Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

 ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο Ιεχωβά Όντως με Έχει Βοηθήσει

Ο Ιεχωβά Όντως με Έχει Βοηθήσει

Η Έβελιν και εγώ ήμασταν νιόπαντροι όταν κατεβήκαμε από το τρένο στο Χόρνπεϊν, μια κωμόπολη στην ύπαιθρο του βόρειου Οντάριο, στον Καναδά. Ήταν νωρίς το πρωί και έκανε τσουχτερό κρύο. Μας υποδέχτηκε ένας ντόπιος αδελφός, και έπειτα από ένα πλούσιο πρωινό μαζί με εκείνον, τη γυναίκα και το γιο του, περπατήσαμε πάνω στο χιόνι και κηρύξαμε από σπίτι σε σπίτι. Εκείνο το απόγευμα, έκανα την πρώτη μου δημόσια ομιλία ως επίσκοπος περιοχής. Παρόντες ήμασταν εμείς οι πέντε—ούτε ένας παραπάνω.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ότι τότε, το 1957, δεν στενοχωρήθηκα που είχα τόσο μικρό ακροατήριο. Βλέπετε, ήμουν ανέκαθεν πολύ ντροπαλός. Φανταστείτε πως, όταν ήμουν μικρός, κρυβόμουν όποτε έρχονταν επισκέπτες στο σπίτι μας, ακόμη και αν ήταν γνωστοί.

Ίσως εκπλαγείτε, λοιπόν, μαθαίνοντας ότι οι περισσότεροι διορισμοί μου στην οργάνωση του Ιεχωβά με έφεραν σε επαφή, θέλοντας και μη, με πολλούς ανθρώπους—τόσο γνωστούς όσο και άγνωστους. Ωστόσο, εξακολουθώ να παλεύω με την ντροπαλότητα και την έλλειψη αυτοπεποίθησης, γι’ αυτό δεν ανήκουν σε εμένα τα εύσημα για οποιαδήποτε επιτυχία ίσως είχα σε αυτούς τους διορισμούς. Αντ’ αυτού, έχω δει πόσο αληθινή είναι η υπόσχεση του Ιεχωβά: «Θα σε ενδυναμώσω. Μάλιστα θα σε βοηθήσω. Ναι, θα σε κρατήσω γερά με το δεξί μου χέρι της δικαιοσύνης». (Ησ. 41:10) Ένας από τους βασικούς τρόπους με τους οποίους με έχει βοηθήσει ο Ιεχωβά είναι μέσω της υποστήριξης των συγχριστιανών μου. Επιτρέψτε μου να σας μιλήσω για μερικούς από αυτούς, ξεκινώντας από την παιδική μου ηλικία.

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΕ ΤΗ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΜΑΥΡΟ ΒΙΒΛΙΑΡΑΚΙ

Στη φάρμα της οικογένειάς μας, στο νοτιοδυτικό Οντάριο

Ένα ηλιόλουστο κυριακάτικο πρωινό, κάπου στη δεκαετία του 1940, η Έλσι Χάντινγκφορντ επισκέφτηκε τη φάρμα της οικογένειάς μας στο νοτιοδυτικό Οντάριο. Της  άνοιξε η μητέρα μου, ενώ ο πατέρας μου—που ήταν ντροπαλός σαν εμένα—καθόταν μέσα μαζί μου και άκουγε. Επειδή νόμιζε ότι η αδελφή Χάντινγκφορντ ήταν πλασιέ και ότι η μητέρα μου θα αγόραζε κάτι που δεν χρειαζόμασταν, ο πατέρας μου βγήκε τελικά στην πόρτα και της είπε ότι δεν ενδιαφερόμασταν. «Δηλαδή δεν σας ενδιαφέρει να κάνετε Γραφική μελέτη;» ρώτησε η αδελφή Χάντινγκφορντ. «Α, αυτό βεβαίως και μας ενδιαφέρει», απάντησε ο πατέρας μου.

