Κριτές 8:1-35

  • Οι Εφραϊμίτες μαλώνουν με τον Γεδεών (1-3)

  • Οι Μαδιανίτες βασιλιάδες καταδιώκονται και θανατώνονται (4-21)

  • Ο Γεδεών αρνείται τη βασιλεία (22-27)

  • Περίληψη της ζωής του Γεδεών (28-35)

8  Τότε οι άντρες του Εφραΐμ τού είπαν: «Τι ήταν αυτό που μας έκανες; Γιατί δεν μας κάλεσες όταν πήγες να πολεμήσεις εναντίον του Μαδιάμ;»+ Και μάλωσαν έντονα μαζί του.+  Εκείνος όμως τους είπε: «Τι έκανα εγώ σε σύγκριση με εσάς; Δεν είναι τα αποτρυγήματα του Εφραΐμ+ καλύτερα από τον τρύγο του Αβί-έζερ;+  Στο δικό σας χέρι έδωσε ο Θεός τον Ωρήβ και τον Ζηβ, τους άρχοντες του Μαδιάμ,+ και τι έκανα εγώ σε σύγκριση με εσάς;» Όταν μίλησε έτσι,* εκείνοι ηρέμησαν.*  Κατόπιν ο Γεδεών έφτασε στον Ιορδάνη και τον διέσχισε. Αυτός και οι 300 άντρες που είχε μαζί του ήταν κουρασμένοι, αλλά συνέχισαν την καταδίωξη.  Γι’ αυτό, είπε στους άντρες της Σοκχώθ: «Δώστε, σας παρακαλώ, ψωμιά στον λαό που με ακολουθεί, επειδή είναι κουρασμένοι και εγώ καταδιώκω τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά, τους βασιλιάδες του Μαδιάμ».  Οι άρχοντες όμως της Σοκχώθ είπαν: «Μήπως έχεις ήδη στο χέρι σου τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά, ώστε να πρέπει να δώσουμε ψωμί στον στρατό σου;»  Τότε ο Γεδεών είπε: «Επειδή το είπατε αυτό, όταν ο Ιεχωβά δώσει τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά στο χέρι μου, θα σας μαστιγώσω με τα αγκάθια και τις βάτους της ερήμου».+  Και ανέβηκε από εκεί στη Φανουήλ και ζήτησε το ίδιο πράγμα, αλλά οι άντρες της Φανουήλ τού απάντησαν ό,τι και οι άντρες της Σοκχώθ.  Είπε λοιπόν και στους άντρες της Φανουήλ: «Όταν επιστρέψω νικητής,* θα γκρεμίσω αυτόν τον πύργο».+ 10  Ο δε Ζεβεέ και ο Ζαλμανά βρίσκονταν στην Καρκόρ με τα στρατεύματά τους, περίπου 15.000 άντρες. Αυτοί ήταν όλοι όσοι είχαν απομείνει από ολόκληρο το στράτευμα των κατοίκων της Ανατολής,+ επειδή είχαν πέσει 120.000 άντρες οπλισμένοι με σπαθιά. 11  Ο Γεδεών συνέχισε να ανεβαίνει από τον δρόμο εκείνων που κατοικούν σε σκηνές, ανατολικά της Νοβά και της Ιωγβεά,+ και επιτέθηκε στο στρατόπεδο ενώ αυτοί δεν το περίμεναν. 12  Όταν ο Ζεβεέ και ο Ζαλμανά, οι δύο Μαδιανίτες βασιλιάδες, τράπηκαν σε φυγή, αυτός τους καταδίωξε και τους έπιασε, προκαλώντας πανικό σε όλο το στρατόπεδο. 13  Ύστερα ο Γεδεών, ο γιος του Ιεχωάς, επέστρεψε από τον πόλεμο ακολουθώντας το πέρασμα που ανεβαίνει προς τη Χέρες. 14  Στον δρόμο έπιασε έναν νεαρό από τη Σοκχώθ και τον ανέκρινε. Ο νεαρός λοιπόν του έγραψε τα ονόματα των αρχόντων και των πρεσβυτέρων της Σοκχώθ, 77 αντρών. 15  Τότε πήγε στους άντρες της Σοκχώθ και είπε: «Να ο Ζεβεέ και ο Ζαλμανά σχετικά με τους οποίους με ειρωνευτήκατε, λέγοντας: “Μήπως έχεις ήδη στο χέρι σου τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά, ώστε να πρέπει να δώσουμε ψωμί στους εξαντλημένους άντρες σου;”»+ 16  Κατόπιν πήρε τους πρεσβυτέρους της πόλης και, με τα αγκάθια και τις βάτους της ερήμου, έδωσε στους άντρες της Σοκχώθ ένα μάθημα.+ 17  Και γκρέμισε τον πύργο της Φανουήλ+ και σκότωσε τους άντρες της πόλης. 