ΙΡΜΑ ΜΠΕΝΤΙΒΟΛΙ | ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Υπηρέτησα Αυτόν που Δίνει “Κάθε Καλό Δώρο”
Οι σειρήνες που προειδοποιούσαν για αεροπορική επιδρομή άρχισαν να ουρλιάζουν. Με τον μικρό μου αδελφό στην αγκαλιά της, η μαμά μου μας πήγε σε ένα κοντινό περιβόλι για να κρυφτούμε κάτω από τα δέντρα. Ήμουν μόνο έξι χρονών.
Μόλις τελείωσαν οι βομβαρδισμοί, πήγα με τη μαμά μου να ψάξουμε την καλύτερη φίλη της. Διαπιστώσαμε γεμάτες τρόμο ότι είχε σκοτωθεί. Όταν λίγες μέρες μετά ακολούθησε και δεύτερη αεροπορική επιδρομή, ο μπαμπάς μου με άρπαξε και με έβαλε στην μπροστινή σχάρα του ποδηλάτου του και έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε μακριά από την πόλη.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος άφησε τα σημάδια του σε ολόκληρη την Ιταλία, και οι αναμνήσεις μου από εκείνη την εποχή είναι ακόμα νωπές. Αυτό όμως που έχει καθορίσει τη ζωή μου είναι ότι από την παιδική μου ηλικία περιστοιχίζομαι από ανθρώπους που γνωρίζουν καλά τον Ιεχωβά και τον αγαπούν βαθιά.
Το Δώρο της Αλήθειας
Τον χειμώνα του 1936, λίγους μήνες πριν γεννηθώ, ο πατέρας μου δούλευε στις σιδηροδρομικές γραμμές με τον Βιντσέντζο Αρτούζι. Ο Βιντσέντζο δεν είχε ακόμη βαφτιστεί ως Μάρτυρας, αλλά αγαπούσε βαθιά τη Βιβλική αλήθεια. Καθώς καθάριζε με τον πατέρα μου το χιόνι από τις σιδηροδρομικές γραμμές, ο Βιντσέντζο τού έλεγε για τα πράγματα που μάθαινε.
Ο πατέρας μου αναγνώρισε αμέσως τον θησαυρό της αλήθειας. Μαζί με μερικά ακόμη άτομα από την πόλη μας, τη Φαέντσα, θέλησε να μάθει περισσότερα. Εκείνον τον καιρό, την περίοδο του φασιστικού διωγμού, οι Μάρτυρες δεν επιτρεπόταν να διεξάγουν δημόσιες συναθροίσεις, και οποιοσδήποτε είχε στην κατοχή του Βιβλικά έντυπα μπορούσε να συλληφθεί. Μερικοί Μάρτυρες βρίσκονταν στη φυλακή. Γι’ αυτό, ο πατέρας μου και οι φίλοι του έκαναν συναντήσεις σε απομονωμένα σπίτια στην εξοχή για να διαβάζουν τη Γραφή και να μελετούν τα έντυπα που είχαν. Επίσης ένα βράδυ κάθε εβδομάδα, ο πατέρας μου μάζευε την οικογένειά μας και μελετούσαμε τη Γραφή.
Το Δώρο των Καλών Προτύπων
Το 1943, οι περισσότεροι Μάρτυρες που ήταν φυλακισμένοι λόγω θρησκευτικών δραστηριοτήτων αποφυλακίστηκαν. Ανάμεσά τους ήταν και μια ανύπαντρη αδελφή, η Μαρία Πιτσάτο. Καθώς επέστρεφε στο σπίτι της στη βόρεια Ιταλία, έμεινε μια νύχτα μαζί μας. Η Μαρία είχε κάνει πάρα πολλά για να βοηθήσει τους Μάρτυρες να λαβαίνουν τα έντυπα και να διατηρήσουν την επαφή με το γραφείο τμήματος της Ελβετίας, που επέβλεπε το έργο κηρύγματος στην Ιταλία εκείνον τον καιρό. Παρά την εύθραυστη όψη της, ήταν μια δυνατή, θαρραλέα γυναίκα. Μετά τον πόλεμο, ερχόταν πού και πού στη Φαέντσα, και κάθε φορά οι επισκέψεις της μας έδιναν πολλή χαρά.
