Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ένας Αρχαιολόγος που Εκτιμούσε τη Βιβλική Αλήθεια

Ένας Αρχαιολόγος που Εκτιμούσε τη Βιβλική Αλήθεια

Ένας Αρχαιολόγος που Εκτιμούσε τη Βιβλική Αλήθεια

«ΕΧΕΙ εξαλειφθεί και η τελευταία αιτία αμφιβολίας για το ότι οι Γραφές έχουν μεταδοθεί σε εμάς ουσιαστικά όπως είχαν γραφτεί». Αυτά τα λόγια του Σερ Φρέντερικ Κένιον, από τη σελίδα 289 του βιβλίου του Η Αγία Γραφή και η Αρχαιολογία (The Bible and Archæology, 1940), παρατίθενται στη σελίδα 319 του βιβλίου «Όλη η Γραφή Είναι Θεόπνευστη και Ωφέλιμη», έκδοσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Γιατί είχε καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα ο Κένιον; Επειδή κάποια χειρόγραφα από πάπυρο τα οποία είχαν ανακαλυφτεί προσφάτως ανάγονταν τόσο κοντά στην εποχή της σύνταξης των Γραφών ώστε ο ίδιος μπορούσε να χαρακτηρίσει το χρονικό διάστημα που είχε μεσολαβήσει ως «αμελητέο». Και όμως, εκείνοι οι πάπυροι δεν διαφοροποιούνταν σημαντικά από πιο καινούρια χειρόγραφα. Αυτό επιβεβαίωσε “τόσο την αυθεντικότητα όσο και τη γενική ακεραιότητα” των μετέπειτα κειμένων από τα οποία έχει μεταφραστεί η Γραφή.

Είναι ενδιαφέρον ότι ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά γράφει σχετικά με αυτόν τον περίφημο αρχαιολόγο: «Ο Σερ Φρέντερικ Κένιον διέθετε αρκετά από τα έντυπά μας, διότι στο διάβα των ετών είχα το προνόμιο να του δώσω διάφορα βιβλία και να αλληλογραφώ μαζί του. Γνωριστήκαμε στις αρχές του 1936. . . . Ένα βιβλίο του Δρ Κένιον ήταν αυτό που με διαφώτισε όσον αφορά την προέλευση της Γραφής. Του ανέφερα αυτή την πληροφορία σε μια επιστολή μου. Αργότερα παρέλαβα το βιβλίο του Η Ιστορία της Αγίας Γραφής (The Story of the Bible), το οποίο είχε την αφιέρωση: “Με τις καλύτερες ευχές του συγγραφέα, Φ.Τζ. Κένιον, 1 Μαΐου 1937”.

»Όταν έλαβε το βιβλίο “Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς”, έκδοσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά, μου έγραψε: “Ο σκοπός σας είναι ίδιος με το δικό μου, δηλαδή να πείσετε τους ανθρώπους να διαβάσουν τη Γραφή και να πιστέψουν σε αυτήν, αλλά εσείς απευθύνεστε σε πολύ πιο ευρύ κοινό. Τα βιβλία μου απευθύνονται κυρίως σε όσους είναι ενοχλημένοι με ό,τι ακούν σχετικά με τα αποτελέσματα της σύγχρονης κριτικής και των σημερινών ανακαλύψεων, ενώ το δικό σας βιβλίο απευθύνεται σε αναγνώστες κάθε τάξης και προέλευσης. Εύχομαι κάθε επιτυχία στο έργο σας”.

»Γράφοντας σχετικά με δύο ακόμη έντυπά μας, αναφέρθηκε ξανά στον κοινό μας σκοπό, δηλαδή “την παρότρυνση των ανθρώπων να διαβάζουν τη Γραφή και να τη διαβάζουν με νόηση”, ενώ πρόσθεσε: “Χαίρομαι που ακούω ότι τα βιβλία σας κυκλοφορούν ευρέως και σε πολλές χώρες”. . . .

