Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Αμαρτία—Τι Άλλαξε;

Αμαρτία—Τι Άλλαξε;

Αμαρτία​—Τι Άλλαξε;

«Η ΙΔΕΑ του Προπατορικού Αμαρτήματος​—το ότι εμπλεκόμαστε όλοι σε κάποια τρομερή αρχέγονη συμφορά—​δεν είναι ευχάριστη στη σύγχρονη διάνοια. Ούτε, όμως, και η ιδέα της ίδιας της αμαρτίας. . . . Ο Αδόλφος Χίτλερ και ο Ιωσήφ Στάλιν ίσως αμάρτησαν, αλλά εμείς οι υπόλοιποι είμαστε θύματα των περιστάσεων και της ανικανότητάς μας για προσαρμογή».​—Δε Γουόλ Στριτ Τζέρναλ (The Wall Street Journal).

Όπως δείχνει το παραπάνω απόσπασμα, η έννοια της αμαρτίας φαίνεται ότι περνάει βαθιά κρίση σήμερα. Αλλά γιατί; Τι άλλαξε; Τι ακριβώς βρίσκουν απαράδεκτο οι άνθρωποι σήμερα στην ιδέα της αμαρτίας;

Η έννοια της αμαρτίας είναι δίπτυχη​—αφενός μεν υπάρχει η κληρονομημένη αμαρτία, αφετέρου δε η προσωπική αμαρτωλή συμπεριφορά. Η πρώτη είναι κάτι που φέρουμε πάνω μας, είτε μας αρέσει είτε όχι, ενώ η δεύτερη είναι κάτι που πράττουμε ενσυνείδητα. Ας εξετάσουμε την κάθε πτυχή πιο προσεκτικά.

Κηλιδωμένοι από το Προπατορικό Αμάρτημα;

Η Αγία Γραφή δηλώνει ότι κάποια ηθική έλλειψη των πρώτων μας γονέων​—το προπατορικό αμάρτημα—​μεταβιβάστηκε σε όλη την ανθρωπότητα. Συνεπώς, όλοι μας γεννηθήκαμε με το στίγμα της ατέλειας. «Κάθε αδικία είναι αμαρτία», λέει η Γραφή.​—1 Ιωάννη 5:17.

Πολλοί εκκλησιαζόμενοι, όμως, βρίσκουν ακατανόητη και απαράδεκτη την ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι εγγενώς ελαττωματικοί εξαιτίας κάποιας παράβασης του μακρινού παρελθόντος στην οποία δεν συμμετείχαν και για την οποία δεν φέρουν ευθύνη. Αυτό το δόγμα, λέει ο καθηγητής θεολογίας Έντουαρντ Όουκς, «βρίσκει απέναντί του αμήχανη σιωπή, κατηγορηματική άρνηση ή έστω απρόθυμη προφορική αποδοχή. Στην τελευταία περίπτωση, οι πιστοί δεν το αρνούνται εντελώς αλλά δεν έχουν ιδέα πώς να το ενσωματώσουν στη ζωή τους».

Ένας παράγοντας που δυσχεραίνει την αποδοχή της έννοιας του προπατορικού αμαρτήματος είναι οι διδασκαλίες των εκκλησιών σχετικά με αυτό. Για παράδειγμα, στη Σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563), η εκκλησία καταδίκασε όποιους αρνούνταν ότι τα νεογέννητα έπρεπε να βαφτίζονται για να λαβαίνουν άφεση αμαρτιών. Αν κάποιο βρέφος πεθάνει αβάφτιστο, δήλωναν οι θεολόγοι, οι αμαρτίες του από τις οποίες δεν έχει καθαριστεί θα το αποκλείσουν διαπαντός από την παρουσία του Θεού στον παράδεισο. Ο Καλβίνος, μάλιστα, έφτασε στο σημείο να διδάσκει ότι τα βρέφη “κουβαλούν την ίδια τους την καταδίκη από την κοιλιά της μητέρας τους”. Η φύση τους, όπως ισχυριζόταν, είναι “μισητή και απεχθής στον Θεό”.