Άλλη μια αδελφή που θυμάμαι με πολλή αγάπη είναι η Αλμπίνα Κουμινέτι. Όταν ήμουν στην εφηβεία, αυτή η ηλικιωμένη χήρα έμενε στο κτίριο όπου κάναμε τις συναθροίσεις μας. Ήταν βιβλιοπώλης διάκονος (ολοχρόνια κήρυκας) στην Ιταλία από τις αρχές της δεκαετίας του 1920. Η Αλμπίνα μού εξιστορούσε πολλές εντυπωσιακές ιστορίες από το έργο κηρύγματος τα παλιά εκείνα χρόνια!
Η Αλμπίνα είχε μια συλλογή από έντυπά μας και άλλα αντικείμενα ιστορικής αξίας. Μια μέρα, είδα μια καρφίτσα με έναν σταυρό και ένα στέμμα που συνήθιζαν να φορούν οι Σπουδαστές της Γραφής (όπως ήταν τότε γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά). Επειδή γνώριζα ότι ο σταυρός είχε ειδωλολατρική προέλευση, δεν κρατήθηκα και γέλασα αμήχανα. Η Αλμπίνα τότε είπε κάτι που ηχεί ακόμη στα αφτιά μου. Παρέφρασε το εδάφιο Ζαχαρίας 4:10 και είπε: «Μην καταφρονείς την ημέρα των μικρών πραγμάτων!»
Πήρα ένα μεγάλο μάθημα από αυτά τα λόγια. Παρ’ όλο που οι πρώτοι Σπουδαστές της Γραφής δεν κατανοούσαν πλήρως την αλήθεια, άξιζαν τον σεβασμό μου. Επίσης, εφόσον δεν μεταφράζονταν όλες οι εκδόσεις στην ιταλική, μερικοί αδελφοί χρειάστηκαν κάποιο διάστημα μέχρι να συμβαδίσουν με τις αλλαγές στην κατανόησή μας. Ωστόσο, ο Ιεχωβά εκτιμούσε τις προσπάθειές τους, και το ίδιο έπρεπε να κάνω και εγώ.
Παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας που είχαμε με την Αλμπίνα, μου άρεσε να συζητάω μαζί της. Η Αλμπίνα, η Μαρία και άλλες ζηλώτριες αδελφές που υπηρετούσαν πιστά τον Ιεχωβά παρά τις απίστευτες δυσκολίες έγιναν πρότυπα για εμένα. Είμαι ευγνώμων για τις ευκαιρίες που είχα να συναναστραφώ μαζί τους.
Το Δώρο της Υπηρεσίας Μπέθελ
Το καλοκαίρι του 1955, ταξίδεψα στη Ρώμη για να παρακολουθήσω τη συνέλευση «Θριαμβεύουσα Βασιλεία». Τότε, επισκέφτηκα το Μπέθελ μαζί με εκπροσώπους από διάφορες χώρες. Είπα μέσα μου: “Τι ωραία που θα ήταν να υπηρετώ εδώ!”
Στις 18 Δεκεμβρίου 1955, βαφτίστηκα. Πήγαινα ακόμη στο σχολείο, αλλά ήμουν αποφασισμένη να ξεκινήσω την ολοχρόνια διακονία. Το 1956 σε μια συνέλευση στη Γένοβα, άκουσα μια ανακοίνωση που έλεγε ότι υπήρχε ανάγκη για εθελοντές στο Μπέθελ. Ωστόσο, ο εκπρόσωπος του γραφείου τμήματος είπε ότι δεν υπήρχε ανάγκη για αδελφές στο Μπέθελ.
Αργότερα, μίλησα για τους στόχους μου με τον επίσκοπο της περιοχής μας, τον Πιέρο Γκάτι. a Αυτός ο ενθουσιώδης και ζηλωτής κήρυκας μου είπε: «Θα σε προτείνω για την υπηρεσία ειδικού σκαπανέα».
Λίγο καιρό μετά, έλαβα μια επιστολή από το γραφείο τμήματος. Ήμουν σίγουρη ότι ήταν ο διορισμός για το σκαπανικό, αλλά είχα πέσει έξω. Με προσκαλούσαν να κάνω αίτηση για το Μπέθελ!
