Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ο Θεός Υπήρξε Ελεήμων Μαζί Μου

Ο Θεός Υπήρξε Ελεήμων Μαζί Μου

Ο Θεός Υπήρξε Ελεήμων Μαζί Μου

Αφήγηση από τον Μπόλφενκ Μότσνικ

«Κοίτα να είσαι δυνατός». Αυτά ήταν τα σταθερά, υποκινητικά λόγια που μου είπε η μητέρα μου καθώς με αγκάλιασε. Οι εθνοφρουροί μάς χώρισαν, και η δίκη άρχισε. Τελικά, απαγγέλθηκε η ποινή: πέντε χρόνια φυλάκιση. Ίσως οι περισσότεροι να καταρρακώνονταν αν άκουγαν κάτι τέτοιο. Εγώ, όμως, μιλάω ειλικρινά, ένιωσα επιτέλους μια βαθιά εσωτερική ειρήνη. Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω γιατί.

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ που περιέγραψα παραπάνω εκτυλίχθηκαν το 1952 στη Σλοβενία. * Στην πραγματικότητα, όμως, η ιστορία που θα αφηγηθώ αρχίζει δύο και πλέον δεκαετίες νωρίτερα, το 1930. Εκείνον τον καιρό, οι Σπουδαστές της Γραφής, όπως αποκαλούνταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, διευθέτησαν το πρώτο ομαδικό βάφτισμα στη χώρα μου. Ανάμεσα σε εκείνους που βαφτίστηκαν ήταν και οι γονείς μου, η Μπέρτα και ο Φραντς Μότσνικ. Εγώ ήμουν τότε έξι ετών και η αδελφή μου, η Μάιντα, τεσσάρων. Το σπίτι μας στο Μάριμπορ ήταν ένας από τους πυρήνες της Χριστιανικής δράσης.

Ο Αδόλφος Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία στη Γερμανία το 1933 και άρχισε να διώκει τους Μάρτυρες. Πολλοί Γερμανοί Μάρτυρες μετακόμισαν στη Γιουγκοσλαβία για να βοηθήσουν στο έργο κηρύγματος. Οι γονείς μου χαίρονταν πολύ να φιλοξενούν τέτοια πιστά άτομα. Ένας από τους φιλοξενουμένους που θυμάμαι καλά ήταν ο Μάρτιν Πέτσιγκερ, ο οποίος έμεινε αργότερα εννιά χρόνια σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Έπειτα από πολύ καιρό, από το 1977 έως το θάνατό του το 1988, υπηρέτησε ως μέλος του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Όταν ο Μάρτιν μάς επισκεπτόταν, κοιμόταν πάντα στο κρεβάτι μου, ενώ η αδελφή μου και εγώ κοιμόμασταν στην κρεβατοκάμαρα μαζί με τους γονείς μας. Ο Μάρτιν είχε μια μικρή, έγχρωμη εγκυκλοπαίδεια τσέπης η οποία διήγειρε την παιδική μου φαντασία. Μου άρεσε πολύ να ξεφυλλίζω εκείνο το βιβλίο.

Περίοδος Σφοδρών Δοκιμασιών

Το 1936, καθώς η δύναμη του Χίτλερ μεγάλωνε, οι γονείς μου παρακολούθησαν την αξέχαστη διεθνή συνέλευση στη Λουκέρνη της Ελβετίας. Επειδή ο πατέρας μου είχε ευχάριστη, βαρύτονη φωνή, επιλέχθηκε σε εκείνη την περίσταση για να λάβει μέρος σε ηχογραφήσεις Βιβλικών ομιλιών οι οποίες παρουσιάστηκαν αργότερα στα σπίτια των ανθρώπων σε όλη τη Σλοβενία. Προτού περάσει πολύς καιρός από εκείνη τη μνημειώδη συνέλευση, άρχισε ο αμείλικτος διωγμός των Μαρτύρων στην Ευρώπη. Πολλοί υπέφεραν και πέθαναν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Το Σεπτέμβριο του 1939, άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, και τον Απρίλιο του 1941 τα γερμανικά στρατεύματα είχαν ήδη καταλάβει περιοχές της Γιουγκοσλαβίας. Τα σχολεία στη Σλοβενία έκλεισαν. Απαγορεύτηκε να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα μας δημόσια. Επειδή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παραμένουν ουδέτεροι σε όλες τις πολιτικές διαμάχες, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις. * Ως αποτέλεσμα, πολλοί συνελήφθησαν και μερικοί εκτελέστηκαν​—περιλαμβανομένου και ενός νέου ονόματι Φραντς Ντροζγκ, τον οποίο γνώριζα καλά. Τα αποσπάσματα των Ναζί έκαναν τις εκτελέσεις τους περίπου 100 μέτρα πιο πέρα από το σπίτι μας. Έχω ακόμη μπροστά μου την εικόνα της μητέρας μου που σκέπαζε με ένα πανί τα αφτιά της για να μην ακούει τους πυροβολισμούς. Τα τελευταία λόγια που έγραψε ο Φραντς σε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα του προς κάποιον στενό του φίλο ήταν: «Θα σας δω στη Βασιλεία του Θεού».

