Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Μια Γενναία Προσπάθεια για την Προώθηση της Αγίας Γραφής

Μια Γενναία Προσπάθεια για την Προώθηση της Αγίας Γραφής

Μια Γενναία Προσπάθεια για την Προώθηση της Αγίας Γραφής

Άφησε την τελευταία του πνοή στην παγωμένη στέπα της ανατολικής Σιβηρίας, συκοφαντημένος και ατιμασμένος. Λίγοι θυμούνται ότι ήταν μία από τις κύριες μορφές που συνέβαλαν στην πνευματική πρόοδο των Ελλήνων ομοεθνών του. Το όνομα αυτού του αγνοημένου πρωτοπόρου ήταν Σεραφείμ. Η γενναία προσπάθεια που έκανε να προωθήσει την Αγία Γραφή συνέτεινε στο θάνατό του.

Ο ΣΕΡΑΦΕΙΜ έζησε όταν η Ελλάδα αποτελούσε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τον Ορθόδοξο λόγιο Γεώργιο Μεταλληνό, χαρακτηριστικό εκείνης της περιόδου ήταν η «έλλειψις επαρκών σχολείων» και η «απαιδευσία του μεγαλυτέρου μέρους του λαού», ακόμη και του κλήρου.

Υπήρχε χάσμα ανάμεσα στην κοινή ελληνική και στην καθομιλουμένη με τις πολλές παραλλαγές της. Το χάσμα αυτό έγινε τόσο μεγάλο ώστε η κοινή ελληνική, στην οποία γράφτηκαν οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, δεν ήταν πλέον κατανοητή από εκείνους που δεν είχαν πάει σχολείο. Στη διαμάχη που επακολούθησε, η εκκλησία επέλεξε να υποστηρίξει την ακατανόητη πλέον κοινή ελληνική.

Αυτή ήταν η κατάσταση όταν γεννήθηκε ο Στέφανος Πωγωνάτος του Ιωάννη, γόνος γνωστής οικογένειας στη Λέσβο, γύρω στο 1670. Στο νησί επικρατούσε φτώχεια και αγραμματοσύνη. Η έλλειψη σχολείων ανάγκασε τον Στέφανο να μάθει τα πρώτα του γράμματα σε ένα τοπικό μοναστήρι. Σε πολύ νεαρή ηλικία χειροτονήθηκε διάκονος της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και έλαβε το όνομα Σεραφείμ.

Γύρω στο 1693, η λαχτάρα του Σεραφείμ για γνώση τον οδήγησε στην Κωνσταντινούπολη. Με τον καιρό, χάρη στις ικανότητές του κέρδισε το σεβασμό επιφανών Ελλήνων. Λίγο αργότερα, ένα μυστικό ελληνικό εθνικιστικό κίνημα τον έστειλε ως εκπρόσωπο στον Τσάρο Πέτρο τον Μέγα της Ρωσίας. Ταξιδεύοντας προς και από τη Μόσχα, ο Σεραφείμ πέρασε από πολλά μέρη της Ευρώπης, όπου δέχτηκε τις επιρροές της μεταρρύθμισης στον τομέα της θρησκείας και της διανόησης. Το 1698, ο Σεραφείμ ταξίδεψε στην Αγγλία και έκανε σημαντικές γνωριμίες στο Λονδίνο και στην Οξφόρδη. Τον σύστησαν στον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι, την κεφαλή της Αγγλικανικής Εκκλησίας, γνωριμία η οποία επρόκειτο σύντομα να του φανεί χρήσιμη.

Εκδίδει μια Γραφή

Ενόσω βρισκόταν στην Αγγλία, ο Σεραφείμ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Έλληνες είχαν επιτακτική ανάγκη από μια καινούρια, ευκολονόητη μετάφραση της «Καινής Διαθήκης» (των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών). Χρησιμοποιώντας ως βάση τη μετάφραση που είχε κάνει μισό και πλέον αιώνα νωρίτερα ο μοναχός Μάξιμος, ο Σεραφείμ έβαλε στόχο να εκδώσει μια νέα, πιο ευκολονόητη μετάφραση χωρίς λάθη. Ξεκίνησε το έργο του με ενθουσιασμό, αλλά σύντομα του τελείωσαν τα χρήματα. Οι προοπτικές φάνηκαν να βελτιώνονται όταν ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι υποσχέθηκε να προσφέρει την απαραίτητη οικονομική ενίσχυση. Ενθαρρυμένος από αυτή την υποστήριξη, ο Σεραφείμ αγόρασε χαρτί και έκλεισε συμφωνία με έναν τυπογράφο.