Οι περισσότεροι πιστεύουν ενστικτωδώς ότι τα νεογέννητα είναι τόσο αθώα ώστε θα ήταν αντίθετο στην ανθρώπινη φύση το να θεωρούμε πως πρέπει να υποφέρουν λόγω της κληρονομημένης αμαρτίας. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί τέτοιες εκκλησιαστικές διδασκαλίες απομάκρυναν τους ανθρώπους από το δόγμα του προπατορικού αμαρτήματος. Στην πραγματικότητα, ορισμένοι εκκλησιαστικοί ηγέτες δυσκολεύονταν να καταδικάσουν ένα αβάφτιστο βρέφος στην κόλαση. Για αυτούς, ο τελικός του προορισμός παρέμενε κατά κάποιον τρόπο θεολογικό δίλημμα. Επί αιώνες, η παραδοσιακή Καθολική διδασκαλία​—μολονότι δεν αποτέλεσε ποτέ εκκλησιαστικό δόγμα—​ήταν ότι οι ψυχές των αβάφτιστων αθώων πλασμάτων κατοικούν στη νεκρή ζώνη του Λίμπο. *

Ένας άλλος παράγοντας που συντέλεσε στην εξασθένιση της πίστης στο προπατορικό αμάρτημα ήταν το γεγονός ότι οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες και οι θεολόγοι του 19ου αιώνα άρχισαν να αμφισβητούν τον ιστορικό χαρακτήρα των Γραφικών αφηγήσεων. Σύμφωνα με την άποψη πολλών, η θεωρία του Δαρβίνου για την εξέλιξη έχει υποβιβάσει την ιστορία του Αδάμ και της Εύας στο επίπεδο του μύθου. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, πολλοί τώρα θεωρούν ότι η Αγία Γραφή απηχεί τη νοοτροπία και τις παραδόσεις των συγγραφέων της, και δεν είναι προϊόν θεϊκής αποκάλυψης.

Πώς επηρεάζεται το δόγμα του προπατορικού αμαρτήματος από αυτό; Προφανώς, αν οι εκκλησιαζόμενοι είναι πεπεισμένοι ότι ο Αδάμ και η Εύα δεν υπήρξαν πραγματικά πρόσωπα, συμπεραίνουν λογικά ότι δεν διαπράχθηκε ποτέ κάποιο προπατορικό αμάρτημα. Ακόμη και για όσους είναι πρόθυμοι να δεχτούν ότι η ανθρωπότητα είναι θεμελιωδώς ελαττωματική, η έννοια του προπατορικού αμαρτήματος δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια εξήγηση της ατελούς φύσης των ανθρώπων.

Τέλος, λοιπόν, με το προπατορικό αμάρτημα. Τι θα λεχθεί τώρα για την ιδέα ότι οι προσωπικές αμαρτίες​—ως κάτι ξεχωριστό από την κληρονομημένη αμαρτία—​προσβάλλουν και αυτές τον Θεό;

Είναι Όντως Αμαρτία;

Πολλοί, όταν τους γίνονται ερωτήσεις για τις προσωπικές αμαρτίες, σκέφτονται τις Δέκα Εντολές, οι οποίες απαγορεύουν τη δολοφονία, την απιστία, το σαρκικό πόθο, το προγαμιαίο σεξ, την κλοπή, και ούτω καθεξής. Η παραδοσιακή διδασκαλία των εκκλησιών ήταν ότι όποιος πέθαινε χωρίς να έχει μετανοήσει για τέτοιες αμαρτίες υφίστατο τα αιώνια βάσανα της κόλασης. *

Για να μην έχει κάποιος τέτοιο τέλος, η Καθολική Εκκλησία απαιτεί την εξομολόγηση αυτών των αμαρτιών σε έναν ιερέα ο οποίος υποτίθεται ότι έχει την εξουσία να χορηγεί άφεση. Ωστόσο, για τους περισσότερους Καθολικούς, το τελετουργικό της εξομολόγησης, της άφεσης των αμαρτιών και του επιτιμίου ανήκει πλέον στο παρελθόν. Παραδείγματος χάρη, μια πρόσφατη μελέτη αποκαλύπτει ότι το 60 και πλέον τοις εκατό των Ιταλών Καθολικών δεν πηγαίνει πια για εξομολόγηση.