Μια Πορεία για την Οποία Μετάνιωσα Πικρά

Τότε ήμουν 19 ετών. Παρότι θαύμασα τον Φραντς για τη σταθερή του στάση, τρομοκρατήθηκα. Άραγε θα πέθαινα και εγώ; Η πίστη μου ήταν αδύναμη, και η σχέση μου με τον Ιεχωβά Θεό επιφανειακή. Εκείνον τον καιρό με κάλεσαν στο στρατό. Ο φόβος μου ήταν μεγαλύτερος από την πίστη μου, και έτσι παρουσιάστηκα για κατάταξη.

Με έστειλαν στο ρωσικό μέτωπο. Σύντομα άρχισα να βλέπω συμπολεμιστές μου να πέφτουν νεκροί γύρω μου. Ο πόλεμος ήταν φρικτός και βάναυσος. Η συνείδησή μου με ενοχλούσε όλο και πιο πολύ. Παρακάλεσα τον Ιεχωβά να με συγχωρήσει και να μου δώσει τη δύναμη να ορθοποδήσω. Όταν μια σφοδρή επίθεση έφερε σύγχυση στη μονάδα μας, βρήκα την ευκαιρία να φύγω.

Ήξερα ότι αν με έπιαναν, θα με εκτελούσαν. Τους επόμενους εφτά μήνες, κρυβόμουν όπου έβρισκα. Κατάφερα μάλιστα να στείλω μια κάρτα στη Μάιντα, στην οποία έγραφα: «Έχω φύγει από το αφεντικό μου και τώρα εργάζομαι σε κάποιον άλλον». Εννοούσα ότι από εδώ και πέρα σκόπευα να εργάζομαι για τον Θεό, αλλά χρειάστηκε κάποιος χρόνος μέχρις ότου μπορέσω πραγματικά να το κάνω αυτό.

Τον Αύγουστο του 1945, τρεις μήνες αφότου η Γερμανία παραδόθηκε στους Συμμάχους, κατάφερα να γυρίσω στο Μάριμπορ. Ήταν απίστευτο το ότι όλοι μας​—ο πατέρας μου, η μητέρα μου και η αδελφή μου—​είχαμε επιζήσει από αυτόν τον τρομερό πόλεμο. Εκείνον τον καιρό, όμως, οι κομμουνιστές είχαν ήδη πάρει τα πράγματα υπό τον έλεγχό τους και δίωκαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το έργο κηρύγματος ήταν επισήμως απαγορευμένο, αλλά οι Μάρτυρες δρούσαν υπό την επιφάνεια και συνέχιζαν το κήρυγμα.

Το Φεβρουάριο του 1947, τρεις πιστοί Μάρτυρες​—ο Ρούντολφ Κάλε, ο Ντούσαν Μίκιτς και ο Έντμουντ Στρόπνικ—​καταδικάστηκαν σε θάνατο. Αργότερα, όμως, οι ποινές μετατράπηκαν σε 20ετή φυλάκιση. Τα μέσα ενημέρωσης κάλυψαν εκτενώς όλα αυτά τα γεγονότα, και έτσι πολλοί άνθρωποι έμαθαν για την άδικη μεταχείριση των Μαρτύρων. Μόλις διάβασα εκείνα τα άρθρα στις εφημερίδες, ένιωσα μαχαιριά στην καρδιά. Ήξερα τι έπρεπε να κάνω.

Αποκτώ Πνευματική Δύναμη

Έχοντας καταλάβει με οδυνηρό τρόπο ότι έπρεπε να πάρω τη θέση μου υπέρ της Βιβλικής αλήθειας, άρχισα να καταβάλλω εντατικές προσπάθειες για να χρησιμοποιηθώ στο έργο κηρύγματος το οποίο γινόταν υπό την επιφάνεια. Με σοβαρή ανάγνωση της Αγίας Γραφής, απέκτησα την πνευματική δύναμη που χρειαζόμουν για να εγκαταλείψω ακάθαρτες συνήθειες, όπως η χρήση καπνού.