Η εκτύπωση, όμως, έφτασε μόνο μέχρι τα μισά του Ευαγγελίου του Λουκά. Κατόπιν, οι πολιτικές αλλαγές στην Αγγλία έκαναν τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι να διακόψει κάθε περαιτέρω χρηματοδότηση. Ο Σεραφείμ, απτόητος, βρήκε μερικούς εύπορους χρηματοδότες και κατάφερε να εκδώσει την αναθεωρημένη μετάφρασή του το 1703. Μέρος του κόστους καλύφτηκε από την Εταιρία για τη Διάδοση του Ευαγγελίου σε Ξένες Χώρες.

Η παλιότερη δίτομη μετάφραση του Μαξίμου περιλάμβανε το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο. Ήταν ογκώδης και βαριά. Η αναθεωρημένη μετάφραση του Σεραφείμ τυπώθηκε με μικρότερα στοιχεία, περιείχε μόνο τη μετάφραση στη νεοελληνική και ήταν πιο λεπτή και φτηνότερη.

Τροφοδοτεί τη Διαμάχη

«Η επανέκδοσις αύτη ανταπεκρίνετο βεβαίως εις πραγματικάς ανάγκας του λαού», σημειώνει ο λόγιος Γεώργιος Μεταλληνός. «Ο Σεραφείμ όμως εύρε την ευκαιρίαν να επιτεθή κατά της αντιδρώσης εις τας μεταφράσεις [της Αγίας Γραφής] μερίδος του Κλήρου». Ο κλήρος εξαγριώθηκε όταν ο Σεραφείμ δήλωσε στον πρόλογο ότι είχε εκπονήσει τη μετάφρασή του “ιδιαίτερα για κάποιους ιερείς και μερικούς αρχιερείς, που δεν καταλαβαίνουν την [κοινή] ελληνική γλώσσα, για να μπορέσουν με τη βοήθεια του Παναγίου Πνεύματος, καθώς θα διαβάζουν . . . να καταλάβουν κάτι από το πρωτότυπο, ώστε να το μεταδώσουν στους απλούς Χριστιανούς”. (Το Ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγίας Γραφής εις την Νεοελληνικήν Κατά τον ΙΘ΄ Αιώνα) Έτσι ο Σεραφείμ βρέθηκε μέσα στη δίνη του πολέμου που μαινόταν στις τάξεις της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας σχετικά με τις μεταφράσεις της Γραφής.

Από τη μία πλευρά ήταν εκείνοι που αντιλαμβάνονταν ότι η πνευματική και ηθική ανάπτυξη του λαού εξαρτόταν από την επαφή του με τη Γραφή. Πίστευαν επίσης ότι και οι ίδιοι οι κληρικοί έπρεπε να βελτιώσουν τη γνώση τους γύρω από τις Γραφές. Επιπρόσθετα, οι υπέρμαχοι των μεταφράσεων της Αγίας Γραφής υποστήριζαν ότι οι Γραφικές αλήθειες μπορούν να εκφραστούν σε οποιαδήποτε γλώσσα.—Αποκάλυψη 7:9.

Οι πολέμιοι των μεταφράσεων της Γραφής χρησιμοποιούσαν την πρόφαση ότι οποιαδήποτε απόδοση της Γραφής θα νόθευε το περιεχόμενό της και θα καταργούσε την εξουσία της εκκλησίας σε ερμηνευτικά και δογματικά ζητήματα. Αλλά ο πραγματικός τους φόβος ήταν ότι οι Προτεστάντες χρησιμοποιούσαν τη μετάφραση της Γραφής ως μέσο για να διεισδύσουν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Πολλοί κληρικοί πίστευαν ότι είχαν καθήκον να εναντιωθούν σε οποιαδήποτε τάση φιλική προς τους Προτεστάντες, περιλαμβανομένων και των προσπαθειών να γίνει η Γραφή κατανοητή στον κοινό λαό. Ως εκ τούτου, η μετάφραση της Γραφής αποτέλεσε το επίμαχο ζήτημα στη σύγκρουση μεταξύ Προτεσταντισμού και Ορθοδοξίας.

