Το Πρώτο του Σαμουήλ 13:1-23

  • Ο Σαούλ επιλέγει στρατό (1-4)

  • Ο Σαούλ ενεργεί με αυθάδεια (5-9)

  • Ο Σαμουήλ επιπλήττει τον Σαούλ (10-14)

  • Ο Ισραήλ χωρίς όπλα (15-23)

13  Ο Σαούλ ήταν . . .* χρονών όταν έγινε βασιλιάς.+ Επί δύο χρόνια βασίλευε στον Ισραήλ.  Έπειτα ο Σαούλ διάλεξε 3.000 άντρες από τον Ισραήλ· οι 2.000 ήταν με τον Σαούλ στη Μιχμάς και στην ορεινή περιοχή της Βαιθήλ, ενώ οι 1.000 ήταν με τον Ιωνάθαν+ στη Γαβαά+ του Βενιαμίν. Στον υπόλοιπο λαό είπε να πάει ο καθένας στη σκηνή του.  Τότε ο Ιωνάθαν εξόντωσε τη φρουρά των Φιλισταίων+ η οποία ήταν στη Γααβά,+ και οι Φιλισταίοι το άκουσαν. Ο δε Σαούλ έβαλε να σαλπίσουν με το κέρας+ σε όλη τη χώρα και να πουν: «Ας ακούσουν οι Εβραίοι!»  Όλος ο Ισραήλ άκουσε τα νέα: «Ο Σαούλ εξόντωσε μια φρουρά των Φιλισταίων, και τώρα ο Ισραήλ έχει γίνει μισητός* στους Φιλισταίους». Κλήθηκε λοιπόν ο λαός να ακολουθήσει τον Σαούλ στα Γάλγαλα.+  Οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν και αυτοί για να πολεμήσουν εναντίον του Ισραήλ με 30.000 πολεμικά άρματα και 6.000 ιππείς και στρατεύματα τόσο πολυάριθμα όσο οι κόκκοι της άμμου στην ακρογιαλιά·+ ανέβηκαν και στρατοπέδευσαν στη Μιχμάς, ανατολικά της Βαιθ-αβέν.+  Και οι άντρες του Ισραήλ είδαν ότι βρίσκονταν σε δυσχερή θέση, επειδή δέχονταν μεγάλη πίεση· ο λαός λοιπόν κρύφτηκε στις σπηλιές,+ στα κοιλώματα, στους βράχους, στα κελάρια* και στις στέρνες.  Μάλιστα, ορισμένοι Εβραίοι πέρασαν τον Ιορδάνη προς τη γη του Γαδ και της Γαλαάδ.+ Αλλά ο Σαούλ ήταν ακόμη στα Γάλγαλα, και όλος ο λαός που τον ακολουθούσε έτρεμε.  Ο Σαούλ περίμενε εφτά ημέρες, μέχρι τον ορισμένο καιρό που είχε θέσει ο Σαμουήλ, αλλά ο Σαμουήλ δεν ήρθε στα Γάλγαλα, και ο λαός διασκορπιζόταν από κοντά του.  Τελικά ο Σαούλ είπε: «Φέρτε μου το ολοκαύτωμα και τις θυσίες συμμετοχής». Και πρόσφερε το ολοκαύτωμα.+ 10  Αλλά μόλις τελείωσε την προσφορά του ολοκαυτώματος, έφτασε ο Σαμουήλ. Πήγε λοιπόν ο Σαούλ να τον προϋπαντήσει και να τον ευλογήσει. 11  Τότε ο Σαμουήλ είπε: «Τι έκανες;» Ο Σαούλ απάντησε: «Είδα ότι ο λαός με εγκατέλειπε,+ και εσύ δεν είχες έρθει μέσα στον καθορισμένο χρόνο, και οι Φιλισταίοι συγκεντρώνονταν στη Μιχμάς.+ 12  Γι’ αυτό είπα μέσα μου: “Θα κατεβούν τώρα οι Φιλισταίοι εναντίον μου στα Γάλγαλα, και εγώ δεν έχω εκζητήσει την εύνοια* του Ιεχωβά”. Έτσι λοιπόν, ένιωσα υποχρεωμένος να προσφέρω το ολοκαύτωμα». 13  Τότε ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: «Ενήργησες ανόητα. Δεν υπάκουσες στην εντολή που σου έδωσε ο Ιεχωβά ο Θεός σου.+ Αν είχες υπακούσει, ο Ιεχωβά θα είχε εδραιώσει τη βασιλεία σου στον Ισραήλ για πάντα. 14  Τώρα όμως η βασιλεία σου δεν θα διαρκέσει.+ Ο Ιεχωβά θα βρει έναν άντρα που να είναι σε αρμονία με την καρδιά του,+ και ο Ιεχωβά θα τον διορίσει ηγέτη του λαού του,+ επειδή εσύ δεν υπάκουσες σε αυτό που σε διέταξε ο Ιεχωβά».+ 15  Έπειτα ο Σαμουήλ σηκώθηκε και ανέβηκε από τα Γάλγαλα στη Γαβαά του Βενιαμίν, ενώ ο Σαούλ καταμέτρησε τον λαό· είχαν απομείνει μαζί του περίπου 600 άντρες.+ 16  Ο Σαούλ, ο γιος του ο Ιωνάθαν και ο λαός που είχε απομείνει μαζί τους έμεναν στη Γααβά+ του Βενιαμίν, οι δε Φιλισταίοι είχαν στρατοπεδεύσει στη Μιχμάς.+ 17  Και οι επιδρομείς έβγαιναν από το στρατόπεδο των Φιλισταίων σε τρεις ομάδες. Η μία έπαιρνε τον δρόμο της Οφρά, προς τη γη Σουάλ· 18  η άλλη έπαιρνε τον δρόμο της Βαιθ-ορών,+ ενώ η τρίτη έπαιρνε τον δρόμο που οδηγούσε στο όριο πάνω από την κοιλάδα Ζεβωίμ, κατά την έρημο. 19  Εκείνον τον καιρό, δεν υπήρχε σιδηρουργός σε όλη τη γη του Ισραήλ, επειδή οι Φιλισταίοι είχαν πει: «Για να μη φτιάξουν οι Εβραίοι σπαθί ή δόρυ». 20  Όλοι οι Ισραηλίτες ήταν αναγκασμένοι να κατεβαίνουν στους Φιλισταίους για να ακονίσουν τα υνιά, τις αξίνες, τα τσεκούρια και τα δρεπάνια τους. 21  Η τιμή για το ακόνισμα ήταν ένα φιμ* για τα υνιά, τις αξίνες, τα τρίκρανα, τα τσεκούρια και για το στερέωμα του βούκεντρου. 22  Και την ημέρα της μάχης, δεν βρισκόταν ούτε σπαθί ούτε δόρυ στο χέρι κάποιου από τον λαό που ήταν μαζί με τον Σαούλ και τον Ιωνάθαν·+ μόνο ο Σαούλ και ο γιος του ο Ιωνάθαν είχαν όπλα. 23  Και μια φρουρά* των Φιλισταίων είχε πιάσει το πέρασμα της χαράδρας της Μιχμάς.+

Υποσημειώσεις

Ο αριθμός λείπει στο εβραϊκό κείμενο.
Κυριολεκτικά «έχει γίνει δυσωδία».
Ή αλλιώς «στις κρύπτες».
Ή αλλιώς «δεν έχω απαλύνει το πρόσωπο».
Αρχαία μονάδα μέτρησης βάρους που ισοδυναμούσε κατά προσέγγιση με τα δύο τρίτα του σίκλου.
Ή αλλιώς «προφυλακή».