Το Πρώτο του Σαμουήλ 24:1-22

  • Ο Δαβίδ χαρίζει τη ζωή στον Σαούλ (1-22)

    • Ο Δαβίδ σέβεται τον χρισμένο του Ιεχωβά (6)

24  Μόλις επέστρεψε ο Σαούλ από την καταδίωξη των Φιλισταίων, του είπαν: «Ο Δαβίδ είναι στην έρημο της Εν-γαδί».+  Τότε ο Σαούλ πήρε 3.000 επίλεκτους άντρες από όλο τον Ισραήλ και πήγε να ψάξει για τον Δαβίδ και τους άντρες του στους βράχους των βουνίσιων αιγών.  Φτάνοντας στα πέτρινα μαντριά των προβάτων δίπλα στον δρόμο, όπου υπήρχε μια σπηλιά, μπήκε μέσα για τη φυσική του ανάγκη,* ενώ ο Δαβίδ και οι άντρες του κάθονταν στις εσοχές στο βάθος της σπηλιάς.+  Οι άντρες του Δαβίδ τού είπαν: «Σήμερα ο Ιεχωβά σού λέει: “Ορίστε! Εγώ δίνω τον εχθρό σου στο χέρι σου,+ και εσύ να του κάνεις ό,τι νομίζεις”». Σηκώθηκε λοιπόν ο Δαβίδ και έκοψε αθόρυβα την άκρη από το αμάνικο πανωφόρι του Σαούλ.  Μετά όμως η καρδιά του Δαβίδ τον καταδίκαζε*+ επειδή είχε κόψει την άκρη από το αμάνικο πανωφόρι του Σαούλ.  Γι’ αυτό, είπε στους άντρες του: «Είναι αδιανόητο από την άποψη του Ιεχωβά να κάνω τέτοιο πράγμα στον κύριό μου, τον χρισμένο του Ιεχωβά, σηκώνοντας το χέρι μου εναντίον του, επειδή αυτός είναι ο χρισμένος του Ιεχωβά».+  Με αυτά τα λόγια ο Δαβίδ συγκράτησε τους άντρες του* και δεν τους άφησε να επιτεθούν στον Σαούλ. Ο δε Σαούλ σηκώθηκε από τη σπηλιά και συνέχισε τον δρόμο του.  Έπειτα ο Δαβίδ σηκώθηκε και βγήκε από τη σπηλιά και φώναξε πίσω από τον Σαούλ: «Κύριέ μου βασιλιά!»+ Όταν ο Σαούλ κοίταξε πίσω του, ο Δαβίδ έσκυψε και προσκύνησε με το πρόσωπο μέχρις εδάφους.  Ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: «Γιατί ακούς αυτούς που λένε: “Ο Δαβίδ θέλει το κακό σου”;+ 10  Σήμερα είδες με τα ίδια σου τα μάτια πώς σε έδωσε ο Ιεχωβά στο χέρι μου μέσα στη σπηλιά. Αλλά όταν κάποιος με παρακίνησε να σε σκοτώσω,+ εγώ σε λυπήθηκα και είπα: “Δεν θα σηκώσω το χέρι μου εναντίον του κυρίου μου, επειδή αυτός είναι ο χρισμένος του Ιεχωβά”.+ 11  Κοίτα, πατέρα μου, ναι, δες την άκρη από το αμάνικο πανωφόρι σου στο χέρι μου· όταν την έκοψα, δεν σε σκότωσα. Τώρα μπορείς να δεις και να καταλάβεις ότι δεν σκοπεύω να σου κάνω κακό ούτε να στασιάσω, και δεν έχω αμαρτήσει εναντίον σου,+ ενώ εσύ με κυνηγάς για να μου πάρεις τη ζωή.*+ 12  Ας κρίνει ο Ιεχωβά ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα,+ και ας πάρει ο Ιεχωβά εκδίκηση για εμένα από εσένα.+ Το δικό μου χέρι όμως δεν θα σηκωθεί εναντίον σου.+ 13  Όπως λέει η αρχαία παροιμία: “Από τους πονηρούς, πονηρία βγαίνει”, αλλά το δικό μου χέρι δεν θα σηκωθεί εναντίον σου. 14  Ποιον βγήκε να κυνηγήσει ο βασιλιάς του Ισραήλ; Ποιον καταδιώκεις; Έναν ψόφιο σκύλο; Έναν ψύλλο;+ 15  Ο Ιεχωβά ας γίνει κριτής. Αυτός θα κρίνει ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα και θα δει και θα με υπερασπιστεί+ και θα με κρίνει και θα με σώσει από το χέρι σου». 16  Μόλις ο Δαβίδ τελείωσε τα λόγια του, ο Σαούλ είπε: «Η φωνή σου είναι αυτή, γιε μου Δαβίδ;»+ και άρχισε να κλαίει δυνατά. 17  Είπε στον Δαβίδ: «Εσύ είσαι πιο δίκαιος από εμένα, γιατί εσύ μου φέρθηκες καλά ενώ εγώ σου το ανταπέδωσα με κακό.+ 18  Ναι, μου είπες σήμερα για το καλό που έκανες: δεν με σκότωσες παρότι ο Ιεχωβά με παρέδωσε στο χέρι σου.+ 19  Διότι ποιος βρίσκει τον εχθρό του και τον αφήνει να φύγει σώος; Ο Ιεχωβά θα σε ανταμείψει με καλό+ για αυτό που μου έκανες σήμερα. 20  Ξέρω ότι εσύ ασφαλώς θα βασιλέψεις+ και ότι στο δικό σου χέρι θα παραμείνει η βασιλεία του Ισραήλ. 21  Τώρα ορκίσου μου στον Ιεχωβά+ ότι δεν θα εξαλείψεις τους απογόνους* μου και ότι δεν θα αφανίσεις το όνομά μου από τον οίκο του πατέρα μου».+ 22  Ο Δαβίδ λοιπόν ορκίστηκε στον Σαούλ και κατόπιν ο Σαούλ πήγε στο σπίτι του.+ Αλλά ο Δαβίδ και οι άντρες του ανέβηκαν στον οχυρό τόπο.+

Υποσημειώσεις

Κυριολεκτικά «για να σκεπάσει τα πόδια του».
Ή αλλιώς «η συνείδηση του Δαβίδ τον έτυπτε».
Ή πιθανώς «πρόσταξε τους άντρες του να διαλυθούν».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Κυριολεκτικά «το σπέρμα».