Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Ένα Πολύτιμο Πετράδι Διασώζεται από τα Σκουπίδια

Ένα Πολύτιμο Πετράδι Διασώζεται από τα Σκουπίδια

ΤΙ ΣΑΣ έρχεται στο νου όταν βλέπετε έναν σωρό σκουπιδιών; Πιθανότατα, συνδέετε αυτό το θέαμα με απορρίμματα και δυσοσμία. Το τελευταίο πράγμα που θα περιμένατε να βρείτε εκεί είναι κάποιο αντικείμενο μεγάλης αξίας, πόσο μάλλον ένα ανεκτίμητο πετράδι.

Και όμως, πριν από έναν αιώνα βρέθηκε ένας τέτοιος θησαυρός στα σκουπίδια. Δεν ήταν ένα κατά γράμμα πολύτιμο πετράδι αλλά κάτι άλλο μεγάλης αξίας. Τι ήταν, όμως, αυτός ο θησαυρός; Και γιατί είναι αυτή η ανακάλυψη σημαντική για εμάς σήμερα;

ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΟ ΕΥΡΗΜΑ

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Μπέρναρντ Π. Γκρένφελ και ο Άρθουρ Σ. Χαντ, λόγιοι του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, επισκέφτηκαν την Αίγυπτο. Εκεί, ανάμεσα σε σωρούς σκουπιδιών, δίπλα στην κοιλάδα του Νείλου, ανακάλυψαν αρκετά σπαράγματα παπύρων. Λίγο καιρό αργότερα, το 1920, ενώ οι δύο συνεργάτες ήταν ακόμα απασχολημένοι με την καταγραφή αυτής της συλλογής, ήρθαν στην κατοχή του Γκρένφελ μερικά επιπρόσθετα σπαράγματα από ανασκαφές στην Αίγυπτο. Τα παρέλαβε για λογαριασμό της Βιβλιοθήκης Τζον Ράιλαντς που βρίσκεται στο Μάντσεστερ της Αγγλίας. Ωστόσο, πέθαναν και οι δύο προτού ολοκληρωθεί η καταγραφή.

Η εργασία αυτή ολοκληρώθηκε από τον Κόλιν Χ. Ρόμπερτς, έναν άλλον λόγιο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Ενώ ταξινομούσε τα σπαράγματα, εντόπισε ένα κομμάτι παπύρου με διαστάσεις 9 επί 6 εκατοστά. Προς έκπληξή του, το ελληνικό χειρόγραφο περιείχε λέξεις που του ήταν γνώριμες. Στη μία πλευρά υπήρχαν λέξεις από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη 18:31-33, και στην άλλη αποσπάσματα των εδαφίων 37 και 38. Ο Ρόμπερτς συνειδητοποίησε ότι εντελώς τυχαία κρατούσε στα χέρια του ένα ανεκτίμητο πετράδι.

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΕΤΑΙ Η ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥ

Ο Ρόμπερτς υπέθεσε ότι αυτό το σπάραγμα παπύρου ήταν πολύ παλιό. Αλλά πόσο παλιό; Για να το εξακριβώσει, σύγκρινε αυτόν τον τύπο γραφής με άλλα χρονολογημένα αρχαία χειρόγραφα—ένας επιστημονικός κλάδος γνωστός ως παλαιογραφία. * Εφαρμόζοντας αυτή τη μέθοδο, μπόρεσε να καθορίσει κατά προσέγγιση την ηλικία του. Αλλά ήθελε να είναι σίγουρος. Έτσι λοιπόν, φωτογράφισε το σπάραγμα, έστειλε αντίγραφα σε τρεις παπυρολόγους και τους ζήτησε να καθορίσουν την ηλικία του. Ποια ήταν τα συμπεράσματά τους;

Μελετώντας τη μορφή του κειμένου και τον τρόπο γραφής, οι τρεις λόγιοι συμφώνησαν ότι το σπάραγμα είχε γραφτεί περίπου το 125 Κ.Χ.—λίγες μόλις δεκαετίες μετά το θάνατο του αποστόλου Ιωάννη! Εντούτοις, η παλαιογραφία δεν είναι αλάνθαστη μέθοδος χρονολόγησης χειρογράφων, και κάποιος άλλος λόγιος πιστεύει ότι το κείμενο θα μπορούσε να έχει γραφτεί οποτεδήποτε μέσα στο δεύτερο αιώνα. Ακόμη και αν έτσι έχουν τα πράγματα, αυτό το μικροσκοπικό κομμάτι παπύρου ήταν—και παραμένει—το παλαιότερο σωζόμενο σπάραγμα χειρογράφου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών που έχει βρεθεί ποτέ.

ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ ΣΠΑΡΑΓΜΑ ΡΑΪΛΑΝΤΣ

Γιατί είναι αυτό το σπάραγμα του Ευαγγελίου του Ιωάννη τόσο σημαντικό για όσους αγαπούν τη Γραφή σήμερα; Για δύο λόγους τουλάχιστον. Πρώτα από όλα, η μορφή του σπαράγματος μας βοηθάει να κατανοήσουμε πόσο πολύ εκτιμούσαν τις Γραφές οι πρώτοι Χριστιανοί.

