Πράξεις των Αποστόλων 9:1-43

  • Ο Σαύλος καθ’ οδόν προς τη Δαμασκό (1-9)

  • Ο Ανανίας στέλνεται να βοηθήσει τον Σαύλο (10-19α)

  • Ο Σαύλος κηρύττει για τον Ιησού στη Δαμασκό (19β-25)

  • Ο Σαύλος επισκέπτεται την Ιερουσαλήμ (26-31)

  • Ο Πέτρος γιατρεύει τον Αινέα (32-35)

  • Ανασταίνεται η γενναιόδωρη Δορκάς (36-43)

9  Αλλά ο Σαύλος, έχοντας ακόμη απειλητικές και δολοφονικές διαθέσεις εναντίον των μαθητών του Κυρίου,+ πήγε στον αρχιερέα  και του ζήτησε επιστολές προς τις συναγωγές της Δαμασκού για να φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ όποιους έβρισκε να ανήκουν στην Οδό,+ άντρες και γυναίκες.  Καθώς λοιπόν ταξίδευε και πλησίαζε στη Δαμασκό, ξαφνικά άστραψε γύρω του ένα φως από τον ουρανό,+  και αυτός έπεσε στο έδαφος και άκουσε μια φωνή να του λέει: «Σαούλ, Σαούλ, γιατί με διώκεις;»  Αυτός ρώτησε: «Ποιος είσαι, Κύριε;» Εκείνος είπε: «Είμαι ο Ιησούς,+ τον οποίο εσύ διώκεις.+  Σήκω όμως και μπες στην πόλη, και εκεί θα σου πουν τι πρέπει να κάνεις».  Στο μεταξύ, οι συνταξιδιώτες του στέκονταν άλαλοι, ακούγοντας μεν τον ήχο κάποιας φωνής, μη βλέποντας όμως κανέναν.+  Τότε ο Σαύλος σηκώθηκε από το έδαφος και, μολονότι τα μάτια του ήταν ανοιχτά, δεν έβλεπε τίποτα. Γι’ αυτό, τον πήραν από το χέρι και τον οδήγησαν στη Δαμασκό.  Και τρεις ημέρες δεν έβλεπε τίποτα,+ και ούτε έφαγε ούτε ήπιε. 10  Στη Δαμασκό υπήρχε κάποιος μαθητής που λεγόταν Ανανίας,+ και ο Κύριος του είπε σε όραμα: «Ανανία!» Αυτός απάντησε: «Ορίστε, Κύριε!» 11  Ο Κύριος του είπε: «Σήκω, πήγαινε στην οδό που ονομάζεται Ευθεία και αναζήτησε στο σπίτι του Ιούδα κάποιον Σαύλο από την Ταρσό.+ Διότι αυτός τώρα προσεύχεται, 12  και σε όραμα είδε έναν άντρα που λέγεται Ανανίας να μπαίνει μέσα και να θέτει πάνω του τα χέρια του για να ξαναβρεί την όρασή του».+ 13  Αλλά ο Ανανίας απάντησε: «Κύριε, έχω ακούσει από πολλούς για αυτόν τον άνθρωπο, για όλο το κακό που έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ. 14  Και εδώ έχει εξουσία από τους πρωθιερείς να συλλάβει* όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου».+ 15  Ο Κύριος όμως του είπε: «Πήγαινε, επειδή αυτός είναι για εμένα σκεύος εκλεγμένο,+ ώστε να φέρει το όνομά μου στα έθνη,+ καθώς και σε βασιλιάδες+ και στους γιους του Ισραήλ. 16  Διότι θα του δείξω καθαρά όσα πρέπει να πάθει για το όνομά μου».+ 17  Ο Ανανίας λοιπόν πήγε και μπήκε στο σπίτι και έθεσε πάνω του τα χέρια του και είπε: «Σαούλ, αδελφέ, ο Κύριος Ιησούς, ο οποίος σου εμφανίστηκε στον δρόμο, με έστειλε για να ξαναβρείς την όρασή σου και να γεμίσεις άγιο πνεύμα».+ 18  Και αμέσως κάτι σαν λέπια έπεσαν από τα μάτια του και ξαναβρήκε την όρασή του. Στη συνέχεια σηκώθηκε και βαφτίστηκε, 19  και έφαγε και πήρε δύναμη. Έμεινε δε μερικές ημέρες με τους μαθητές στη Δαμασκό,+ 20  και αμέσως άρχισε να κηρύττει στις συναγωγές για τον Ιησού, ότι αυτός είναι ο Γιος του Θεού. 21  Αλλά όλοι όσοι τον άκουγαν έμεναν κατάπληκτοι και έλεγαν: «Αυτός δεν είναι που προσπαθούσε να αφανίσει στην Ιερουσαλήμ όσους επικαλούνται αυτό το όνομα;+ Και δεν ήρθε εδώ με σκοπό να τους συλλάβει και να τους πάει* στους πρωθιερείς;»+ 22  Ο Σαύλος όμως αποκτούσε όλο και περισσότερη δύναμη και άφηνε άναυδους τους Ιουδαίους της Δαμασκού καθώς αποδείκνυε λογικά ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός.+ 23  Αφού πέρασαν πολλές ημέρες, οι Ιουδαίοι συνωμότησαν να τον σκοτώσουν.+ 24  Ωστόσο, ο Σαύλος έμαθε για την πλεκτάνη τους. Αυτοί παρακολουθούσαν και τις πύλες, ημέρα και νύχτα, για να τον σκοτώσουν. 25  Γι’ αυτό, οι μαθητές του τον πήραν τη νύχτα και τον κατέβασαν από ένα άνοιγμα στο τείχος μέσα σε ένα καλάθι.+ 26  Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ,+ κατέβαλλε προσπάθειες να συνδεθεί με τους μαθητές, όλοι όμως τον φοβούνταν, επειδή δεν πίστευαν ότι είναι μαθητής. 27  Γι’ αυτό, ο Βαρνάβας+ πρόστρεξε σε βοήθειά του και τον οδήγησε στους αποστόλους, και αυτός τους διηγήθηκε ότι είχε δει στον δρόμο τον Κύριο+ και εκείνος του είχε μιλήσει, και ότι στη Δαμασκό είχε μιλήσει με τόλμη στο όνομα του Ιησού.+ 28  Παρέμενε λοιπόν μαζί τους, κινούμενος ελεύθερα* στην Ιερουσαλήμ, μιλώντας με τόλμη στο όνομα του Κυρίου. 29  Συζητούσε και ερχόταν σε αντιπαράθεση με τους ελληνόφωνους Ιουδαίους, αλλά εκείνοι έκαναν απόπειρες να τον σκοτώσουν.+ 30  Όταν το έμαθαν οι αδελφοί, τον κατέβασαν στην Καισάρεια και τον έστειλαν στην Ταρσό.+ 31  Τότε λοιπόν, η εκκλησία σε όλη την Ιουδαία και τη Γαλιλαία και τη Σαμάρεια+ μπήκε σε περίοδο ειρήνης, ενώ παράλληλα εποικοδομούνταν· και καθώς περπατούσε στον φόβο του Ιεχωβά* και στην παρηγοριά του αγίου πνεύματος,+ συνεχώς πλήθαινε. 32  Καθώς δε ο Πέτρος περιόδευε όλη την περιοχή, κατέβηκε και στους αγίους που ζούσαν στη Λύδδα.+ 33  Εκεί βρήκε κάποιον ονόματι Αινέα, ο οποίος ήταν κατάκοιτος επί οχτώ χρόνια, επειδή ήταν παράλυτος. 34  Ο Πέτρος τού είπε: «Αινέα, ο Ιησούς Χριστός σε γιατρεύει.+ Σήκω και στρώσε το κρεβάτι σου».+ Και αυτός σηκώθηκε αμέσως. 35  Όταν τον είδαν όλοι όσοι ζούσαν στη Λύδδα και στην Πεδιάδα του Σαρών, στράφηκαν στον Κύριο. 36  Στην Ιόππη υπήρχε κάποια μαθήτρια με το όνομα Ταβιθά, το οποίο μεταφράζεται «Δορκάς».* Αυτή έκανε πολλά καλά έργα και δώρα ελέους.* 37  Αλλά εκείνες τις ημέρες αρρώστησε και πέθανε. Την έπλυναν λοιπόν και την έβαλαν σε ένα ανώγειο. 38  Επειδή η Λύδδα ήταν κοντά στην Ιόππη, όταν οι μαθητές άκουσαν ότι ο Πέτρος βρισκόταν σε εκείνη την πόλη, του έστειλαν δύο άντρες να του πουν: «Σε παρακαλούμε, έλα σε εμάς χωρίς καθυστέρηση». 39  Τότε ο Πέτρος σηκώθηκε και πήγε μαζί τους. Όταν έφτασε, τον οδήγησαν στο ανώγειο· και όλες οι χήρες ήρθαν μπροστά του κλαίγοντας και δείχνοντας πολλά εσωτερικά και εξωτερικά ρούχα που είχε φτιάξει η Δορκάς όσον καιρό ήταν μαζί τους. 40  Κατόπιν ο Πέτρος τούς έβγαλε όλους έξω+ και γονατίζοντας προσευχήθηκε. Έπειτα, γυρίζοντας προς το σώμα, είπε: «Ταβιθά, σήκω!» Εκείνη άνοιξε τα μάτια της και, μόλις είδε τον Πέτρο, ανακάθισε.+ 41  Αυτός της έδωσε το χέρι του, τη σήκωσε και φώναξε τους αγίους και τις χήρες και την παρουσίασε ζωντανή.+ 42  Το γεγονός έγινε γνωστό σε όλη την Ιόππη, και πολλοί πίστεψαν στον Κύριο.+ 43  Και ο Πέτρος έμεινε αρκετές ημέρες στην Ιόππη σε κάποιον βυρσοδέψη που λεγόταν Σίμων.+

Υποσημειώσεις

Κυριολεκτικά «να δέσει· να βάλει σε δεσμά».
Κυριολεκτικά «να τους οδηγήσει δεμένους».
Κυριολεκτικά «μπαίνοντας και βγαίνοντας».
Το ελληνικό όνομα Δορκάς και το αραμαϊκό όνομα Ταβιθά σημαίνουν και τα δύο «γαζέλα».