»Το 1948 ο Σερ Φρέντερικ εξέδωσε το βιβλίο Η Αγία Γραφή και η Σύγχρονη Λόγια Κριτική (The Bible and Modern Scholarship), για να αντικρούσει ένα βιβλίο του Δρ Μπαρνς, Επισκόπου του Μπέρμιγχαμ, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει διάφορα τμήματα της Γραφής, μεταξύ αυτών και εκείνα που σχετίζονται με την απολύτρωση μέσω του Χριστού Ιησού, ως “λαϊκές παραδόσεις”. Στον πρόλογό του, ο Δρ Κένιον λέει: “Μια λεπτομερής εξέταση του βιβλίου του Επισκόπου με είχε πείσει ότι δεν αντανακλούσε την τρέχουσα γνώση για τα πορίσματα της σύγχρονης λόγιας μελέτης αλλά, αντίθετα, αποτελούσε αναμόχλευση μιας σχολής κριτικής η οποία είχε τύχει κάποιας αποδοχής πριν από εβδομήντα περίπου χρόνια, αγνοούσε δε σχεδόν παντελώς τα πορίσματα των τελευταίων πενήντα ετών”. Σχετικά με το δικό του βιβλίο, ο Κένιον είπε: “Πιστεύω ότι έχει έρθει ο καιρός . . . να αποκαταστήσω την πεποίθηση στη Γραφή ως οδηγό για την αλήθεια και βάση για τη διαγωγή μας. . . . Μπορώ μόνο να ελπίζω ότι [αυτό το βιβλίο] ίσως δώσει κάποια βοήθεια σε όσους αποβλέπουν στη Χριστιανοσύνη ως τη μοναδική ελπίδα του ταραγμένου κόσμου μας, και στη Γραφή ως βέβαιο θεμέλιο για τη Χριστιανική πίστη”.

»Αυτός ο παγκοσμίου φήμης Βιβλικός λόγιος, ο οποίος είχε γράψει τόσο καλά λόγια για το έργο και τα έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά, υπήρξε ταπεινός άνθρωπος με γνήσια καλοσύνη. . . . Το 1889, αφού αποφοίτησε με διακρίσεις από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, προσλήφθηκε στο Βρετανικό Μουσείο ως βοηθός στο Τμήμα Χειρογράφων. Αργότερα πήρε προαγωγή ως βοηθός του υπευθύνου των χειρογράφων και το 1909 έγινε Διευθυντής και Αρχιβιβλιοθηκονόμος του Βρετανικού Μουσείου. Στα πρώτα χρόνια της μακράς θητείας του, τα Βιβλικά χειρόγραφα και η ανακάλυψη παπύρων ήταν το πρωταρχικό του μέλημα. Αργότερα, υπήρξε Διευθυντής των αρχαιολογικών αποστολών στη Χαρκεμίς και στην Ουρ. Μετά τη συνταξιοδότησή του είχε κάποια συμβολή στην απόκτηση του Σιναϊτικού Κώδικα και στη δημοσίευση των παπύρων Τσέστερ Μπίτι οι οποίοι βοήθησαν στην πιστοποίηση της αυθεντικότητας των Ελληνικών Γραφών.

»Ως κατακλείδα, είναι κατάλληλο να παραθέσω τα εξής από το βιβλίο του Η Ιστορία της Αγίας Γραφής: “Η Γραφή περιέχει ανθρώπινη ιστορία αλλά έχει και θεϊκή προέλευση. Είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία την οποία πρέπει να γνωρίζουν όλοι όσοι εκτιμούν τη Γραφή τους. . . . Είναι καθησυχαστικό να διαπιστώνεις τελικά ότι το γενικό αποτέλεσμα όλων αυτών των ανακαλύψεων και των μελετών είναι η ενίσχυση των αποδείξεων για την αυθεντικότητα των Γραφών, καθώς και της πεποίθησής μας στο ότι έχουμε στα χέρια μας, ουσιαστικά ακέραιο, τον πραγματικό Λόγο του Θεού”».