Ιερεμίας 14:1-22

  • Ξηρασία, πείνα και σπαθί (1-12)

  • Οι ψευδοπροφήτες καταδικάζονται (13-18)

  • Ο Ιερεμίας αναγνωρίζει τις αμαρτίες του λαού (19-22)

14  Αυτός είναι ο λόγος του Ιεχωβά που ήρθε στον Ιερεμία σχετικά με τις ξηρασίες:+   Ο Ιούδας πενθεί+ και οι πύλες του έχουν ρημάξει. Σωριάζονται καταγής σκυθρωπές,και κραυγή υψώνεται από την Ιερουσαλήμ.   Οι κύριοι στέλνουν τους υπηρέτες* τους για νερό. Πηγαίνουν στις στέρνες* και δεν βρίσκουν νερό. Επιστρέφουν με τα σκεύη τους άδεια. Ντρέπονται και απογοητεύονται,και καλύπτουν το κεφάλι τους.   Το έδαφος σκίστηκε,επειδή δεν πέφτει βροχή στη χώρα,+και οι γεωργοί είναι απελπισμένοι και καλύπτουν το κεφάλι τους.   Ακόμη και η ελαφίνα στον αγρό εγκαταλείπει το νεογέννητό τηςεπειδή δεν υπάρχει χορτάρι.   Τα άγρια γαϊδούρια στέκονται στους γυμνούς λόφους. Λαχανιάζουν σαν τα τσακάλια·τα μάτια τους σβήνουν επειδή δεν υπάρχει βλάστηση.+   Παρότι τα ίδια μας τα σφάλματα καταθέτουν εναντίον μας,Ιεχωβά, βοήθησέ μας για χάρη του ονόματός σου.+ Διότι οι απιστίες μας είναι πολλές,+και ενάντια σε εσένα αμαρτήσαμε.   Εσύ που είσαι η ελπίδα του Ισραήλ, ο Σωτήρας του+ σε καιρούς στενοχώριας,γιατί είσαι σαν ξένος στη χώρα,σαν ταξιδιώτης που σταματάει μόνο για να διανυκτερεύσει;   Γιατί είσαι σαν άνθρωπος που έμεινε αποσβολωμένος,σαν άντρας κραταιός που δεν μπορεί να σώσει; Διότι εσύ είσαι ανάμεσά μας, Ιεχωβά,+και εμείς φέρουμε το όνομά σου.+ Μη μας εγκαταλείπεις. 10  Να τι λέει ο Ιεχωβά για αυτόν τον λαό: «Τους αρέσει να περιπλανιούνται·+ δεν κρατούν υπό έλεγχο τα πόδια τους.+ Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά δεν βρίσκει ευχαρίστηση σε αυτούς.+ Τώρα θα θυμηθεί το σφάλμα τους και θα τους ζητήσει λογαριασμό για τις αμαρτίες τους».+ 11  Κατόπιν ο Ιεχωβά μού είπε: «Μην προσεύχεσαι να έρθει καλό σε αυτόν τον λαό.+ 12  Όταν νηστεύουν, δεν ακούω τις ικεσίες τους+ και, όταν προσφέρουν ολοκαυτώματα και προσφορές σιτηρών, δεν βρίσκω ευχαρίστηση σε αυτά,+ αλλά με σπαθί, με πείνα και με επιδημία* θα τους θανατώσω».+ 13  Τότε είπα: «Αλίμονο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά! Εδώ οι προφήτες λένε σε αυτούς: “Δεν θα δείτε σπαθί, και δεν θα σας βρει πείνα, αλλά θα σας δώσω αληθινή ειρήνη σε αυτόν τον τόπο”».+ 14  Τότε ο Ιεχωβά μού είπε: «Οι προφήτες προφητεύουν ψέματα στο όνομά μου.+ Εγώ δεν τους έστειλα ούτε τους διέταξα ούτε μίλησα σε αυτούς.+ Ψεύτικο όραμα και άχρηστη μαντεία και την απάτη της δικής τους καρδιάς προφητεύουν σε εσάς.+ 15  Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά για τους προφήτες που προφητεύουν στο όνομά μου, μολονότι εγώ δεν τους έστειλα, και οι οποίοι λένε ότι δεν θα έρθει σπαθί ούτε πείνα σε αυτή τη γη: “Από σπαθί και από πείνα θα αφανιστούν αυτοί οι προφήτες.+ 16  Και εκείνους στους οποίους αυτοί προφητεύουν θα τους πετάξουν στους δρόμους της Ιερουσαλήμ εξαιτίας της πείνας και του σπαθιού, και δεν θα υπάρχει κανείς να τους θάψει+—αυτούς, τις συζύγους τους, τους γιους τους ή τις κόρες τους—διότι θα εκχύσω πάνω τους τη συμφορά που τους αξίζει”.+ 17  »Πρέπει να τους πεις αυτόν τον λόγο: “Ας τρέχουν από τα μάτια μου δάκρυα νύχτα και ημέρα, ασταμάτητα,+γιατί η παρθένα κόρη του λαού μου δέχτηκε συντριπτικό πλήγμα,+και το τραύμα της είναι βαρύτατο. 18  Αν βγω έξω στον αγρό,βλέπω σκοτωμένους από σπαθί!+ Και αν μπω μέσα στην πόλη,βλέπω τις αρρώστιες που προκάλεσε η πείνα!+ Διότι τόσο ο προφήτης όσο και ο ιερέας περιφέρονται σε μια γη την οποία δεν γνωρίζουν”».+ 19  Απέρριψες άραγε εντελώς τον Ιούδα και νιώθεις* αποστροφή για τη Σιών;+ Γιατί μας χτύπησες και δεν βρίσκουμε γιατρειά;+ Υπήρχε ελπίδα για ειρήνη, αλλά δεν ήρθε τίποτα καλό,για καιρό γιατρειάς, αλλά υπάρχει τρόμος!+ 20  Αναγνωρίζουμε, Ιεχωβά, την πονηρία μαςκαι το σφάλμα των προπατόρων μας,διότι αμαρτήσαμε εναντίον σου.+ 21  Για χάρη του ονόματός σου, μη μας απορρίψεις·+μην καταφρονήσεις τον ένδοξο θρόνο σου. Θυμήσου και μην αθετήσεις τη διαθήκη που έκανες με εμάς.+ 22  Μπορεί κανένα από τα άχρηστα είδωλα των εθνών να φέρει βροχή,ή μπορούν από μόνοι τους οι ουρανοί να στείλουν νεροποντές; Εσύ δεν είσαι ο Μοναδικός, Ιεχωβά Θεέ μας;+ Και εμείς ελπίζουμε σε εσένα,γιατί μόνο εσύ τα κάνεις όλα αυτά.

Υποσημειώσεις

Ή αλλιώς «μικρούς».
Ή αλλιώς «στα αυλάκια».
Ή αλλιώς «αρρώστια».
Ή αλλιώς «νιώθει η ψυχή σου».