Όπως γίνεται σαφές, η παραδοσιακή έννοια της προσωπικής αμαρτίας και των συνεπειών της​—έτσι όπως εξηγείται από τις εκκλησίες—​δεν έχει βοηθήσει τους ανθρώπους να πάψουν να πράττουν την αμαρτία. Πολλοί εκκλησιαζόμενοι δεν πιστεύουν πια ότι όλα αυτά τα πράγματα είναι εσφαλμένα. Ορισμένοι κάνουν, για παράδειγμα, το συλλογισμό: Αν δύο ενήλικοι συναινούν στο να έχουν σεξουαλικές σχέσεις, και δεν βλάπτεται κάποιος τρίτος, τι πρόβλημα υπάρχει;

Μερικοί μπορεί να κάνουν τέτοιους συλλογισμούς επειδή κατά βάθος δεν έχουν πειστεί για αυτά που τους έχουν διδάξει γύρω από την αμαρτία. Πράγματι, πολλοί δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι ένας στοργικός Θεός θα βασάνιζε τους αμαρτωλούς για πάντα στην κόλαση. Και ίσως αυτός ο σκεπτικισμός εξηγεί, τουλάχιστον εν μέρει, το γιατί η «αμαρτία» φαίνεται να έχει χάσει μεγάλο μέρος της σοβαρότητάς της. Αλλά έχουν συντελέσει και άλλοι παράγοντες στην απώλεια της αίσθησης της αμαρτίας.

Απόρριψη των Παραδοσιακών Αξιών

Τα γεγονότα των τελευταίων λίγων αιώνων έχουν επιφέρει σαρωτικές αλλαγές στην κοινωνία και στη νοοτροπία των ανθρώπων. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, αναρίθμητοι μικρότεροι πόλεμοι και διάφορες γενοκτονίες έχουν κάνει πολλούς να αμφισβητούν τη σπουδαιότητα των παραδοσιακών αξιών. Γι’ αυτό ρωτούν: “Μα είναι λογικό, σε μια τεχνολογικά προηγμένη εποχή, να ζούμε σύμφωνα με αναχρονιστικούς κανόνες που δεν έχουν καμιά σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα;” Πολλοί ορθολογιστές και ηθικολόγοι έχουν συμπεράνει ότι δεν είναι. Πιστεύουν ότι η κοινωνία πρέπει να αποτινάξει συγκεκριμένα δεσμά και προκαταλήψεις που αφορούν την ηθική, καθώς και να προσπαθήσει, μέσω εκπαίδευσης, να αξιοποιήσει τις τεράστιες δυνατότητες της ανθρωπότητας.

Αυτός ο τρόπος σκέψης έχει διαμορφώσει έναν εξαιρετικά εκκοσμικευμένο πολιτισμό. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, λίγοι πηγαίνουν στην εκκλησία. Όλο και περισσότεροι δεν πιστεύουν σε τίποτα συγκεκριμένο, ενώ πολλοί δεν κρύβουν την εχθρότητά τους προς τα δόγματα των εκκλησιών, τα οποία θεωρούν ασυναρτησίες. Αν οι άνθρωποι είναι απλώς προϊόν του περιβάλλοντός τους και της φυσικής επιλογής, σκέφτονται, τι νόημα έχει να μιλάμε για ενόχους ηθικών παραπτωμάτων;

Η γενική έκλυση των ηθών στο Δυτικό κόσμο τον 20ό αιώνα οδήγησε, μεταξύ άλλων, στη λεγόμενη σεξουαλική επανάσταση. Οι φοιτητικές διαδηλώσεις, τα αντισυμβατικά κινήματα και τα αντισυλληπτικά έπαιξαν όλα το ρόλο τους στην απόρριψη των παραδοσιακών αντιλήψεων περί ευπρέπειας. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, οι αξίες της Αγίας Γραφής κατέρρευσαν. Μια νέα γενιά ενστερνίστηκε νέα ηθική και νέα στάση ως προς την αμαρτία. Στο εξής, λέει κάποιος συγγραφέας, «ο μόνος νόμος ήταν ο νόμος της αγάπης»​—ο οποίος εκφράστηκε βασικά με την ευρύτατη αποδοχή του αθέμιτου σεξ.

