27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015
ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ
Πέθανε σε Ηλικία 92 Ετών η Ντόροθι Κάβινγκτον, Σύζυγος του Χέιντεν Κάβινγκτον, Δικηγόρου για τις Ατομικές Ελευθερίες
Η Ντόροθι Μέι Σένετ Κάβινγκτον, η οποία βρέθηκε στις δεκαετίες του 1940 και του 1950 στο επίκεντρο του αγώνα για τις ατομικές ελευθερίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά, πέθανε στις 14 Μαρτίου 2015 σε ηλικία 92 ετών, στο Σινσινάτι του Οχάιο.
Στο Επίκεντρο της Διαμάχης για τα Συνταγματικά Δικαιώματα
Κατά τη δεκαετία του 1940, η Ντόροθι εργάστηκε εθελοντικά ως βοηθός του δικηγόρου Βίκτορ Σμιντ, ο οποίος ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά και ασχολούνταν με την υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων. Επρόκειτο για μια εποχή κατά την οποία οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιμετώπιζαν σφοδρό διωγμό στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω της αύξησης του εθνικισμού που συνόδευε την κλιμάκωση του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Η ουδέτερη στάση των Μαρτύρων όσον αφορά τις εθνικιστικές τελετές και η αντίρρηση συνείδησης στη στράτευση έρχονταν σε σύγκρουση με το πνεύμα της εποχής. Το βιβλίο Το Επίχρισμα της Χώρας Μας (The Lustre of Our Country) δήλωνε ότι ο «διωγμός των Μαρτύρων από το 1941 ως το 1943 αποτέλεσε τη μεγαλύτερη έκρηξη θρησκευτικής μισαλλοδοξίας στην Αμερική του εικοστού αιώνα».
Οι Μάρτυρες δέχτηκαν οχλοκρατικές επιθέσεις και συνελήφθησαν σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ αυτών στο Σινσινάτι του Οχάιο και στην κοντινή Ιντιάνα. Ο Βίκτορ Σμιντ ταξίδευε σε όλη την περιοχή για να υπερασπιστεί Μάρτυρες του Ιεχωβά οι οποίοι είχαν συλληφθεί παράνομα. Στο μεταξύ, η Ντόροθι δεν παρείχε απλώς βοήθεια σε νομικά θέματα στο γραφείο του Βίκτορ Σμιντ, αλλά αντιμετώπιζε και η ίδια με θάρρος την απειλή της οχλοκρατικής βίας ενόσω συμμετείχε στη δημόσια διακονία.
Σημαντικά για την Ντόροθι υπήρξαν τα γεγονότα που πυροδότησαν την οχλοκρατική βία στο Κόννερσβιλ της Ιντιάνα. Μόλις 17 μέρες μετά τη δυσμενή απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση του 1940 Σχολική Περιφέρεια Μάινερσβιλ κατά Γκομπάιτις σχετικά με τον χαιρετισμό της σημαίας, ο σερίφης του Κόννερσβιλ έβαλε να συλλάβουν έξι Μάρτυρες οι οποίοι κατηγορήθηκαν για βεβήλωση της σημαίας επειδή αρνήθηκαν να χαιρετίσουν την αμερικανική σημαία η οποία αποτελούσε το έμβλημα μιας καρφίτσας πέτου. Στο Κόννερσβιλ, ο Βίκτορ Σμιντ και ο Χέιντεν Κάβινγκτον, επικεφαλής νομικός σύμβουλος των Μαρτύρων του Ιεχωβά την περίοδο 1939-1963, υπερασπίστηκαν δύο από τους Μάρτυρες, οι οποίοι μετέπειτα κατηγορήθηκαν ψευδώς και για συνωμοσία.
Αφού ανέπτυξε την τελική του επιχειρηματολογία, ο κ. Κάβινγκτον έφυγε εσπευσμένα για να προλάβει το αεροπλάνο για μια δίκη στο Μέιν, αλλά ο Βίκτορ Σμιντ, καθώς και η σύζυγός του έμειναν για την ετυμηγορία. Αργότερα, δέχτηκαν βίαιη επίθεση από έναν όχλο που συνεχώς μεγάλωνε. Ο Βίκτορ, η σύζυγός του και άλλοι δέχονταν το ένα χτύπημα μετά το άλλο, αλλά τελικά γλίτωσαν από τον όχλο.
