με τον Νάθαν το 1955

[Εικόνα στη σελίδα 27]

Με τον Νάθαν στη Χαβάη

[Εικόνα στη σελίδα 29]

Με το δεύτερο σύζυγό μου, τον Γκλεν