Γιατί είναι αυτό το σπάραγμα του Ευαγγελίου του Ιωάννη τόσο σημαντικό για όσους αγαπούν τη Γραφή σήμερα;

Το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. υπήρχαν δύο μορφές γραπτού κειμένου—ο ρόλος και ο κώδικας. Οι ρόλοι ήταν κομμάτια παπύρου ή περγαμηνής που τα συγκολλούσαν ή τα έραβαν μεταξύ τους ώστε να σχηματιστεί ένα μακρύ φύλλο. Αυτό το φύλλο μπορούσε κατόπιν να τυλίγεται και να ξετυλίγεται όποτε χρειαζόταν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μόνο η μία πλευρά του ρόλου χρησιμοποιούνταν για γράψιμο.

Ωστόσο, το μικροσκοπικό σπάραγμα που ανακάλυψε ο Ρόμπερτς είναι γραμμένο και από τις δύο πλευρές. Αυτό σημαίνει ότι προέρχεται από κώδικα, και όχι από ρόλο. Ο κώδικας φτιαχνόταν από φύλλα περγαμηνής ή παπύρου που ράβονταν μεταξύ τους και διπλώνονταν με τρόπο που θυμίζει βιβλίο.

Ποια ήταν τα πλεονεκτήματα του κώδικα έναντι του ρόλου; Όπως είναι γνωστό, οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν ευαγγελιστές. (Ματθαίος 24:14· 28:19, 20) Μετέδιδαν το άγγελμα της Γραφής οπουδήποτε έβρισκαν ανθρώπους—σε σπίτια, αγορές και δρόμους. (Πράξεις 5:42· 17:17· 20:20) Έτσι λοιπόν, ήταν πολύ πιο πρακτικό για αυτούς να έχουν τη Γραφή σε μικρότερο μέγεθος.

Ο κώδικας επίσης διευκόλυνε τις εκκλησίες και τα μεμονωμένα άτομα να φτιάξουν το δικό τους αντίγραφο των Γραφών. Με αυτόν τον τρόπο, τα Ευαγγέλια αντιγράφονταν ξανά και ξανά, και χωρίς αμφιβολία αυτό συντέλεσε στη ραγδαία διάδοση της Χριστιανοσύνης.

Το σπάραγμα Ράιλαντς, μπροστινή και πίσω όψη

Ένας δεύτερος λόγος για τον οποίο το σπάραγμα Ράιλαντς είναι σημαντικό για εμάς σήμερα είναι το γεγονός πως αποκαλύπτει πόσο αξιόπιστη είναι η μεταβίβαση του πρωτότυπου Βιβλικού κειμένου. Παρότι περιέχει μόνο λίγα εδάφια από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, ταυτίζεται σχεδόν απόλυτα με αυτό που διαβάζουμε σήμερα στα δικά μας αντίτυπα της Γραφής. Το σπάραγμα Ράιλαντς δείχνει, λοιπόν, ότι η Γραφή δεν έχει αλλοιωθεί παρά τις επανειλημμένες αντιγραφές στο πέρασμα του χρόνου.

Φυσικά, το σπάραγμα Ράιλαντς από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη είναι ένα μόνο αποδεικτικό στοιχείο από τα χιλιάδες σπαράγματα και χειρόγραφα που πιστοποιούν ότι η μεταβίβαση του πρωτότυπου Βιβλικού κειμένου είναι αξιόπιστη. Ο συγγραφέας Βέρνερ Κέλερ διαπίστωσε τα εξής στο βιβλίο του Η Βίβλος ως Ιστορία (The Bible as History): «Αυτά τα παλιά [χειρόγραφα] είναι η πιο πειστική απάντηση σε όλες τις αμφιβολίες σχετικά με την αυθεντικότητα και την αξιοπιστία του κειμένου που έχουμε σήμερα στις Γραφές μας».

Είναι αλήθεια ότι οι Χριστιανοί δεν βασίζουν την πίστη τους σε αρχαιολογικά ευρήματα. Πιστεύουν ότι «όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη». (2 Τιμόθεο 3:16) Παρ’ όλα αυτά, πόσο ενισχύεται η πεποίθησή μας όταν πολύτιμα πετράδια του παρελθόντος επιβεβαιώνουν αυτό που έλεγε ανέκαθεν η Γραφή: «Τα λόγια του Ιεχωβά διαμένουν για πάντα»!1 Πέτρου 1:25.

^ παρ. 8 Σύμφωνα με το βιβλίο Χειρόγραφα των Ελληνικών Γραφών (Manuscripts of the Greek Bible), παλαιογραφία «είναι η επιστήμη που μελετάει τους αρχαίους τύπους γραφής». Με το πέρασμα του χρόνου, ο τύπος γραφής αλλάζει. Αυτές οι αλλαγές μπορούν να αποκαλύψουν την ηλικία ενός χειρογράφου, αν αυτό μπορεί να συγκριθεί με άλλα κείμενα των οποίων η χρονολόγηση είναι αξιόπιστη.