Μολονότι ο Σεραφείμ δεν είχε καμιά πρόθεση να εγκαταλείψει την Ορθόδοξη Εκκλησία, εξέθεσε ανοιχτά την άγνοια και τη μισαλλοδοξία των κληρικών που τον πολεμούσαν. Στον πρόλογο της «Καινής Διαθήκης» του, έγραψε: “Είναι αναγκαίο για κάθε θεοσεβή Χριστιανό να διαβάζει την Αγία Γραφή”, ώστε “να γίνεται μιμητής του Χριστού και υπάκουος στη διδαχή . . . του”. Ο Σεραφείμ υποστήριζε ότι η απαγόρευση της μελέτης των Γραφών προερχόταν από τον Διάβολο.

Κύμα Εναντίωσης

Όταν η μετάφραση του Σεραφείμ έφτασε στην Ελλάδα, προκάλεσε την οργή του θρησκευτικού κατεστημένου. Η νέα μετάφραση τέθηκε υπό απαγόρευση. Κάηκαν αντίτυπά της, ενώ οποιοσδήποτε την είχε στην κατοχή του ή τη διάβαζε απειλούνταν με αφορισμό. Ο Πατριάρχης Γαβριήλ Γ΄ απαγόρευσε την κυκλοφορία της μετάφρασης του Σεραφείμ, αποκαλώντας την περιττή και ανώφελη.

Μολονότι ο Σεραφείμ δεν απελπίστηκε, διέκρινε την ανάγκη να είναι προσεκτικός. Παρά την επίσημη απαγόρευση της εκκλησίας, αρκετοί κληρικοί και λαϊκοί είδαν με συμπάθεια τη μετάφρασή του, την οποία ο Σεραφείμ διένειμε με μεγάλη επιτυχία. Ωστόσο, η σύγκρουσή του με ισχυρούς αντιπάλους κάθε άλλο παρά είχε τελειώσει.

Η Αρχή του Τέλους

Εκτός του ότι προώθησε τη διάδοση της Αγίας Γραφής, ο Σεραφείμ αναμείχθηκε επίσης σε επαναστατικά και εθνικιστικά κινήματα. Για να επιδιώξει αυτούς τους σκοπούς, ξαναπήγε στη Μόσχα το καλοκαίρι του 1704. Έγινε σύμβουλος του Πέτρου του Μεγάλου και για κάποιο διάστημα διετέλεσε καθηγητής στη Ρωσική Βασιλική Ακαδημία. Επειδή, όμως, ανησυχούσε για το τι θα γινόταν με τη μετάφρασή του, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη το 1705.

Σε μια επανέκδοση της μετάφρασής του το ίδιο εκείνο έτος, ο Σεραφείμ αφαίρεσε τον επικριτικό πρόλογο της αρχικής έκδοσης. Πρόσθεσε μια απλή εισαγωγή που ενθάρρυνε την ανάγνωση της Γραφής. Αυτή η έκδοση κυκλοφόρησε ευρέως, και δεν αναφέρεται καμιά αρνητική αντίδραση από την πλευρά του πατριαρχείου.

Μολαταύτα, ένα συντριπτικό πλήγμα ήρθε το 1714 από τον Αλέξανδρο Ελλάδιο, έναν Έλληνα περιηγητή και πολέμιο των μεταφράσεων της Γραφής. Στο βιβλίο του Η Σημερινή Κατάσταση της Ελληνικής Εκκλησίας (Status Præsens Ecclesiæ Græcæ), εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση ενάντια στους μεταφραστές και στις αποδόσεις της Γραφής. Ο Ελλάδιος αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στον Σεραφείμ, παρουσιάζοντάς τον ως κλέφτη, καταχραστή, αγράμματο και ανήθικο απατεώνα. Υπήρχε ψήγμα αλήθειας σε αυτές τις κατηγορίες; Ο συγγραφέας Στυλιανός Μπαϊρακτάρης εκφράζει την τεκμηριωμένη άποψη πολλών λογίων όταν αποκαλεί τον Σεραφείμ “εργάτη και φωτισμένο πρωτοπόρο” ο οποίος δέχτηκε επιθέσεις επειδή προηγούνταν της εποχής του. Ωστόσο, το βιβλίο του Ελλαδίου συνέτεινε στο κακό τέλος του Σεραφείμ.