Έφτασα στο Μπέθελ τον Ιανουάριο του 1958. Εκείνα τα χρόνια, η οικογένεια Μπέθελ ήταν γύρω στα 12 άτομα. Διορίστηκα να βοηθάω τους δύο μεταφραστές του γραφείου τμήματος. Υπήρχε πολλή δουλειά, και εγώ δεν ήξερα τίποτα από μετάφραση. Αλλά με τη βοήθεια του Ιεχωβά, άρχισε να μου αρέσει ο διορισμός μου.
Προτού προλάβω να κλείσω δύο χρόνια εκεί, έγιναν αλλαγές στο μεταφραστικό, και εγώ διορίστηκα στον αγρό ως σκαπάνισσα. Στην αρχή δυσκολεύτηκα, επειδή στο Μπέθελ ένιωθα σαν στο σπίτι μου. Σύντομα όμως, άρχισα να θεωρώ τον νέο μου διορισμό ως ακόμη ένα δώρο από τον Ιεχωβά.
Το Δώρο των Ζηλωτών Συνεργατών στο Κήρυγμα
Την 1η Σεπτεμβρίου 1959, άρχισα το ειδικό σκαπανικό στην Κρεμόνα. Συνεργάτιδά μου στο σκαπανικό ήταν η Ντόρις Μάγιερ που είχε έρθει από τη Δανία. Με περνούσε λίγα μόνο χρόνια, αλλά ήταν έμπειρη σκαπάνισσα και τη θαύμαζα. Η Ντόρις ήταν ατρόμητη, πολύ αποφασιστική και άτομο που έπαιρνε πρωτοβουλίες. Χρειαζόμασταν και οι δυο μας αυτές τις ιδιότητες για να κηρύττουμε στον τομέα μας, επειδή σε ολόκληρη την πόλη δεν υπήρχαν άλλοι Μάρτυρες.
Η Ντόρις είχε φτάσει στην Κρεμόνα πριν από εμένα και είχε διευθετήσει να διεξάγουμε τις συναθροίσεις σε ένα νοικιασμένο διαμέρισμα. Οι τοπικοί Καθολικοί ιερείς δεν άργησαν να παρατηρήσουν τις δραστηριότητές μας. Εξαγριώθηκαν και άρχισαν να μιλούν εναντίον μας στα κηρύγματά τους.
Μια μέρα, μας ζήτησαν να πάμε στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Οι αστυνομικοί δεν μας συνέλαβαν, αλλά μας ξεκαθάρισαν ότι η Ντόρις, που ήταν ξένη, έπρεπε να φύγει από την Κρεμόνα. Τελικά, επέστρεψε στη Δανία και συνέχισε να υπηρετεί πιστά τον Ιεχωβά εκεί.
Μέσα σε πολύ σύντομο διάστημα, διορίστηκε στην Κρεμόνα μια άλλη ανύπαντρη αδελφή, η Μπρουνίλντε Μάρτσι. Η Μπρουνίλντε είχε ήπιο και ευχάριστο χαρακτήρα και αγαπούσε το έργο κηρύγματος. Ξεκινήσαμε πολλές Γραφικές μελέτες και μερικές από αυτές έκαναν θαυμάσια πρόοδο.
Είμαι ευγνώμων στον Ιεχωβά που μου έδωσε την ευκαιρία να είμαι μέρος της μικρής αρχής που είχε το έργο κηρύγματος στην Κρεμόνα. Τώρα, υπάρχουν πέντε εκκλησίες σε αυτή την πόλη!
Μια Ευχάριστη Έκπληξη
Είχα μείνει λιγότερο από δύο χρόνια στην Κρεμόνα όταν έλαβα ένα τηλεφώνημα από το γραφείο τμήματος. Υπήρχε πολύ μεταφραστικό έργο να γίνει καθώς είχε ξεκινήσει η προετοιμασία για την εξαήμερη συνέλευση «Ενωμένοι Λάτρεις» που θα διεξαγόταν τον Ιούλιο του 1961. Με προσκαλούσαν λοιπόν να γυρίσω στο Μπέθελ. Κυριολεκτικά πηδούσα από τη χαρά μου! Επέστρεψα στο Μπέθελ την 1η Φεβρουαρίου 1961.