Το 1951, βαφτίστηκα συμβολίζοντας την αφιέρωσή μου στον Θεό, και ξανάρχισα την πορεία ζωής που είχα αφήσει σχεδόν μία δεκαετία νωρίτερα. Τελικά, άρχισα να νιώθω τον Ιεχωβά ως αληθινό Πατέρα​—πιστό, όσιο και σταθερό στην αγάπη του. Μολονότι είχα πάρει άσοφες αποφάσεις ως νεαρός, με συγκίνησε η διαβεβαίωση που δίνει η Γραφή για τη θεϊκή συγχωρητικότητα. Ως στοργικός Πατέρας, ο Θεός συνέχισε να με τραβάει «με τα σχοινιά . . . της αγάπης».​—Ωσηέ 11:4.

Εκείνη τη δύσκολη περίοδο, διεξήγαμε τις Χριστιανικές συναθροίσεις κρυφά στα σπίτια διαφόρων Μαρτύρων, και κηρύτταμε με ανεπίσημο τρόπο. Δεν πέρασε ένας χρόνος από το βάφτισμά μου και με συνέλαβαν. Η μητέρα μου με είδε για λίγο πριν από τη δίκη. Όπως ανέφερα στην αρχή, με αγκάλιασε σφιχτά και με παρότρυνε: «Κοίτα να είσαι δυνατός». Όταν απαγγέλθηκε η ποινή της πενταετούς φυλάκισης, παρέμεινα ήρεμος και αποφασισμένος.

Με έβαλαν σε ένα πολύ μικρό κελί μαζί με άλλους τρεις κρατουμένους, και έτσι μπόρεσα να μεταδώσω την αλήθεια της Γραφής σε ανθρώπους οι οποίοι διαφορετικά δεν θα είχαν την ευκαιρία να ακούσουν. Παρότι δεν είχα Γραφή ή Γραφικά έντυπα, διαπίστωσα προς έκπληξή μου ότι μπορούσα να θυμηθώ εδάφια και τις εξηγήσεις τους από την προσωπική μου μελέτη της Γραφής στην οποία είχα αφιερώσει ώρες ολόκληρες. Έλεγα στους συγκρατουμένους μου ότι, αν χρειαζόταν να μείνω στη φυλακή πέντε χρόνια, ο Ιεχωβά θα μου έδινε τη δύναμη να τα καταφέρω. Ωστόσο, μπορεί και να μου άνοιγε την πόρτα νωρίτερα. Και τότε, κατέληγα, ποιος θα μπορούσε να την κλείσει;

Υπηρεσία με Κάποιο Μέτρο Ελευθερίας

Το Νοέμβριο του 1953, η κυβέρνηση κήρυξε αμνηστία. Όλοι οι φυλακισμένοι Μάρτυρες του Ιεχωβά αφέθηκαν ελεύθεροι. Τότε έμαθα ότι η απαγόρευση του έργου κηρύγματος είχε αρθεί πριν από δύο μήνες. Αρχίσαμε αμέσως να αναδιοργανώνουμε τις εκκλησίες και τη δραστηριότητα στο κήρυγμα. Βρήκαμε κάποιον χώρο για συναθροίσεις στο υπόγειο ενός κτιρίου στο κέντρο του Μάριμπορ. Στον τοίχο τοποθετήσαμε μια πινακίδα που έλεγε: «Μάρτυρες του Ιεχωβά​—Εκκλησία Μάριμπορ». Η χαρά που νιώθαμε καθώς υπηρετούσαμε τον Ιεχωβά ελεύθερα γέμιζε την καρδιά μας με βαθιά εκτίμηση.

Στις αρχές του 1961, άρχισα την ολοχρόνια διακονία ως σκαπανέας. Περίπου έξι μήνες αργότερα, με προσκάλεσαν να υπηρετήσω στο γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γιουγκοσλαβία, το οποίο βρισκόταν στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας. Το γραφείο τμήματος τότε ήταν ένα δωματιάκι, και το προσωπικό του αποτελούνταν από τρεις άντρες. Κάποιοι συγχριστιανοί μας οι οποίοι έμεναν εκεί κοντά έρχονταν στη διάρκεια της ημέρας για να βοηθήσουν στην παραγωγή του περιοδικού Η Σκοπιά στις τοπικές γλώσσες.

Στο έργο αυτό βοηθούσαν επίσης κάποιες Χριστιανές που έμεναν εκεί κοντά. Μία από τις εργασίες που έκαναν ήταν η συρραφή των σελίδων. Εγώ έκανα διάφορες εργασίες, όπως διόρθωση κειμένου, μετάφραση, διανομές και καταγραφή αρχείων.