Σε μια συνέντευξη μόλις τρεις εβδομάδες προτού πεθάνει, η Ντόροθι σχολίασε ότι, δέκα μήνες μετά την ετυμηγορία, 75 Μάρτυρες φυλακίστηκαν στο Κόννερσβιλ για την ίδια ψεύτικη κατηγορία της συνωμοσίας. Η Ντόροθι είπε: «Πολλοί από εμάς τους Μάρτυρες συνελήφθησαν, και εκείνον τον καιρό, την περίοδο του Κόννερσβιλ, ο διωγμός εναντίον μας είχε φτάσει στο ζενίθ».
Ο Χέιντεν Κάβινγκτον, ο Βίκτορ Σμιντ καθώς και άλλοι συνέχισαν να υπερασπίζονται τις ατομικές ελευθερίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο Κάβινγκτον και ο Σμιντ κατάφεραν να ανατρέψουν τις καταδικαστικές αποφάσεις στο Κόννερσβιλ, και ο Κάβινγκτον βοήθησε τον Σμιντ σε άλλες υποθέσεις στην περιοχή. Ενόσω η Ντόροθι, ως βοηθός δικηγόρου, υποστήριζε αυτή τη συνεργασία, έγινε φίλη με τον Χέιντεν. Παντρεύτηκαν το 1949.
Στα Παγκόσμια Κεντρικά Γραφεία των Μαρτύρων
Η Ντόροθι μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να παράσχει υποστήριξη στον Χέιντεν σε σχέση με τον βαρύ φόρτο εργασίας του στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, και συνέχισε επίσης να αφιερώνει χρόνο στη δημόσια διακονία της ενόσω ο Χέιντεν συμμετείχε σε πολλές νομικές μάχες. Ο Κάβινγκτον, ο οποίος θεωρούνταν ένας από τους πιο διακεκριμένους συνταγματολόγους της εποχής του, ασχολούνταν άοκνα με εκατοντάδες υποθέσεις που περιλάμβαναν τις ατομικές ελευθερίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αγόρευσε πάνω από 40 φορές στο Ανώτατο Δικαστήριο και πάνω από 100 φορές στο ομοσπονδιακό εφετείο.
Η Ντόροθι συνόδευε τον Χέιντεν στο Ανώτατο Δικαστήριο όταν αυτός εκπροσωπούσε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά σε διάφορες υποθέσεις σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ίδια είπε: «Ο Χέιντεν υπερασπίστηκε τις ελευθερίες που μερικές φορές θεωρούμε δεδομένες. Πιστεύω ότι είναι υπέροχο που δαπάνησε τη ζωή του βοηθώντας όσους το χρειάζονταν—όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και σε πολλά άλλα μέρη».
Οικογένεια και Διακονία
Το 1959, η Ντόροθι και ο Χέιντεν απέκτησαν μια κόρη, τη Λιν, και έπειτα από τρία χρόνια έναν γιο, τον Λέιν. Τελικά, το 1972, η οικογένεια έφυγε από τη Νέα Υόρκη και επέστρεψε στο Οχάιο. Καθώς τα παιδιά μεγάλωναν, η Ντόροθι αφιέρωνε τον χρόνο της διδάσκοντάς τα από την Αγία Γραφή και επικέντρωσε τη ζωή της στη διακονία.
Η οικογένεια έχασε τον Χέιντεν στις 21 Νοεμβρίου 1978. Η Ντόροθι ασχολήθηκε και πάλι με το επάγγελμά της ως στοιχειοθέτρια, εργαζόμενη σε διάφορες εφημερίδες, μεταξύ αυτών και στην εφημερίδα The Cincinnati Enquirer. Η εργασία της στη λινοτυπική μηχανή ήταν κοπιαστική, μάλιστα θεωρούνταν «αντρική δουλειά», επειδή έπρεπε να βάζει στη μηχανή μολύβδινες ράβδους με τις οποίες φτιάχνονταν χυτοί χαρακτήρες που δημιουργούσαν γραμμές κειμένου. Όταν η Ντόροθι πήρε σύνταξη το 1988, ξανάρχισε το ολοχρόνιο εθελοντικό έργο διδάσκοντας άλλους για την Αγία Γραφή. Ήταν γνωστή για τον άσβεστο ζήλο της, την εμπεριστατωμένη γνώση της γύρω από τις Γραφές και την ικανότητά της να απαντάει σε ερωτήσεις χρησιμοποιώντας αμέσως ένα κατάλληλο Γραφικό εδάφιο.
Η Ντόροθι, η οποία είχε χάσει ήδη εξαιτίας του θανάτου τον γιο της, τον Λέιν, άφησε πίσω της την κόρη της Λιν Έλφαρς, τον γαμπρό της Γκάρι Έλφαρς, δύο εγγόνια και τη νεότερη αδελφή της Ρουθ Σένετ Νέιντς.