Η επίσκεψη της αδελφής Χάντινγκφορντ ήρθε στην κατάλληλη στιγμή. Οι γονείς μου ήταν δραστήρια μέλη της Ενωμένης Εκκλησίας του Καναδά αλλά είχαν αποφασίσει πρόσφατα να την εγκαταλείψουν. Γιατί; Επειδή ο ιερέας τοιχοκολλούσε στον προθάλαμο της εκκλησίας έναν κατάλογο με τα ονόματα όλων όσων είχαν κάνει κάποια δωρεά, από τη μεγαλύτερη μέχρι τη μικρότερη. Οι γονείς μου, που δεν ήταν εύποροι, βρίσκονταν συνήθως στις τελευταίες σειρές του καταλόγου, και οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας τούς πίεζαν να προσφέρουν περισσότερα. Ένας άλλος ιερέας παραδέχτηκε ότι δεν δίδασκε αυτά που όντως πίστευε, επειδή δεν ήθελε να χάσει τη δουλειά του. Έτσι λοιπόν, εγκαταλείψαμε την εκκλησία αλλά εξακολουθούσαμε να αναζητούμε έναν τρόπο για να ικανοποιήσουμε την πνευματική μας ανάγκη.

Εφόσον το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν τότε υπό απαγόρευση στον Καναδά, η αδελφή Χάντινγκφορντ έκανε τη μελέτη της οικογένειάς μας χρησιμοποιώντας μόνο την Αγία Γραφή και κάποιες σημειώσεις που είχε σε ένα μαύρο βιβλιαράκι. Όταν διέκρινε αργότερα ότι δεν θα την καταδίδαμε στις αρχές, μας έφερε και Γραφικά έντυπα, τα οποία κρύβαμε προσεκτικά έπειτα από κάθε μελέτη. *

Οι γονείς μου ανταποκρίθηκαν στα καλά νέα και βαφτίστηκαν το 1948

Παρά την εναντίωση και άλλα εμπόδια, η αδελφή Χάντινγκφορντ κήρυττε με ζήλο τα καλά νέα. Ο ζήλος της μου έκανε μεγάλη εντύπωση και με υποκίνησε να πάρω θέση υπέρ της αλήθειας. Έναν χρόνο μετά το βάφτισμα των γονέων μου, συμβόλισα και εγώ την αφιέρωσή μου στον Θεό. Βαφτίστηκα ως Μάρτυρας του Ιεχωβά στις 27 Φεβρουαρίου 1949, σε μια μεταλλική σκάφη που χρησιμοποιούσαν οι αγρότες για να ποτίζουν τα ζώα τους. Ήμουν τότε 17 χρονών. Μετά το βάφτισμά μου, έβαλα στόχο να αναλάβω την ολοχρόνια διακονία.

Ο ΙΕΧΩΒΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕ ΝΑ ΕΧΩ ΘΑΡΡΟΣ

Ένιωσα έκπληξη όταν προσκλήθηκα στο Μπέθελ το 1952

Στην αρχή, δίσταζα να κάνω σκαπανικό. Για κάποιο διάστημα, εργάστηκα σε μια τράπεζα και σε ένα  γραφείο επειδή είχα πείσει τον εαυτό μου ότι έπρεπε να βγάλω μερικά χρήματα για να μπορώ να κάνω σκαπανικό. Ως άπειρος νεαρός που ήμουν, όμως, ξόδευα το μισθό μου μόλις τον έπαιρνα στα χέρια μου. Γι’ αυτό, κάποιος αδελφός ονόματι Τεντ Σάρτζεντ με παρότρυνε να έχω θάρρος και να εμπιστευτώ στον Ιεχωβά. (1 Χρον. 28:10) Με αυτή την καλοσυνάτη ώθηση, άρχισα το σκαπανικό το Νοέμβριο του 1951. Είχα μόνο 40 δολάρια, ένα μεταχειρισμένο ποδήλατο και μια καινούρια βαλίτσα. Αλλά ο Ιεχωβά φρόντιζε πάντα να έχω ό,τι χρειαζόμουν. Πόσο ευγνώμων είμαι για την ενθάρρυνση που μου έδωσε ο Τεντ ώστε να αναλάβω την υπηρεσία σκαπανέα! Αυτό οδήγησε σε επιπρόσθετες ευλογίες.

Κάποιο βράδυ στα τέλη του Αυγούστου του 1952, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από το Τορόντο. Το γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στον Καναδά με κάλεσε να ξεκινήσω την υπηρεσία Μπέθελ το Σεπτέμβριο. Αν και ήμουν ντροπαλός και δεν είχα επισκεφτεί ποτέ το γραφείο τμήματος, ήμουν ενθουσιασμένος επειδή κάποιοι άλλοι σκαπανείς μού είχαν πει πολύ ωραία πράγματα για το Μπέθελ. Ένιωσα αμέσως σαν στο σπίτι μου.