Θρησκείες που Ωθούν τους Ανθρώπους να Νιώθουν Καλά με τον Εαυτό Τους

Σχολιάζοντας την κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες, το περιοδικό Νιούζγουικ (Newsweek) δήλωσε απερίφραστα: «Πολλοί κληρικοί, αντιμέτωποι με τον ανταγωνισμό της αγοράς, θεωρούν ότι δεν έχουν την πολυτέλεια να γίνουν δυσάρεστοι». Φοβούνται ότι, αν έχουν μεγάλες ηθικές απαιτήσεις από τους ακροατές τους, θα τους χάσουν από ενορίτες. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούν ότι πρέπει να καλλιεργούν ταπεινοφροσύνη, εγκράτεια και αρετή ή ότι πρέπει να δίνουν προσοχή στη συνείδησή τους όταν τους ενοχλεί και να μετανοούν για τις αμαρτίες τους. Συνεπώς, πολλές εκκλησίες υιοθετούν αυτό που η εφημερίδα Σικάγο Σαν-Τάιμς (Chicago Sun-Times) χαρακτήρισε ως «θεραπευτικό, ωφελιμιστικό, ακόμη δε και ναρκισσιστικό Χριστιανικό άγγελμα, το οποίο βασίζεται στην αντίληψη “όλα περιστρέφονται γύρω από εμένα”, [και] αφήνουν το ευαγγέλιο στην άκρη».

Επακόλουθο αυτού του τρόπου σκέψης είναι ένα θρησκευτικό σύστημα που ορίζει με τους δικούς του όρους τον Θεό, καθώς και εκκλησίες που επικεντρώνονται, όχι στον Θεό και στο τι αναμένει από εμάς, αλλά στον άνθρωπο και στο τι θα τονώσει την αυτοεκτίμησή του. Μοναδικός σκοπός είναι η εξυπηρέτηση των αναγκών του εκκλησιάσματος. Ο καρπός που προκύπτει είναι θρησκεία απογυμνωμένη από δόγματα. «Τι γεμίζει το κενό στο κέντρο, εκεί όπου κάποτε υπήρχε ο Χριστιανικός ηθικός κώδικας;» ρωτάει η εφημερίδα Δε Γουόλ Στριτ Τζέρναλ. «Μια ηθική κραυγαλέας συμπόνιας, σύμφωνα με την οποία, “αν είσαι καλός άνθρωπος”, δικαιολογούνται τα πάντα».

Εύλογα, σοδειά όλων αυτών αποτελεί η νοοτροπία ότι οποιαδήποτε θρησκεία είναι αποδεκτή εφόσον σε κάνει να νιώθεις καλά με τον εαυτό σου. Όποιος υιοθετεί μια τέτοια άποψη, σημειώνει η ίδια εφημερίδα, «μπορεί να ασπαστεί οποιαδήποτε πίστη, αρκεί αυτή να μην έχει ουσιαστικές ηθικές απαιτήσεις​—να παρηγορεί αλλά να μην κρίνει». Οι δε εκκλησίες, από την πλευρά τους, είναι διατεθειμένες να δεχτούν τους ανθρώπους «όπως ακριβώς είναι», χωρίς να έχουν ηθικές απαιτήσεις από αυτούς.

Τα παραπάνω μπορεί να θυμίζουν στους αναγνώστες της Γραφής μια προφητεία την οποία έγραψε ο απόστολος Παύλος τον πρώτο αιώνα Κ.Χ.: «Θα υπάρξει μια χρονική περίοδος στην οποία δεν θα ανέχονται την υγιή διδασκαλία, αλλά, σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, θα συσσωρεύουν για τους εαυτούς τους δασκάλους για να τους γαργαλούν τα αφτιά· και θα απομακρύνουν τα αφτιά τους από την αλήθεια».​—2 Τιμόθεο 4:3, 4.