18  Έπειτα ρώτησε τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά: «Πώς ήταν οι άντρες που σκοτώσατε στο Θαβώρ;» Εκείνοι απάντησαν: «Ήταν όπως εσύ, ο καθένας τους έμοιαζε με γιο βασιλιά». 19  Τότε είπε: «Ήταν αδελφοί μου, οι γιοι της μητέρας μου. Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, αν τους είχατε χαρίσει τη ζωή, δεν θα σας σκότωνα». 20  Κατόπιν είπε στον Ιεθέρ τον πρωτότοκό του: «Σήκω, σκότωσέ τους». Αλλά ο νεαρός δεν τράβηξε το σπαθί του επειδή ήταν ακόμη μικρός και φοβόταν. 21  Έτσι λοιπόν, ο Ζεβεέ και ο Ζαλμανά αποκρίθηκαν: «Σήκω εσύ να μας σκοτώσεις, γιατί ο άντρας κρίνεται από την κραταιότητά του».* Τότε σηκώθηκε ο Γεδεών και σκότωσε τον Ζεβεέ και τον Ζαλμανά+ και πήρε τα στολίδια σε σχήμα μισοφέγγαρου που είχαν στον λαιμό οι καμήλες τους. 22  Αργότερα οι άντρες του Ισραήλ είπαν στον Γεδεών: «Κυβέρνησέ μας, εσύ και ο γιος σου και ο εγγονός σου, γιατί μας έσωσες από το χέρι του Μαδιάμ».+ 23  Ο Γεδεών όμως τους είπε: «Δεν θα σας κυβερνήσω ούτε εγώ ούτε ο γιος μου. Ο Ιεχωβά θα σας κυβερνάει».+ 24  Ο Γεδεών συνέχισε: «Θα ήθελα να σας ζητήσω κάτι: ας μου δώσει ο καθένας σας έναν κρίκο της μύτης από τα λάφυρά του». (Διότι οι νικημένοι είχαν χρυσούς κρίκους της μύτης επειδή ήταν Ισμαηλίτες.)+ 25  Εκείνοι απάντησαν: «Ασφαλώς και θα τους δώσουμε». Τότε άπλωσαν έναν μανδύα και ο καθένας τους έριξε μέσα σε αυτόν έναν κρίκο της μύτης από τα λάφυρά του. 26  Το βάρος των χρυσών κρίκων της μύτης τους οποίους είχε ζητήσει έφτασε τους 1.700 σίκλους* χρυσάφι, εκτός από τα στολίδια σε σχήμα μισοφέγγαρου, τα κρεμαστά κοσμήματα, τα πορφυρά μάλλινα ρούχα που φορούσαν οι βασιλιάδες του Μαδιάμ, καθώς και τα περιδέραια από τις καμήλες.+ 27  Και ο Γεδεών έφτιαξε από αυτά ένα εφόδ+ και το εξέθεσε στην πόλη του, την Οφρά·+ και όλος ο Ισραήλ διέπραττε εκεί πνευματική πορνεία με αυτό,+ και το εφόδ αποτέλεσε παγίδα για τον Γεδεών και το σπιτικό του.+ 28  Έτσι καθυποτάχθηκε ο Μαδιάμ+ από τους Ισραηλίτες, και δεν ξανασήκωσε κεφάλι· και ο τόπος είχε ησυχία* επί 40 χρόνια στις ημέρες του Γεδεών.+ 29  Ο δε Ιεροβάαλ,+ ο γιος του Ιεχωάς, επέστρεψε στο σπίτι του και έμεινε εκεί. 30  Ο Γεδεών έγινε πατέρας 70 γιων,* διότι είχε πολλές συζύγους. 31  Η παλλακίδα του στη Συχέμ τού γέννησε και αυτή έναν γιο, και εκείνος τον ονόμασε Αβιμέλεχ.+ 32  Τελικά ο Γεδεών, ο γιος του Ιεχωάς, πέθανε σε καλά γηρατειά και θάφτηκε στο μνήμα του Ιεχωάς του πατέρα του στην Οφρά των Αβιεζεριτών.+ 33  Μόλις πέθανε ο Γεδεών, οι Ισραηλίτες διέπραξαν πάλι πνευματική πορνεία με τους Βάαλ,+ και όρισαν θεό τους τον Βάαλ-βερίθ.+ 34  Οι Ισραηλίτες δεν θυμήθηκαν τον Ιεχωβά τον Θεό τους,+ ο οποίος τους είχε σώσει από το χέρι όλων των εχθρών τους ολόγυρα,+ 35  ούτε έδειξαν καλοσύνη* προς το σπιτικό του Ιεροβάαλ, δηλαδή του Γεδεών, σε ανταπόδοση για όλο το καλό που είχε κάνει αυτός για τον Ισραήλ.+

Υποσημειώσεις

Κυριολεκτικά «είπε αυτά τα λόγια».
Κυριολεκτικά «ηρέμησε το πνεύμα τους, που ήταν εναντίον του».
Κυριολεκτικά «με ειρήνη».
Ή αλλιώς «γιατί κατά τον άντρα και η δύναμή του».
Ο σίκλος ισοδυναμούσε με 11,4 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «ειρήνη».
Κυριολεκτικά «απέκτησε 70 γιους που βγήκαν από τον μηρό του».
Ή αλλιώς «όσια αγάπη».