Από το Αρχείο Μας
Υπηρετούσαν τον Ιεχωβά Παρά τις Οικονομικές Δυσκολίες
Σε πολλές χώρες, το αυξανόμενο κόστος ζωής προξενεί πολλές δυσκολίες στους ανθρώπους, και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν εξαιρούνται. Αλλά αντί να καταβάλλονται από ανησυχία, οι Μάρτυρες βρίσκουν παρηγοριά γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά “δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψει” τους υπηρέτες του. (Εβραίους 13:5) Στο πέρασμα του χρόνου, ο Ιεχωβά έχει τηρήσει αμέτρητες φορές αυτή την υπόσχεση. Δεν έχει εγκαταλείψει τον λαό του ούτε στις Φιλιππίνες, όπου πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν μέσα στη φτώχεια. Ωστόσο, οι δεκαετίες του 1970 και του 1980 ήταν ιδιαίτερα δύσκολες για αυτή τη χώρα.
Μια αδελφή, η Βίκι, a θυμάται: «Μερικές φορές έκλαιγα επειδή δεν είχαμε αρκετό φαγητό. Υπήρχαν περιπτώσεις στις οποίες είχαμε μόνο ρύζι, αλάτι και νερό». Ένας αδελφός, ο Φλορένσιο, δεν μπορούσε να βρει δουλειά. Ο ίδιος λέει: «Είχα μόνο τρία πουκάμισα και τρία παντελόνια, τα οποία χρησιμοποιούσα εναλλάξ όταν παρακολουθούσα συναθροίσεις και συνελεύσεις». Πώς τα έβγαλαν πέρα οι υπηρέτες του Ιεχωβά; Τι τους βοήθησε να παραμείνουν πνευματικά δυνατοί; Και πώς μπορεί το παράδειγμά τους να βοηθήσει εμάς σήμερα καθώς ζούμε σε αβέβαιους καιρούς;
Εμπιστεύτηκαν στον Ιεχωβά
Οι Μάρτυρες στις Φιλιππίνες ήταν βέβαιοι ότι ο Ιεχωβά θα τους φρόντιζε εκείνη τη δύσκολη περίοδο. (Εβραίους 13:6) Και όντως το έκανε αυτό, συχνά με τρόπους που δεν φανταζόταν κανείς. Για παράδειγμα, μια αδελφή, η Σέσιλ, θυμάται: «Αφού ετοιμάσαμε την τελευταία κούπα ρύζι για πρωινό, οι τέσσερίς μας δεν είχαμε τίποτα άλλο να φάμε. Έτσι προσευχηθήκαμε για το φαγητό εκείνης της ημέρας. Προτού προλάβουμε να σηκωθούμε από το τραπέζι, ήρθε ένας αδελφός με πέντε κιλά ρύζι. Κλάψαμε από ευγνωμοσύνη και χαρά για αυτή την ευλογία του Ιεχωβά. Και δεν ήταν η μοναδική περίπτωση—πολλές φορές συνέβη κάτι τέτοιο».
Επίσης, ο λαός του Θεού επωφελούνταν από την πρακτική σοφία που βρίσκεται στην Αγία Γραφή. (Παροιμίες 2:6, 7) Για παράδειγμα, μια νεοβαφτισμένη αδελφή, η Αρσελίτα, η οποία ήταν ανύπαντρη εκείνον τον καιρό και αγωνιζόταν να τα βγάλει πέρα, άνοιξε την καρδιά της στον Ιεχωβά. Έκανε σκέψεις γύρω από το εδάφιο Παροιμίες 10:4, το οποίο αναφέρει: «Τα νωθρά χέρια προκαλούν φτώχεια, αλλά τα εργατικά χέρια φέρνουν πλούτη». Ενεργώντας σε αρμονία με αυτά τα λόγια, αποφάσισε να φυτέψει λαχανικά στον κήπο της. Όπως λέει η ίδια: «Ο Ιεχωβά πραγματικά ευλόγησε τις προσπάθειές μου. Μάλιστα, ο κήπος μου έβγαζε αρκετά ώστε να έχω να τρώω αλλά και να πουλάω κάτι για να καλύπτω τα έξοδα μετακίνησης».
Δεν Έπαψαν να Συναθροίζονται
Οι αδελφοί δεν είχαν αρκετά χρήματα για να αγοράσουν γη και να χτίσουν Αίθουσες Βασιλείας. Αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να υπακούν στην εντολή να συναθροίζονται για να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον. (Εβραίους 10:24, 25) Απλώς προσαρμόστηκαν. Για παράδειγμα, μια αδελφή, η Ντέμπορα, αναφέρει: «Έξι άτομα παρακολουθούσαμε τις συναθροίσεις σε μια μικρή καλύβα. Η συνεργάτιδά μου στο σκαπανικό και εγώ την είχαμε φτιάξει από φοίνικες. Για τη στέγη χρησιμοποιήσαμε φύλλα, για τους τοίχους κλαδιά και για τα καθίσματα κορμούς».
Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως, οι αδελφοί συναθροίζονταν σε σπίτια. «Το μικροσκοπικό μας σπίτι ήταν φτιαγμένο από χορτάρι και μπαμπού», λέει μια αδελφή, η Βιρτζίνια. «Κάθε Σάββατο, έπρεπε να μετακινούμε τα έπιπλα για να κάνουμε χώρο για τη συνάθροιση της Κυριακής». Σε ένα άλλο σπίτι, η στέγη έσταζε. «Κάθε φορά που έβρεχε», θυμάται ένας αδελφός που λέγεται Νόελ, «χρησιμοποιούσαμε κουβάδες για να μαζέψουμε το νερό. Αλλά ούτε που δίναμε σημασία σε όλα αυτά γιατί ήμασταν μαζί με την πνευματική μας οικογένεια».
Διατήρησαν τον Ζήλο τους για τη Διακονία
Το γεγονός ότι δεν είχαν πολλά από υλική άποψη δεν μείωσε τον ζήλο των αδελφών για τη διακονία. Η Λιντίνα, η οποία ζει στο νησί Νέγκρος, θυμάται: «Επειδή η οικογένειά μου ήταν μεγάλη και ο πατέρας μου ήταν ο μόνος που εργαζόταν, δεν είχαμε πάντοτε χρήματα για μετακινήσεις. Γι’ αυτό, συχνά περπατούσαμε μέχρι τον τομέα. Αλλά ήταν ωραία γιατί ήμασταν όλοι μαζί. Επίσης ξέραμε ότι οι προσπάθειές μας έδιναν χαρά στον Ιεχωβά».
Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες των αδελφών μας ήταν να φτάσουν στις απομακρυσμένες ορεινές περιοχές για να κηρύξουν, επειδή υπήρχαν ελάχιστες δημόσιες συγκοινωνίες ή και καθόλου. Η Έστερ, η οποία ζει στο νησί Λουζόν, λέει: «Ήμασταν μια ομάδα από 6 έως 12 αδελφούς και ξεκινούσαμε νωρίς επειδή έπρεπε να περπατήσουμε πολλά χιλιόμετρα. Κηρύτταμε όλη την ημέρα και τρώγαμε κάτω από τη σκιά των δέντρων το φαγητό που είχαμε φέρει μαζί μας. Βέβαια, μερικοί αδελφοί και αδελφές δεν είχαν τίποτα να φάνε, αλλά παρ’ όλα αυτά έρχονταν. Εμείς τους λέγαμε: “Μην ανησυχείτε, έχουμε αρκετό φαγητό για όλους”».
Ο Ιεχωβά ευλόγησε πλούσια αυτό το αυτοθυσιαστικό πνεύμα. Για παράδειγμα, το 1970 υπήρχαν 54.789 ευαγγελιζόμενοι στις Φιλιππίνες. Το 1989, είχαν σχεδόν διπλασιαστεί φτάνοντας τους 102.487. Το 2023, οι διαγγελείς της Βασιλείας ήταν 253.876.
«Η Φτώχεια Δεν μας Εμπόδισε να Αγαπάμε τον Ιεχωβά»
Παρά τις μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, οι Μάρτυρες ευημερούσαν πνευματικά. «Η φτώχεια δεν μας εμπόδισε να αγαπάμε τον Ιεχωβά», λέει ένας αδελφός, ο Αντόνιο. Η αδελφή Φε Αμπάντ αναφέρει: «Όταν αντιμετωπίζαμε οικονομικές δυσκολίες με τον άντρα μου, μέναμε κοντά στον Ιεχωβά και απολαμβάναμε τις χαρές μιας απλής ζωής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μάθουν και τα παιδιά μας να εμπιστεύονται στον Ιεχωβά».
«Η φτώχεια δεν αποτελεί πρόβλημα όταν υπηρετούμε τον Ιεχωβά», λέει η Λουσίλα, η οποία ζει στο νησί Σάμαρ. Η ίδια προσθέτει: «Όταν βάζουμε πρώτα τον Θεό, μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι και να διατηρούμε θετικό πνεύμα. Είχα τη χαρά να δω τις σπουδάστριές μου να γνωρίζουν τον Ιεχωβά και αργότερα να γίνονται και αυτές σκαπάνισσες».
Καθώς βρίσκονται μπροστά μας αβέβαιοι καιροί, ας θυμόμαστε τα λόγια ενός πρεσβυτέρου, του Ροντόλφο: «Έζησα τις δύσκολες δεκαετίες του 1970 και του 1980 και έχω δει το χέρι του Ιεχωβά στη ζωή μου. Αν και είχα ελάχιστα χρήματα, δεν ένιωθα ότι μου έλειπε κάτι. Ο Ιεχωβά με φρόντισε πολύ καλά. Πραγματικά έχω ζήσει την καλύτερη ζωή που υπάρχει τώρα και ανυπομονώ για την “πραγματική ζωή” στον Παράδεισο που θα έρθει».—1 Τιμόθεο 6:19.
a Μερικά ονόματα έχουν αλλαχτεί.