Το Δεύτερο του Σαμουήλ 11:1-27

  • Η μοιχεία του Δαβίδ με τη Βηθ-σαβεέ (1-13)

  • Ο Δαβίδ διευθετεί να θανατωθεί ο Ουρίας (14-25)

  • Ο Δαβίδ παίρνει τη Βηθ-σαβεέ για σύζυγό του (26, 27)

11  Στην αρχή του έτους,* τότε που εκστρατεύουν οι βασιλιάδες, ο Δαβίδ έστειλε τον Ιωάβ και τους υπηρέτες του και όλο τον στρατό του Ισραήλ για να συντρίψουν τους Αμμωνίτες, και αυτοί πολιόρκησαν τη Ραββά,+ ενώ ο Δαβίδ έμεινε στην Ιερουσαλήμ.+  Κάποιο βράδυ,* ο Δαβίδ σηκώθηκε από το κρεβάτι του και περπατούσε στην ταράτσα της βασιλικής κατοικίας.* Από εκεί είδε μια γυναίκα να κάνει λουτρό, και η γυναίκα ήταν πολύ όμορφη.  Ο Δαβίδ έστειλε κάποιον να ρωτήσει για τη γυναίκα, και αυτός του ανέφερε: «Είναι η Βηθ-σαβεέ,+ η κόρη του Ελιάμ+ και σύζυγος του Ουρία+ του Χετταίου».+  Τότε ο Δαβίδ έστειλε αγγελιοφόρους για να τη φέρουν.+ Αυτή λοιπόν ήρθε, και εκείνος πλάγιασε μαζί της.+ (Αυτό συνέβη ενόσω εξάγνιζε τον εαυτό της από την ακαθαρσία της.*)+ Μετά επέστρεψε στο σπίτι της.  Η γυναίκα έμεινε έγκυος και ειδοποίησε τον Δαβίδ, λέγοντας: «Είμαι έγκυος».  Τότε ο Δαβίδ έστειλε το εξής μήνυμα στον Ιωάβ: «Στείλε μου τον Ουρία τον Χετταίο». Και ο Ιωάβ έστειλε τον Ουρία στον Δαβίδ.  Όταν ο Ουρίας πήγε στον Δαβίδ, εκείνος άρχισε να τον ρωτάει πώς τα πήγαινε ο Ιωάβ, πώς τα πήγαινε ο στρατός και πώς εξελισσόταν ο πόλεμος.  Έπειτα ο Δαβίδ τού είπε: «Κατέβα στο σπίτι σου να ξεκουραστείς».* Όταν ο Ουρίας έφυγε από την κατοικία του βασιλιά, στάλθηκε μαζί του και το τιμητικό δώρο του βασιλιά.*  Ωστόσο, ο Ουρίας κοιμήθηκε στην είσοδο της κατοικίας του βασιλιά, μαζί με όλους τους άλλους υπηρέτες του κυρίου του, και δεν κατέβηκε στο σπίτι του. 10  Κάποιοι λοιπόν είπαν στον Δαβίδ: «Ο Ουρίας δεν κατέβηκε στο σπίτι του». Και ο Δαβίδ ρώτησε τον Ουρία: «Μόλις τώρα δεν γύρισες από ταξίδι; Γιατί δεν κατέβηκες στο σπίτι σου;» 11  Ο Ουρίας τού απάντησε: «Η Κιβωτός+ και ο Ισραήλ και ο Ιούδας μένουν σε σκηνές, και ο κύριός μου ο Ιωάβ και οι υπηρέτες του κυρίου μου είναι στρατοπεδευμένοι στην ύπαιθρο. Μπορώ λοιπόν εγώ να μπω στο σπίτι μου για να φάω και να πιω και να πλαγιάσω με τη σύζυγό μου;+ Σου ορκίζομαι, όσο βέβαιο είναι ότι ζεις,* δεν πρόκειται να κάνω αυτό το πράγμα!» 12  Τότε ο Δαβίδ είπε στον Ουρία: «Μείνε εδώ και σήμερα, και αύριο θα σε αφήσω να φύγεις». Έτσι λοιπόν, ο Ουρίας έμεινε στην Ιερουσαλήμ εκείνη την ημέρα, καθώς και την επομένη. 13  Έπειτα ο Δαβίδ τον κάλεσε να φάει και να πιει μαζί του και τον μέθυσε. Αλλά το βράδυ εκείνος βγήκε να κοιμηθεί στο κρεβάτι του μαζί με τους υπηρέτες του κυρίου του και δεν κατέβηκε στο σπίτι του. 14  Το πρωί ο Δαβίδ έγραψε μια επιστολή στον Ιωάβ και την έστειλε με τον Ουρία. 