Δουλεύαμε μέχρι αργά το βράδυ, αλλά ήταν προνόμιο να ασχολούμαι κάθε μέρα με την προετοιμασία του υλικού που θα παρουσιαζόταν στη συνέλευση. Εκείνοι οι μήνες πέρασαν σαν μια στιγμή, και έφτασε η ώρα για τη συνέλευση.
Σε εκείνη τη συνέλευση, ανακοινώθηκε ότι η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών θα μεταφραζόταν στην ιταλική. Με το που το άκουσα, σκέφτηκα: “Έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας”. Και δεν είχα άδικο. Ο διορισμός μου στο Μπέθελ πήρε παράταση. Και στην πραγματικότητα, είμαι ακόμη εδώ—ύστερα από 60 ολόκληρα χρόνια!
Άλλα Πολύτιμα Δώρα από τον Ιεχωβά
Ακόμη ένα δώρο που έχω απολαύσει όλα αυτά τα χρόνια είναι η αγαμία μου. Δεν εννοώ ότι ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να παντρευτώ. Για να πω την αλήθεια, κάποιο διάστημα, η σκέψη ότι θα έμενα μόνη μου μού προκαλούσε πολύ άγχος. Στράφηκα λοιπόν στον Ιεχωβά. Αυτός με ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε. Του ζήτησα να με βοηθήσει να καταλάβω τι θα ήταν το καλύτερο για εμένα.
Εδάφια της Γραφής όπως το Ματθαίος 19:11, 12 και το 1 Κορινθίους 7:8, 38 απέκτησαν άλλο νόημα για εμένα, και ευχαρίστησα τον Ιεχωβά για τη διαύγεια και την εσωτερική ειρήνη που μου έδωσε. Δεν μετάνιωσα ποτέ για την απόφασή μου και είμαι ευγνώμων που χρησιμοποίησα την αγαμία μου για να δίνω στον Ιεχωβά ό,τι καλύτερο έχω.
Όλα αυτά τα χρόνια, έχω δει πολλές αλλαγές στις δραστηριότητες του Μεταφραστικού Τμήματος, καθώς η οργάνωση του Ιεχωβά έχει σταδιακά χρησιμοποιήσει καινοτόμες τεχνολογίες και διάφορα άλλα μέσα από «τα πλούτη των εθνών». (Ησαΐας 60:16) Αυτές οι αλλαγές ενισχύουν την ενότητα της παγκόσμιας αδελφότητας. Για παράδειγμα, το 1985 Η Σκοπιά άρχισε να εκδίδεται στην ιταλική ταυτόχρονα με την αγγλική. Σήμερα, υπάρχουν διαθέσιμα άρθρα και βίντεο σε πολλές γλώσσες στο jw.org και συνήθως δημοσιεύονται την ίδια στιγμή με την αγγλική. Σίγουρα, ο Ιεχωβά είναι αυτός που διασφαλίζει ότι ο λαός του είναι ενωμένος και ότι λαβαίνει την πνευματική τροφή στον κατάλληλο καιρό.
Ο Ιεχωβά υπήρξε πολύ γενναιόδωρος μαζί μου. Μου επέτρεψε να γευτώ το ειδικό σκαπανικό και να δω ανθρώπους να τον πλησιάζουν. Ικανοποίησε την επιθυμία μου να υπηρετήσω στο Μπέθελ, όπου απέκτησα φίλους διαφορετικών ηλικιών και πολιτισμών. Επίσης, μια ιδιαίτερη ευλογία που έζησα ήταν ότι είδα τη μητέρα μου να βαφτίζεται ως Μάρτυρας του Ιεχωβά όταν ήταν 68 χρονών. Ανυπομονώ να συναντήσω ξανά τη μαμά μου και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς μου όταν αυτοί που βρίσκονται στα μνήματα θα αναστηθούν.—Ιωάννης 5:28, 29.
Λαχταρώ να δω τι θα κάνει ο Ιεχωβά για τους δούλους του στο μέλλον, όταν θα γίνουν «νέα τα πάντα». (Αποκάλυψη 21:5) Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το εξής: Ο Ιεχωβά δεν θα σταματήσει ποτέ να μας δίνει γενναιόδωρα «κάθε καλό και τέλειο δώρο».—Ιακώβου 1:17.
a Η βιογραφία του Πιέρο Γκάτι δημοσιεύτηκε στη Σκοπιά 15 Ιουλίου 2011, σελίδες 20-23.