«ΔΕΙΞΕ ΣΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΟΤΙ ΤΟΥΣ ΝΟΙΑΖΕΣΑΙ»

Δύο χρόνια μετά την άφιξή μου στο Μπέθελ, διορίστηκα υπηρέτης εκκλησίας (τώρα αποκαλείται συντονιστής του πρεσβυτερίου) στην Ομάδα του Σόου * στο Τορόντο, στη θέση του Μπιλ Γιάκος. Ήμουν μόλις 23 χρονών και ένιωθα σαν ένα αφελές χωριατόπαιδο. Αλλά ο αδελφός Γιάκος μού έδειξε ταπεινά και στοργικά τι έπρεπε να κάνω. Και ο Ιεχωβά όντως με βοήθησε.

Ο αδελφός Γιάκος—ένας ευτραφής άντρας με πλατύ χαμόγελο—νοιαζόταν για τους ανθρώπους. Αγαπούσε τους αδελφούς, και οι αδελφοί τού ανταπέδιδαν την αγάπη του. Τους επισκεπτόταν τακτικά στα σπίτια τους, και όχι μόνο όταν είχαν προβλήματα. Ο Μπιλ Γιάκος με παρότρυνε να κάνω το ίδιο και να συνεργάζομαι με τους αδελφούς και τις αδελφές στη διακονία αγρού. «Κεν», είπε, «δείξε στους αδελφούς ότι τους νοιάζεσαι. Αυτό θα καλύψει πλήθος ελαττωμάτων».

Η ΣΥΖΥΓΟΣ ΜΟΥ ΕΚΔΗΛΩΝΕΙ ΟΣΙΑ ΑΓΑΠΗ

Από τον Ιανουάριο του 1957, ο Ιεχωβά με έχει βοηθήσει με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Εκείνον το μήνα παντρεύτηκα την Έβελιν, που είχε αποφοιτήσει από τη 14η τάξη της Σχολής Γαλαάδ. Πριν παντρευτούμε, υπηρετούσε στη γαλλόφωνη επαρχία του Κεμπέκ. Εκείνον τον καιρό η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ασκούσε έντονη επιρροή στο Κεμπέκ. Συνεπώς, η Έβελιν είχε πολύ δύσκολο διορισμό, αλλά προσκολλήθηκε όσια στο διορισμό της και στον Ιεχωβά.

Η Έβελιν και εγώ παντρευτήκαμε το 1957

Η Έβελιν προσκολλήθηκε όσια και σε εμένα επίσης. (Εφεσ. 5:31) Μάλιστα η οσιότητά της δοκιμάστηκε αμέσως μετά το γάμο μας! Είχαμε προγραμματίσει ένα ταξίδι στη Φλόριντα των ΗΠΑ, αλλά την επομένη του γάμου μας, το γραφείο τμήματος μου ζήτησε να παρακολουθήσω μια εφταήμερη συνάθροιση στο Μπέθελ του Καναδά. Βέβαια, αυτή η συνάθροιση ανέτρεπε τα σχέδιά μας, αλλά η Έβελιν και εγώ θέλαμε να κάνουμε οτιδήποτε μας ζητούσε ο Ιεχωβά. Γι’ αυτό, ακυρώσαμε το ταξίδι του μέλιτος. Στη διάρκεια εκείνης της εβδομάδας, η Έβελιν ασχολήθηκε με την υπηρεσία αγρού κοντά στο γραφείο τμήματος. Αν και ο τομέας ήταν πολύ διαφορετικός από το Κεμπέκ, δεν το έβαλε κάτω.

Στο τέλος εκείνης της εβδομάδας, με περίμενε μια έκπληξη—διορίστηκα επίσκοπος περιοχής στο βόρειο  Οντάριο. Ήμουν νιόπαντρος, μόλις 25 χρονών και πολύ άπειρος, αλλά δεχτήκαμε το διορισμό έχοντας εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά. Στην καρδιά του καναδικού χειμώνα, επιβιβαστήκαμε σε ένα νυχτερινό τρένο μαζί με ορισμένους έμπειρους περιοδεύοντες επισκόπους που επέστρεφαν στους διορισμούς τους. Μας ενθάρρυναν πάρα πολύ! Ένας αδελφός επέμεινε μάλιστα να κοιμηθούμε εμείς στην κουκέτα που είχε κλείσει για τον εαυτό του, ώστε να μην περάσουμε όλη τη νύχτα σε ένα κάθισμα στο βαγόνι. Το επόμενο πρωί, 15 μόλις μέρες μετά το γάμο μας, βρεθήκαμε στο μικρό όμιλο του Χόρνπεϊν, όπως ανέφερα στην αρχή.