Αλλαγή Διορισμού

Το 1964, διορίστηκα να υπηρετώ ως περιοδεύων επίσκοπος, κάτι που περιλάμβανε τακτικές επισκέψεις σε διάφορες εκκλησίες των Μαρτύρων με σκοπό την πνευματική τους ενίσχυση. Μου άρεσε ιδιαίτερα αυτό το έργο. Τον περισσότερο καιρό, ταξίδευα από τη μία εκκλησία στην άλλη με λεωφορείο ή τρένο. Για να φτάσω σε Μάρτυρες που έμεναν σε μικρά χωριά, πήγαινα πολλές φορές με το ποδήλατο ή με τα πόδια, και μερικές φορές λασπωνόμουν μέχρι τον αστράγαλο.

Δεν έλειπαν, όμως, και οι εύθυμες στιγμές. Μια φορά, κάποιος Χριστιανός αδελφός με πήγε στην επόμενη εκκλησία με ένα ιππήλατο κάρο. Καθώς το κάρο τρανταζόταν στο χωματόδρομο, μία από τις ρόδες του χαλάρωσε και βγήκε από τη θέση της. Καταλήξαμε και οι δύο στο έδαφος. Όπως καθόμασταν στο χώμα έχοντας σηκώσει το βλέμμα προς το άλογο, εκείνο μας κοίταζε με τέτοιον τρόπο σαν να είχε γουρλώσει τα μάτια από την έκπληξη. Χρόνια αργότερα, γελούσαμε ακόμη με αυτό το περιστατικό. Η ανυπόκριτη αγάπη που εκδήλωναν εκείνοι οι αγαπητοί αδελφοί στην επαρχία μού έδινε χαρά την οποία δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Στην πόλη Νόβι Σαντ, γνώρισα τη Μάρικα, η οποία υπηρετούσε ως σκαπάνισσα. Η αγάπη της για τη Γραφική αλήθεια και ο ζήλος της στη διακονία με εντυπωσίασαν τόσο πολύ ώστε θέλησα να την παντρευτώ. Λίγο καιρό αφότου παντρευτήκαμε, αρχίσαμε να υπηρετούμε μαζί τις εκκλησίες στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου.

Η οικογένειά μου είχε υπομείνει δικές της δυσκολίες κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης. Ο πατέρας μου κατηγορήθηκε ψευδώς ότι συνεργάστηκε με τον εχθρό την περίοδο του πολέμου και έχασε τη δουλειά του. Έκανε μεγάλο αγώνα για να την επανακτήσει αλλά μάταια και, ως αποτέλεσμα, αποθαρρύνθηκε πολύ. Για κάποιο διάστημα η πίστη του εξασθένησε, αλλά αναζωπυρώθηκε πριν από το τέλος της ζωής του. Ήταν δραστήριος στην εκκλησία του όταν πέθανε το 1984. Η ταπεινή και πιστή μου μητέρα είχε πεθάνει νωρίτερα, το 1965. Η Μάιντα υπηρετεί ακόμη στην εκκλησία του Μάριμπορ.

Η Διακονία μας στην Αυστρία

Το 1972, η Μάρικα και εγώ προσκληθήκαμε να πάμε στην Αυστρία για να κηρύξουμε στους πολλούς Γιουγκοσλάβους μετανάστες που εργάζονταν εκεί. Όταν φτάσαμε στη Βιέννη, την πρωτεύουσα, ούτε που περνούσε από το μυαλό μας ότι αυτός ο διορισμός θα ήταν μόνιμος. Σταδιακά, ιδρύθηκαν σε όλη την Αυστρία καινούριες εκκλησίες και όμιλοι με άτομα που μιλούν τις γλώσσες οι οποίες χρησιμοποιούνταν στη Γιουγκοσλαβία.

Αργότερα, άρχισα να υπηρετώ ως περιοδεύων επίσκοπος και να επισκέπτομαι σε όλη τη χώρα αυτές τις εκκλησίες και τους ομίλους που συνεχώς πλήθαιναν. Μετέπειτα, μας ζήτησαν να επισκεπτόμαστε επίσης τη Γερμανία και την Ελβετία, όπου είχαν σχηματιστεί τέτοιες εκκλησίες. Είχα τη δυνατότητα να βοηθήσω στη διοργάνωση πολλών συνελεύσεων σε αυτές τις χώρες.

