Ιερεμίας 20:1-18
20 Ο δε Πασχώρ, ο γιος του Ιμμήρ, ο ιερέας, που ήταν επίσης ο αρχιεπίτροπος στον οίκο του Ιεχωβά, άκουγε όταν ο Ιερεμίας προφήτευε αυτά τα πράγματα.
2 Τότε ο Πασχώρ χτύπησε τον Ιερεμία τον προφήτη και τον έβαλε στα ξύλινα δεσμά+ που βρίσκονταν στην Άνω Πύλη του Βενιαμίν, η οποία ήταν στον οίκο του Ιεχωβά.
3 Την επόμενη ημέρα όμως, όταν ο Πασχώρ ελευθέρωσε τον Ιερεμία από τα ξύλινα δεσμά, ο Ιερεμίας τού είπε:
«Ο Ιεχωβά δεν σε ονόμασε Πασχώρ, αλλά Τρόμο Ολόγυρα.+
4 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Θα προξενήσω τρόμο τόσο σε εσένα όσο και σε όλους τους φίλους σου, και αυτοί θα πέσουν από το σπαθί των εχθρών τους ενώ τα μάτια σου θα κοιτάζουν·+ και θα δώσω όλο τον Ιούδα στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας, και αυτός θα τους οδηγήσει σε εξορία στη Βαβυλώνα και θα τους θανατώσει με σπαθί.+
5 Και θα δώσω όλη την αφθονία αυτής της πόλης, όλα τα πλούτη της, όλα τα πολύτιμα πράγματά της και όλους τους θησαυρούς των βασιλιάδων του Ιούδα στο χέρι των εχθρών τους.+ Και αυτοί θα τους λεηλατήσουν και θα τους αρπάξουν και θα τους πάνε στη Βαβυλώνα.+
6 Και εσύ, Πασχώρ, καθώς και όλοι όσοι ζουν στο σπίτι σου θα πάτε σε αιχμαλωσία. Θα πας στη Βαβυλώνα και θα πεθάνεις εκεί, και θα ταφείς εκεί μαζί με όλους τους φίλους σου, επειδή προφήτευσες σε αυτούς ψέματα”».+
7 Με ξεγέλασες, Ιεχωβά, και ξεγελάστηκα.
Χρησιμοποίησες τη δύναμή σου εναντίον μου και υπερίσχυσες.+
Με περιγελούν όλη την ημέρα·όλοι με κοροϊδεύουν.+
8 Διότι όποτε μιλώ, πρέπει να φωνάζω και να διακηρύττω:
«Βία και καταστροφή!»
Για εμένα ο λόγος του Ιεχωβά έγινε αιτία προσβολών και χλευασμών όλη την ημέρα.+
9 Είπα λοιπόν: «Δεν πρόκειται να μιλήσω για αυτόνκαι δεν θα πω τίποτα πια στο όνομά του».+
Αλλά στην καρδιά μου ο λόγος του έγινε σαν φωτιά κλεισμένη μέσα στα κόκαλά μου,και κουράστηκα να τον κρατώ μέσα μου·δεν άντεχα άλλο.+
10 Διότι άκουσα πολλές κακολογίες·τρόμος με περικύκλωσε.+
«Καταγγείλετέ τον· ας τον καταγγείλουμε!»
Ο καθένας που μου ευχόταν ειρήνη περίμενε να πέσω:+
«Ίσως κάνει κάποιο ανόητο λάθοςκαι μπορέσουμε να υπερισχύσουμε και να τον εκδικηθούμε».
11 Αλλά ο Ιεχωβά ήταν μαζί μου σαν φοβερός πολεμιστής.+
Να γιατί οι διώκτες μου θα σκοντάψουν και δεν θα υπερισχύσουν.+
Θα ντροπιαστούν πολύ, επειδή δεν θα πετύχουν.
Η αιώνια ταπείνωσή τους δεν θα ξεχαστεί.+
12 Εσύ όμως, Ιεχωβά των στρατευμάτων, εξετάζεις τον δίκαιο·βλέπεις τις ενδόμυχες σκέψεις* και την καρδιά.+
Ας δω την εκδίκησή σου πάνω τους,+γιατί σε εσένα εμπιστεύτηκα τη δικαστική μου υπόθεση.+
13 Ψάλλετε στον Ιεχωβά! Αινείτε τον Ιεχωβά!
Διότι έσωσε τον φτωχό* από το χέρι εκείνων που κάνουν το κακό.
14 Καταραμένη να είναι η ημέρα που γεννήθηκα!
Να μην είναι ευλογημένη η ημέρα που με γέννησε η μητέρα μου!+
15 Καταραμένος να είναι ο άνθρωπος που έφερε καλά νέα στον πατέρα μου, λέγοντας:
«Απέκτησες γιο, αγόρι!»
και του έδωσε μεγάλη χαρά.
16 Ας γίνει αυτός ο άνθρωπος σαν πόλεις που κατέστρεψε ο Ιεχωβά χωρίς να μεταμεληθεί.
Ας ακούσει κραυγή το πρωί και συναγερμό το μεσημέρι.
17 Γιατί δεν με θανάτωσε στη μήτρα,ώστε η μητέρα μου να γίνει ο τάφος μουκαι η μήτρα της να κυοφορεί παντοτινά;+
18 Γιατί να βγω από τη μήτραώστε να βλέπω προβλήματα και λύπηκαι να τελειώσουν οι ημέρες μου μέσα στην ντροπή;+