Αλλά μας επιφυλάσσονταν περισσότερες αλλαγές. Ενώ υπηρετούσαμε στο έργο περιφερείας στα τέλη του 1960, έλαβα πρόσκληση να παρακολουθήσω την 36η τάξη της Σχολής Γαλαάδ, η οποία θα διαρκούσε δέκα μήνες και θα ξεκινούσε στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1961, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Ήμουν βέβαια ενθουσιασμένος, αλλά η χαρά μου μετριάστηκε από το γεγονός ότι η πρόσκληση δεν περιλάμβανε και την Έβελιν. Απεναντίας, όπως συνέβη και με άλλες συζύγους που βρίσκονταν στην ίδια θέση, της ζητήθηκε να γράψει μια επιστολή στην οποία θα δήλωνε ότι δεχόταν να με αποχωριστεί για δέκα τουλάχιστον μήνες. Παρά τα δάκρυα που έχυσε η Έβελιν, τελικά συμφωνήσαμε να παρακολουθήσω τη σχολή, και η ίδια χαιρόταν που θα λάβαινα πολύτιμη εκπαίδευση στη Γαλαάδ.

Στο μεταξύ, η Έβελιν υπηρέτησε στο γραφείο τμήματος του Καναδά. Είχε το ξεχωριστό προνόμιο να συγκατοικήσει με μια αγαπητή χρισμένη αδελφή, τη Μάργκαρετ Λόβελ. Ασφαλώς, μου έλειπε πολύ, όπως και εγώ σε εκείνη, αλλά με τη βοήθεια του Ιεχωβά προσαρμοστήκαμε στους προσωρινούς διορισμούς μας. Το γεγονός ότι δέχτηκε να κάνει αυτή τη θυσία ώστε να μπορούμε να είμαστε πιο χρήσιμοι για τον Ιεχωβά και την οργάνωσή του με συγκίνησε βαθιά.

Έπειτα από περίπου τρεις μήνες στη Γαλαάδ, ο αδελφός Νάθαν Νορ, που ηγούνταν τότε στο παγκόσμιο έργο, μου απηύθυνε μια αναπάντεχη πρόσκληση. Με ρώτησε αν θα ήμουν διατεθειμένος να αφήσω τη Σχολή Γαλαάδ και να επιστρέψω στον Καναδά για να υπηρετήσω προσωρινά ως εκπαιδευτής της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας στο γραφείο τμήματος. Ο αδελφός Νορ μού είπε ότι δεν ήμουν υποχρεωμένος να δεχτώ την πρόσκληση. Θα μπορούσα να ολοκληρώσω τα μαθήματα της Σχολής Γαλαάδ αν το επιθυμούσα, και ύστερα θα διοριζόμουν πιθανώς στο ιεραποστολικό έργο. Μου διευκρίνισε επίσης ότι, αν αποφάσιζα να γυρίσω στον Καναδά, μπορεί να μην είχα ποτέ ξανά την ευκαιρία να προσκληθώ στη Γαλαάδ και ότι αργότερα θα επέστρεφα πιθανότατα στον αγρό. Άφησε εμένα να αποφασίσω, αφού πρώτα θα το συζητούσα με τη σύζυγό μου.

Εφόσον η Έβελιν μου είχε ήδη πει πώς θεωρούσε τους θεοκρατικούς διορισμούς, είπα αμέσως στον αδελφό Νορ: «Είναι χαρά μας να κάνουμε οτιδήποτε μας ζητήσει η οργάνωση του Ιεχωβά». Πάντοτε πιστεύαμε ότι, ανεξάρτητα από τις προτιμήσεις μας, πρέπει να πηγαίνουμε οπουδήποτε μας διορίζει η οργάνωση του Ιεχωβά.