15  Στην επιστολή έγραψε: «Βάλτε τον Ουρία στην πρώτη γραμμή, όπου η μάχη είναι σκληρότερη. Μετά τραβηχτείτε από κοντά του, ώστε να χτυπηθεί και να πεθάνει».+ 16  Ο Ιωάβ είχε παρατηρήσει προσεκτικά την πόλη και έβαλε τον Ουρία εκεί που ήξερε ότι υπήρχαν ισχυροί πολεμιστές. 17  Όταν οι άντρες της πόλης βγήκαν και πολέμησαν εναντίον του Ιωάβ, έπεσαν νεκροί μερικοί από τους υπηρέτες του Δαβίδ, μεταξύ αυτών και ο Ουρίας ο Χετταίος.+ 18  Και ο Ιωάβ έστειλε αναφορά στον Δαβίδ για όλες τις εξελίξεις του πολέμου. 19  Έδωσε στον αγγελιοφόρο την οδηγία: «Μόλις ενημερώσεις τον βασιλιά για όλες τις εξελίξεις του πολέμου, 20  ο βασιλιάς μπορεί να θυμώσει και να σου πει: “Γιατί πλησιάσατε τόσο κοντά στην πόλη για να πολεμήσετε; Δεν ξέρατε ότι θα τόξευαν από το τείχος; 21  Ποιος σκότωσε τον Αβιμέλεχ,+ τον γιο του Ιερουββέσεθ;+ Δεν ήταν μια γυναίκα που του έριξε από το τείχος την πάνω πέτρα ενός μύλου, προκαλώντας τον θάνατό του στη Θεβές; Γιατί πλησιάσατε τόσο πολύ στο τείχος;” Τότε εσύ να πεις: “Πέθανε και ο υπηρέτης σου ο Ουρίας ο Χετταίος”». 22  Πήγε λοιπόν ο αγγελιοφόρος και είπε στον Δαβίδ όλα όσα τον είχε στείλει να πει ο Ιωάβ. 23  Στη συνέχεια του είπε: «Οι άντρες τους υπερίσχυσαν εναντίον μας και βγήκαν να μας αντιμετωπίσουν στους αγρούς· εμείς όμως τους απωθήσαμε μέχρι την είσοδο της πύλης της πόλης. 24  Και οι τοξότες τόξευαν τους υπηρέτες σου από το τείχος, και μερικοί από τους υπηρέτες του βασιλιά πέθαναν· πέθανε και ο υπηρέτης σου ο Ουρίας ο Χετταίος».+ 25  Τότε ο Δαβίδ είπε στον αγγελιοφόρο: «Πες στον Ιωάβ: “Μη στενοχωριέσαι για αυτό, γιατί το σπαθί τρώει πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Να εντείνεις τη μάχη σου εναντίον της πόλης και να την καταλάβεις”.+ Και ενθάρρυνέ τον». 26  Όταν η σύζυγος του Ουρία έμαθε ότι είχε πεθάνει ο άντρας της, άρχισε να πενθεί για αυτόν. 27  Μόλις πέρασε η περίοδος του πένθους, ο Δαβίδ ζήτησε να τη φέρουν στην κατοικία του, και εκείνη έγινε σύζυγός του+ και του γέννησε έναν γιο. Αλλά αυτό που είχε κάνει ο Δαβίδ δυσαρέστησε πολύ τον* Ιεχωβά.+

Υποσημειώσεις

Δηλαδή την άνοιξη.
Ή αλλιώς «Αργά κάποιο απόγευμα».
Ή αλλιώς «του βασιλικού ανακτόρου».
Πιθανώς την εμμηνορροϊκή ακαθαρσία της.
Κυριολεκτικά «να πλύνεις τα πόδια σου».
Ή αλλιώς «η μερίδα του βασιλιά», δηλαδή η μερίδα που έστελνε ο οικοδεσπότης στον τιμώμενο επισκέπτη.
Ή αλλιώς «ζει η ψυχή σου».
Κυριολεκτικά «ήταν κακό στα μάτια του».