Τον Τυλίγει ένα Σύννεφο Καχυποψίας

Όταν ο Σεραφείμ επέστρεψε στη Ρωσία το 1731, ο Πέτρος ο Μέγας είχε πεθάνει. Ως εκ τούτου, ο Έλληνας διάκονος δεν είχε καμιά επίσημη προστασία. Η Αυτοκράτειρα Άννα Ιβάνοβνα ήταν πολύ προσεκτική όσον αφορά οποιαδήποτε ενδεχόμενη ανατρεπτική δραστηριότητα στην επικράτειά της. Τον Ιανουάριο του 1732 διαδόθηκε στην Αγία Πετρούπολη ότι ένας Έλληνας κατάσκοπος δρούσε εναντίον των συμφερόντων της αυτοκρατορίας. Οι υποψίες στράφηκαν στον Σεραφείμ. Τον συνέλαβαν και τον έστειλαν στη μονή Νιέφσκι για ανάκριση. Στη μονή αυτή υπήρχε ένα αντίτυπο του βιβλίου του Ελλαδίου, το οποίο κατηγορούσε τον Σεραφείμ για διάφορα εγκλήματα. Με τρεις γραπτές διαψεύσεις, ο διάκονος προσπάθησε να ανασκευάσει τις κατηγορίες. Η ανάκριση διήρκεσε περίπου πέντε μήνες, και το σύννεφο της καχυποψίας που αιωρούνταν πάνω από τον Σεραφείμ δεν ήταν εύκολο να διαλυθεί.

Εφόσον δεν προσκομίστηκε κανένα συγκεκριμένο ενοχοποιητικό στοιχείο εναντίον του, ο Σεραφείμ διέφυγε τη θανατική ποινή. Λόγω της λασπολογίας του Ελλαδίου, όμως, οι αρχές δεν ήταν διατεθειμένες να τον αφήσουν ελεύθερο. Ο Έλληνας διάκονος καταδικάστηκε σε ισόβια εξορία στη Σιβηρία. Η ετυμηγορία ανέφερε ότι η καταδίκη βασίστηκε στις κατηγορίες που περιέχονταν “στο τυπωμένο σύγγραμμα του Έλληνα Ελλαδίου”. Τον Ιούλιο του 1732 ο Σεραφείμ έφτασε σιδηροδέσμιος στην ανατολική Σιβηρία και ρίχτηκε στη διαβόητη φυλακή του Οχότσκ.

Περίπου τρία χρόνια αργότερα ο Σεραφείμ πέθανε, εγκαταλειμμένος και ξεχασμένος. Μερικές φορές, η κρίση του και οι μέθοδοί του ήταν άστοχες και ασύνετες, αλλά η μετάφρασή του είναι μία από τις πολλές μεταφράσεις της Γραφής που είναι τώρα διαθέσιμες στη σύγχρονη ελληνική. a Μεταξύ αυτών είναι και η ευκολονόητη Μετάφραση Νέου Κόσμου, η οποία κυκλοφορεί και σε αρκετές άλλες γλώσσες. Πόσο ευγνώμονες μπορούμε να είμαστε για το ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει διατηρήσει το Λόγο του ώστε οι άνθρωποι σε κάθε τόπο να έχουν την ευκαιρία να «έρθουν σε ακριβή γνώση της αλήθειας»!—1 Τιμόθεο 2:3, 4.

[Υποσημείωση]

a Βλέπε «Ο Αγώνας για Μετάφραση της Γραφής στη Σύγχρονη Ελληνική», στη Σκοπιά 15 Νοεμβρίου 2002, σελίδες 26-29.

[Εικόνα στη σελίδα 12]

Πέτρος ο Μέγας

[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 10]

Photos: Courtesy American Bible Society