Όταν οι θρησκευτικοί ηγέτες δικαιολογούν την αμαρτία, αρνούνται την ύπαρξή της και «γαργαλούν» τα αφτιά του εκκλησιάσματός τους λέγοντάς του ό,τι θέλει να ακούει, και όχι ό,τι λέει η Γραφή, κάνουν μεγάλο κακό στους ανθρώπους. Αυτό το άγγελμα είναι ψευδές και επικίνδυνο. Αποτελεί παρωδία μιας θεμελιώδους διδασκαλίας της Χριστιανοσύνης. Η αμαρτία και η συγχώρηση κατέχουν καίρια θέση στα καλά νέα που δίδαξαν ο Ιησούς και οι απόστολοί του. Για να δείτε πώς συμβαίνει αυτό, σας προτρέπουμε να διαβάσετε και τα παρακάτω.

[Υποσημειώσεις]

^ Το γεγονός ότι το αντιγραφικό δόγμα του Λίμπο απαλείφθηκε από τα πιο πρόσφατα εγχειρίδια της Καθολικής κατήχησης είναι ίσως ενδεικτικό της σύγχυσης που προκαλούσε. Βλέπε το πλαίσιο «Θεολογική Αναστροφή», στη σελίδα 10.

^ Η Γραφή δεν υποστηρίζει τη δοξασία των αιώνιων βασάνων σε μια πύρινη κόλαση. Για λεπτομέρειες, βλέπε το βιβλίο Τι Διδάσκει Πράγματι η Αγία Γραφή;, κεφάλαιο 6: «Πού Είναι οι Νεκροί;», το οποίο είναι έκδοση των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 7]

Οι θρησκείες που ωθούν τους ανθρώπους να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους αποφέρουν κακούς καρπούς

[Πλαίσιο στη σελίδα 6]

Αμαρτία; «Την Έχουμε Ξεπεράσει»

▪ «Ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που καλείται να υπερπηδήσει η εκκλησία σήμερα είναι αυτό καθαυτό το ζήτημα [της αμαρτίας]. Δεν θεωρούμε πλέον τους εαυτούς μας “αμαρτωλούς” που έχουν ανάγκη συγχώρησης. Ίσως η αμαρτία ήταν κάποτε πρόβλημα, αλλά τώρα την έχουμε ξεπεράσει. Έτσι λοιπόν, μολονότι η εκκλησία έχει λύση για το πρόβλημα της αμαρτίας, οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν πιστεύουν ότι η αμαρτία είναι πρόβλημα​—τουλάχιστον όχι σοβαρό».​—Τζον Α. Στουντμπέικερ, θρησκευτικός συγγραφέας.

▪ «Ο κόσμος λέει: “Έχω μεν υψηλές ηθικές προσδοκίες από τον εαυτό μου και από τους άλλους, αλλά όλοι άνθρωποι είμαστε. Αρκούμαι, λοιπόν, στη μετριότητα”. Κινούμαστε σε ένα πλαίσιο ηθικής όπου νιώθουμε άνετα, σε κάποιου είδους μεσοαστικό μεσαίο επίπεδο στο οποίο θεωρούμε ότι τα πηγαίνουμε καλά. Κουρεύουμε το γκαζόν. Δεν διπλοπαρκάρουμε. Αγνοούμε, όμως, τις σοβαρότερες πτυχές της αμαρτίας».​—Άλμπερτ Μόλερ, πρόεδρος της Θεολογικής Σχολής των Νότιων Βαπτιστών.

▪ «Η γενική τάση επικροτεί αυτά που κάποτε καταδίκαζε [όπως είναι τα αποκαλούμενα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα]: Οι γονείς προωθούν την υπερηφάνεια ως απαραίτητη για την αυτοεκτίμηση. Κάποιοι αυτοεξυψούμενοι Γάλλοι σεφ ζήτησαν από το Βατικανό να μη θεωρείται αμαρτία η γαστριμαργία. Ο φθόνος τροφοδοτεί τη μανία με τα κουτσομπολιά γύρω από τους επώνυμους. Ο σαρκικός πόθος είναι διαφημιστική στρατηγική. Ο θυμός, το αυτονόητο δικαίωμα όσων θίγονται. Τις περισσότερες μέρες, και τι δεν θα έδινα για λίγη οκνηρία!»​—Νάνσι Γκιμπς, στο περιοδικό Τάιμ (Time).

[Εικόνα στη σελίδα 5]

Πολλοί σήμερα θεωρούν μύθο την αφήγηση για τον Αδάμ και την Εύα