Κατά καιρούς, έρχονταν στις μεγάλες συνελεύσεις μέλη του Κυβερνώντος Σώματος, και έτσι κατάφερα να συναντήσω ξανά τον Μάρτιν Πέτσιγκερ. Αναπολήσαμε γεγονότα που είχαν συμβεί πριν από 40 περίπου χρόνια όταν εκείνος φιλοξενούνταν τακτικά στο σπίτι μας. Τον ρώτησα: «Θυμάσαι πόσο μου άρεσε να ξεφυλλίζω εκείνη την εγκυκλοπαίδεια τσέπης που είχες;»

«Περίμενε μια στιγμή», μου απάντησε καθώς έφευγε από το δωμάτιο. Επέστρεψε κρατώντας εκείνο το βιβλίο και μου το έδωσε. «Πάρ’ το, ως δώρο από έναν φίλο», μου είπε. Το βιβλίο αυτό εξακολουθεί να είναι ένα από τα αγαπημένα βιβλία της βιβλιοθήκης μου.

Προβλήματα Υγείας​Αλλά Παραμένω Δραστήριος

Το 1983, διαγνώστηκε ότι έχω καρκίνο. Προτού περάσει πολύς καιρός μού είπαν ότι βρισκόμουν στο τελικό στάδιο. Αυτή η περίοδος ήταν γεμάτη ένταση, ειδικά για τη Μάρικα, αλλά λόγω της στοργικής της φροντίδας και της πρακτικής υποστήριξης που έχω λάβει από πολλούς Χριστιανούς αδελφούς εξακολουθώ να ζω πλούσια και γεμάτη ζωή.

Η Μάρικα και εγώ συνεχίζουμε την ολοχρόνια διακονία στη Βιέννη. Τον περισσότερο καιρό, πηγαίνω τα πρωινά στις εγκαταστάσεις του γραφείου τμήματος και κάνω μεταφραστική εργασία ενώ η Μάρικα ασχολείται με το έργο κηρύγματος στην πόλη. Χαίρομαι πάρα πολύ που βλέπω ότι ο μικρός όμιλος των Γιουγκοσλάβων μεταναστών στην Αυστρία οι οποίοι έγιναν Μάρτυρες έχει μεγαλώσει και αποτελείται τώρα από 1.300 και πλέον άτομα. Η Μάρικα και εγώ είχαμε το προνόμιο να βοηθήσουμε πολλά από αυτά τα άτομα να μάθουν την αλήθεια της Γραφής.

Τα πρόσφατα χρόνια, είχα το προνόμιο να συμμετάσχω στα προγράμματα αφιέρωσης που έγιναν για τις καινούριες εγκαταστάσεις γραφείων τμήματος σε πρώην δημοκρατίες της Γιουγκοσλαβίας​—σε ένα πρόγραμμα στην Κροατία το 1999 και σε ένα άλλο στη Σλοβενία το 2006. Ήμουν ανάμεσα στους παλαίμαχους από τους οποίους ζητήθηκε να αφηγηθούν τις αναμνήσεις που είχαν από το ξεκίνημα του έργου κηρύγματος σε εκείνες τις χώρες πριν από 70 περίπου χρόνια.

Ο Ιεχωβά είναι πράγματι ένας στοργικός Πατέρας πρόθυμος να συγχωρεί άφθονα τις αποτυχίες και τα λάθη μας. Πόσο ευγνώμων είμαι που δεν παρατηρεί σφάλματα! (Ψαλμός 130:3) Ασφαλώς, υπήρξε καλός και ελεήμων μαζί μου. *

[Υποσημειώσεις]

^ παρ. 4 Έξι δημοκρατίες, μεταξύ αυτών και η Σλοβενία, αποτελούσαν τότε τη Γιουγκοσλαβία.

^ παρ. 9 Όσον αφορά τους Γραφικούς λόγους για τους οποίους οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αρνούνται να πάνε στον πόλεμο, βλέπε το άρθρο «Οι Αναγνώστες μας Ρωτούν», στη σελίδα 22 αυτού του περιοδικού.

^ παρ. 39 Ο αδελφός Μπόλφενκ Μότσνικ πέθανε στις 11 Απριλίου 2008, όταν αυτό το άρθρο έπαιρνε την τελική του μορφή για να τυπωθεί.

[Εικόνα στη σελίδα 27]

Από αριστερά προς τα δεξιά: Οι γονείς μου, Μπέρτα και Φραντς Μότσνικ, η Μάιντα και εγώ στο Μάριμπορ της Σλοβενίας, τη δεκαετία του 1940

[Εικόνα στη σελίδα 29]

Με τη σύζυγό μου, τη Μάρικα