Έτσι λοιπόν, τον Απρίλιο του 1961, έφυγα από το Μπρούκλιν και γύρισα στον Καναδά για να διδάξω στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας. Αργότερα,  αρχίσαμε να υπηρετούμε ως μέλη της οικογένειας Μπέθελ. Κατόπιν, προς έκπληξή μου, έλαβα πρόσκληση να παρακολουθήσω την 40ή τάξη της Γαλαάδ, η οποία θα άρχιζε το 1965. Για άλλη μια φορά, η Έβελιν έπρεπε να γράψει μια επιστολή, συμφωνώντας να με αποχωριστεί όσο θα διαρκούσαν τα μαθήματα. Άλλα έπειτα από λίγες εβδομάδες, προς μεγάλη ευχαρίστηση και των δυο μας, προσκλήθηκε και εκείνη να παρακολουθήσει τη σχολή μαζί μου.

Μετά την άφιξή μας στη Σχολή Γαλαάδ, ο αδελφός Νορ μάς είπε ότι οι σπουδαστές που θα παρακολουθούσαν τα μαθήματα γαλλικής γλώσσας, όπως εμείς, θα στέλνονταν στην Αφρική. Στο πρόγραμμα της αποφοίτησης, όμως, ανακοινώθηκε ότι θα διοριζόμασταν ξανά στον Καναδά! Εγώ διορίστηκα να υπηρετώ ως ο νέος επίσκοπος τμήματος (τώρα αποκαλείται συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος). Ήμουν μόλις 34 χρονών, γι’ αυτό και υπενθύμισα στον αδελφό Νορ: «Είμαι πολύ νέος». Αλλά εκείνος με καθησύχασε. Και ευθύς εξαρχής, προσπάθησα να συμβουλεύομαι πιο μεγάλους και έμπειρους αδελφούς στο Μπέθελ προτού πάρω βαρυσήμαντες αποφάσεις.

ΜΠΕΘΕΛ—ΤΟΠΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΔΑΧΤΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΔΑΞΕΙΣ

Η υπηρεσία Μπέθελ μού έχει προσφέρει θαυμάσιες ευκαιρίες για να διδαχτώ από άλλους. Σέβομαι και θαυμάζω πολύ τα άλλα μέλη της Επιτροπής του Τμήματος. Έχω επίσης επηρεαστεί θετικά από εκατοντάδες εξαίρετους Χριστιανούς—άντρες και γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους—που έχουν περάσει από τη ζωή μας εδώ στο γραφείο τμήματος αλλά και στις διάφορες εκκλησίες όπου έχουμε υπηρετήσει.

Ενώ διεξάγω την πρωινή λατρεία για την οικογένεια Μπέθελ του Καναδά

Η υπηρεσία Μπέθελ μού έχει επιτρέψει επίσης να διδάσκω άλλους και να ενισχύω την πίστη τους. Ο απόστολος Παύλος είπε στον Τιμόθεο: «Να παραμένεις στα πράγματα τα οποία έμαθες». Δήλωσε επίσης: «Όσα άκουσες από εμένα με την υποστήριξη πολλών μαρτύρων, αυτά να τα εμπιστευτείς σε πιστούς ανθρώπους, οι οποίοι κατόπιν θα έχουν επαρκή προσόντα για να διδάξουν και άλλους». (2 Τιμ. 2:2· 3:14) Μερικές φορές, οι συγχριστιανοί μου με ρωτούν τι διδάγματα έχω αντλήσει στη διάρκεια της 57χρονης υπηρεσίας μου στο Μπέθελ. Η απάντησή μου είναι απλή: «Να κάνετε πρόθυμα και γρήγορα ό,τι σας ζητάει η οργάνωση του Ιεχωβά, με την πεποίθηση ότι Εκείνος θα σας βοηθήσει».

Μου φαίνεται σαν χθες η μέρα που πρωτοήρθα στο Μπέθελ, ένας ντροπαλός και άπειρος νέος. Όλα αυτά τα χρόνια, όμως, ο Ιεχωβά “πιάνει σφιχτά το δεξί μου χέρι”. Χρησιμοποιώντας πολλές φορές στοργικούς ομοπίστους μου για να με στηρίξουν την κατάλληλη στιγμή, εξακολουθεί να με διαβεβαιώνει: «Μη φοβάσαι. Εγώ θα σε βοηθήσω».Ησ. 41:13.

^ παρ. 10 Στις 22 Μαΐου 1945, η καναδική κυβέρνηση απέσυρε την απαγόρευση του έργου μας.

^ παρ. 16 Εκείνη την εποχή, αν υπήρχαν περισσότερες από μία εκκλησίες σε κάποια πόλη, αυτές αποκαλούνταν ομάδες.